«Ο ΑΓΑΠΗΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΑΣ»: Μια παράσταση χάρμα οφθαλμών. Είδαμε στο Βασιλικό & Σχολιάζουμε.
Ηταν ακόμα μέρα πριν μπω με βαριά βήματα και μισή καρδιά στο Βασιλικό θέατρο. Κουρασμένος από τη δουλειά και ταλαιπωρημένος από τη ζέστη, δεν είχα καμιά διάθεση να δω σε κλειστό χώρο, μεσούντος του καλοκαιριού, το κωμειδύλλιο του Δημητρίου Κορομηλά, «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Δυόμισι ώρες αργότερα ήθελα μπαράκια και σφηνάκια, αλλά δεν είχα παρέα…
Όπου η ιστορία μας μεταφέρει σε κάποια ελληνική ύπαιθρο, ξεχασμένων ετών… τον έρωτα του νεαρού Λιάκου με την Κρουστάλλω. Μόνο που ένας μεγαλοβοσκός ταγμένος στο χαμένο του αμόρε έρχεται να διεκδικήσει την όμορφη βοσκοπούλα όχι από αγάπη, αλλά από γινάτι…
.
Και ανοίγει η αυλαία και μένουμε με το στόμα ανοιχτό…
Να΄σου τα βοσκοτόπια, να’ σου τα λαγκάδια, να οι βρυσούλες με το γάργαρο νερό, δέντρα πέρα ως πέρα, πολύχρωμα λουλούδια του αγρού, λουσμένα στο φως να γεμίζουν τη μεγάλη σκηνή έως και έξω από αυτήν και το μάτι μας να χάνεται στην πανδαισία της ελληνικής φύσης. Μετά το οπτικό «σοκ» ακολουθεί στρατιά ανθρώπων και δεν είναι υπερβολή, καθώς μετρήσαμε κοντά στους σαράντα νοματαίους να οργώνουν το χωριό που στήθηκε στη σκηνή του Βασιλικού θεάτρου.
Όποτε τα εύσημα για να πάμε και στα θετικά [+] ξεκινούν από τον μεγάλο Σταμάτη Φασουλή και πως οραματίστηκε κάνοντας πράξη μια παράσταση που προσφέρει φρέσκια γνωριμία στο είδος, απαραίτητο σεβασμό στην παράδοση, ευφορία ψυχής και ταυτόχρονα να είναι απόλυτα μα απόλυτα διασκεδαστική. Ως πλούσιο θέαμα γενικά και σε όλα τα επιμέρους, ειδικά.
Και τι έκανε ο αθεόφοβος;
Βέβαιο πως μελέτησε, εντρύφησε και συναρπαστικά μετέφερε θεατρικά όλο τον παλμό μιας εποχής που μόνο μέσω τηλεοράσεως και παλαιών ελληνικών ταινιών γνωρίσαμε, η διαβάζοντας φανταστήκαμε, μιας μικρής χαμένης κοινωνίας σε ένα βουνό, μάλλον της Ηπείρου και με όλους αυτούς τους απίθανους χαρακτήρες να ζωντανεύουν εκπληκτικά μπροστά στα μάτια μας.
Και επειδή πρόκειται για κωμειδύλλιο, μα τι σοι πράμα είναι αυτό το κωμειδύλλιο; Λέμε απλά, πως πρόκειται για ηθογραφική κωμωδία η οποία εκτός του θεατρικού κειμένου περιέχει και τραγούδια. Εμπλούτισε λοιπόν όχι με πολλά, όσα έπρεπε και εκεί που έπρεπε, γάμος, καημός, βάσανα, χαρές, για να γίνουμε και εμείς μέρος αυτής της απόλυτης ιστορίας αγάπης, καθώς το δημοτικό τραγούδι είναι η ψυχή της κοινωνίας και οι στίχοι του αντικατοπτρίζουν την φωνή ενός λαού. Με τα τραγούδια που ζωντανά ακούστηκαν, δεν ήταν πάνω από 5-6 (αν δεν κάνω λάθος), και με αποκορύφωμα το θρυλικό «Μια βοσκοπούλα αγάπησα, μια ζηλεμένη κόρη», ήρθε και έδεσε το όμορφο γλυκό… που φτιάχτηκε από τον μάστορα Σταμάτη Φασουλή.
Μιας ηθογραφικής κωμωδίας που στις σελίδες της περιέχει κρυμμένα μυστικά, ανεκπλήρωτους έρωτες, πολλές ίντριγκες, σκαμπρόζικα αστεία, ήθη και παραδόσεις, μέχρι σκοτωμούς… για την τιμή των όπλων…
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο πως ο Σταμάτης Φασουλής χειρίστηκε την Βοσκοπούλα με μέτρο, τόσο όσο που λένε, χωρίς να ξεχειλώνουν χαρακτήρες, αστεία, χωρίς να τραβολογιέται ο έρωτας, χωρίς να κολλά το συναίσθημα, δίνοντας πάσα με νέα γεγονότα στην εξέλιξη της ιστορίας, φτάνοντας μετά από δυόμισι ώρες γεμάτου θεάματος, σ’ ένα αληθινό τρικούβερτο γλέντι.
Παραστάσεις του Σταμάτη Φασουλή τα τελευταία χρόνια η Θεσσαλονίκη δεν βλέπει. Προ κρίσης σχεδόν κάθε χρόνο ανέβαινε τόσο ο ίδιος ως θιασάρχης, η άλλη του σκηνοθετική δουλειά. Από όσες έχω δει και είναι αρκετές, δεν θυμάμαι κακή του, με την κλασσική έννοια, παράσταση. Είναι λοιπόν κρίμα για το θεατρόφιλο κοινό της Θεσσαλονίκης να μην έχει την ευκαιρία να τον θαυμάσει τώρα που ακόμη περισσότερο ωρίμασε καλλιτεχνικά, ασχέτως αν κάνει και σελέμπριτις εξτραδάκια τύπου «Your Face Sounds Familiar». Ας μην ξεχνάμε όμως, πως είναι φίρμα και οι σταρ χωρίς προβολή και φώτα δεν ζουν και δεν αναπνέουν, αφήστε που ο μόνος λόγος για να έβλεπες το παραπάνω ταλεντ σοου, ήταν η παρουσία του, κακά τα ψέματα… [άντε και η Αποστολία Ζώη ως αποκάλυψη…]
Όσο στρωμένη λοιπόν υπήρξε η σκηνοθεσία, άλλο τόσο λοιποί συντελεστές, πρώτων ονομάτων, συνέβαλαν τα μέγιστα.
Όπως τα σκηνικά και κοστούμια του ανυπέρβλητου Μανόλη Παντελιδάκη. Αν για τα πρώτα μιλήσαμε με θέρμη στην αρχή, ο άνθρωπος δεν πιάνεται, τελεία και παύλα, τα κοστούμια ήταν όλα τα λεφτά. Βοσκοπούλες και τσέλιγκες, μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι ή φτωχοί, με τα χρυσά τους, τα «καλά» τους, νοσταλγικά φτιασιδωμένοι όλοι μπροστά μας σα φωτογραφία βγαλμένη από τοίχο… Σπουδαία δουλειά, ενός από τους κορυφαίους τους είδους.
Καθώς τα τραγούδια θέλουν και χορό, άλλη μια εμβληματική προσωπικότητα του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου, ο Δημήτρης Παπάζογλου, με τις χορογραφίες του άστραψαν και έλαμψαν οι λεβέντες στις γυροβολιές τους, ενώ χάρη και καμάρι σέρνοντας τους χορούς απο τον γυναικείο πληθυσμό.
Τέλος, εξαίρετοι μα εξαίρετοι φωτισμοί, αυτά τα υπέροχα χρώματα της ελληνικής φύσης, από έναν άλλο σπουδαίο του χώρου, τον Σάκη Μπιρμπίλη, καθώς εξαίρετη και η μουσική του Θοδωρή Οικονόμου.
Ερμηνευτικά από πέντε –και βάλε- θιάσους σε έναν… και ξεκινώντας από τους πρωταγωνιστές έχουμε και λέμε:
.
Από τον Ταξιάρχη Χάνο στο ρόλο του βασανισμένου ερωτικά πλούσιου τσέλιγκα, εισπράξαμε λεβεντιά και αρχοντιά. Η στιβαρή ερμηνεία του υπήρξε εκπληκτική, ήταν ο κατάλληλος ηθοποιός στον κατάλληλο ρόλο, ενώ ήταν αυτός που τραγούδησε με πόνο ψυχής, το «Μια βοσκοπούλα αγάπησα, μια ζηλεμένη κόρη», για να καταχειροκροτηθεί από όλο το θέατρο.
Από την Φιλαρέτη Κομνηνού, δεν περιμέναμε λιγότερα απ’ όσα μας προσφέρει τόσα χρόνια που την παρακολουθούμε. Πρόκειται για μια μεγάλη κυρία του θεάτρου όπου οι ερμηνείες της είναι πάντα υψηλού επιπέδου, όπως και όλη η «βαριά» παρουσία της πάνω στη σκηνή. Εξαιρετική ως «Κυρά – Στάθαινα», διατηρώντας ευλαβικά όλες τις ισορροπίες ενός δυναμικού χαρακτήρα που είναι και πρέπει να φαίνεται. Αυστηρή ως μάνα που αγωνία για το καλό του παιδιού της, κυρά του σπιτιού όταν διαπραγματεύεται με τους ισχυρούς άνδρες, ευάλωτη στο δικό της καημό, σοφή για το καλό όλων.
Υπέροχη ως μάνα Γιάνναινα η σταθερή αξία, Έφη Σταμούλη. Βασανισμένη και ταλαιπωρημένη από τη μοίρα δείχνει τα δόντια της και η σκηνή με τις «κατάρες» καταγράφεται ως μια από τις καλύτερες σκηνές της παράστασης, αλλά η πιο δυνατή συναισθηματικά. «Δώρο» προς το θεατρόφιλο κοινό η όποια παρουσία αυτής της γυναίκας, δώρο όμως και προς ΚΘΒΕ που την είναι στο δυναμικό του. Τον ερχόμενο χειμώνα μάθαμε θα παίξει στα «Ανεμοδαρμένα Ύψη».
Ο Κώστας Σαντάς, για άλλη μια φορά, πότε δεν είναι θα μου πείτε, απολαυστικός μέχρι δακρύων… Μόνο το στόμα του ν’ ανοίξει αυτός ο άνθρωπος θα πέσει το θέατρο από τα γέλια. Προς τιμήν του λόγω της ιδιαιτερότητας της φωνής του, δεν μένει σε αυτό. Ερμηνεύει και με το σώμα του. Ένας αληθινός κλόουν από τους ελαχίστους μετρημένους στα χέρια, ηθοποιούς μας. Όπως καταλαβαίνετε κατενθουσίασε.
Θετικά, συμπληρωματικοί με μικρές ατάκες, παρουσίες οι: Δημήτρης Κολοβός, Γιολάντα Μπαλαούρα, Νίκος Νικολάου [μα τι ωραία φωνή] και Φούλης Μπουντούρογλου.
Τον θίασο αποτελούν άλλοι 35 ηθοποιοί, ζωή να΄χουν…
Ενστάσεις [-] όμως έχουμε για το νεαρό πρωταγωνιστικό ζευγάρι Ορέστης Χαλκιάς και Σταυρούλα Αραμπατζόγλου στους ρόλους του Λιάκου και της Κρουστάλλως. Κυρίως ο πρώτος μας φάνηκε πολύ λίγος [και ηλικιακά μικρός] για το ρόλο του ωραίου αγαπητικού, επαναστάτη, που αψηφά για τα μάτια της καλής του, κανόνες και κατάρες. Ειδικά στο πρώτο μέρος τον κατάπιε όλη η παραγωγή, θα το πούμε και χαριτωμένα… μέχρι και τα διακοσμητικά λουλούδια… Κάπως καλύτερα, μπορεί και να τον συνηθίσαμε, δεν υπήρχε και άλλη επιλογή, στο υπόλοιπο.
.
Απλά ανεκτή/υποφερτή η λεγάμενη… σε καμιά όμως περίπτωση δεν ταίριαζαν [οπτικά] ως ζευγάρι τα χνώτα τους. Με αποτέλεσμα οι ερμηνείες τους από ένα σύνολο υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων, να είναι κάτω του μετρίου. Εν τέλει, από τη πληθώρα ρόλων και σκηνών, τελικά διασώθηκαν…
Εν [=] ολίγοις:
Μια χάρμα γνήσια λαϊκή παράσταση, φτιαγμένη με μεράκι και αγάπη, απρόσμενη έκπληξη του καλοκαιριού, που δεν πρέπει να χάσετε επ’ ουδενί. Το επαναλαμβάνω, επ’ ουδενί
Βαθμολογία:
7 στα 10
Κατ’ άλλα:
-Το έργο του Δημητρίου Κορομηλά, είναι γραμμένο σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Μην ανησυχείτε καθόλου. Καταλαβαίνεις και απολαμβάνεις τα πάντα.
-Μαζί σας πάρτε όχι ζακετάκια, αλλά μπουφανάκια, βαρύ ψύχος εντός του θεάτρου.
–Υπέρτιτλους στην αγγλική και στη ρωσική γλώσσα για αλλοδαπούς. Μακάρι να κοπιάσουν, φοβάμαι όμως εκεί ψηλά που τους έχουν τοποθετήσει, ή μόνο τις λέξεις θα διαβάζουν, η μόνο το έργο θα χαζεύουν. Και τα δυο μαζι δεν γίνεται.
–Παίζουν Τρίτη– Παρασκευή. Μέγα λάθος. Εάν η διοίκηση περηφανεύεται για θέατρο όλο το καλοκαίρι, όφειλε να έχει παραστάσεις και τα σαββατοκύριακα. Για αυτούς που μένουν στην πόλη, γι αυτούς που δεν πάνε διακοπές και είναι πάρα πολλοί. Άσε που ο ανταγωνισμός τις καθημερινές είναι μεγάλος από αθηναικούς θιάσους. Ας το δουν.
-Τέλος προτείνω, εάν θέλουν να με ακούσουν… λέμε τώρα… η παράσταση να συνεχίσει το χειμώνα στους Λαζαριστές. Να δοθεί σε αυτή την ωραία παράσταση άλλη μια ευκαιρία, χειμωνιάτικη. Βέβαιο, θα σκίσει.
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό