Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Πριν διαβάσω το δελτίο τύπου της παράστασης, βασισμένης στο κλασικό διήγημα του Χεμινγουέι «Ο γέρος και η θάλασσα», ομολογώ ότι ο τίτλος της με παραξένεψε με την αντιστροφή του, αναρωτώμενη μήπως πρόκειται για κάτι άλλο… Γιατί άραγε ο γέρος και η θάλασσα «άλλαξαν σειρά» στον τίτλο της παράστασης; Ωστόσο διαβάζοντας στο ενημερωτικό σημείωμα περί διασκευής του βραβευμένου έργου, ενός από τα διασημότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, η απορία λύθηκε, αλλά η περιέργεια εντάθηκε! Καθώς πάντα η μεταφορά ενός διηγήματος στη θεατρική σκηνή λειτουργεί ως δελεαστική πρόκληση, πόσω δε μάλλον του συγκεκριμένου με έντονο ενδιαφέρον για το «πώς»…
Μιλάμε για την παράσταση «Η θάλασσα και ο γέρος», πάνω στο σχετικό βιβλίο του Έρνεστ Χέμινγουει όπως προείπαμε, σε προσαρμογή και σκηνοθεσία της Μαρλέν Καμίνκσι, που παρακολουθήσαμε στο κατάμεστο Θέατρο Κήπου…
Η υπόθεση αφορά σε έναν γέρο ψαρά, τον Σαντιάνγκο, που επί 84 μέρες δεν έχει καταφέρει να πιάσει ούτε ένα ψάρι με τη βάρκα του και οι χωριανοί τον αποκαλούν «άτυχο, γρουσούζη», ενώ ο πατέρας του νεαρού βοηθού του Μανολίτο, δεν επιτρέπει στο γιο του να δουλεύει με τον «γκαντέμη»… Ωστόσο ο γέρο ψαράς δεν απογοητεύεται και την 85η μέρα που βγαίνει στα ανοιχτά, πετυχαίνει ένα τεράστιο ψάρι, το οποίο όμως θα αποδειχθεί δυνατός αντίπαλος παρασύροντας τον ψαρά σε άνισο αγώνα τριών ημερών μέχρι να το σκοτώσει, έχοντας να αντιμετωπίσει τη σωματική του αδυναμία, τη συμπόνοια του για το θύμα, τον φόβο του ωκεανού, ποικίλες κακουχίες, επιθέσεις καρχαριών… μα κυρίως βασανιστικά οράματα στα οποία τον συντροφεύουν ο αγαπημένος Μανολίτο και η προσωποποιημένη Θάλασσα, καθώς και μια βαθιά εσωτερική πάλη με ενδοιασμούς για το αν πράττει το σωστό και στοχασμούς για τη θέση του στην πολύπαθη Φύση…
Στο δημοφιλές διήγημα (+) του Νομπελίστα λογοτέχνη, το στοιχείο που του προσδίδει ιδιαίτερη «υπεραξία», είναι η σπουδαία αλληγορία του εξ ολοκλήρου, δοσμένη με εύληπτο τρόπο παρά τους φιλοσοφικούς στοχασμούς, δελεαστική πλοκή που κορυφώνεται, γήινους χαρακτήρες, έντονο συναίσθημα, ηθικά διλήμματα, υπαρξιακές αγωνίες που υπερβαίνουν το συμβατικό «οικολογικό μήνυμα» περί αρμονικής συνύπαρξης των όντων στο φυσικό περιβάλλον… Στο πρωτότυπο κείμενο πρωταγωνιστεί ο γέρος– που προηγείται στον τίτλο- αναδεικνύοντας μέσα από την παραβολή σπουδαίες αρετές- μαθήματα ζωής, σαν την επιμονή στο στόχο, την πίστη στην εσωτερική δύναμη ψυχής, την αισιοδοξία και την ελπίδα, τον σεβασμό στον αντίπαλο και τα πλάσματα της φύσης, τον πλούτο μιας μοναδικής εμπειρίας ασχέτως αποτελέσματος…
Στη παρούσα προσαρμογή η σκηνοθέτιδα επέλεξε ως «πρωταγωνίστρια» τη θάλασσα την οποία προσωποποίησε με μορφή και ποιητικό λόγο, θέλοντας να αναδείξει σύγχρονες οικολογικές ευαισθησίες για τον ζωογόνο ρόλο της και τα δεινά που υφίσταται… Μια ενδιαφέρουσα επιλογή ως ιδέα, έστω κι αν μετατόπισε το κέντρο βάρους, ενώ η υπόλοιπη μυθοπλασία διατηρήθηκε ως κεντρικός κορμός, με εξαίρεση κάποιες επίκαιρες προσθήκες για περιβαλλοντικά προβλήματα και κυρίως την αλλαγή του φινάλε που ανατρέπει αυτό που περιγράφει το πρωτότυπο και βέβαια δεν θα αποκαλύψουμε, αλλά θα κρίνουμε παρακάτω… Εν ολίγοις ένα απαιτητικό εγχείρημα διασκευής, που μετέτρεψε ένα ιδιαίτερο, αλληγορικό, μη θεατρικό διήγημα σε απολαυστική θεατρική πράξη, κερδίζοντας ένα δύσκολο στοίχημα…
Ωστόσο εκεί που οφείλουμε κυρίως να αποδώσουμε εύσημα είναι στη σκηνοθεσία της Μαρλέν Καμίνκσι, η οποία μας πρόσφερε μια υπέροχη καλλιτεχνική εμπειρία, από αυτές που δικαιώνουν τη θεατρική τέχνη και τυπώνονται στη μνήμη με μορφή σφραγίδας… Ένα λιτό αλλά ευφάνταστο, σοφό και άκρως λειτουργικό σκηνικό, αποτελούμενο από ένα μεγάλο επικλινές επίπεδο με λογής απρόβλεπτες «κρύπτες» από όπου αναδύονταν σαν από το βυθό της θάλασσας πρόσωπα και αντικείμενα, φιλοξένησε αφενός την βάρκα ως κυρίαρχο στοιχείο με λυόμενο ξύλινο σκελετό και ταυτόχρονα χρησίμευσε ως επιφάνεια για 3D animation προβολές, παρουσιάζοντας ένα θέαμα εντυπωσιακό με κυματισμούς θάλασσας, ιριδισμούς νερών, αμμουδιές, τεράστιες μέδουσες, θαλάσσιες χελώνες κλπ. δίνοντας τη ρεαλιστική αίσθηση ενός πλεούμενου στο πέλαγος…
Επιπλέον οι θαυμάσιοι, εξαιρετικά μελετημένοι φωτισμοί, τα απολύτως ταιριαστά κοστούμια για τις συνθήκες κάθε ήρωα, το αρμονικό δέσιμο της υποβλητικής μουσικής με τα δρώμενα, το περιφερόμενο ως «τρόπαιο» τεράστιο διαφανές ψάρι και κυρίως ο αέναος χορός της γυναίκας-Θάλασσας από μια εξαιρετική χορεύτρια ως αερικό, διαμόρφωσαν μια εικαστική ατμόσφαιρα ονειρικού παραμυθιού, σαν τα οράματα του ψαρά… Όπου η ηχογραφημένη φωνή της Θάλασσας λες κι ερχόταν «από μακριά» στα βάθη του χρόνου, μετέφερε στο σήμερα τις λυρικές σκέψεις, τους καημούς, τα ζοφερά προφητικά της μηνύματα για το «μεγάλο άδειασμα»… Μια ευφάνταστη, δημιουργική σκηνοθεσία με ευαισθησία, με άκρως καλλιτεχνική αισθητική, έντονο σκηνικό ενδιαφέρον κεντρίζοντας τις αισθήσεις, ιδανική κορύφωση στην κομβική σκηνή γεμάτη ένταση και πάθος, ευφυή ευρήματα και συμβολισμούς, συνεχή ροή, άριστη αξιοποίηση της σκηνογραφίας λειτουργικά και χωροταξικά, κρατώντας τον θεατή απόλυτα προσηλωμένο…
Όσον αφορά στις ερμηνείες, θα σχολιάσουμε καταρχάς την εξαιρετική απόδοση του Τάσου Νούσια στον ρόλο του γέρου, έστω κι αν φυσιογνωμικά χωρίς γκρίζα μαλλιά και γένια υπολειπόταν ηλικιακά, ωστόσο το πληθωρικό ταλέντο του ανέδειξε υποδειγματικά την ερμηνεία… Η χαρακτηριστική βαθιά, βραχνή φωνή του, άλλοτε κουρασμένη από παραίτηση κι άλλοτε βροντερή από πάθος, ανήκει αναμφίβολα στα εξαιρετικά εκφραστικά εργαλεία του με προσωπική σφραγίδα, ενώ η υποκριτική ωριμότητα ενός έμπειρου και προικισμένου ηθοποιού, απέδωσε όλη την ένταση, εσωτερική σύγκρουση, ψυχική δύναμη, πλούσια συναισθηματική γκάμα ενός χαρακτήρα με αυθεντική γνησιότητα μέσα από την απλότητα ενός ταπεινού ψαρά…
Δίπλα του ο Βασίλης Μηλιώνης ως «παραγιός» Μανολίτο, υπήρξε άξιος συνοδοιπόρος ερμηνευτικά, υποδυόμενος με συγκινητική αφοσίωση, πίστη, εμπιστοσύνη, αλληλεγγύη τον πρόθυμο βοηθό, καταθέτοντας περίσσια ενέργεια και δουλεμένη σωματικότητα, εξαιρετικά μελετημένη κίνηση, άψογη εκφορά λόγου… Όσο για την χορεύτρια Φαίδρα Σούτου στον πρόσθετο ρόλο της Θάλασσας, που με την υπέροχη σαν χάδι φωνή της Έβελιν Ασουάντ, ενσάρκωσε ένα στοιχείο της φύσης, εντυπωσίασε με την αέρινη, ονειρική παρουσία, την ενδυματολογική επιλογή, αλλά κυρίως τον επαγγελματισμό και την πλαστικότητα του χορού της, απαρτίζοντας με τους δύο βασικούς ήρωες ένα καλοδεμένο και συγχρονισμένο σύνολο…
Οι παρατηρήσεις μας με αρνητικό πρόσημο (-) αφορούν στην ουσία και τη φόρμα της προσαρμογής του πρωτότυπου κειμένου… Ενώ βρήκαμε την προσθήκη της Θάλασσας ως ρόλο ενδιαφέρουσα ιδέα που υλοποιήθηκε με θαυμάσιο τρόπο καλλιτεχνικά προσδίδοντας έντονη θεατρικότητα στο εγχείρημα, θεωρούμε ότι οι υπόλοιπες επίκαιρες προσθήκες ΔΕΝ ευτύχησαν διότι υποβάθμισαν με την πεζότητα στεγνών, τυπικών αναφορών για το περιβάλλον, την φιλοσοφική, αλληγορική διάσταση του έργου, φαντάζοντας ως ξένα σώματα, ενίοτε ενοχλητικά στην κατηγορία των «πολιτικά ορθών»… Μεταξύ των εν λόγω αναφορών και του ποιητικού λόγου της Θάλασσας δημιουργήθηκε εμφανής αντίθεση, ενώ οι οικολογικές ανησυχίες και ενδοιασμοί του ψαρά δεν έδεναν πειστικά με τον χαρακτήρα, αλλοιώνοντας την ταυτότητά του…
Στα σημεία της πλοκής που εξελίσσονται τα οράματα, επήλθε μια θολότητα εν είδει σύγχυσης στη ροή, με ακαθόριστη χρονική αλληλουχία και ασαφή εμπλοκή προσώπων, αφήνοντας ερωτηματικά για το πώς, πότε, ποιος, γιατί, ενώ εντοπίσαμε αρκετές επαναλήψεις στις παρεμβάσεις της Θάλασσας που μπορούσαν να παραλειφθούν… Τέλος η καίρια αλλαγή του φινάλε, μπορεί να εξυπηρέτησε το σκηνοθετικό μήνυμα περί οικολογικής ευαισθησίας, ωστόσο θεωρούμε ότι αφαίρεσε κάτι ουσιώδες συμβολικά από τη δύναμη του πρωτότυπου…
Εν κατακλείδι (=) αυτό που αξίζει να κρατήσουμε από μια ευρηματική, δημιουργική, καλοδουλεμένη σκηνοθεσία με υπέροχο σκηνικό περιβάλλον και εξαιρετικές ερμηνείες, είναι η θαυμάσια καλλιτεχνική εμπειρία που μας πρόσφερε γενναιόδωρα, προσπερνώντας τις όποιες ενστάσεις…
Βαθμολογία: 7,2/ 10
Προσεχώς η παράσταση στο θέατρο Αριστοτέλειον.
Πληροφορίες για τη παράσταση εδώ