Είδαμε και Σχολιάζουμε.
Από τις περιπτώσεις των παραστάσεων με «ευανάγνωστα» συναισθήματα στα πρόσωπα των θεατών φεύγοντας… αποτυπωμένα με τρυφερό χαμόγελο, διάχυτη συγκίνηση, γλυκιά μελαγχολία, μια κάποια ονειροπόληση ίσως, ως συνέπειες ενός έργου ειλικρινούς που πραγματεύεται απλές, καθημερινές, καίριες αλήθειες. Όπως τις βιώνει η «Σίρλευ Βαλεντάιν» του Willy Rassell στην ομώνυμη παράσταση, που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Αυλαία με την Ελένη Καστάνη στον κλασικό μονόλογο και σε σκηνοθεσία Πέμης Ζούνη. Ημέρα πρεμιέρας με πληρότητα στην αίθουσα και ιδιαίτερα εκδηλωτικό, ζεστό κοινό, στο γέλιο, τις σιωπές, το χειροκρότημά του…
Η ιστορία της Σίρλευ είναι ευρέως γνωστή, αλλά κυρίως απόλυτα αναγνωρίσιμη. Μια αγγλίδα νοικοκυρά, παντρεμένη για χρόνια και με μεγάλα παιδιά φευγάτα πλέον από κοντά της, βουλιάζει στο τέλμα, στην καταπίεση ενός ανούσιου συζυγικού βίου, νιώθοντας να χάνει τον εαυτό της και τη χαρά της ζωής. Μέχρι που μια απρόσμενη αφορμή θα την οδηγήσει στη δική της μικρή επανάσταση, πραγματοποιώντας κόντρα στις αναστολές της ένα παλιό όνειρο: να ταξιδέψει στην αγαπημένη Ελλάδα, όπου θα ξαναβρεί το χαμένο νόημα της ζωής, τον αέρα της ελευθερίας, το ερωτικό συναίσθημα, μα πάνω απ’ όλα την παλιά, «ζωντανή» Σίρλεϋ, που αποφασίζει να απορρίψει τους συμβιβασμούς του παρελθόντος και να δώσει στον εαυτό της και στους άλλους μια δεύτερη, πολύτιμη ευκαιρία…
Στην τρυφερή, απολαυστική παράσταση (+), το πρώτο που κερδίζει είναι το ίδιο το έργο του Willy Rassell, τόσο ως σύλληψη ιδέας, όσο και ως θεατρική ανάπτυξη. Όλη του η ομορφιά εντοπίζεται στην απλότητα και αφοπλιστική αλήθεια ενός θέματος που αγγίζει με ειλικρίνεια και βαθιά γνώση ψυχολογίας, την καθημερινότητα μιας ώριμης γυναίκας- ως αντίστοιχο πρότυπο. Μιας παντρεμένης, συμβιβασμένης, παραιτημένης από χαρές γυναίκας, που ψάχνει απεγνωσμένα μέσα στη καταθλιπτική ρουτίνα τον παλιό της εαυτό, λαχταρώντας μια απόδραση στο όνειρο… ένα όνειρο απλό, γήινο και εφικτό που θα δώσει νόημα κι ελπίδα στη στερημένη της ζωή. Και αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο προσόν του συγκεκριμένου έργου, που ενώ η αφορμή του είναι πικρή και μελαγχολική, καταφέρνει με επιδεξιότητα να οδηγεί στο φώς, αφήνοντας ελπιδοφόρο μήνυμα με τις προσωπικές επαναστάσεις καθενός. Δοσμένα όλα με απέριττη αλήθεια και ρεαλισμό απολύτως αναγνωρίσιμο, με ισορροπημένο συνδυασμό συγκίνησης και χιούμορ, με λεπτές «αποχρώσεις» στις ψυχολογικές μεταπτώσεις της ηρωίδας και βέβαια… πολλή Ελλάδα στα καλύτερά της, από την πέννα ενός (προφανώς) φανατικού φιλέλληνα. Επιφυλάσσοντας ως κατάληξη ένα απρόβλεπτο και μεστό σε ουσία φινάλε, εν είδει ανατροπής…
Αναμφισβήτητα, βασικό μέρος της απόλαυσης υπήρξε η ερμηνεία της Ελένης Καστάνη, σε έναν ρόλο – χείμαρρο… μονολογώντας ακατάπαυστα για δύο περίπου ώρες μόνη στη σκηνή. Ένας ρόλος που της ταίριαζε γάντι ως ιδιοσυγκρασία, αναδεικνύοντας το πληθωρικό της ταλέντο, ικανό να υπηρετήσει εξίσου αποτελεσματικά τόσο την κωμωδία όσο και το δράμα. Παρότι το κοινό την έχει συνδέσει περισσότερο με κωμικούς ρόλους λόγω τηλεόρασης, εντούτοις έχει αποδείξει ότι διαθέτει ευρύτατη γκάμα ερμηνείας και μια επίσης αξιοθαύμαστη δραματική πλευρά, που μέρος της αναδείχτηκε και στον συγκεκριμένο ρόλο. Τον οποίο υπηρέτησε με όλο τον επαγγελματισμό μιας άξιας και έμπειρης ηθοποιού, καταθέτοντας την πηγαία, απολαυστική κωμικότητά της, ειλικρινή συγκίνηση, χαριτωμένη τσαχπινιά, αφοπλιστική αθωότητα, περνώντας με δεξιοτεχνία από την καταθλιπτική ψυχική κατάσταση σε αυτήν της ευφορίας/ ζωντάνιας/ αναγέννησης, χωρίς ποτέ να χάνει το μέτρο και την αίσθηση ρεαλισμού, ως πειστικότατη γυναίκα «της διπλανής πόρτας» με όλα τα βιώματα της ηρωίδας. Ακόμα και ελάχιστες στιγμές που μπέρδεψε τα λόγια της, το έκανε να μοιάζει χαριτωμένο…
Για τη σκηνοθεσία της Πέμης Ζούνη θα σχολιάσουμε ότι κινήθηκε σε συμβατικά πλαίσια και μάλλον διεκπεραιωτικά ή ελαφρώς υποτονικά, ωστόσο προσφέροντας ένα αξιοπρεπές και λιτό αποτέλεσμα. Δεν διακρίναμε κάτι εμπνευσμένο ή με δόση φαντασίας, που είναι γεγονός ότι μας έλειψε- έστω στο εικαστικό κομμάτι της ατμόσφαιρας, όμως από την άλλη δεν μας έλειψαν τα ουσιώδη, δοσμένα με εύληπτο, λιτό τρόπο, σύμφωνα με το πνεύμα του έργου. Καθώς η σκηνοθεσία επικεντρώθηκε ως όφειλε στον μονόλογο της Σίρλευ και τα απορρέοντα συναισθήματα, που όντως αναδείχθηκαν εξαιρετικά, πλαισιώνοντας απλά τον λόγο με το ανάλογο σκηνικό και μια ενδιάμεση προβολή εικόνων από το ταξίδι της στην Ελλάδα. Κατά τα άλλα, τόσο το πρώτο μέρος στην Αγγλία, όσο και το δεύτερο στην Ελλάδα, κύλησαν με ομαλό, αβίαστο ρυθμό, ευχάριστη παρακολούθηση χάρη στην ερμηνεία και κάποια μικρά «αλλά»…
Ποια ήταν αυτά τα «αλλά» (-); Κατά πρώτον ένα είδος αμηχανίας που διακρίναμε στην σκηνοθεσία, κάπως σαν αβεβαιότητα για κάποιες κινήσεις στο χώρο, που έμοιαζαν ελαφρώς άσκοπες σαν «γέμισμα». Κατά δεύτερον, θεωρούμε ότι η προβολή των εικόνων πλατείασε και θα μπορούσε να συντομευτεί, κάτι που θα εκφράζαμε και ως γενική παρατήρηση για την παράσταση, η οποία με ένα πιο σφιχτό μάζεμα σε κείμενα και ρυθμό, θα κέρδιζε σίγουρα πόντους. Κατά τρίτον, αυτό που πιστεύουμε ότι υστερούσε, ήταν η πειστική σκηνική ατμόσφαιρα, καθώς τόσο το αγγλικό σπίτι όσο και το ελληνικό τοπίο, θα μπορούσαν με κάποιες επιμελημένες λεπτομέρειες, πέραν των προφανών, να δώσουν ακριβή αίσθηση. Ενώ το σκηνικό κουζίνας και παραλίας ήταν επαρκές και λειτουργικό στις δύο φάσεις του έργου, του έλειπε αυτό το ιδιαίτερο «κάτι» που θα έκανε την (επαγγελματική) διαφορά, σε αντίθεση με τα εύστοχα, καλαίσθητα και προσεγμένα κοστούμια. Επίσης η πλήρης έλλειψη μουσικής– πέραν μιας μικρής εισαγωγής στο δεύτερο μέρος- στέρησε σημαντικό κομμάτι της ατμόσφαιρας, που βέβαια δεν μπορούν να αναπληρώσουν οι φωτισμοί, παρά τις επιτυχείς παρεμβάσεις τους σε λίγα σημεία. Και τέλος, θεωρούμε ότι τα σημεία της μετάφρασης που αφορούν σε κωμικές ατάκες, παρότι συχνά απολαυστικές, εντούτοις ακούστηκαν τραβηγμένες και «ξένες» στο στόμα μιας αγγλίδας με άλλου τύπου χιούμορ.
Καταλήγοντας (=) θα μείνουμε στην τελική αίσθηση της παράστασης, ως σταθερό ζητούμενο κάθε θεατή… κι αυτή η αίσθηση αποτυπώθηκε ανάγλυφα στα πρόσωπα, εκπέμποντας γλυκόπικρα συναισθήματα από ένα τρυφερό έργο με αυθεντική αλήθεια και αισιόδοξη ματιά, και μια ερμηνεία αξιολάτρευτη που άγγιξε…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
6,5 ΣΤΑ 10
Πληροφορίε
————————————————
Φωτογραφικό υλικό