Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Οι πληροφορίες του δελτίου τύπου ενημερώνουν για ένα σπαρακτικό έργο βραβευμένου συγγραφέα και υποψήφιο το ίδιο για πολλές βραβεύσεις, που συγκλόνισε το ξένο κοινό και ανεβαίνει για πρώτη φορά σε εγχώριες θεατρικές σκηνές, καλλιεργώντας μοιραία τις ανάλογες προσδοκίες… με τις οποίες προσήλθαμε στο Metropolitan The Urban Theater για να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Sea Wall» του Σάιμον Στήβενς σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Απόστολου Τζίμα και παραγωγή του Ison Theatrical Projects με έδρα τα Ιωάννινα..

Πρόκειται για δύο διαδοχικούς ανδρικούς μονολόγους, που πραγματεύονται κατά βάση την έννοια της απώλειας μέσα από την οπτική του πατέρα και γιου… Παρότι οι ιστορίες ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, συναντώνται σε κοινούς τόπους που ορίζουν τα τραυματικά βιώματα, οι πονεμένες μνήμες, οι οριακές στιγμές ανάμεσα σε γέννηση και θάνατο… Γλυκόπικρες εξομολογήσεις από δύο άνδρες που αφηγούνται μέσα από το δικό τους βλέμμα και την ιδιαίτερη τρυφερότητά τους, κάποιους σταθμούς ή στιγμιότυπα ζωής που σημάδεψαν τις αναμνήσεις τους και σχετίζονται με όσα αγάπησαν, όσα τους πόνεσαν, με τη γέννηση του παιδιού τους, την απώλεια του πατέρα, τα απρόσμενα συναισθήματα, τις βαθύτερες σκέψεις…
Αναγνωρίζουμε στο κείμενο με θετικό πρόσημο (+)τον συναισθηματισμό, την αμεσότητα, την ειλικρίνειά του, που σε στιγμές αγγίζει ανθρώπινα, καθώς πραγματεύεται καταστάσεις επώδυνες της καθημερινής ζωής, με απλότητα και αληθοφάνεια, αποφεύγοντας μεγαλοστομίες, λεκτικές υπερβολές ή εξεζητημένες φιλοσοφίες… Ο πόνος της απώλειας, η προσμονή της γέννησης, ο απόηχος των συναισθημάτων, οι υπαρξιακοί προβληματισμοί, αποδίδονται με καθαρότητα κι ευαισθησία μέσα από τις εσωτερικές διαδρομές δύο ανδρών, αποτυπώνοντας εύστοχα την ψυχοσύνθεση των ηρώων, εντελώς διαφορετική από αυτή αντίστοιχων γυναικών-ηρωίδων, γεγονός που καθορίζει το ξεχωριστό στίγμα ενός έργου με ανδρική ταυτότητα…
Το οποίο ωστόσο (-) σε αρκετά σημεία ξέφυγε από τα όρια της αυθεντικής συγκίνησης και άγγιξε τον μελοδραματισμό ως εύκολη λύση, ενώ η εντελώς συμβατική, περιγραφική προσέγγιση της απλοϊκής θεματολογίας του, χωρίς να φωτίσει βαθύτερες ή απρόσμενες πτυχές, στέρησε γρήγορα το ενδιαφέρον και αδυνατούμε να κατανοήσουμε τα «εγκώμια» που το συνοδεύουν ή την υποψηφιότητα για βράβευση… Επιπλέον η συνύπαρξη δύο παρεμφερών μονολόγων, ο πρώτος με τίτλο «Sea Wall» κι ο δεύτερος με τίτλο «Moments», όπου επί σκηνής «συνομιλούν», δεν καθίσταται σαφές γιατί φέρουν διαφορετικούς τίτλους, τί σηματοδοτούν αυτοί και ποιος ο λόγος του διαχωρισμού τεμαχίζοντας άκομψα την παράσταση…
Το βασικότερο όμως τρωτό σημείο, καθιστώντας το εγχείρημα απογοητευτικά αντιθεατρικό, ήταν η πλήρης έλλειψη σκηνοθεσίας από τον Απόστολο Τζίμα, πάνω σε μια σκηνή… ολόγυμνη με μοναδικό «αξεσουάρ» μια υποτυπώδη στήλη από σωλήνες νέον, που ουδόλως προσέφεραν σε οτιδήποτε… Προφανώς η σκηνική απόδοση ενός στατικού αφηγηματικού μονολόγου χωρίς πλοκή και δράση είναι πολύ δύσκολο στοίχημα και προκειμένου να κερδηθεί, απαιτείται είτε ιδιαίτερη σκηνοθετική έμπνευση και φαντασία, είτε εξαιρετικά δυνατό κείμενο και ερμηνείες… Όταν όμως το κείμενο διαθέτει συμβατικό και αδύναμο περιεχόμενο με μελό και συχνές επαναλήψεις, όταν οι χαρακτήρες εκ της συγγραφής και ανεξαρτήτως ερμηνειών δεν έχουν κάτι ιδιαίτερο να δώσουν κι όταν η σκηνοθετική έμπνευση απουσιάζει…σκανδαλωδώς, το αποτέλεσμα ΔΕΝ λέγεται θεατρική πράξη, ούτε καν περφόρμανς!
Απλά παρακολουθείς- για όσο αντέχεις- έναν ηθοποιό να αφηγείται κοινά βιώματα συνοδεία μονότονου ηχητικού βόμβου, πηγαίνοντας πάνω – κάτω στην εντελώς άδεια σκηνή, στην οποία ενίοτε κάθεται ή ξαπλώνει για «αλλαγή»… Ακόμα και η μετάβαση από τον έναν μονόλογο στον άλλον υπήρξε επίπεδη, στεγνή και αντι-καλλιτεχνική, όπου διεκπεραιώθηκε η μία παρουσίαση και με ένα σβήσιμο φώτων πέρασε ευθύς στην επόμενη, για να καταλήξουν οι δυο τους σε αγκάλιασμα με την ευχή «όλα θα πάνε καλά» για φινάλε… Και ευτυχώς που στα μισά του δεύτερου μέρους ο ενοχλητικός βόμβος αντικαταστάθηκε από το «Imagine» των Μπήτλς και γλύκαναν τα ταλαιπωρημένα αυτιά μας και ευτυχώς που οι καλοί, ταλαντούχοι ηθοποιοί Χρήστος Δημητρίου και Γιάννης Κράβαρης, με την εκφραστικότητα, αμεσότητα, άνεση, πάθος, πρόσφεραν στιγμές συγκίνησης, παρά τις εν μέρει τυποποιημένες ερμηνείες- κυρίως στην κινησιολογία- λόγω ανέμπνευστης σκηνοθετικής καθοδήγησης…
Κλείνοντας (=) μεταφέρω το σκεπτικό του σχήματος όπου αναφέρεται ως όραμα «να δημιουργήσει θεατρικές εμπειρίες που προκαλούν το κοινό να σκεφτεί βαθύτερα για κοινωνικά και υπαρξιακά ζητήματα. Οι παραγωγές του Ison συνδυάζουν την ποιητική γλώσσα με μια δυναμική οπτικά εντυπωσιακή σκηνοθεσία, στοχεύοντας να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ της κλασικής και σύγχρονης τέχνης»… Αν κρίνουμε από το εν λόγω δείγμα, τα παραπάνω ακούγονται στην καλύτερη σαν υπερφίαλος ευσεβής πόθος και στην χειρότερη σαν τραγελαφική ειρωνεία στα όρια της παραπλάνησης δυστυχώς…
Βαθμολογία: 3,5/10
Με το σπαρακτικό “Sea Wall” ανοίγει η αυλαία στο Metropolitan: The Urban Theater












