Είδε η Άννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Τα «Μερκούρκεια», η σημαντικότερη συνάντηση των Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων της χώρας, κλείνει αισίως 31 χρόνια παρουσίας στο χώρο του πολιτισμού και προσφέρει και φέτοςένα πλούσιο και αξιόλογο πρόγραμμα θεατρικών παραστάσεων.
Μεταξύ αυτών, ο «Επιθεωρητής» του Νικολάι Γκόγκολ, των ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και Ρούμελης, που παρακολουθήσαμε, το Σάββατο 23 Αυγούστου, στο Ανοικτό Θέατρο Συκεών, σε διασκευή και σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου.

Πρόκειται για μια κωμωδία παρεξηγήσεων, που έκανε πρεμιέρα το 1836, την υπόθεση της οποίας φέρεται να αφηγήθηκε στον 25χρονο τότε Γκόγκολ ο Αλεξάντρ Πούσκιν. Ο Επιθεωρητής ανήκει σε ένα από τα πιο δύσκολα είδη θεατρικής γραφής, την πολιτική κωμωδία, καθώς, μέσα από το χιούμορ, στηλιτεύει τη σαθρότητα της κρατικής μηχανής, την ανηθικότητα και τη διαφθορά της εξουσίας, την εξαπάτηση, τον φόβο της ιεραρχίας, την υποταγή και γενικότερα την υποκρισία που βασίλευε στην τότε Αυτοκρατορική Ρωσία. Ένα έργο διαχρονικό όσο λίγα, καθώς οι καταστάσεις που περιγράφει, δυστυχώς ακόμη και σήμερα(διακόσια και πλέον χρόνια μετά), θυμίζουν κατά πολύ την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα.

Η ευρηματική διασκευήπου παρακολουθήσαμε και ξεκινώντας από τα θετικά (+), αποτελεί μια ανάλαφρη εκδοχή του γνωστού έργου, που διατηρεί μεν τον βασικό πυρήνα της υπόθεσής του, παράλληλα όμως το αποσυνδέει από τα χωρικά και χρονικά στεγανά του Γκόγκολ μέσα από τη σύγχρονη αισθητική προσέγγισή της.
Η παράσταση λαμβάνει χώραστα …καμαρίνια ενός θιάσου με τους πέντε ηθοποιούς να προετοιμάζονται να παρουσιάσουν, τι άλλο, τον…. «Επιθεωρητή» του Γκόγκολ. Μας μεταφέρουν νοερά σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ρωσίας του 19ου αιώνα, της οποίας ο διεφθαρμένος Έπαρχος μόλις πληροφορήθηκε ότι ένας ανώτατος δημόσιος υπάλληλος θα έρθει από την Πετρούπολη για να τον ελέγξει. Τρομερά αναστατωμένος μας ενημερώνει (μεταξύ άλλων «χαριτωμένων») ότι ενώ η πόλη τους δεν έχει πάνω από δέκα κατοίκους, δηλώνουν ότι είναι τριακόσιοι!!! για να παίρνουν τα επιδόματα (κάτι από… ΟΠΕΚΕΠΕ δηλαδή). Μέσα στην αγωνία του και εξαιτίας μιας λάθους πληροφόρησης ο Έπαρχος θεωρεί ότι ο Επιθεωρητής είναι ένας νέος που εδώ και λίγες εβδομάδες διαμένει σε ένα πανδοχείο της πόλης χωρίς να πληρώνει. Αποφασίζει λοιπόν να τον επισκεφτεί και φυσικά να… τον δωροδοκήσει για να αποφύγει τα χειρότερα. Για κακή του τύχη, ο μυστηριώδης ξένος είναι ένας χαραμοφάης απατεωνίσκος από την Πετρούπολη που έχει ξοδέψει όλα του τα χρήματα στα χαρτιά, ο οποίος δράττεται της ευκαιρίας και παριστάνει τον Επιθεωρητή. Δεν παραλείπει μάλιστα, εξαπατώντας τους πάντες, να «δανειστεί» μεγάλα ποσά, που παραδόξως του προσφέρουν όλοι απλόχερα για να τον κολακέψουν. Η απάτη κορυφώνεται όταν, αφού έχει φλερτάρει την γυναίκα του Έπαρχου και έχει υποσχεθεί γάμο στην κόρη του, απλά εξαφανίζεται(μετά από την παρότρυνση του πανέξυπνου υπηρέτη του), αποδεικνύοντας ότι σε μια παρηκμασμένη κοινωνία η υποκρισία και η ανηθικότητα δεν έχουν όρια…

Η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιώργου Παπαγεωργίου, μοντέρνα και δροσερή, έδωσε χαρακτήρα στην έξυπνη διασκευή που ο ίδιος εμπνεύστηκε και έστησε μια εξαιρετικά διασκεδαστική παράσταση γεμάτη ζωντάνια, κίνηση, γρήγορες και έξυπνες εναλλαγές χαρίζοντας άφθονο γέλιο στο κοινό. Αυτό που αποτέλεσε την βασική πρωτοτυπία της παράστασης ήταν ακριβώς ότι,στην ουσία,την παρακολουθήσαμε από τα παρασκήνια. Το σκηνικό ήταν τα ίδια τα καμαρίνια των ηθοποιών, οπότε, όσοι εξ αυτών δεν έπαιζαν, έμεναν στην σκηνή και απλά περίμεναν, άλλαζαν κοστούμια ή άναβαν ένα τσιγάρο!!!, μέχρι να έρθει η σειρά τους. Μια πρωτότυπη προσέγγιση, δύσκολη θεωρητικά, που όμως λειτούργησε θετικά και βοήθησε το κοινό να εμπλακεί στην δράση και να ζήσει την υπόθεση «εκ των έσω». Η επιτυχία της όλης σύλληψης βασίστηκε μεταξύ άλλων και στην επικοινωνία με τους θεατές, καθώς σε αρκετά σημεία υπήρχε διάδραση με το κοινό(ακόμη και σε τραγούδι), γεγονός που προσέδωσε αμεσότητα, κέφι και κράτησε αναπόσπαστο το ενδιαφέρον καθ’όλη τη διάρκεια. Οι δε κωμικές ατάκες, που συνδέονταν άμεσα με τη πολιτική επικαιρότητα, καθιστούσαν ακόμη πιο οικεία την υπόθεση.

Οι πέντε πρωταγωνιστές της παράστασης, γνωστοί και από τη συμμετοχή τους σε δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές, ήταν απλά απολαυστικοί. Ένα δεμένο ερμηνευτικό σύνολο που εντυπωσίασε με το ταλέντο, την σκηνική άνεση και την κωμικότητά του, την προσεγμένη κίνηση των οποίων επιμελήθηκε η Μαρίζα Τσίγγα.
Ο Κωνσταντίνος Γεωργαλής στον ρόλο του Επιθεωρητή ξεχώρισε για την δεξιοτεχνία στην ερμηνεία του, την ενέργεια και τον δυναμισμό με τον οποίο υποδύθηκε τον πεινασμένο απατεώνα που δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την ευκαιρία που του δόθηκε, ισορροπώντας με επιτυχία την κωμική με την συναισθηματική πλευρά του.
Στο ρόλο του Έπαρχου ο Γρηγόρης Ποιμενίδης είχε επίσης μια πολύ καλή εμφάνιση. Με άνετο λόγο, με έκδηλη εκφραστικότητα, με δήθεν αριστοκρατικό στιλ στην παρουσία του απέδωσε με συνέπεια τα βασικά χαρακτηριστικά του διεφθαρμένου πολιτικού που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να γλιτώσει.
Ο Γιάννης Λατουσάκης στον ρόλο του υπηρέτη του Επιθεωρητή είχε μια απολαυστικά κωμική εμφάνιση και φάνηκε να απολαμβάνει τον ρόλο του, τον οποίο ερμήνευσε με αφοσίωση και εύστοχη σωματικότητα. Ο ίδιος τελούσε και χρέη μουσικού επί σκηνής καθώς έντυσε μουσικά με την κιθάρα και το καχόν του κάποιες σκηνές και τραγούδησε μαζί με το κοινό, αποδεικνύοντας το πολύπλευρο ταλέντο και το πηγαίο χιούμορ του.
Πολύ καλές εμφανίσεις και από τις Δήμητρα Βήττα και Στέλλα Ψαρουδάκη στους ρόλους της συζύγου και της κόρης του Επάρχου αντίστοιχα. Όμορφες και δροσερές, με μια παιδική αφέλεια ενίοτε, επέδειξαν σκηνική άνεση, χιούμορ και αμεσότητα. Απέδωσαν με φυσικότητα, χάρη και απόλυτη επίγνωση τους ρόλους τους, με αυτοέλεγχο και χωρίς υπερβολή.
Το σκηνικό της Ευαγγελίας Κιρκινέ, ευρηματικό και πρωτότυπο, μέσα από την απλότητά του συνέδραμε την σκηνοθετική προσέγγιση και διασκευή του έργου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μας μετέφερε επιτυχώς στα παρασκήνια, στην καρδιά της υποκριτικής τέχνης εκεί που ο ηθοποιός αλλάζει όχι μόνο ρούχα αλλά και προσωπικότητα και μεταλλάσσεται στον χαρακτήρα που υποδύεται.

Ιδιαίτερα προσεγμένοι και ταιριαστοί οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη, αλλά και η μουσική ένδυση της παράστασης από τον ίδιο τον σκηνοθέτη. Τέλος τα πολύχρωμα και λαμπερά κοστούμια της Αλέγιας Παπαγεωργίου υπήρξαν απόλυτα συμβατά με το κωμικό ύφος της παράστασης.
Και μια παρατήρηση (-). Παρακολουθήσαμε μια κωμωδία, με πολλά θετικά στοιχεία και άφθονο γέλιο. Θεωρώ όμως ότι το κωμικό στοιχείο επισκίασε την πολιτική χροιά του έργου, καθώς η επίγευση της παράστασης εστιαζόταν στην καθαρή διασκέδαση δίχως την αίσθηση του προβληματισμού που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να προκαλέσει μια πολιτική κωμωδία. Βέβαια υπάρχει και η πιθανότητα να είμαστε πλέον τόσο εθισμένοι στην πολιτική διαφθορά που πλέον τίποτα δεν μας προξενεί εντύπωση. Δυστυχώς αυτά που ο Γκόγκολ θεωρούσε στην εποχή του σκανδαλώδη αποτελούν πια μικροπταίσματα της μέσης σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας. Και μη χειρότερα δηλαδή…
Συμπερασματικά (=): Παρακολουθήσαμε μια έξοχα δομημένη κωμωδία, απόλυτα διασκεδαστική, με έξυπνες ατάκες, πηγαίο χιούμορ, με αυθεντικά κωμικές ερμηνείες και ευρηματική σκηνοθεσία που πραγματικά μας συνεπήρε. Μια κωμωδία που σατιρίζει την πολιτική διαφθορά, την εξαπάτηση, την υποκρισία και τους απατεώνες που από ότι φαίνεται έχουν αποδειχθεί το μακροβιότερο είδος στον πλανήτη (μαζί με τις κατσαρίδες).
Βαθμολογία: 7/10









