Είδε η Αννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Τη νέα παραγωγή του ΚΘΒΕ, «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, σε σκηνοθεσία, χορογραφία και σκηνικά Κωνσταντίνου Ρήγου, παρακολουθήσαμε στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.
Πρόκειται για την δημοφιλέστερη τραγωδία του μεγάλου Άγγλου δραματουργού καιένα από τα σπουδαιότερα θεατρικά έργα στην παγκόσμια ιστορία.
Η υπόθεση μας μεταφέρει στη Βερόνα. Ένα ερωτευμένο ζευγάρι συγκρούεται με το κατεστημένο. Κόντρα στο μίσος, που χρόνια κρατεί ανάμεσα στις οικογένειές τους, οι δύο νέοι επαναστατούν και προσπαθούν να επιβάλλουν το «καλό» σε έναν κόσμο που κυριαρχεί η εχθρότητα, το μίσος και η ωμή βία. Ο έρωτάς τους είναι καταδικασμένος από την πρώτη στιγμή… Μόνη διέξοδος και λύτρωση… ο θάνατος. Ο ίδιος ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ είχε πει: “Ο πιο μεγάλος έρωτας όλων των εποχών, ήταν από την αρχή καταδικασμένος από τα αστέρια…”.
Ο Σαίξπηρ έγραψε το έργο ανάμεσα στο 1591 και το 1595 και εμπνεύστηκε από την πραγματική ιστορία δύο νέων που έζησαν στη Βερόνα το 1303 και πέθαναν ο ένας για τον άλλο. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, έμπνευσή του αποτέλεσε η «κρυφή γυναίκα» της ζωής του (Dark Lady) ή, κατά άλλους, ένα ποίημα του Άρθουρ Μπρουκ.Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1595και σημείωσε τεράστια επιτυχία.
Η παράσταση που παρακολουθήσαμε από τον σημαντικό δημιουργό Κωνσταντίνο Ρήγο, αποδείχθηκε μια ευφάνταστη, ποιοτική δουλειά, άκρως ενδιαφέρουσα, με πολλές αρετές τις οποίες παραθέτουμε στη συνέχεια. Είναι αλήθεια, όμως, ότι υπήρξαν στιγμές, ιδίως στην αρχή του έργου, που μας… δυσκόλεψαν, πυροδοτώντας αμφιθυμικά συναισθήματα.
Ξεκινώντας από τα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης θα αναφερθούμε, στο κείμενο του Σαίξπηρ, ένα λογοτέχνημα που επιδέχεται πολυεπίπεδη εμβάθυνση και διάφορες φιλοσοφικές και ψυχολογικές αναγνώσεις. Πρόκειται για ένα έργο βαθιά ποιητικό που υμνεί τον έρωτα ως το ύψιστο συναίσθημα, τον έρωτα που νικά ακόμα κι όταν… ηττημένος από τη μοίρα, επιλέγει τον θάνατο ως τη βέλτιστη λύση. Ο συγγραφέας, μέσα από το δράμα των δύο νέων, θίγει πλείστα κοινωνικά ζητήματα, όπως την πατριαρχία, την αυθαιρεσία της εξουσίας, τις κοινωνικές ανισότητες, την βία, τις οικογενειακές βεντέτες, που προσδίδουν στην ιστορία στοιχεία διαχρονικότητας.
Ο λόγος του έργου είναι ποιητικός. Ο Σαίξπηρ χρησιμοποιούσε το ιαμβικό πεντάμετρο, αλλά όχι ομοιοκαταληξία, ενώ συχνά έσπαγε το μέτρο και το στίχο για να αποφύγει τη μονοτονία αλλά και να δώσει έμφαση στο χαρακτήρα. Στην παράσταση χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση του Διονύση Καψάλη, που αποδίδει το πρωτότυπο κείμενο με λόγο σύγχρονο, προσεγμένο και εύστοχο, διατηρώντας την ποιητικότητά του, η δε δραματουργική επεξεργασία είναι της Έρις Κύργια.
Η σύγχρονη, θαρραλέα και ευρηματική σκηνοθετική προσέγγιση του Κωνσταντίνου Ρήγου, ανέδειξε την ουσία και τις βαθύτερες πτυχές του Σαιξπηρικού δράματος. Απολαύσαμε ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα ευφάνταστο, διαφορετικό από τα συνηθισμένα, δυναμικό αλλά και ευαίσθητο, ερωτικό αλλά και βίαιο, καταθλιπτικό αλλά και περιέργως αναζωογονητικό. Ένα εικαστικό δρώμενο σχεδιασμένο στην λεπτομέρεια, με συνοχή, ρυθμό, με άψογη σκηνική ατμόσφαιρα που συνδύαζε μουσική, χορό και εξαιρετικές ερμηνείες. Ο σκηνοθέτης επέλεξε να αποδώσει την ερωτική ιστορία κινούμενος στα άκρα. Παρουσίασε τον κόσμο του Σαίξπηρ βίαιο και σκοτεινό, δίνοντας έμφαση στην σκληρότητα και το μίσος που επικρατούσε, για να προσδώσει λάμψη, στο μοναδικό φωτεινό του σημείο, τον έρωτα των δύο νέων. Η κοινωνία που έστησε, άχρονη και δυστοπική, θυμίζει τη σημερινή κοινωνία, με την αγριότητα, τις συγκρούσεις, την βία μέσα στην οικογένεια (που πλέον έγινε συνηθισμένο φαινόμενο), το άτεγκτο κοινωνικό σύστημα που καταπνίγει την προσωπικότητα και τον αυθορμητισμό των νέων. Η οπτική του συνδυάζει το δραματικό στοιχείο, το χιούμορ, αλλά και την ειρωνεία, που είναι διάχυτη στην παράσταση. Αξίζει να αναφέρουμε, τέλος, την έντονη παρουσία του σεξουαλικού στοιχείου, με κορυφαία την άκρως τολμηρή ερωτική σκηνή του ζευγαριού (σπάνια βλέπουμε τόσο τολμηρές σκηνές στο θέατρο), μια σκηνοθετική επιλογή που συμπλέει με το γενικότερο ύφος του έργου και καθιστά τους θεατές κοινωνούς του πάθους των δύο νέων.
Σημαντική στην επιτυχία της παράστασης υπήρξε η συμβολή της μουσικής αλλά και της χορογραφημένης κίνησης, που της προσέδωσαν χαρακτήρα σύγχρονου «ροκ» μιούζικαλ. Το μουσικό στοιχείο είναι διαρκώς παρόν, μέσα από την ευφυή σκηνοθετική επιλογή της παρουσίασης του Πρίγκιπα Έσκαλου, ως ροκ αστέρα επί σκηνής, που με τη κιθάρα στα χέρια, διαφεντεύει – μουσικά – το βασίλειο και τις μοίρες των πρωταγωνιστών. Ωραία επιλογή, επίσης, η διασκευή του «You are my destiny», που ακούσαμε στην έναρξη αλλά και στο τέλος της παράστασης.
Οι μοντέρνες χορογραφίες του Κωνσταντίνου Ρήγου, σφράγισαν με τη δυναμική τους το όλο αποτέλεσμα.
Το σκηνικό που έστησε ο ίδιος ο σκηνοθέτης, σε συνεργασία με τη Μαίρη Τσαγκάρη, μας μεταφέρει σε μια απροσδιόριστη χρονικά, δυστοπική Βερόνα. Την προσοχή μας κερδίζει από την πρώτη στιγμή το παλιό, κυριευμένο από βλάστηση, αυτοκίνητο, που καταδεικνύει την αίσθηση παρακμής και την όλη φουτουριστική διάθεση του έργου. Μια κινούμενη κατασκευή – σκαλωσιά- αποδίδει λειτουργικά το δωμάτιο της Ιουλιέτας και το απαραίτητο μπαλκόνι όπου οι δύο νέοι θα εξομολογηθούν τον έρωτά τους. Εντυπωσιακή υπήρξε η σκηνική απόδοση του νεκροταφείου, αλλά και του παρεκκλησιού που τοποθετήθηκε σε διαφορετικό επίπεδο, μπροστά στο κοινό. Η όλη σκηνική σύνθεση, σκοτεινή και γεμάτη καπνούς, αναδείχθηκε σημαντικά από τους φωτισμούς του Χρήστου Τζιόγκα, που φώτισαν τις διάφορες πτυχές του δράματος και «έντυσαν» τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών, γιγαντώνοντας την κάθε τους κίνηση.
Τα εντυπωσιακά κοστούμια, που επιμελήθηκε η Διδώ Γκόγκου, φανερά καλοδουλεμένα και λεπτομερώς φροντισμένα, υπήρξαν συμβατά με το σύγχρονο και προκλητικό ύφος του όλου έργου. Δέρμα, διαφάνειες, παγιέτες, ενδύματα λαμπερά και ταυτόχρονα σκοτεινά, με το μαύρο – γκρι να κυριαρχεί χωρίς όμως να καλύπτει τη μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα της κάθε εμφάνισης.
Το πολυμελές καστ των ηθοποιών που συμμετείχαν στην παράσταση εντυπωσίασε με τον επαγγελματισμό και την προσήλωση που επέδειξε στο όλο εγχείρημα.
Το νεαρό ζευγάρι των πρωταγωνιστών, με εμφανή χημεία μεταξύ τους, άγγιξαν το κοινό με τις ερμηνείες τους. Ως Ρωμαίος, ο Κωστής Καπελίδης, υπήρξε συναισθηματικός, ευαίσθητος και ταυτόχρονα δυναμικός, με περισσή ενέργεια και αξιοσημείωτα ανάλαφρη κίνηση σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Η Παρασκευή Δουρουκλάκη απέδωσε πειστικά την αθωότητα, την ευαισθησία, την ευγένεια και την τρυφερότητα της ερωτευμένης Ιουλιέτας. Με καθαρό λόγο, όμορφη φωνή και αέρινη παρουσία είχε μια εμφάνιση γεμάτη συναίσθημα και πάθος.
Μεταξύ των λοιπών πρωταγωνιστών, ξεχώρισε ο Ορέστης Παλιαδέλης, με τη βαθιά ανθρώπινη και εκφραστική ερμηνεία τουστον ρόλο του πατρός Λαυρέντιου.
Ιδιαίτερη υπήρξε η εμφάνιση του Ιορδάνη Αϊβάζογλου στο ρόλο του Καπουλέτου, σε μια απόδοση που συνδύαζε τη σκληρότητα με αρκετά χιουμοριστικά στοιχεία.
Δυναμική η παρουσία του Νίκου Κουσούλη στον ρόλο του Μερκούτιου, με άριστη κίνηση και εκφραστικότητα.
Πολύ καλός ο Φαμπρίτσιο Μούτσο στον ρόλο του συναισθηματικού Μπενβόλιο, ένας ταλαντούχος ηθοποιός που πρόσφατα απολαύσαμε στη «Γίδα». Απόλυτα συνεπής ως Τυβάλδος ο Γιάννης Γκρέζιος που απέδωσε τον ρόλο του με σοβαρότητα και προσήλωση.
Αρκετά καλή εμφάνιση και από τη Μπέττυ Νικολέση, στο ρόλο της Νένας, που απέδωσε τον χαρακτήρα της πιστής παραμάνας με μέτρο και τρυφερότητα, αλλά και από τον Στέλιο Χρυσαφίδη στον ρόλο του Κόμη Πάρη. Σε μικρό ρόλο ο Γιάννης Χαρίσης, ως ο φαρμακοποιός που προμήθευσε το δηλητήριο στον Ρωμαίο, αλλά απολαυστικός. Πολύ καλός και ο Γιάννης Τσεμπερλίδης στον ρόλο του Πρίγκιπα.
Καλές εμφανίσεις και από τους: Νεφέλη Ανθοπούλου στον ρόλο της κυρίας Καπουλέτου, Αλέξανδρο Ζαφειριάδη στον ρόλο του Μονταίγου, Μάρα Μαλγαρινού ως κυρία Μονταίγου, Λίλη Αδρασκέλα στον ρόλο του υπηρέτη, αλλά και των Εύη Κουταλιανού, Τίτου Μακρυγιάννη και Βασίλη Μπεζίρη στους λοιπούς ρόλους.
Θα μας επιτραπεί, τέλος, να αναφέρουμε τα εξής αρνητικά (-):
Στήνοντας μια παράσταση με θέμα τον απαγορευμένο έρωτα δύο νέων, είναι κατανοητό, στα πλαίσια της προσέγγισης του νεανικού κοινού και της «συμπερίληψης»(που είναι must της εποχής), να εντάσσονται στοιχεία διαφορετικότητας. Κάτι απόλυτα αποδεκτό και αναμενόμενο.
Οι ακραίες όμως επιλογές, υπό τον μανδύα του εκμοντερνισμού και της γενικότερης τάσης αποδοχής (βλέπε π.χ την εμφάνιση του Μερκούτιου που παρέπεμπε σε «Ντραγκ Κουίν»), δεν πιστεύουμε ότι αναβαθμίζουν καλλιτεχνικά το αποτέλεσμα, ούτε και συμβάλλουν γενικότερα στην κοινωνική αποδοχή των ομάδων αυτών.
Επίσης, οι σεξουαλικές σκηνές, στην αρχή της παράστασης κατά την σύγκρουση των δύο οικογενειών, όσο κι αν αποσκοπούν στο να αποδώσουν την βιαιότητα του κόσμου του Σαίξπηρ, ακροβατούν, θα λέγαμε, στα όρια του χυδαίου. Όπως καταθέσαμε προηγουμένως, η συγκεκριμένη παράσταση, αποτελεί μια ιδιαίτερα ποιοτική καλλιτεχνική δημιουργία και δεν έχει ανάγκη ενός τέτοιου είδους «marketing». Ακόμη και χωρίς ίχνος γυμνού, διαθέτει τόσο ερωτισμό και τόσο εκπληκτική ατμόσφαιρα, που δεν χρειάζεται τίποτε άλλο.
Δεν είναι θέμα σεμνοτυφίας, αλλά αισθητικής…
Συμπερασματικά (=), παρακολουθήσαμε μια τολμηρή και άκρως προκλητική απόδοση του γνωστού σαιξπηρικού έργου, ένα «ροκ μιούζικαλ», με ευφάνταστη σκηνοθεσία, εξαιρετικές ερμηνείες και επιβλητική ατμόσφαιρα. Μια παράσταση πλούσια, τόσο από άποψη θεάματος, όσο και από άποψη περιεχομένου, που στην προσπάθεια της να κάνει «ντόρο», δυστυχώς ξεπέρασε το μέτρο, αδικώντας ως ένα βαθμό τον εαυτό της…
Βαθμολογία: 6,6/10
ΕΜΣ
«Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ.
Σε έναν κόσμο που καθορίζεται από τις συμβάσεις, τους καταναγκασμούς, την εχθρότητα και το μίσος, ο έρωτας των δύο νέων ξεπροβάλει σαν επαναστατική πράξη, σαν μια πράξη που εμπεριέχει το απόλυτο και αναπόφευκτα θα οδηγηθεί στον θάνατο.
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Ρήγος. Ερμηνεύουν: Παρασκευή Δουρουκλάκη, Κωστής Καπελλίδης, Νίκος Κουσούλης κ.ά.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη: 19:00 Πέμπτη-Παρασκευή: 21:00 Σάββατο: 21.00 Κυριακή: 19:00 (έως 09/03))
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ