Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου.
Σίγουρα ένα από τα δύο συμβαίνει κι αναρωτιέμαι ποιο «στραβώνει», ο γιαλός ή το αρμένισμα, για να μη χάσουμε και τα λίγα κύτταρα που απέμειναν και εξηγούμαι: Διαβάζουμε για την παράσταση ότι «απέσπασε από την πρώτη στιγμή διθυραμβικές κριτικές από κοινό και κριτικούς… το αντιπολεμικό αριστούργημα κέρδισε Εθνικό Βραβείο Βιβλίου των ΗΠΑ… μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο και απέσπασε το Διεθνές Βραβείο του Φεστιβάλ Καννών… έργο- γροθιά στο στομάχι που συγκλονίζει…» και λοιπά πομπώδη, που προϊδεάζουν για κάτι τουλάχιστον… μεγαλειώδες! Διότι αν εξαιρέσουμε τη βράβευση «των ΗΠΑ» με τα γνωστά αφελή κριτήρια, ο υπόλοιπος καταιγισμός ύμνων για το «αριστούργημα», όσο μικρό καλάθι κι αν κρατάμε πια, δεν γίνεται να μην επηρεάσει… λες και τα μισά να ισχύουν, θα είμαι σίγουρα ευτυχής θεατής μιας πολύ καλής παράστασης. Αυτής που τιτλοφορείται «Ο Τζόνι πήρε το όπλο του» του Ντάλτον Τράμπο – σε θεατρική διασκευή Σοφίας Αδαμίδου και σκηνοθεσία Θάλειας Ματίκα, που παρακολουθήσαμε υπομονετικά στο θέατρο Αμαλία…
Ο ηθοποιός βρισκόταν ήδη στη σκηνή με τα μέλη του σώματός του «εγκλωβισμένα» στον υφασμάτινο καμβά με τις σχισμές (αφίσα), ενώ μια υποβλητική μουσική συνόδευε το εικαστικό θέαμα. Με την αλλαγή φωτισμών ξεκινά τον μονόλογό του στο κρεβάτι νοσοκομείου, διαπιστώνοντας με φρίκη ότι του λείπουν χέρια, πόδια, όραση, ακοή, πρόσωπο, έχοντας χάσει τα πάντα στο μέτωπο του πολέμου… ένα κατακρεουργημένο «υπόλειμμα» ανθρώπου, ένας ζωντανός νεκρός, που απλά η καρδιά του χτυπά και το μυαλό του σκέφτεται, φέρνοντας στη μνήμη παλιές ευτυχισμένες στιγμές της καθημερινότητας με την οικογένεια και την αγαπημένη του, καθώς και πρόσφατες αποτρόπαιες εικόνες του πολέμου με χαμένους συντρόφους γιατί «θα μπορούσαν να είναι χειρότερα τα πράγματα, να είμαι νεκρός»… καταλήγοντας σε οδυνηρή αντιπολεμική κραυγή για τα δεινά ενός παραλογισμού, προτρέποντας σε ένωση όλων των αντίστοιχων ανθρώπινων κραυγών για να σταματήσει το κακό…

Δεν γνωρίζουμε το πρωτότυπο κείμενο, ωστόσο κρίνοντας από τη διασκευή της Σοφίας Αδαμίδου που εισπράξαμε, λυπούμαστε βαθύτατα (-) που κάποιοι βαφτίζουν παραπλανητικά «αριστούργημα» το συγκεκριμένο, προσβάλλοντας οικτρά τα αυθεντικά αριστουργήματα, διαφορετικά θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τον όρο! Γιατί ΔΕΝ είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεται «αριστούργημα ή «γροθιά στο στομάχι», ένας μονόλογος από τους πλέον κοινότυπους περί των αυτονόητων, φορτωμένος χιλιοειπωμένα προβλέψιμα στερεότυπα, φτηνούς μελοδραματισμούς, παιδαριώδη διδακτισμό, ηθικοπλαστικά κηρύγματα σχολικού επιπέδου… ΔΕΝ είναι δυνατόν να αποκαλείται καν «τέχνη», η (υποτιθέμενη) διέγερση του θυμικού με ευτελές μελό ή οι ανούσιες καταγγελτικές κραυγές, για να ειπωθούν τα αυτονόητα και «πόσο κακό πράγμα είναι ο πόλεμος»… ΔΕΝ είναι δυνατόν να απευθύνεται κανείς σε ενήλικες και να υποβαθμίζει τη νοημοσύνη του θεατή, τη σπουδαιότητα του θεατρικού λόγου, τη βαθύτητα του θέματος, αναμασώντας τα προφανή, τα τετριμμένα, τα παιδαριώδη, χωρίς την ελάχιστη εμβάθυνση– έστω έναν πόντο από την επιφάνεια ή την ελάχιστη λογοτεχνική διάσταση όταν πρόκειται για καλλιτεχνικό πόνημα… το οποίο, παρά ταύτα, αποκαλεί «αριστούργημα» χωρίς αιδώ, τη στιγμή που η αντιπολεμική θεματολογία έχει δώσει κείμενα και παραστάσεις- διαμάντια! Κι εδώ προκύπτει (κατόπιν του δελτίου τύπου) το πονεμένο δίλημμα… άραγε ο γιαλός είναι αλφάδι κι εμείς αρμενίζουμε στραβά ή το ανάποδο;;; (Ρητορικό δίλημμα).
Όσον αφορά στη σκηνοθεσία της Θάλειας Ματίκα, υπήρξε μάλλον μια… ξεκούραστη δουλειά, καθότι η απόλυτη ακινησία του ηθοποιού για μία ώρα, δεν απαιτούσε ιδιαίτερη φαντασία. Ωστόσο η δυσκολία βρισκόταν ακριβώς σε αυτό, έχοντας να διαχειριστεί μόνο την εκφορά του λόγου και την έκφραση του προσώπου, χωρίς καμία συμμετοχή του σώματος… και προκειμένου να ξεπεράσει τους περιορισμούς και να σπάσει τη μονοτονία, κατέφυγε σε υπερβολές- ενίοτε ενοχλητικά κραυγαλέες, με συχνά λεκτικά ξεσπάσματα και σπαραξικάρδιες κραυγές, που είχαν δύο αρνητικές συνέπειες: αφενός φόρτισαν τις στιγμές «επιφανειακά» με τη βολική ευκολία του μελό, και αφετέρου με το πάθος τους δεν έδεναν με την συνθήκη του «ζωντανού νεκρού» που επιπλέον στερούνταν ομιλίας… κι επειδή ακριβώς επρόκειτο για την «εσωτερική» φωνή- σκέψη, αυτή η ουσιαστική διαφοροποίηση όφειλε με κάποιο τρόπο να αναδειχθεί σκηνοθετικά. Αντίθετα, αναδείχθηκαν το κατά δύναμιν, οι διαφορετικές συναισθηματικές φάσεις των αφηγήσεων με μελετημένες, ατμοσφαιρικές αλλαγές φωτισμών και μουσικής- το μόνο στοιχείο που προσέδωσε κάποια θεατρικότητα στο εντελώς στατικό δρώμενο, όπου η στατικότητα ήταν το λιγότερο κακό σε σύγκριση με το περιεχόμενο…

Ο Τάσος Ιορδανίδης, ένας σαφώς καλός ηθοποιός, υπήρξε μοιραία το θύμα ενός ανέμπνευστου, μελοδραματικού, επιφανειακού κειμένου με ανούσιες κορώνες, από το οποίο ξεκινούν όλα κι όταν τα θεμέλια είναι σαθρά, πώς να στηριχθεί το οικοδόμημα με ασφάλεια… Προφανώς ήταν ιδιαίτερα κουραστικό, σχεδόν σαν «τιμωρία», να στέκεται εντελώς ακίνητος για μία ώρα, ενίοτε κραυγάζοντας σπαρακτικά- με συχνότερες εκκλήσεις για βοήθεια σε «μαμάαααα» και «μπαμπάαααα», ωστόσο άδικα υποβλήθηκε σε μια επίπονη δοκιμασία που απευθύνεται (για συγκεκριμένη μερίδα) στο εύκολο επιδερμικό θυμικό, χωρίς βαθύτερο συναίσθημα ή εγκεφαλική διέγερση… αντίθετα, για μια άλλη μερίδα, όλο τούτο μοιάζει θλιβερό βλέποντας την περιττή έως άστοχη καταπόνηση ενός άξιου ηθοποιού με δυνατότητες, που κλήθηκε να υπηρετήσει με πομπώδη στόμφο τα αυτονόητα… Οι δε δυνατότητες του ταλέντου ήταν εμφανείς στον τρόπο χειρισμού του λόγου και αυξομείωσης των εντάσεων, που όμως χάθηκαν μέσα στην υπερβολή του συνόλου…
Από το οποίο σύνολο οφείλουμε να ξεχωρίσουμε (+) την εμπνευσμένη σκηνική ιδέα με το ύφασμα ως συμβολισμός επιδέσμων, που με την καθοριστική συμβολή των εύστοχων φωτισμών και τις φωτοσκιάσεις, προσέφερε σε στιγμές ένα ενδιαφέρον ατμοσφαιρικό αποτέλεσμα… στο οποίο επίσης συνέβαλε και η μουσική επένδυση, άλλοτε σκοτεινή και υποβλητική, άλλοτε τρυφερή και μελωδική, συνοδεύοντας κατάλληλα τις ποικίλες μνήμες του ήρωα…
Καταλήγοντας (=) είναι γεγονός ότι δυο-τρία καλά δευτερεύοντα στοιχεία σε σκηνοθετικό ή ερμηνευτικό επίπεδο, αδυνατούν να σώσουν μια παράσταση βασισμένη σε κάκιστο κείμενο, το οποίο επιπλέον ως απόλυτα στατικός μονόλογος, ανέδειξε στο έπακρο όλες τις αδυναμίες του… και όχι, ΔΕΝ αρμενίζουμε εμείς στραβά, ούτε είμαστε αφελείς… ο γιαλός έχει πρόβλημα «ισορροπίας» και να το κοιτάξει!
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
2,8 ΣΤΑ 10
Φωτογραφικό υλικό