Είδε η Άννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Εν μέσω του πιο παρατεταμένου καύσωνα των τελευταίων χρόνων, παρακολουθήσαμε στο θέατρο Δάσους, τους «Ιππείς» του Αριστοφάνη από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου και μετάφραση Σωτήρη Κακίση, την τελευταία, πριν την παύση των διακοπών του δεκαπενταύγουστου, παράσταση που φιλοξένησε η πόλη μας.

Το έργο
Οι «Ιππής» διδάχθηκαν για πρώτη φορά το 424 πΧ στα Λύναια, όπου και κέρδισαν το πρώτο βραβείο. Πρόκειται για την πιο σκληρή και ωμή πολιτική κωμωδία του Αριστοφάνη, ένα έργο αιχμηρό και δηκτικό, στο οποίο χωρίς υπονοούμενα και υπεκφυγές στηλιτεύει την πολιτική κατάσταση της πόλης του με τον πλέον ξεκάθαρο και θρασύ τρόπο. Μέσα από τη διακωμώδηση κατακρίνει τη δημαγωγία, το λαϊκισμό, την υποκρισία των πολιτικών, τις πελατειακές σχέσεις αλλά και την ανοχή του λαού που διαιωνίζει τη φαυλότητα και την αναξιοκρατία. Στόχος του δημιουργού ο λαοπλάνος Κλέωνας που μετά τον Περικλή κατείχε την εξουσία στην Αθήνα στις αρχές του Πελοποννησιακού πολέμου.
Στο έργο ο Παφλαγόνας, ο οποίος ξεκάθαρα αντιπροσωπεύει τον Κλέωνα, είναι ένας ψεύτης και διπρόσωπος δερματοποιός που με μηχανουργίες κατορθώνει να κερδίσει την εύνοια του Δήμου (δηλαδή του λαού). Ο Δημοσθένης και ο Νικίας, που υπηρετούν τον Δήμο, ενοχλημένοι από αυτήν την κατάσταση, κλέβουν τους χρησμούς του Παφλαγόνα και μαθαίνουν ότι ο μισητός αντίπαλός τους θα χάσει την εξουσία του από έναν αλλαντοπώλη. Ο πρώτος πλανόδιος πωλητής κρεάτων που βρίσκουν μπροστά τους είναι ο Αγοράκριτος, ένας φτωχός Αθηναίος χωρίς κανένα απολύτως προσόν, τον οποίο πείθουν πως είναι γραφτό να πάρει την εξουσία. Με την υποστήριξη των εύπορων Ιππέων (χορός),ο Αγοράκριτος προκαλεί τον Παφλαγόνα σε αγώνες με τρόπαιο την εύνοια του Δήμου. Οι δυο τους συναγωνίζονται, όχι στις γνώσεις τους περί πολιτικής ή στην αρετή, αλλά στο ψέμα, την απατεωνιά, την κολακεία, την δημαγωγία, «αθλήματα» στα οποία ο ταπεινός Αγοράκριτος αποδεικνύεται άξιος αντίπαλος και στέφεται τελικά νικητής, ως ο πλέον αχρείος, ο πλέον λαοπλάνος, ο πλέον ανήθικος. Ο δε Δήμος, που παρουσιάζεται σαν ένας κακομοίρης γέρος, ενώ θέλει να πείσει ότι δεν είναι και τόσο «αφελής» όσο φαίνεται, τελικά πέφτει θύμα ενός χειρότερου δημαγωγού, αφήνοντας παρόλα αυτά την εντύπωση πως ξέρει τι κάνει…
Τι πιο περιφρονητικό για τον αδίστακτο Κλέωνα, από το έργο αυτό που παρουσιάστηκε στο Αθηναϊκό κοινό; Πόσο θάρρος (και θράσος)είχε ο Αριστοφάνης ώστε να κατηγορήσει κατάμουτρα τον πιο ισχυρό άνδρα της πόλης, αλλά και τον λαό της Αθήνας που ανέχονταν αυτήν την κατάσταση;

.
Αυτό το δύσκολο, κατά γενική παραδοχή των μελετητών, έργο του Αριστοφάνη ανέλαβε να ζωντανέψει επί σκηνής ο Κωνσταντίνος Ρήγος. Η σκηνοθετική προσέγγιση του, ενώ είχε ως αποτέλεσμα μια ευχάριστη και φανταχτερή μουσικοχορευτική παράσταση, παρουσίασε εντούτοις αρκετά αρνητικά (-) στοιχεία.
Καταρχάς, ως χορογράφος ο ίδιος, έδωσε έμφαση στο μουσικοχορευτικό κομμάτι της παράστασης, δημιουργώντας έναν χορό, γεμάτο ενέργεια, δύναμη, με υπέροχες παρουσίες και φωνές, που δικαιολογημένα «έκλεψε την παράσταση». Εντούτοις, δίνοντας μεγάλη έκταση στα χορικά του έργου, εμπόδισε τα βαθύτερα αριστοφανικά νοήματα, να προβληθούν κατά τον τρόπο που τους αρμόζει. Επιπλέον ενώ προσπάθησε να δώσει στην παράσταση ένα σύγχρονο αέρα, θίγει στοιχεία της εποχής μας μόνο επιφανειακά, μέσα από απλές αναφορές πχ στον κορονοϊό, στον Χαρδαλιά και σε φράσεις πολιτικών όπως «λεφτά υπάρχουν» και «Τσοβόλα δώστα όλα».
,
Εμβάθυνση στα σύγχρονα προβλήματα και ουσιαστική κριτική διάθεση δεν υπάρχει. Αναφορές σε εκπομπές όπως το «survivor» ή το «στην υγειά μας ρε παιδιά» σίγουρα δεν αποτελούν πολιτικούς σχολιασμούς, ούτε φυσικά το «Ηλία ρίχτο…». Επίσης η προσπάθεια του να θίξει πολλά θέματα ταυτόχρονα, χωρίς όμως να εμβαθύνει σε κανένα από αυτά, είχε ως αποτέλεσμα να χάνεται σε αρκετές περιπτώσεις ο ρυθμός της παράστασης. Σε αυτό συνέβαλε και η μεγάλη διάρκεια των χορικών που αποπροσανατόλιζε την προσοχή του κοινού από το βασικό θέμα της κωμωδίας. Και ενώ ήταν διασκεδαστικές οι αναφορές στον Άγιο Βαλεντίνο, στην Μαντόνα και τον Έλβις, ως σύγχρονων θεών, ακόμα και η επιμονή των Ιππέων να προβάλουν τα …μακριά μαλλιά τους, δεν επρόκειτο παρά για στοιχεία που «πέρασαν και δεν ακούμπησαν» το κοινό, καθώς δεν έδωσαν αφορμή για οιουδήποτε είδους προβληματισμό. Οι Ιππείς είναι ένα έργο που προσφέρεται για βαθύτερη, σκληρή κριτική της σύγχρονης πολιτικής κατάστασης, για ανάδειξη των κακών κειμένων της πολιτικής ζωής και των σύγχρονων πολιτικών προσώπων, κάτι όμως που επ’ ουδενί είδαμε να συμβαίνει.

Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη ασφαλώς και δεν παρουσιάζονται σε αυτούσια μετάφραση του αρχαίου κειμένου, καθώς το μεγαλείο τους είναι η διαχρονικότητα τους που τους επιτρέπει να προσαρμόζονται στα πολιτικά δεδομένα της κάθε εποχής.
Η μετάφραση του Σωτήρη Κακίση, ενώ προσπάθησε να δώσει έναν σύγχρονο αέρα, με τις διάφορες αποσπασματικές προσθήκες στοιχείων του σήμερα, δεν εμβάθυνε τελικά στο νόημα της αρχαίας τραγωδίας. Επίσης παρόλο που χαρακτηρίζεται από μια ευχάριστη και χαρούμενη διάθεση, δεν προκάλεσε το γέλιο των θεατών στο βαθμό που θα περιμέναμε.

Στα αρνητικά της παράστασης θα συγκαταλέγαμε και το σκηνικό, των Κωνσταντίνου Ρήγου και Μαίρης Τσαγκάρη, το οποίο ήταν μεν λειτουργικό κατά μία έννοια, κατά τα άλλα όμως αρκετά αδιάφορο. Ένα μίγμα ασύνδετων μεταξύ τους στοιχείων που δεν δικαιολογείται από την ελαφρότητα της κωμωδίας ως θεατρικού είδους. Καταρχάς μια ψηλή «σκαλωσιά» στο πίσω μέρος, με έναν και μοναδικό κίονα στο πλάι (το μόνο αρχαιοελληνικό στοιχείο). Ένα μικρό, στρογγυλό, πράσινο φωτιζόμενο χαλί που είχε τοποθετηθεί στο μπροστινό μέρος μαζί με μια παλαιού τύπου πολυθρόνα και λίγο πιο πέρα ένα μικρό «πέτρινο τοιχαλάκι» χωρίς ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης στο οποίο κάποια στιγμή «ξαπλώνουν»… μια Καρυάτιδα. Αυτό που ξεχώριζε και είχε ένα ενδιαφέρον, καθώς παρέπεμπε στον τίτλο του έργου, ήταν οι δεκαέξι ίπποι γυμναστικής που ήταν παρατεταγμένοι σε ημικύκλιο και φιλοξενούσαν κατά διαστήματα «στις πλάτες τους» τα ισάριθμα μέλη του χορού.

Στα θετικά (+) στοιχεία αξίζει να αναφέρουμε καταρχάς ότι η παράσταση ως μουσικοχορευτικό δρώμενο είχε ένταση, ζωντάνια, πολύ καλή συνεχή κίνηση και έναν αέρα δροσιάς και ευδαιμονίας που προώθησε κατά βάση ο εξαιρετικός χορός.
Αξιοσημείωτη η επιλογή του σκηνοθέτη να τοποθετήσει μια γυναίκα σε μια καθαρά ανδρική παράσταση, ως μίας εκ των τριών κορυφαίων του χορού, σε μια προσπάθεια να προβάλλει την μειωμένη εμφάνιση των γυναικών στον χώρο της πολιτικής. Επίσης πολύ καλή στιγμή η αναφορά της στις μεγάλες κυρίες του θεάτρου Καραμπέτη, Κονιόρδου, Φωτοπούλου και Παξινού.
Οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών ήταν γενικά αξιόλογες. Τους δύο βασικούς «πολιτικούς αντιπάλους» του έργου ερμηνεύουν ο Κώστας Κόκλας ως Παφλαγόνας και ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης ως Αλλαντοπώλης. Ο μεν Κόκλας πολύ πειστικά εμφανίζεται στη σκηνή με την στόφα του παλαιού, έμπειρου πολιτικού, με αυτοπεποίθηση, αυθάδεια και θράσος που περισσεύει. Ογκώδης και δυσκίνητος μοιάζει με πολυεκλεγμένο δημοτικό σύμβουλο του σήμερα, που εκπέμπει έναν αέρα σιγουριάς και επιτυχίας τον οποίο πολύ πετυχημένα περνάει στο κοινό.

Ο δε Αβαρικιώτης γεμάτος ενέργεια και ζωντάνια απέδωσε πετυχημένα τον απλό ανίδεο άνθρωπο που με προσόν τις σπουδές του «στον δρόμο» και στην απατεωνιά αναβαθμίστηκε σε δεινό πολιτικό.
Πολύ καλή εμφάνιση από τον Στέλιο Ιακωβίδη στον ρόλο του Δήμου, ο οποίος με ερμηνευτική άνεση απέδωσε τον ενδιαφέροντα κωμικό ρόλο του «αφελή τύπου» που ήθελε να φαίνεται πως παρασύρεται από τους δημαγωγούς, ενώ στην ουσία ήξερε πολύ καλά τι του γίνεται.
Εξαιρετική και η αλλαγή στην εμφάνιση του, από έναν κακόμοιρο γεράκο σε έναν εντυπωσιακό και ανανεωμένο άνδρα, που ενέτεινε το κωμικό στοιχείο της όλης του παρουσίας.

Το άλλο δίδυμο της παράστασης, ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος(ως Νικίας) και ο Πάνος Μουζουράκης (ως Δημοσθένης), είχαν μια αρκετά καλή εμφάνιση, με τον Μουζουράκη να είναι άνετος στο μουσικό και τραγουδιστικό κομμάτι του ρόλου, με ορισμένα όμως θέματα άρθρωσης στους διαλόγους.
Ο χορός των Ιππέων, αποτελούμενος από τους Στεφανία Γουλιώτη, Κωνσταντίνο Μπιμπή, Γιάννη Χαρίση (κορυφαίοι) και τους Πάρι Αλεξανδρόπουλο, Αλέξανδρο Βαρδαξόγλου, Θάνο Γρίβα, Πάνο Ζυγούρο, Κωνσταντίνο Καϊκή, Γιάννη Καράμπαμπα, Αλκιβιάδη Μαγγόνα, Βασίλη Μπούτσικο, Γιώργο Πατεράκη, Κωνσταντίνο Πλεμμένο, Περικλή Σιούντα, Γιώργο Σκαρλάτο και Αντώνη Σταμόπουλο ήταν το δυνατότερο σημείο της παράστασης. Νέοι, ταλαντούχοι, ηθοποιοί, με εξαιρετική κίνηση και εντυπωσιακές σωματικές επιδόσεις, με απίστευτη ενέργεια και δυναμισμό αποτέλεσαν τους αληθινούς πρωταγωνιστές.

Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στον εξαιρετικό μονόλογο – επίκληση στους θεούς της Στεφανίας Γουλιώτη, της μοναδικής γυναίκας της παράστασης, η οποία ξεχώρισε για την άριστη άρθρωση και την υποκριτική δεξιοτεχνία της.
Η μουσική επένδυση της παράστασης από τον Θοδωρή Ρέγκλη, αν μη τι άλλο είχε μια ποικιλότητα. Ήχοι ραπ, ποπ, τέκνο, ροκ, ακόμη και σύγχρονα ελληνικά λαϊκά άσματα, ανέδειξαν το ύφος και την κωμικότητα των σκηνών και έντυσαν με έναν σύγχρονο πολύχρωμο μουσικό μανδύα το αρχαίο κείμενο. Η ζωντανή επί σκηνής μουσική, με ένα πλήθος οργάνων να εμφανίζονται σταδιακά (σαξόφωνο, κιθάρες, ακορντεόν, κλαρίνα), χάρισε ζωντάνια στην παράσταση και της προσέδωσε το χαρακτήρα μιας φιέστας, με έντονους, χαρούμενους ρυθμούς.
Χαρακτηριστική στιγμή το ποτ πουρί, από τον Κωνσταντίνο Μπιμπή, των τραγουδιών για την Αθήνα αλλά και τη Θεσσαλονίκη (προς τιμήν της πόλης μας).

Τα κοστούμια της παράστασης, δημιουργίες της Νατάσας Δημητρίου, ήταν αρκετά προσεγμένα. Έδωσαν χαρακτήρα, χρώμα και μια κωμική νότα στην σκηνή, εμπνευσμένα κατά βάση από την αρχαιοελληνική προέλευση του έργου, με αρκετές δόσεις σύγχρονης αισθητικής. Οι ομοιόμορφες στρατιωτικές ενδυμασίες του χορού ήταν αξιοπρεπέστατες, οι δε επιλογές για τους λοιπούς χαρακτήρες ήταν επίσης ευφυείς καθώς αναδείκνυαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τουκάθε ρόλου. Όπως για παράδειγμα η αριστοκρατική εμφάνιση του Παφλαγόνα που ομοίαζε με «κορδωμένο πτηνό» με κόκκινους χιτώνες και κόκκινο λοφίο, αλλά και η κωμικότατη κακόμοιρη εμφάνιση του Δήμου με κάτι σαν προβιάκαι παντόφλες.
Οι φωτιστικές παρεμβάσεις του Χρήστου Τζιόγκα, ήταν αρκετά καλές, συμβατές με το κλίμα της παράστασης.
Συμπερασματικά (=), οι Ιππείς του Αριστοφάνη που παρακολουθήσαμε από το Εθνικό Θέατρο, ήταν μια φαντασμαγορική μουσικοχορευτική παράσταση με έναν εντυπωσιακό χορό ταλαντούχων νέων ηθοποιών που ξεχώρισε. Μια παράσταση όμως που παρά τη λάμψη και τα φώτα της δεν μετέφερε στην σύγχρονη πραγματικότητα την προκλητική, καυστική σάτιρα του Αριστοφάνη που είναι το σημαντικότερο δώρο του αρχαίου ποιητή στους θεατές κάθε εποχής….
Βαθμολογία
5,7/10
Βίντεο από την υπόκλιση στο θέατρο Δάσους (03.08.2021)
.
-Πληροφορίες για την παράσταση, πρόγραμμα πανελλαδικής περιοδείας κλικ εδώ
-Κ-
.
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 14/05/2022 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 11α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2022 – Πληροφορίες ΕΔΩ
.