Ο Κάφκα ξέρει καλά πως ο πατέρας του θα συνεχίσει να τον υποτιμά, θα συνεχίσει να απαξιώνει αυτά που κάνει και να μιλά περιφρονητικά για τις επιλογές του. Γι’ αυτό θα γράψει ένα γράμμα. Ένα γράμμα στον πατέρα του.
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.
Το ζέσταμα
Είχα φτάσει αρκετά νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα έναρξης της παράστασης και αυτό μου έδινε χρόνο να ζεσταθώ με το χώρο του Γκαίτε και να θυμηθώ τα χρόνια, τα φοιτητικά μου χρόνια, που μάθαινα Γερμανικά. Είναι όμορφες οι αναδρομές προς τα πίσω. Είναι όμορφες γιατί μας θυμίζουν αυτά που ζήσαμε και μας δείχνουν το σημείο στο οποίο έχουμε φτάσει. Ακόμα κι αν οι αναδρομές αυτές περιλαμβάνουν δυσάρεστες αναμνήσεις, είναι πάντα διδακτικές. Όπως διδακτική περίμενα να ήταν και η παράσταση που θα παρακολουθούσα μια που κάθε αναφορά σε οικογενειακές σχέσεις έχει πάντα να δώσει πολλή τροφή για σκέψη.
Φανταζόμουν να δω και να ακούσω λοιπόν πολλούς εσωτερικούς διαλόγους του Κάφκα με αφορμή το γράμμα προς τον πατέρα του. Είχα διαβάσει για τη σχέση πατέρα – γιου και γνώριζα ήδη πως αυτός ο πατέρας ήταν ένας αυταρχικός και επικριτικός πατέρας που είχε επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το γιο του. Ήμουν σίγουρη, μπαίνοντας στην αίθουσα και βρίσκοντας τη θέση μου, ότι αυτά που θα ακουγόντουσαν σε λίγα λεπτά θα άγγιζαν τις ψυχές όλων μας. Και αυτών που δεν είχαν έναν τέτοιο πατέρα για να μπορούν να νιώσουν τυχεροί για το διαφορετικό βίωμα που είχαν αλλά και εκείνων που μεγάλωσαν σε ένα τέτοιο περιβάλλον.
Η δράση
Ο πρωταγωνιστής ή οι πρωταγωνιστές – όπως το δει κανείς – ήταν καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι. Γύρω από ένα τραπέζι μαζεύεται η οικογένεια. Γύρω από ένα τραπέζι μοιράζονται τα μέλη της πολλά παραπάνω από ένα πιάτο με φαγητό. Γύρω από ένα τραπέζι διαδραματίζονται αλληλεπιδράσεις και ξεδιπλώνονται δυναμικές. Και στο τραπέζι της οικογένειας του Κάφκα όλοι ήταν υποχρεωμένοι να τρώνε με την ταχύτητα που έδινε ο πατέρας. Η απόλυτη αρχή, όπως θα πει κάποια στιγμή ο Κάφκα. Η απόλυτη αρχή που θεσπίζει κανόνες για να τους ακολουθούν όλοι οι υπόλοιποι εκτός από τον ίδιο. Έτσι όπως κάνει κάθε δυνάστης.
Κι όσο περνούσαν τα λεπτά, τόσο περισσότερες οι πληροφορίες για το πώς μεγάλωσε αυτό το αγόρι. Αυτό το αγόρι που έγινε έφηβος κι αργότερα άντρας χωρίς όμως να έχει το δικαίωμα να κάνει τις δικές του επιλογές. Ή μάλλον χωρίς να του αναγνωρίζεται το δικαίωμα να κάνει τις δικές του επιλογές γιατί το δικαίωμα το είχε έτσι κι αλλιώς. Ο πατέρας του ήταν αντίθετος στο γάμο που ήθελε να κάνει ο γιος του κι εκείνος αισθανόταν την έντονη πικρία και απογοήτευση από αυτή του τη στάση. Δεν ήταν όμως η πρώτη φορά που ένιωθε απογοητευμένος από τον πατέρα του. Ήταν αμέτρητες οι αφορμές που είχε να θυμηθεί για να πονέσει. Γράφει στο γράμμα προς τον πατέρα του: «Αυτό που ήταν πάντα ακατανόητο για μένα, ήταν η παντελής έλλειψη συναισθήματος για τον πόνο και τη ντροπή, που θα μπορούσες να μου προκαλέσεις με τα λόγια και τις κρίσεις σου». Αυτός ο άντρας που ήταν κάποτε αγόρι, είχε πονέσει πολύ. Τόσο πολύ που αναρωτιόμουν για τις ψυχικές αντοχές του.
Η σκηνή που ξεχώρισα ήταν η σκηνή στην οποία ο μικρός Κάφκα δέχεται την απάνθρωπη και βίαιη συμπεριφορά του πατέρα του. Συγκλονιστική σκηνή. Κι όσο ο πρωταγωνιστής μας περιγράφει το περιστατικό που είχε βιώσει όταν ήταν μικρός, παρατηρώ τα πρόσωπα των θεατών που παρακολουθούν βουβά και σχεδόν αποσβολωμένα τη φρικαλεότητα που βίωσε αυτό το παιδί από τον ίδιο του τον πατέρα. «Ένα βράδυ», λέει λοιπόν, «ζήταγα επίμονα νερό γιατί διψούσα αλλά και πιθανώς εν μέρει για να γίνω ενοχλητικός, εν μέρει για να παίξω. Όταν αρκετές έντονες απειλές δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, με έβγαλες από το κρεβάτι, με μετέφερες στο μπαλκόνι και με άφησες εκεί μόνο με το νυχτικό μου έξω από την κλειστή πόρτα. Μπορεί να μη βρήκες άλλο τρόπο να έχεις ηρεμία και ησυχία εκείνο το βράδυ αλλά το αναφέρω ως χαρακτηριστικό των μεθόδων σου για την ανατροφή ενός παιδιού και την επίδρασή τους σε μένα. Τολμώ να πω ότι ήμουν αρκετά υπάκουος μετά από αυτό το περιστατικό αλλά μου έκανε εσωτερική ζημιά. Ακόμα και χρόνια μετά υπέφερα από τη βασανιστική φαντασίωση ότι ο τεράστιος άνθρωπος, ο πατέρας μου, η υπέρτατη εξουσία, θα ερχόταν σχεδόν χωρίς κανένα λόγο και θα με έπαιρνε από το κρεβάτι τη νύχτα και θα με μετέφερε στο πεζοδρόμιο». Δοσμένη με εξαιρετική σκηνοθεσία αυτή η σκηνή πυροδότησε μια σειρά σκέψεων μέσα μου με κυριότερη την εξής: ένας τόσο αυστηρός και σκληρός γονιός απαιτεί από το παιδί του να υπακούει στους κανόνες του και σε περίπτωση που αυτό αντιδράσει ή τολμήσει να διαφοροποιηθεί από τη θέση του γονιού, τότε εκείνος εκφράζει το θυμό και τη δυσαρέσκειά του με κάθε τρόπο. Αντιδρά είτε με θυμό είτε με τιμωρία στην παραμικρή απόπειρα του παιδιού να εκφράσει τις ανάγκες του με αποτέλεσμα το παιδί να αναπτύσσει φόβους και άγχος για απόρριψη στο μέλλον.
Η σκηνή που με προβλημάτισε ήταν η ίδια ακριβώς σκηνή. Συνεχίζοντας τις παραπάνω σκέψεις μου, διαπίστωνα για άλλη μια φορά ότι το παιδί ενός επικριτικού γονιού μεγαλώνει νιώθοντας ανεπαρκές και συχνά υπεύθυνο για τη στάση του γονιού του. Σκέφτεται μάλιστα πως για να το απορρίπτει θα φταίει το ίδιο και γι’ αυτό προσπαθεί διαρκώς να βελτιωθεί προκειμένου να εισπράξει την πολυπόθητη αποδοχή του γονιού του. Κι όσο περισσότερο εκείνος το απορρίπτει, τόσο περισσότερο αυτό προσπαθεί. Κι όσο περισσότερο αυτό προσπαθεί, τόσο πιο πολύ απογοητεύεται από το αποτέλεσμα που δεν έχει η προσπάθεια που κάνει. Γι’ αυτό και ο Κάφκα θα γράψει αυτό το γράμμα. Γιατί έχει πλέον πειστεί ότι όλο αυτό που προσπαθεί είναι μάταιο. Ξέρει καλά πως ο πατέρας του θα συνεχίσει να τον υποτιμά ανεξάρτητα από αυτά που ο ίδιος θα πετύχει. Θα συνεχίσει να απαξιώνει αυτά που κάνει, θα συνεχίσει να μιλά περιφρονητικά για τις επιλογές του. «Από την πολυθρόνα σου κυβερνούσες τον κόσμο. Η δική σου γνώμη ήταν η σωστή, κάθε άλλη ήταν τρελή, εκκεντρική, παράλογη. Όλες μου οι σκέψεις ήταν υποταγμένες στο δικό σου βαρύ αποτύπωμα», θα πει αφήνοντας τον πόνο του να ξεχειλίσει.
Η ατάκα που θα θυμάμαι ήταν η εξής: «Αυτό που χρειαζόμουν ήταν λίγη ενθάρρυνση». Πόσο δυνατά λόγια. Τι μεγάλη αλήθεια. Την ώρα εκείνη βλέπω αρκετά βλέμματα θεατών να καρφώνονται στο πάτωμα. Με τι να έχουν συνδεθεί άραγε, αναρωτιέμαι. Νεαροί άντρες σοβαρεύουν ξαφνικά με αυτά που ακούνε. Νεαρές γυναίκες κοιτάζουν στο κενό που αντικατοπτρίζει πιθανότατα το κενό που έχουν μέσα τους. Κι αυτό το κενό δεν είναι άλλο από το κενό που δημιουργεί το τραύμα της απόρριψης. Κι όταν η απόρριψη προέρχεται από το γονιό, πονάει περισσότερο από όλες. Και το τραύμα της απόρριψης συνδέεται στενά με ένα ακόμα τραύμα που δεν είναι άλλο από το τραύμα της αδικίας.Το τραύμα αυτό, σύμφωνα με τη ΛιζΜπουρμπώ, βιώνεται όταν αισθανόμαστε ότι δεν εκτιμάται η πραγματική μας αξία ή όταν δεν μας σέβονται. Και στην περίπτωση του Κάφκα υπήρχαν και τα δύο. Κάτι μου λέει πως αυτά τα δύο τραύματα ενεργοποιήθηκαν σε πολλές ψυχές μέσα σε αυτήν την αίθουσα. Ενήλικες που δείχνουν φαινομενικά ευτυχισμένοι αλλά που μόνο αυτοί ξέρουν τον πόνο που κουβαλούν. Ενήλικες που δείχνουν αυτόνομοι αλλά που και αυτοί είναι τελικά ‘φλώροι’ όπως φωνάζει ο πρωταγωνιστής. Μόνο που αυτοί δεν χειροκροτούν τον εαυτό τους γιατί θέλουν να τον ξεγελούν πιστεύοντας ότι δεν χρειάζονται άλλο πια την έγκριση του πατέρα τους και την αποδοχή του.
Το κλείσιμο
Με το που τελείωσε το έργο, είχα ανάγκη να περπατήσω και να αφεθώ στις σκέψεις μου. Δεν ήξερα αν θα έπρεπε να λυπηθώ ή να θαυμάσω τον Κάφκα. Μάλλον και τα δύο. Ένιωθα λύπη για αυτά που πέρασε όπως νιώθω λύπη για κάθε παιδί αυτής της γης που μεγαλώνει δίπλα σε έναν απορριπτικό και επικριτικό πατέρα. Ένιωθα όμως και απέραντο θαυμασμό για όλα όσα κατάφερε στη ζωή του παρά τις αντίξοες συνθήκες στις οποίες μεγάλωσε όπως νιώθω απέραντο θαυμασμό για κάθε παιδί αυτής της γης που καταφέρνει να επιβιώνει και να καταφέρνει όσα καταφέρνει αν και μεγαλώνει δίπλα σε έναν επικριτικό και απορριπτικό πατέρα. Κι ας μην κατάφερε ο Κάφκα να αποδεσμευτεί από την ανάγκη του για αναγνώριση. Κι ας μην καταφέρνει κανείς να γυρίσει την πλάτη του στον πατέρα του. Κι ας χρειαστεί να τα βάλει με τον εαυτό του αφού δεν μπορεί να τα βάλει με το γονιό του. Κάποια στιγμή θα οδηγηθεί στην αυτονομία και από εκεί στην ενηλικίωση.
Η αίσθηση με την οποία έμεινα ήταν η συνειδητοποίηση της ευαλωτότητάς μας απέναντι στους γονείς μας και της βαθιάς μας ανάγκης για αποδοχή και αγάπη. Έφερα στο μυαλό μου τους στίχους του Σουηδού ποιητή Σόντερμπεργκ: «Όλοι μας θέλουμε να μας αγαπούν. Αν αποτύχει αυτό, να μας θαυμάζουν. Αν αποτύχει αυτό, να μας φοβούνται. Αν αποτύχει αυτό, να μας μισούν και να μας περιφρονούν. Θέλουμε να ξυπνάμε συναισθήματα στους άλλους. Οποιαδήποτε και να ‘ναι. Η ψυχή τρέμει εμπρός στο τίποτα και ζητάει επαφή με οποιοδήποτε κόστος».
ΓΚΑΙΤΕ
«Γράμμα στον πατέρα» του Φρανς Κάφκα.
-Είδαμε βαθμολογήσαμε με 6,6/10 και σχολιάζουμε εδώ
Ο Kafka απευθύνεται στον πατέρα του γράφοντάς του μια επιστολή, όπου αποκαλύπτει με αφοπλιστική ειλικρίνεια την τραυματική τους σχέση. Μέσα από τον παραληρηματικό λόγο ενός ανθρώπου που θέλει να προλάβει να εκφράσει όσα έχει μέσα του πριν φύγει από τη ζωή, αποκαλύπτεται ένας πατέρας-τύραννος που μισεί ό,τι δεν καταλαβαίνει και ό,τι δεν του μοιάζει.
Σκηνοθεσία: Στέλιος Βραχνής. Ερμηνεύουν: Πάνος Αναγνωστόπουλος, Απόστολος Λινάρδος, Παύλος Τάνης.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στις 21.00 (έως 9 Φεβρουαρίου).
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ