«ΟΡΕΣΤΕΙΑ» του ΑΙΣΧΥΛΟΥ κατά Γιάννη ΧΟΥΒΑΡΔΑ: Μια συναρπαστική θεατρική εμπειρία. Με «Μια Άλλη Ματιά» από τον Αχιλλέα Ψαλτόπουλο.
Η μοναδική σωζόμενη μέχρι σήμερα Τριλογία του Αρχαίου Θεάτρου, είναι αυτή του Αισχύλου, που γράφτηκε και παρουσιάστηκε το 458 π.Χ. στη γιορτή των Διονυσίων. Αποτελείται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες». Οι 3 τραγωδίες παρουσιάζονταν, κατά το συνήθειο εκείνης της εποχής, την ίδια μέρα, κλείνοντας έναν θεματικό κύκλο. Ακολουθούσε ένα σατυρικό δράμα, συνήθως συγγενικό θεματολογικά, για να αποχωρίσει το «κοινό» με καλή διάθεση.
.
«Αγαμέμνων»
Περιγράφεται η επάνοδος του βασιλιά Αγαμέμνονα στην πατρίδα του, τις Μυκήνες, μετά από 10 χρόνια απουσίας του στον Τρωικό Πόλεμο. Ακολουθεί η υποδοχή και ο φόνος του, από την γυναίκα του Κλυταιμνήστρα, καθώς και ο φόνος της Κασσάνδρας, κόρης του Τρώα Βασιλιά Πριάμου και της Εκάβης, την οποία είχε φέρει μαζί του ως τρόπαιο από την Τροία. Το έργο ολοκληρώνεται με την έξαλλη ικανοποίηση της Κλυταιμνήστρας για το γεγονός ότι σκότωσε εκείνον που είχε θυσιάσει την κόρη της Ιφιγένεια και με την ανακούφιση του Αίγισθου, ξαδέλφου του Αγαμέμνονα και εραστή της Κλυταιμνήστρας, που επιτέλους θα πάρει πίσω το θρόνο τον οποίο πιστεύει ότι δικαιούται. Ο χορός όμως αφήνει να εννοηθεί ότι τίποτα δεν μένει ατιμώρητο και ότι οι Θεοί μπορεί να στείλουν τον Ορέστη, εξόριστο στερνοπαίδι του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, για να αποκαταστήσει την δικαιοσύνη.
.
Για να κατανοήσουμε πλήρως τον «Κύκλο Αίματος των Ατρειδών» παραθέτουμε επί πρόσθετες πληροφορίες. Ο πατέρας του Αίγισθου, συγκεκριμένα, ο Θυέστης ήταν αδελφός του Ατρέα, του πατέρα του Αγαμέμνονα. Τα δύο αδέλφια, Ατρέας και Θυέστης, διέπραξαν πολλές βιαιότητες και απάτες για να αρπάξει ο ένας από τον άλλο το θρόνο και τελικά ο Ατρέας έφτασε στο σημείο να σκοτώσει και να μαγειρέψει τα ανίψια του, δηλαδή τα παιδιά του Θυέστη, και μετά να τον καλέσει ανήξερο σε ένα μακάβριο δείπνο. Στο τέλος του δείπνου ο Ατρέας του αποκάλυψε χαιρέκακα ότι είχε μόλις φάει τα ίδια του τα παιδιά και σαν τρελός ο Θυέστης έφυγε αποφασισμένος για εκδίκηση. Σύμφωνα με ένα χρησμό θα έπαιρνε το αίμα του πίσω μόνον αν αποκτούσε γιο με αιμομιξία, από την ίδια του την κόρη -έτσι και έκανε. Ο καρπός αυτής της σχέσης ήταν ο Αίγισθος. Ο Αίγισθος φέρεται να σκότωσε τον Ατρέα και έτσι να βρέθηκε μαζί με τον πατέρα του στο θρόνο των Μυκηνών, διώχνοντας τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο στη Σπάρτη. Όταν ο Αγαμέμνονας ανελίχθη στο θρόνο της Σπάρτης εξεδίωξε τον Θυέστη και τον Αίγισθο από τις Μυκήνες. Ο Αίγισθος όχι μόνον μισούσε τον Αγαμέμνονα ως παιδί του άνδρα που έκανε το προαναφερόμενο αποτρόπαιο έγκλημα σε βάρος των αδελφών και του πατέρα του, αλλά και σαν εκείνον που -στα δικά του μάτια- κατείχε άνομα την εξουσία. Επιπλέον ο ίδιος ήταν ο μόνος που είχε απομείνει ζωντανός από την βασιλική πλευρά του Θυέστη και συνιστούσε απειλή για τον Αγαμέμνονα, ο οποίος και τον είχε εξορίσει.
.
Όσον αφορά την Κλυταιμνήστρα, ησχέση της με τον Αγαμέμνονα ήταν βίαιη εξαρχής, αν και δεν αναφέρεται στην τραγωδία: η Κλυταιμνήστρα ήταν βασιλοπούλα στη Σπάρτη. Ο Αγαμέμνονας για να την παντρευτεί και να πάρει τον θρόνο της Σπάρτης σκότωσε τον πρώτο της σύζυγο Τάνταλο και το βρέφος παιδί του, ένα γιο που μάλλον είχε αποκτήσει ο Τάνταλος με την Κλυταιμνήστρα. Όταν παντρεύτηκε με το ζόρι την Κλυταιμνήστρα βρέθηκε μαζί με τον αδελφό του Μενέλαο στο θρόνο της Σπάρτης κι από εκεί διεκδίκησε ξανά τις Μυκήνες. Φεύγοντας για εκεί, την πήρε μαζί του, ενώ στην Σπάρτη έμεινε ο Μενέλαος, που παντρεύτηκε την αδελφή της, Ωραία Ελένη. Για τα δεινά της Κλυταιμνήστρας, στην διάρκεια του γάμου της με τον Αγαμέμνονα, διαβάστε και το συγκλονιστικό «Γράμμα στον Ορέστη» του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
ΧΟΗΦΟΡΕΣ ή ΧΟΗΦΟΡΟΙ
Από το «φέρω χοές» δηλ. τιμές στον νεκρό, στον τάφο του – λάδι, κρασί, μέλι, σπόροι βρασμένοι κλπ. Αποτελεί το δεύτερο μέρος της Ορέστειας, Το έργο αφηγείται τον φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου από τον Ορέστη. Ο Ορέστης, συνοδευόμενος από τον πιστό του φίλο Πυλάδη, επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άργος, για να θρηνήσει στον τάφο του πατέρα του. Όταν φθάνει, συναντά τον χορό των Χοηφόρων ακολουθούμενες από την αδελφή του Ηλέκτρα. Κρύβεται και, αφού παρακολουθήσει τις σπονδές, αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Αναγνώριση από την Ηλέκτρα, που τον παρακινεί σε εκδίκηση. Αμέσως, θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του, έχοντας τη συμπαράσταση της αδελφής του και του χορού. Ζητά φιλοξενία στο ανάκτορο του πατέρα του, προσποιούμενος τον ξένο, και αναγγέλλει αρχικά τον δήθεν θάνατο του Ορέστη. Την σφαγή της μητέρας του Κλυταιμνήστρας, μετά από κάποιους δισταγμούς και πισωγυρίσματα, θα ακολουθήσει η σφαγή του Αίγισθου. Τώρα είναι ο Ορέστης βασιλιάς των Μυκηνών, αλλά εμφανίζονται και τα πρώτα κρούσματα τύψεων, που θα μετατραπούν στις φρικτές Ερινύες.
ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ
Ο Ορέστης έχει καταφύγει ικέτης στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς μετά τον φόνο του Αίγισθου και της μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Η «προφήτις», ιέρεια του μαντείου των Δελφών, Πυθία, μιλάει πρώτη και αναφέρεται στην ιστορία του ναού. Η μάντισσα αποσύρεται και ο Ορέστης ζητάει την προστασία του θεού. Ο Απόλλων του δίνει τη συμβουλή να φύγει όσο οι Ερινύες ακόμα κοιμούνται, παραδέχεται πως αυτός συμβούλεψε τον Ορέστη για τον φόνο της μητρός του και τον παροτρύνει να καταφύγει στην Αθήνα, ικέτης της Θεάς Αθηνάς. Έτσι και γίνεται. Τον ακολουθούν, όμως, οι Ερινύες και το φάντασμα της Κλυταιμνήστρας. Η Θεά Αθηνά Ιδρύει τον Άρειο Πάγο, το ανώτατο αυτό δικαστήριο που ισχύει μέχρι τις μέρες μας, για να κρίνουν οι θνητοί την αθωότητα ή ενοχή του Ορέστη. Μιας και προκύπτει ισοψηφία, η Αθηνά δίνει τελευταία την ψήφο της (υπέρ του Ορέστη) και έτσι ο Ορέστης αθωώνεται. Οι Ερινύες γίνονται έξω φρενών και γι’ αυτό διαμαρτύρονται άγρια, απειλώντας με καταστροφές την πόλη των Αθηνών. Η Αθηνά προσπαθεί να τις καθησυχάσει τάζοντας τους τάματα και θυσίες εκ μέρους των πολιτών για να τις εξευμενίσει ώστε να μην επιφέρουν μίσος στην πολιτεία. Οι Ερινύες, Ευμενίδες πια, δέχονται και ηρεμούν. Έτσι στο φινάλε αυτό, ο Αισχύλος καταφέρνει να μετατρέψει την φυσιογνωμία των Ερινύων που ήταν θεότητες τρομερές και εκδικητικές και να τις κάνει πιο προσιτές στις εγκλήσεις του λαού μιας και μας δίνει την δυνατότητα μέσω έγκλησης να απευθυνθούμε σ’ αυτές και να τις παρακαλέσουμε για επιείκεια. Η δε λύση του με την συμφιλίωση υπέδειξε την ανάγκη συναινετικών διαδικασιών για την λειτουργία της ζωής (βλέπε Μετάνοια, Εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία, στον Χριστιανισμό). Κι έτσι «κλείνει» ο Κύκλος των Ατρειδών. Όσο για τον Ορέστη, στην ομότιτλη τραγωδία του Ευριπίδη, «Ορέστης», μαθαίνουμε πως θα παντρευτεί αργότερα την ξαδέλφη του Ερμιόνη, κόρη του Μενελάου και της Ωραίας Ελένης, ο δε Πυλάδης θα παντρευτεί την Ηλέκτρα.
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Γενικά και κατά κανόνα, δύο είναι οι τρόποι αναβίωσης της Αρχαίας Τραγωδίας. 1ος) Πιστή αναπαραγωγή του κειμένου, είτε στα Νεοελληνικά (Κουν, Ροντήρης, Εθνικό Θέατρο, Κ.Θ.Β.Ε., κλπ.), είτε στα Αρχαϊκά (Άρης Ρέτσος) και προσπάθεια κλασικότροπης αναπαράστασής του (κατά την παράδοση του Άγγελου Σκελιανού και της Εύας Πάλμερ[1927-30]) ή 2ον) Απελευθέρωση από τα δεσμά του παραδοσιακού ανεβάσματος και κοίταγμα με μια σύγχρονη ματιά (Τσαρούχης 1977, Τερζόπουλος 1986) και προσπάθεια μέσα από το ανέβασμα να μιλήσουν τα αρχαία κείμενα για οικεία σημερινά πράγματα, δημιουργώντας τους κατάλληλους οπτικούς (συνήθως) συνειρμούς. Έλεγε ο Τσαρούχης, όταν ανέβασε τις δικές του «Τρωάδες» (σαν Μικρασιάτισσες πρόσφυγες, ή γυναίκες της Κύπρου) σ’ ένα πάρκινγκ στην οδό Καπλανών, στο κέντρο της Αθήνας: « Δεν Θέλησα να φέρω κοντά μας το έργο, αλλά να δείξω πόσο είναι κοντά μας.» Παρ’ όλα αυτά, αυτού του τύπου τα ανεβάσματα (άλλοτε εύστοχα, άλλοτε όχι τόσο) κατά κανόνα επισύρουν το αδικαιολόγητο μένος των υποστηρικτών του κλασικισμού. Μα ποιος τους όρισε θεματοφύλακες;! Ξεχνούν, όμως, οι φανατικοί πιουρίστες πως ΟΥΔΕΙΣ ανεβάζει τις αρχαίες τραγωδίες, όπως ακριβώς ανέβαιναν στην Αρχαιότητα, αλλά μόνο κατά προσέγγιση, και με συνειρμούς από τις ελλιπείς μαρτυρίες που μας κληροδοτήθηκαν από τότε. Ας είναι.
Ο Γιάννης Χουβαρδάς, μέσα απ’ αυτό το αιματοκύλισμα που ακολουθεί οίκαδε το τέλος ενός (με τα τότε δεδομένα) Παγκοσμίου Πολέμου διαισθάνθηκε αντιστοιχίες με τον δικό μας Εμφύλιο Πόλεμο, που ακολούθησε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ξάδελφος εναντίον ξαδέλφου, σύζυγος εναντίον συζύγου, γιος εναντίον μητέρας. Σφαγές στο όνομα της εκδίκησης και της δικαιοσύνης. Εμμονοληπτικές ιδεολογίες που αψηφούν τον ιερό παράγοντα «ανθρώπινη ζωή». Υιοθέτησε, λοιπόν, οπτικά, και μουσικά μια γραμμή που παρέπεμπε στα μαύρα εκείνα χρόνια κι έστησε ένα καμβά από εξαιρετικά ευρήματα που έμεινε σημειολογικά συνεπής μέχρι τέλους της παράστασης.
.
Φυσικά υπήρχαν περικοπές στον, έξοχα μεταφρασμένο από τον Δημήτρη Δημητριάδη, Αισχύλειο Λόγο. Ίσως λίγο περισσότερες απ’ ό,τι έπρεπε στις Ευμενίδες, που πρόκειται για έναν «αγώνα λόγων» φιλοσοφικού, νομικού και κοινωνικού περιεχομένου με πολυσύνθετη δραματουργία. Όμως, έπρεπε να χωρέσει και 3 Τραγωδίες σε 2,5 συνεχείς ώρες, που δεν έκαναν πουθενά «κοιλιά». Επί πλέον έπρεπε να υπονομεύσει και την επικρατούσα τότε άποψη πως ο άντρας είναι ανώτερο ον από την γυναίκα, και άρα ο μητροκτόνος Ορέστης αθωώνεται γιατί στο κάτω-κάτω σκότωσε μια Γυναίκα, ενώ η Κλυταιμνήστρα σκότωσε έναν Άντρα και μάλιστα σύζυγό της. Άρα δικαίως τιμωρήθηκε. Κι αυτό το αποδέχονται σαν ορθό, Δύο άσπιλοι Θεοί: οι κατάλευκα ντυμένοι Απόλλωνας και Αθηνά. Αλλά ας μη πάμε μακριά. Και η δική μας θρησκεία κηρύσσει «η δε Γυνή να φοβείται τον Άντρα», και απαγορεύει στις Γυναίκες να μπαίνουν στο Ιερό ή στο Άγιο Όρος, και απαγορεύει να μεταλαμβάνουν όταν έχουν τον έμμηνο κύκλο τους, ως «ακάθαρτες», που θα αποβάλουν την Θεία Κοινωνία με το αίμα τους. Οποία Τυφλότης ! Εξ ου και οι κατά Χουβαρδά Ερινύες, παραπέμπουν ενδυματολογικά σε παπάδες ή παπαδιές (όπως προτιμάτε), εξ ου και τα γυαλιά που φορούν απαξάπαντες, ιδιαίτερα όταν ενσωματώνονται στον Χορό (εκτός της έξοχης Κλυταιμνήστρας – Καριοφυλλιάς Καραμπέτη).
Γιατί τα πάθη και τα «πιστεύω» τους δεν τους επιτρέπουν να δουν «πέρα από την μύτη» τους, με προεξάρχοντα τον βαριά διοπτροφόρο Ορέστη. Έναν Χορό που ορθώς είναι μεικτός, αφού απ’ αυτόν ξεπηδούν οι ποικίλοι ήρωες-αντιήρωες των 3 έργων, και σ’ αυτόν καταλήγουν αφού παίξουν τον ρόλο τους. Θα μπορούσε να ήταν στην θέση τους «καθείς από ημάς».
.
Από τα highlights της παράστασης η σχεδόν βουβή και άκρως συγκινητική, τρυφερή σκηνή αναγνώρισης του Ορέστη (ένας άψογος Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης) από την Ηλέκτρα (συγκλονιστική η Στεφανία Γουλιώτη, δυναμική και ως Αθηνά), μέσα από ένα κινησιολογικό παιδικό παιχνίδι παντομίμας, και η «αβάστακτη ελαφρότητα του είναι» της Πυθίας- Άλκηστις Πουλοπούλου στην αρχή και στο τέλος των Ευμενίδων. Δυναμικός, υπερόπτης και σχεδόν αγροίκος, γεμάτος αντρική έπαρση ο Αγαμέμνων του Νίκου Κουρή, σχεδόν βουβός αλλά εκπέμποντας εσωτερικό δυναμισμό, ο συνένοχος Πυλάδης- Νίκος Ψαρράς, μετετράπη σε έξοχο Showman– Απόλλωνα στο τελευταίο μέρος, ενώ ο Ιερώνυμος Καλετσάνος υπήρξε ένας συναρπαστικός εμπαθής Κήρυκας, στηριζόμενος στα 2 του ξίφη-πατερίτσες.
.
Έπαινος και για τους 5 υπόλοιπους ηθοποιούς (Δημήτρης Παπανικολάου, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Σύρμω Κεκέ, Χριστίνα Μαξούρη, Πολύδωρος Βογιατζής) που δυναμικά υποστήριξαν τους ρόλους τους, δημιουργώντας μια συμπαγή ερμηνευτικά παράσταση συνόλου.
.
Εξαιρετικός ο μουσικός και ηχητικός σχεδιασμός του Σταύρου Γασπαράτου. Τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη (καταπληκτικό το εύρημα του επίπλου ραδιοφώνου-πικάπ), μαζί με τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη και τον υποβλητικό φωτισμό που επέβαλε ο «μάστορας» Λευτέρης Παυλόπουλος δημιούργησαν μιαν ατμόσφαιρα που εμένα τουλάχιστον με ταξίδεψε και στον αριστουργηματικό «Κομφορμίστα» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι.
.
Μια συναρπαστική θεατρική εμπειρία. Μια τολμηρή κι εμπνευσμένη ανάγνωση.
Αχιλλέας Ψαλτόπουλος (Σκηνοθέτης, Ηθοποιός, Κριτικός)
.
Μικρά τυχαία βίντεο-αποσπάσματα [ερασιτεχνική λήψη] + αυλαία, πρεμιέρα 27/7/2016, θέατρο Δάσους Θεσσαλονίκης.
.
.
.
Φωτογραφικό υλικό