Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Ένα έργο ελάχιστο γνωστό του σπουδαίου Ντοστογιέφσκι δεν μπορεί παρά να εγείρει το ενδιαφέρον και μάλιστα με προσδοκίες, έχοντας καταρχάς ως εγγύηση το κείμενο… Επιπλέον, διαβάζοντας ενδεικτικά στοιχεία του περιεχομένου και την πληροφορία ότι καταπιάστηκε μαζί του μια νεαρή, πολλά υποσχόμενη ομάδα, από αυτές που κατά καιρούς μας εκπλήσσουν ευχάριστα έως θεαματικά, το ενδιαφέρον εντάθηκε και έμενε να το επιβεβαιώσουμε ή όχι με την παρακολούθηση της παράστασης «Ο Κροκόδειλος» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και σε σκηνοθεσία των Δημήτρη και Ορέστη Σταυρόπουλου στο θέατρο Αυλαία και στα πλαίσια του θεσμού των Δημητρίων…
Ο τόπος που εξελίσσεται το παράδοξο γεγονός είναι η Αγία Πετρούπολη στην τσαρική Ρωσία, όπου ένα ζευγάρι με τον φίλο τους επισκέπτονται χώρο στον οποίο εκτίθεται ως ατραξιόν ένας κροκόδειλος… ο σύζυγος πλησιάζει επικίνδυνα το ζώο που δείχνει νωθρό και χωρίς να το καταλάβει βρίσκεται στο στόμα του κι από εκεί γλιστρά στην τεράστια κοιλιά του χωρίς να δαγκωθεί, οπότε ζωντανός εκεί μέσα επικοινωνεί με τους έξω, ενώ ο φίλος του κάνει τα πάντα να τον βγάλει, αλλά ο ίδιος προτιμά να συνεχίσει τη ζωή και τη δουλειά του μέσα στην κοιλιά του κήτους… καθώς αυτή η εξωφρενική περιπέτεια δελεάζει πλήθος επισκεπτών, φέρνοντας άφθονο χρήμα στον ιδιοκτήτη – εκμεταλλευτή του κροκόδειλου, ευφάνταστες ιδέες για κερδοσκοπία και μια απρόσμενη ευκαιρία σε έναν άσημο υπάλληλο να αναδειχθεί ευρέως, ωστόσο στην πορεία τα πράγματα παίρνουν άλλη τροπή…
Ένα απρόβλεπτο, ευρηματικό έργο (+) του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα, με αλληγορικό υπόβαθρο και στοιχεία σουρεαλισμού, που το καθιστούν ελκυστικό σε πολλά επίπεδα…Χρησιμοποιώντας απλή, ρεαλιστική γλώσσα, ευφυείς διαλόγους ενίοτε με χιούμορ και ένα εύρημα φανταστικό όπως αυτά των παραμυθιών, αναδεικνύει με τρόπο εύστοχα συμβολικό, ποικίλες κοινωνικές παθογένειες της εποχής του, που τελικά αποδεικνύονται διαχρονικές με ισχύ μέχρι σήμερα…
Η χαρισματική πέννα και το ευφάνταστο δημιουργικό μυαλό του, επιστρατεύουν έναν θηριώδη κροκόδειλο που καταπίνει άνθρωπο κι αυτός όχι μόνο δεν νιώθει θύμα, αλλά ταυτίζεται με το «τέρας» και νιώθει βολεμένος- προστατευμένος στην κοιλιά του, ενώ παράλληλα τόσο ο ίδιος όσο και ο περίγυρος σκαρφίζονται λογής ιδέες για να εκμεταλλευτούν ποικιλοτρόπως ένα γεγονός που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα χαρακτηριζόταν τραγωδία, όπως ακριβώς το εισπράττει ο φίλος του, πασχίζοντας να τον ελευθερώσει… Ωστόσο το κίνητρο του κέρδους για τους υπόλοιπους αλλά και το θύμα είναι πανίσχυρο και ο συγγραφέας μέσω της σουρεαλιστικής υπέρβασης με δόσεις μαύρου χιούμορ, πλήττει καίρια το καπιταλιστικό μοντέλο και την ανθρώπινη αλλοτρίωση που επιφέρει, επιχειρώντας να παρουσιάσει μια ακραία παραδοξότητα ως αποδεκτή κανονικότητα…
Σε επίπεδο σκηνοθεσίας από τους Δημήτρη και Ορέστη Σταυρόπουλο, εκτιμήσαμε μια σύγχρονη προσέγγιση με αέρα φρεσκάδας, δόσεις φαντασίας και σκηνικό ενδιαφέρον… Εξαιρετικά εύστοχη η σύλληψη του σκηνικού με μια κατασκευή ως τεράστιο «σπιράλ» να δεσπόζει στο κέντρο της σκηνής, παραπέμποντας συμβολικά και αφαιρετικά στο σώμα του κροκόδειλου, το οποίο αξιοποιήθηκε άριστα σε όλη τη διάρκεια, εξυπηρετώντας άκρως λειτουργικά τις σκηνοθετικές ανάγκες…
Παράλληλα οι μελετημένες διακυμάνσεις των φωτισμών, τα κατάλληλα θεατράλε κοστούμια με σωστό ενδυματολογικό στίγμα για κάθε χαρακτήρα και το υποβλητικό ηχητικό τοπίο συχνά με μορφή «βόμβου», διαμόρφωσαν την απαιτούμενη ατμόσφαιρα, άλλοτε σκοτεινά μυστηριώδη, άλλοτε ρεαλιστική κι άλλοτε υπερβατική με γκροτέσκο στοιχεία, όλα δοσμένα με ισορροπία και μέτρο χωρίς κραυγαλέες υπερβολές… Η επιλογή του φίλου σε ρόλο αφηγητή της ιστορίας στα κομβικά σημεία, υπήρξε βοηθητική για την κατανόηση, ενώ η χρήση μικροφώνου έδωσε την απαιτούμενη έμφαση και η δουλεμένη θεατρικότητα τον απαιτούμενο όγκο σε ένα έργο κατά βάση φιλοσοφικό, όπου το ιδιαίτερο χιούμορ πρόσθεσε ελκυστική γοητεία…
Η νεανική τετράδα των ηθοποιών, αποτελούμενη από τους Λάμπρο Γραμματικό, Ερατώ Μανδαλενάκη, Μαρία Μοσχούρη και Αντώνη Χρήστου, εκ των οποίων κάποιοι με επιπλέον ή «κόντρα» ρόλους (γυναίκα να υποδύεται άνδρα), υπήρξαν επαρκέστατοι υποκριτικά, προφανώς ταλαντούχοι και αφοσιωμένοι, δεμένοι ως σύνολο, με ισορροπημένες ισοδύναμες ερμηνείες, ενταγμένοι θαυμάσια στο σουρεαλιστικό κλίμα το οποίο υπηρέτησαν με λόγο, έκφραση και κίνηση, θυμίζοντας ήρωες ενός παράδοξου παραμυθιού ενηλίκων…
Η βασική μας παρατήρηση (-) έχει να κάνει με τη ροή και τον περιστασιακά χαλαρό ρυθμό της σκηνοθεσίας, καθώς εντοπίσαμε αρκετά χάσματα άνευ λόγου με αργή εξέλιξη, ενώ θεωρούμε ότι σε σημεία η αφήγηση πλατείασε… επίσης υπήρξαν και σποραδικές στιγμές με κάποια ασάφεια στους συμβολισμούς ή στην πλοκή, κυρίως σε επίπεδο χρονικής αλληλουχίας των γεγονότων, προκαλώντας ερωτηματικά… Τέλος, θα προτιμούσαμε ηχητικά αντί του συνεχούς «βόμβου» που από ένα σημείο ενοχλεί, μια πιο ψαγμένη επιλογή ως μουσικό χαλί…
Εν κατακλείδι (=) και παρά τα μικρά πταίσματα, απολαύσαμε μια ιδιαίτερη, καλοστημένη παράσταση με βαθιά αλληγορία και σκηνικό ενδιαφέρον, διάρκειας 60 και όχι 90 λεπτών όπως αναφέρεται…
Βαθμολογία: 6,1/10
Πληροφορίες για τη παράσταση εδώ