Είδαμε και σχολιάζουμε ξανά… 2η κριτική.
Ίσως ο αναγνώστης αναρωτηθεί για ποιο λόγο ξανα-γράφουμε για παράσταση που έχει ήδη υμνηθεί εδώ και επιπλέον τιμηθεί με κορυφαία θεατρικά βραβεία στη διοργάνωση της «Κ», ως η «καλύτερη παράστασης της χρονιάς», με την «καλύτερη σκηνοθεσία» και τον «καλύτερο β’ ανδρικό ρόλο». Η απάντηση είναι απλή. Δυστυχώς κάποιοι εξ ημών δεν ανήκαμε στους τυχερούς που κατάφεραν να βρουν θέση στις περσινές sold out παραστάσεις και φέτος προνοήσαμε έγκαιρα, κάνοντας νοερό τάμα στον… άγιο του θεάτρου, που ευτυχώς «μερίμνησε». Και αφού είδαμε τη «θρυλική» παράσταση «Οικογενειακή γιορτή – FESTEN» στην ΕΜΣ σε σκηνοθεσία Γιάννη Παρασκευόπουλου, ήταν αδύνατο να μην κάνουμε μια κατάθεση όσων βιώσαμε, το νιώθουμε ως εσωτερική ανάγκη, έστω κι αν τυχόν επαναλαμβανόμαστε…
Φθάνοντας στο φουαγιέ, ο «τελετάρχης» της γιορτής και οι βοηθοί του, μας τοποθέτησαν σε συγκεκριμένες θέσεις, τοποθετημένες σε παράλληλες σειρές, έχοντας καθισμένους ανάμεσά μας τους ηθοποιούς. Οι οποίοι με ένα μουσικό σήμα ως αόρατη μπαγκέτα μαέστρου, ξεκίνησαν την «ορχηστρική εκτέλεση» μιας οικογενειακής γιορτής για τα 60α γενέθλια του πατέρα, με καλεσμένους τα παιδιά του και 2-3 στενούς συγγενείς. Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμε τις αφίξεις, την προετοιμασία, τις σχέσεις μεταξύ συγγενών και αδελφών – από τα οποία λείπει μία αδελφή που πριν λίγο καιρό κήδεψαν – ενώ στο δεύτερο μέρος (με αλλαγή ταξιθεσίας), μια απρόσμενη, σοκαριστική αποκάλυψη ενός γιού, θα οδηγήσει σταδιακά στο απόλυτο ξεγύμνωμα όλων και σε οριακές συγκρούσεις, τινάζοντας τα πάντα στον αέρα… Το επόμενο πρωί, τίποτα πια δεν θα είναι ίδιο… Ή μήπως όχι;
Αυτό που καλύτερα μπορεί να αποδώσει το στίγμα της υπέροχης παράστασης (+) και συμπυκνώνει σε απλές λέξεις όλες τις προσδοκίες, είναι η ατάκα ενός φίλου «Μη ξεχνάς ότι ήρθαμε να δούμε ΠΟΣΟ καλή είναι»! Που σημαίνει ότι βάσει καθολικών μαρτυριών, κριτικών και όχι μόνο, είχε ήδη κατακτήσει στη συνείδησή μας ένα υψηλό βάθρο και έμενε να διαπιστώσουμε εκ του σύνεγγυς αν επρόκειτο όντως για το υψηλότατο. Και ναι, επιβεβαιώσαμε ότι ο «στεφανωμένος νικητής» κέρδισε επάξια με το σπαθί του την καταξίωση, εκφρασμένη όχι μόνο με βραβεία και επαίνους, αλλά κυρίως με τη μεγάλη αποδοχή του κοινού, που φεύγοντας εντυπωσιασμένο, λειτουργεί ως άριστος πρεσβευτής.
Στο ερώτημα «τί ήταν αυτό που έκανε τη συγκεκριμένη παράσταση ξεχωριστή και πολυσυζητημένη», η προφανής απάντηση είναι: η εμπνευσμένη σκηνοθεσία του Γιάννη Παρασκευόπουλου. Της οποίας η έμπνευση ξεκινά από την επιλογή του ιδιαίτερου χώρου στο φουαγιέ του θεάτρου, όπου η μεγάλη σάλα ενός νεοκλασικού οικήματος, προσέφερε ιδανικό «σκηνικό» για την τέλεση γιορτής μιας πλούσιας αστικής οικογένειας, ενώ η διάταξη των καθισμένων θεατών ανάμεσα στους ηθοποιούς, έδωσε ρεαλιστική αίσθηση συμμετοχής τους ως καλεσμένων στη γιορτή. Τα πάντα διαδραματίζονταν σε απόσταση αναπνοής και με διακριτική διαδραστικότητα, γεγονός που προσέδωσε μοναδική αμεσότητα και ζωντάνια στο εγχείρημα, παρά τα μικρά προβλήματα θέασης.
Ωστόσο οι αρετές της σκηνοθεσίας, δεν περιορίστηκαν στην αρχική έμπνευση ενός ιδιαίτερου στησίματος, το οποίο είναι γεγονός ότι πριμοδότησε καθοριστικά τις εξελίξεις και σταμπάρισε την ταυτότητα της παράστασης, ως απόλυτα ρεαλιστική προσέγγιση. Διότι επιπλέον διακρίναμε αξιοθαύμαστη ακρίβεια με τα πάντα πλήρως «αιτιολογημένα» και τίποτα παραπανίσιο… εξαιρετική ροή και ρυθμό στη αλληλουχία των γεγονότων με αίσθηση ισορροπίας… άψογο συντονισμό προσώπων – δράσεων, κάτι καθόλου απλό στη δεδομένη περίπτωση, όπου συχνά λάμβαναν χώρα ταυτόχρονα ή παράλληλα διαφορετικές σκηνές σε σημεία της αίθουσας, ωστόσο χάρη στον άριστα μελετημένο συγχρονισμό τους, τίποτε δεν διέφευγε της προσοχής του θεατή, τίποτα δεν «καπελώθηκε». Βρήκαμε ευφυέστατη την χωροταξική αξιοποίηση της αίθουσας ως μια τεράστια σκηνή, μηδέ εξαιρουμένων των εσοχών ή του μπαλκονιού της, όλα εξαιρετικά λειτουργικά για πειστική δραματοποίηση. Όπως εξίσου ευφυής υπήρξε η οδηγία για ανέβασμα σε καρέκλες, είτε συμβολικά για την ανάδειξη της εξουσίας ή των καθοριστικών διαλόγων, είτε πρακτικά ως «δεύτερο επίπεδο» για την διάκριση των ηθοποιών από τους θεατές.
Κυρίως όμως αναδείχθηκαν με σκηνοθετική αλλά και υποκριτική μαεστρία, οι καταλυτικές συγκρούσεις, το έντονο συναίσθημα, οι εύθραυστες ενδοοικογενειακές ισορροπίες… Άλλοτε με εύληπτα υπονοούμενα, καθαρούς συμβολισμούς ή κυνισμό, κι άλλοτε με δυναμικές σκηνές ξεσπάσματος, ενίοτε σκληρές και ωμές, που καθώς συνέβαιναν σε απόσταση αναπνοής από τον θεατή, αποκτούσαν το βάρος μιας σχεδόν «βιωματικής εμπειρίας». Απρόβλεπτες σκηνές με σεξ, οργανικά ενσωματωμένο γυμνό, λεκτικές επιθέσεις, άγριο κυνηγητό, βίαια πάλη, αλλά και «παγωμένη» υποκρισία, όλα υπηρέτησαν με ακρίβεια, αληθοφάνεια, ένταση, το πνεύμα ενός οικογενειακού δράματος, από το οποίο ωστόσο ποτέ δεν χάθηκε η πρωταρχική αφορμή, ήτοι το γιορτινό κλίμα γενεθλίων, με τον αποστασιοποιημένο, συχνά κυνικό τελετάρχη να το επαναφέρει σταθερά. Και με υπέροχη σκηνοθετική σκηνή το φινάλε της επόμενης μέρας στο πρωινό, με το λευκό του ποθούμενου «εξαγνισμού» ή της κάθαρσης να κυριαρχεί… Εν ολίγοις μια από τις πλέον εμπνευσμένες και άρτιες σκηνοθεσίες που έχουμε δει, άξια πολλών συγχαρητηρίων!
Αντίστοιχα εύσημα αναλογούν και στο σύνολο των ηθοποιών, που όλοι τους ένας προς έναν, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για την υλοποίηση του σκηνοθετικού οράματος. Προφανώς οι βασικοί, πρωταγωνιστικοί ρόλοι λόγω έκτασης και έντασης, λειτούργησαν πιο αβανταδόρικα για τους ηθοποιούς που τους υποδύθηκαν και δεν μπορούμε να μην εκφράσουμε θαυμασμό για τον Χρίστο Στυλιανού στο ρόλο του γιου Κρίστιαν ως «πέτρα του σκανδάλου», που με δυνατή εσωτερική ερμηνεία, ακρίβεια και αυτοέλεγχο απέδωσε όλη την τραγικότητα του χαρακτήρα… για τον Κωνσταντίνο Χατζησάββα στο ρόλο του άλλου γιου Μίκαελ, που εντυπωσίασε με την καταλυτική ενέργεια, πάθος, εκφραστικότητα, ένταση, πειστικότητα… για τον Βασίλη Σπυρόπουλο ως πατέρας Χέλγκε, με το κατάλληλο σκηνικό εκτόπισμα και κύρος μιας αυταρχικής, εξουσιαστικής μορφής με παράλληλη δραματικότητα στην κατάρρευσή του… Δίπλα τους, η εξαιρετική Γιολάντα Μπαλαούρα ως μητέρα, με καλοδουλεμένη «στυλιζαρισμένη» ερμηνεία για το ρόλο και μια σκηνή καθηλωτική, ενώ από όλους τους υπόλοιπους είναι αδύνατο να διαχωρίσεις κάποιους, καθώς σπάνια συναντούμε ένα τόσο άψογα δεμένο και υψηλού ερμηνευτικού επιπέδου σύνολο, με όλα τα μέλη του ισοδύναμα στην απόδοση. Από τον μικρότερο, βοηθητικό ρόλο μέχρι τους κορυφαίους και το «εύγε» προκύπτει αυθόρμητα!
Τα εύσημα απευθύνονται εν συνεχεία στους τεχνικούς παράγοντες της παράστασης, η οποία φυσικά είχε ήδη έτοιμο το πλέον κατάλληλο «σκηνικό» της αίθουσας χωρίς να απαιτηθεί καμία προσθήκη πέραν ενός ρεαλιστικού μπουφέ με πραγματικά εδέσματα, ωστόσο αξίζουν ιδιαίτερη μνεία οι επιμέλειες α) της ατμοσφαιρικής μουσικής και των κατάλληλων τραγουδιών με την ανάλογη κινησιολογία, για το εορταστικό κλίμα, β) των θαυμάσιων, μελετημένων, στοχευμένων φωτισμών, γ) των άριστα επιλεγμένων και φροντισμένων κοστουμιών, με ευφάνταστη αντίθεση μεταξύ του επίσημου γιορτινού μαύρου και του λευκού της «κάθαρσης» το επόμενο πρωί…
Το ελάχιστο που θα παρατηρούσαμε (-) για το «τυπικό» της υπόθεσης, αφορά σε μια εν μέρει δυσκολία θέασης λόγω της σκηνοθετικής ιδιαιτερότητας, καθώς η δράση εξελισσόταν κατά βάση στο ίδιο επίπεδο με τον θεατή και μοιραία κάποια εμπόδια, ανάλογα με τη θέση καθενός (πχ. κολώνες ή μπροστινοί καθήμενοι) περιόριζαν την οπτική ορισμένες στιγμές ή υποχρέωναν σε τακτικό «στριφογύρισμα» προς όλες τις γωνιές της αίθουσας, στερώντας κατά κάποιο τρόπο την ολοκληρωτική προσήλωση και συνολική εικόνα της δράσης. Όσον αφορά στο ίδιο το έργο και το κείμενό του – των Τ. Βίντερμπεργκ, Μ. Ρούκοφ και Μπ. Χρ. Χάνσεν- πρόκειται βέβαια για οικογενειακή τραγωδία με βαθύτερες ψυχολογικές προεκτάσεις, ωστόσο βρήκαμε κάποια σημεία ακραία από άποψη αληθοφάνειας ή να «εκκρεμούν» μέσα στην πλοκή, ενώ η προσθήκη στοιχείων σαν το θέμα του ρατσισμού, φάνηκε να «πλεονάζει» αναιτιολόγητα σε μια ήδη πληθωρική υπόθεση. Φυσικά μιλάμε για… πταισματάκια, αν θέλεις να «ψειρίσεις» μία από τις πλέον αξιόλογες παραστάσεις που είχαμε την ευτυχία να απολαύσουμε!
Το συμπέρασμα (=) όλων τούτων θα μπορούσε να συνοψιστεί στο ερώτημα – απορία: Ακόμα δεν πήγατε να δείτε την «Οικογενειακή γιορτή»;;; Τέτοιες ευτυχείς καλλιτεχνικές στιγμές που αναδεικνύουν τη θεατρική τέχνη σε όλα τα επίπεδα, σπανίζουν απελπιστικά κι εδώ η… μοντερνιά «must see» δικαιώνεται στον απόλυτο βαθμό!
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
8 ΣΤΑ 10
-Πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε ΕΔΩ
Η παράσταση στα 7α Θεατρικά Κουλτουρο – βραβεία Θεσσαλονίκης 2017, κέρδισε 3 κορυφαία βραβεία:
-Καλύτερη Παράσταση της Χρονιάς 2017
-Καλύτερη Σκηνοθεσία της Χρονιάς 2017
(Γιάννης Παρασκευόπουλος)
-Καλύτερου Δεύτερου Ανδρικού ρόλου της Χρονιάς 2017
(Κωνσταντίνος Χατζησάββας).
.
Ενώ ήταν υποψήφια για 8:
Α’ Ανδρικού ρόλου (Χρίστος Στυλιανού), Β΄ Γυναικείου ρόλου (Σταυρούλα Αραμπατζόγλου), Β΄ Γυναικείου ρόλου (Ιωάννα Παγιατάκη), Ερμηνευτικού συνόλου, Φωτισμών (Στράτος Κουτράκης).

.
Βίντεο απο την απονομή των βαρβείων: Καλύτερης παράστασης 2017
.
Φωτογραφικό υλικό