“Λυσιστράτη” από το Εθνικό θέατρο: Ένας εξαιρετικός Αριστοφάνης στη πιο… γυμνή αλήθεια του. Είδαμε & Σχολιάζουμε αναλυτικά.
Η παράσταση “Λυσιστράτη” του Αριστοφάνη, έριξε την αυλαία του θερινού προγράμματος καλλιτεχνικών δρώμενων στο Θέατρο Δάσους. Κάνοντας έναν μικρό απολογισμό θα λέγαμε ότι αρκετές περιοδείες φέτος παρουσίασαν έργα του Αριστοφάνη. Προφανώς η λογική πίσω από αυτή τη συγκυρία έχει να κάνει με τη κωμικότητα και τη καυστικότητα στα κακώς κείμενα της εποχής (όλων των εποχών διαχρονικά) που εμπεριέχονται στα έργα του μεγάλου αυτού ποιητή, βρίσκοντας τεράστια απήχηση στην ψυχολογία του σύγχρονου Έλληνα. Συνεπώς και στα ταμεία των θεάτρων, που κάποιοι το άξιζαν και κάποιοι όχι. Η Λυσιστράτη, σε μετάφραση Δημήτρη Δημητριάδη και σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού ανήκει στη πρώτη κατηγορία και παρακάτω εξηγούμε το γιατί…
Λίγα Λόγια το έργο: Η Λυσιστράτη είναι κωμωδία του Αριστοφάνη που γράφτηκε και διδάχθηκε το 411 π.Χ.. Θεωρείται ένα από τα παλιότερα και χαρακτηριστικότερα αντιπολεμικά έργα. Η υπόθεση έχει να κάνει με τη σεξουαλική απεργία που κηρύσσουν οι γυναίκες της Αθήνας και της Σπάρτης, προσπαθώντας έτσι να πείσουν τους άντρες τους να σταματήσουν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
«Δια της κωμωδίας ταύτης ο Αριστοφάνης εκτραγωδεί τα δεινά του Πελοποννησιακού πολέμου, παρουσιάζει δε τας γυναίκας μηχανευομένας την κατάλυσιν αυτού, δια της αποχής από της εκπληρώσεως των συζυγικών των υποχρεώσεων…»
Γυναίκες. Μάνες, Αδερφές, Ερωμένες, Παρθένες. Γυναίκες. Υπό τον ήχο ενός πιάνου εμφανίστηκαν στην σκηνή οι γυναίκες. Χορός και ρόλοι μαζί, με μία ίδια συγχρονισμένη κινησιολογία. Πάλλονταν τα στήθη και τα σώματα των θηλυκών μορφών. Με διάφανα φορέματα να αποκαλύπτουν το καλός των γυμνών κορμιών τους .Είναι γυναίκες. Δημιουργούνται, σχηματίζονται, γεννούν, τίκτουν. Και τώρα πρέπει να πολεμήσουν. Και ανάμεσα τους η πρώτη, η Λυσιστράτη, να κάνει τι;;; Γυμναστική! Kαι τα παρακάτω λόγια να ακούγονται στον αέρα…”Αυτό που βλέπετε είναι μια κανονική γυναίκα».
Έτσι λοιπόν ο σκηνοθέτης του έργου, Μιχαήλ Μαρμαρινός, έχοντας στα χέρια του μια προσεγμένη, σύγχρονα διασκευασμένη μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη δημιούργησε μια πανομοιότυπη σκηνοθεσία. Σχετικά με τη μετάφραση του Δ. Δημητριάδη θα τοποθετήσουμε την άποψη μας σε λίγα και ουσιαστικά λόγια, λέγοντας πως όταν σε ένα κείμενο προσδίδεις μια μοντέρνα ματιά, μια ματιά που κουμπώνει στο σήμερα με σεβασμό και έμπνευση, απαλλάσσοντας το από χυδαιότητες, του έχεις δώσει μια άλλη πνοή. Μία ώθηση προς το νέο. Σε έναν κόσμο που αλλάζει και εξελίσσεται του δημιουργείς μια καινούργια ταυτότητα και έτσι καρπώνεσαι τον όρο μια επιτυχημένης μετάφρασης.
Σε ένα σκηνικό νέου δυτικού κόσμου ,με μια αναπαράσταση κουζίνας ενός κοινότυπου σπιτιού, στο κέντρο σχεδόν της σκηνής αλλά και τη παρουσία ενός πιάνου με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής, καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, δημιούργησε το σκηνοθετικό του καμβά ο Μ. Μαρμαρινός. Ο σκηνοθέτης με τη βοήθεια του μεταφραστικού κειμένου του έργου διάβασε τον Αριστοφάνη στο σήμερα. Κατασκεύασε μία καλλιτεχνική σκηνοθεσία, έκανε τους σπουδαίους ηθοποιούς του να τον εμπιστευτούν και παρουσίασε μία πρωτοποριακή άποψη σε αριστοφανικό ανέβασμα. Μέσα σε όλη αυτή τη σκηνοθετική εικόνα, πέρα του βασικού στοιχείου, όπου ήταν η γυμνή σάρκα (πιο εικαστική και ουσιαστική όσο ποτέ), εντοπίσαμε στοιχεία σουρεαλισμού μέχρι και εικόνες κινηματογραφικής κόπιας, απόκοσμες, ασύνδετες σαν σκανδιναβικό σινεμά. Σε διάφορα σημεία της παράστασης ο Μαρμαρινός επιλέγει να σταματήσει τη πλοκή, το έργο πλέον αφηγείται. Τα σώματα όμως της παράστασης δεν παύουν να μιλούν στιγμή .Κινούνται, χορεύουν, παγώνουν. Γίνονται ένας ρόλος, γίνονται πολλοί. Αποκτούν μια φωνή, αποκτούν πολλές. Μένουν στο σκοτάδι, επαναφέρονται στο φως. Φυσικά το έργο εμπεριέχει βωμολοχίες, εμπεριέχει πέη και όχι φαλλούς, εμπεριέχει σύγχρονους αστεϊσμούς, λογοπαίγνια με μοντέρνα άσματα και χιούμορ λαϊκό. Αυτή τη φορά όμως εμπεριέχεται και κάτι ακόμα, δημιουργική ιδέα. ΄Ετσι η όποια ευτέλεια, η χυδαιότητα, η κουραστική επαναληπτικότητα ή και ακόμα μια βαρετή πιστή αντιγραφή του έργου απουσιάζει και δημιουργείται ένας καινοτόμος Αριστοφάνης. Ένα κράμα διαφόρων τεχνικών, διαφορετικής αισθητικής με μια τρομακτική όμως ισορροπία κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή.
Στο ερμηνευτικό κομμάτι θα λέγαμε ότι η διανομή ήταν το λιγότερο μαεστρική. Σπουδαίοι και σπουδαίες ηθοποιοί πλαισίωσαν τη παράσταση.
Αρχικά η Λένα Κιτσοπούλου, στο ρόλο της Λυσιστράτη υπήρξε σαρωτική.”H Λυσιστράτη είναι μια κανονική γυναίκα”, μία οδηγία που εμπέδωσε πολύ καλά η Κιτσοπούλου. Άλλοτε μπροστά στα φώτα, αρχηγός και άλλοτε πίσω από αυτά, θεατής των εξελίξεων ,καθισμένη σε μια καρέκλα κουζίνας. Μια κανονική γυναίκα. Με θυμό, οργή, ζήλεια. Με πηγαία κωμικότητα να θίγει τη κοινωνική θέση που έχει επιβληθεί στη γυνή, μια υποταγή που έχει κληρονομήσει άθελα της από τα γενοφάσκια της.”Όλες αυτές οι γυναίκες που έκλαιγαν στις ομιλίες του φασίστα Χίτλερ ή έστελναν ερωτικά γράμματα στον βιαστή Παπαχρόνη.Ενώ οι άνδρες;’Εχει στείλει κανείς ερωτική επιστολή σε φυλακισμένη; Πήρε ποτέ ερωτικό γράμμα η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη;”
Καιγύρω της όλες οι υπόλοιπες. Η σκηνή ανήκε στις γυναίκες (Gemma Carbone, Αθηνά Δημητρακοπούλου Λένα Δροσάκη, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Αννα Κλάδη, Σοφία Κόκκαλη, Ειρήνη Μαρκή, Αθηνά Μαξίμου, Ελένη Μπούκλη, Ηλέκτρα Νικολούζου, Αγλαΐα Παππά, Λένα Παπαληγούρα, Μαρία Σκουλά, Έλενα Τοπαλίδου) και καθεμιά κουβαλούσε φαρέτρα το ταλέντο της, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό καλλιτεχνικό σώμα. Μπλεγμένα σώματα, αρώματα, λέξεις, γυμνά στήθη και αιδοία και ύπαρξη. Η Γυναικεία ύπαρξη.
Στους ρόλους των γερόντων, των μοναδικών αντρών με ρεαλιστική υπόσταση μέσα στο έργο, οι θαυμάσιοι Γιάννης Βογιατζής, Γιώργος Μπινιάρης, Θέμης Πάνου και Χάρης Τσιτσάκης ερμηνεύοντας με αυτή τη θεατρική μανιέρα του τότε δημιουργώντας μια αξιοζήλευτη αμεσότητα με το κοινό.
Παρών και απών, συγχρόνως, μέσα στη παράσταση ο Αιμίλιος Χειλάκης. Βουβός και ακίνητος, ως Πρόβουλος και έρμαιο στο έλεος της λαχτάρας του για γυναικείο κορμί, ως Κινησίας Παιονίδης. Μικρή η συμμετοχή του μέσα στο έργο, μεγάλη όμως η επιβολή του στους ρόλους του, κερδίζοντας τα εύσημα με την ώριμη θεατρικότητα του.
Συνοψίζοντας,
Σε μία ακόμα μάχη με τη φύση, ο άνθρωπος βρέθηκε μικρός και έτσι η φθινοπωρινή μπόρα δεν μας προσπέρασε. Οι ηθοποιοί έκαναν φιλότιμη προσπάθεια να συνεχίσουν όπως και οι θεατές που τους αντάμειψαν με το πιο ζεστό τους χειροκρότημα ,όρθιοι αλλά δυστυχώς ήταν ανέφικτη η συνέχεια της παράστασης. Μέσα σε αυτή την αναστάτωση που προκλήθηκε χάθηκε μια μεγάλη στιγμή ,όπου ο ηθοποιός Θέμης Πάνου, κατά τη διάρκεια της γιορτής και των προπόσεων σηκώνει το ποτήρι του εις υγείαν του Μηνά, του εξαίρετου Μήνα Χατζησάββα που χάθηκε τον προηγούμενο Νοέμβρη. Αυτός ο Αριστοφάνης ,του Μαρμαρινού θεωρούμε ότι θα αποτελέσει σημείο αναφοράς στην ιστορία των θεατρικών ανεβασμάτων διότι διέθετε ένα στοιχείο το όποιο βρίσκεται σε έκπτωση εδώ και πολύ καιρό πλέον στη χώρας μας. Καλλιτεχνική έμπνευση…
Υ.γ Οι απόψεις μπορεί να διίσταντο πάνω στο συγκεκριμένο θέμα αλλά διάφορες προτροπές προς οικογένειες με παιδιά να μη προσέλθουν στη παράσταση λόγω του γυμνού που εμπεριέχει και της όποιας βωμολοχίας θα χαρακτηρίζονταν το λιγότερο υποκριτικές. Αν θέλουμε να κρύβουμε την αλήθεια της θεατρικής παιδείας από τα παιδιά μας αλλά να θεωρούμε ότι η παιδεία της τηλεόρασης δεν τα βλάπτει ,θα ήταν φρόνιμο τότε να μην αναρωτιόμαστε τη στιγμή των αυριανών αδιεξόδων τους…
Βαθμολογία:
7,5/10
Πληροφορίες για τη παράσταση – περιοδεία εδώ
Φωτογραφικό υλικό