Πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα με προοπτικές το «Ριμάζοντας ΙΙ». Είδαμε στον Vis Motrix & Σχολιάζουμε…
Και μόνο η διαπίστωση της δημιουργικότητας κάποιων καλλιτεχνών που αναζητούν νέες μορφές έκφρασης, προκαλεί αισιοδοξία. Το γεγονός ότι τολμούν έξω από τα καθιερωμένα, συνδυάζοντας διαφορετικές τέχνες για ένα αποτέλεσμα που θα αγγίξει τον σύγχρονο θεατή, είναι ήδη αξιέπαινο ως πρόθεση και προσπάθεια και αξίζει να στηριχθεί για την περαιτέρω εξέλιξή του. Ένα εγχείρημα που σίγουρα έχει προοπτικές να καθιερωθεί ως μια ενδιαφέρουσα και ουσιαστική «πρόταση» στην κατηγορία των καλλιτεχνικών περφόρμανς. Μιλάμε γι αυτήν που παρακολουθήσαμε στον χώρο VisMotrix, πάνω σε ποίηση Λυδίας Ελιόγλου και με σκηνοθεσία Παύλου Σταυρόπουλου, από την ομάδα SOFITA THEATER με τίτλο «Ριμάζοντας ΙΙ»…
Ένα πρότζεκτ με ιδιαίτερο τίτλο, όπου η απόσταση μεταξύ του «ι» και του «η», φάνηκε ότι δεν είναι και πολύ μακρινή… Ως ιδέα βασίζεται σε έναν συνδυασμό έμμετρης ποίησης και «ομιλουσών» εικόνων πάνω σε τοίχους των πόλεων- με μορφή γκράφιτυ, ζωγραφικής, συνθημάτων κλπ. Τα ποιήματα προέρχονται από το blog της συγγραφέως Λυδίας Ελιόγλου (It’s a matter of poem) και αποτελούν μια ενότητα από 13 διακριτές «ιστορίες» με κοινή προβληματική και αναφορές στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον, εκφρασμένες με απρόβλεπτο χιούμορ, σαρκασμό ή ευαισθησία που αποτυπώνουν με ακρίβεια τα σημερινά αδιέξοδα. Όπου επί σκηνής, ο έμμετρος λόγος, κατά κάποιον τρόπο «συνδιαλέγεται» με τον «λόγο» των ζωγραφισμένων τοίχων και τις προβαλλόμενες εικόνες, συμπληρώνοντας το ένα το άλλο σε μια δημιουργική επικοινωνία. Και θεματικές που περιλαμβάνουν τη σύγχρονη απομόνωση, τα κατεστημένα στερεότυπα, το πλήγμα της ανεργίας, το ψυχρό πρόσωπο της εξουσίας, τον ρόλο των Μέσων, την απογοήτευση από ένα σύστημα απ-άνθρωπο…
Με συνολική διάρκεια 45 λεπτών, παρακολουθήσαμε ένα δρώμενο με πολύ ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά (+):
– Καταρχάς ο διαρκής έμμετρος λόγος της Λυδίας Ελιόγλου, με κάποια σημεία δυνατά και ποιητικά, καθώς και εύστοχα νοήματα που αποδόθηκαν με έντονο σαρκασμό και υπόγεια ευαισθησία, αποφεύγοντας επιμελώς τα κλισέ… Το μέτρο – ένεκα της ρίμας στην ποίηση- προσέφερε μια θαυμάσια αρμονία στο άκουσμα και μια ιδιαίτερη ταυτότητα στο δρώμενο. Ξεχωρίσαμε το κομμάτι της «θεούσας» με την υποκρισία της, το πολύ εύστοχο και «κυνικό» κομμάτι της ανεργίας, το εμπνευσμένο της «αγωγής- παραγωγής- αναπαραγωγής», τη σκηνή με τον υπουργό ή με την τηλεοπτική παρουσίαση… Ένας άμεσος/ζωντανός ποιητικός λόγος κλασικά δομημένος, με ρεαλισμό, σύγχρονη προβληματική και συνάμα ρομαντικές, συναισθηματικές πινελιές…
– Βρήκαμε αξιόλογη και ψαγμένη τη σκηνοθετική επιμέλεια του Παύλου Σταυρόπουλου, ο οποίος απέδωσε ένα ενδιαφέρον σκηνικά αποτέλεσμα, βασισμένο σε δύο ηθοποιούς- τον ίδιο και την παρτεναίρ του, μη έχοντας να πιαστεί από συγγραφικά ερείσματα ενός θεατρικού έργου. Ωστόσο αξιοποίησε ευρηματικά τη σωματικότητα και κινησιολογία, «έπαιξε» με την εκφορά του λόγου και βοηθήθηκε πολύ από τη χρήση των οπτικών μέσων και προβολή των εικόνων, ακολουθώντας έναν ομαλό ρυθμό με εναλλαγές και ελάχιστα χάσματα. Υπήρξαν σημεία στα οποία επένδυσε με δημιουργική φαντασία και αίσθηση σκηνικής οικονομίας, αποδίδοντας το ζητούμενο εύστοχα με ελάχιστα μέσα και προβάλλοντας το χιούμορ σε πρώτο πλάνο, για να κλείσει με μια τρυφερή, συγκινητική σκηνή. Γενικά φρόντισε για μια «γεμάτη» δραματοποίηση, εμπλουτισμένη με ζωντανό λόγο και ηχογραφημένο, ζωντανή δράση και οπτικοποιημένη, κίνηση στη σωστή δοσολογία χωρίς υπερβολές, διαρκείς προβολές στο εικαστικό κομμάτι (με κάποια συνθήματα ευφυέστατα), κρατώντας προσηλωμένο τον θεατή.
– Σε επίπεδο υποκριτικής, οι δύο ηθοποιοί, Παύλος Σταυρόπουλος και Ναταλία- Άννα Βασιλέκα, υπήρξαν άψογοι. Ισοδύναμοι στη σκηνή και με «χημεία» μεταξύ τους, διακρίθηκαν από έντονη εκφραστικότητα, εξαιρετική εκφορά του λόγου, καλοδουλεμένη κίνηση και άριστο συντονισμό, χαρακτηριστική σκηνική αυτοπεποίθηση και άνεση. Δύο ώριμοι υποκριτικά ηθοποιοί, που δεν είχαν να στηριχθούν σε «οριοθετημένους» ρόλους και έδωσαν το καλύτερο, κυρίως μέσα από την προσωπικότητα και βέβαια το ταλέντο τους.
– Σε παρόμοια περφόρμανς, στηριγμένη στην ποίηση και την εικόνα, δεν περιμέναμε κάποιο ιδιαίτερο σκηνικό, πέρα από δύο κύβους και ένα πάγκο που ωστόσο αξιοποιήθηκαν εύστοχα, ούτε ιδιαίτερα κοστούμια, πέρα από τα κοινά μαύρα ρούχα των ηθοποιών.
Μας έλειψαν όμως (-) η αξιοποίηση της μουσικής στη διάρκεια που θα τόνιζε την ατμόσφαιρα- και όχι μόνο στο κλείσιμο, όπως και η καλύτερη χρήση των φωτισμών, αποφεύγοντας το απόλυτο σκοτάδι σε στιγμές που διέκοπτε αναίτια τη ροή.
Μας έλειψε επίσης ένας πιο σφιχτός ρυθμός στις εναλλαγές, που εν μέρει καθυστερούσαν δημιουργώντας στιγμιαίο χάσμα, ενώ θεωρούμε ότι αρκετές εικόνες επαναλήφθηκαν και κάποιες δεν έδεναν αισθητικά και «νοηματικά» με τα επιμέρους δρώμενα ή λόγια, τοποθετημένες μάλλον τυχαία…
Επιπλέον κάποιοι ήχοι έπεφταν πάνω στο λόγο που καλύπτονταν, ενώ η ταχυλογία περιστασιακά του Π. Σταυρόπουλου μας έκανε να χάνουμε λέξεις… όπως π.χ. στο ραπ κομμάτι του κλεισίματος που ελάχιστες ακούσαμε. Ως γενική παρατήρηση ωστόσο, θα επισημαίναμε έναν κατακερματισμό ή διάσπαση της θεματολογίας σε «αλλότρια», ενώ θα προτιμούσαμε πιο συμπαγή και ενιαία θεματική, που θα αναδείκνυε τη δυναμική της από διαφορετικές πλευρές.
Εν κατακλείδι (=) και παρά τις όποιες παρατηρήσεις μας, το εν λόγω πρότζεκτ δεν παύει να αποτελεί μια ψαγμένη καλλιτεχνική πρόταση με συνδυασμό διαφορετικών τεχνών, παρουσιασμένη με ενδιαφέρον από δύο ταλαντούχους ηθοποιούς, που έχει πολλά περιθώρια να εξελιχθεί ακόμη περισσότερο…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
5,5 στα 10
.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ: ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό