Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Το πρώτο που δεσμεύει το μάτι και ξεχωρίζει στο «πλήθος» είναι αναμφίβολα η αφίσα της παράστασης… τρεις νεαροί τύποι βαμμένοι με έντονο γυναικείο μακιγιάζ, μας συστήνουν μια κωμωδία «κατάλληλη για άνω των 16», που κρίνοντας από την αισθητική της παρουσίασης δεν πρόκειται σίγουρα για κάτι συμβατικό ή αναμενόμενο, γεγονός που μας επιβεβαιώνει και το εισαγωγικό σημείωμα, κεντρίζοντας περαιτέρω το ενδιαφέρον… Διότι τί καλύτερο από κωμωδία που αγαπάμε (και χρειαζόμαστε), η οποία επιπλέον μοιάζει αντισυμβατική με βαθύτερες υποσχέσεις, που σημαίνει σοβαρές εγγυήσεις για καλό αποτέλεσμα…
Πρόκειται για την παράσταση «Τα λουλούδια στην κυρία» του Άκη Δήμου και σε σκηνοθεσία Ανέστη Καφάτσου από την ομάδα ArionTheaterGroup, που φυσικά σπεύσαμε να παρακολουθήσουμε στο Θέατρο Αυλαία…
Επί σκηνής τρεις νεαροί συγκάτοικοι σε διαμέρισμα της Θεσσαλονίκης, εκ των οποίων ο ένας ρομαντικό πλουσιόπαιδο που εγκατέλειψε τη βολή της οικογένειας για να βιοπορίζεται φτιάχνοντας κλουβιά, ο άλλος παιδικός του φίλος που δουλεύει μπάρμαν σε νυχτερινό κλαμπ και ο τρίτος ένας περίεργος, ανεξιχνίαστος σπουδαστής… ο καθένας κουβαλά τα δικά του αδιέξοδα, βιώνοντας οι τρεις τους μια ιδιότυπη συνθήκη ψυχικής απομόνωσης από τον κοινωνικό περίγυρο, παράλληλα με μια προβληματική μεταξύ τους σχέση χωρίς ουσιαστική επικοινωνία, καταφεύγοντας σε λογής κωμικοτραγικές φαντασιώσεις ως διέξοδο… Το μόνο που μοιάζει να τους «κινητοποιεί» ζωτικά είναι η γυναίκα στο απέναντι μπαλκόνι, την οποία παρακολουθούν εμμονικά από μακριά διεκδικώντας την ο καθένας για τον εαυτό του, μέχρι που αποφασίζουν να την καλέσουν στο διαμέρισμα στέλνοντάς της πρόσκληση με λουλούδια και ετοιμάζονται πυρετωδώς για την υποδοχή… μόνο που τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν βάσει των νοερών προσδοκιών τους…
Άκρως ενδιαφέρον σε πολλά επίπεδα (+) το έργο του Άκη Δήμου, καθώς συγκεντρώνει ιδιαίτερα ελκυστικά και μη αναμενόμενα στοιχεία, ικανά να δελεάσουν τον αποδέκτη σε σημείο προσήλωσης… Ενώ διατηρεί φαινομενικά μια εύληπτη κωμική φόρμα και μια κοινότυπη συνθήκη συγκατοίκησης για τους ήρωές του, εντούτοις πολύ γρήγορα γίνεται αντιληπτό ότι προχωρά στοχευμένα στα «ενδότερα» επιχειρώντας βαθιά διερεύνηση του αχαρτογράφητου ψυχικού τους κόσμου- σημαδεμένου από ανασφάλειες, αδιέξοδα, απωθημένα, ματαιώσεις, ανεκπλήρωτες προσδοκίες, που αποτυπώνονται γλαφυρά όχι μόνο στην εκούσια απομόνωση του δικού τους «κλουβιού», αλλά και στην ανειλικρινή τους σχέση, βασισμένη σε επιφανειακά παιχνίδια εντυπωσιασμού και υπεκφυγής από μια πραγματικότητα που τους πνίγει… Το ευφυές εύρημα της «απέναντι (απλησίαστης) γυναίκας» που σε όλη τη διάρκεια μοιάζει άλλοτε με κίνητρο ζωής κι άλλοτε με ανέφικτη προσδοκία, τελικά λειτουργεί ως καταλύτης «απελευθέρωσης» γυμνώνοντας τις ψυχές τους κι αναδεικνύοντας τον δραματικό πυρήνα που κρύβει έντεχνα κάθε καλή κωμωδία, ενίοτε πικρή… Απολαυστικό έργο ως σύλληψη ιδέας, με ευφυή ανάπτυξη, ελκυστική πλοκή, ενδιαφέροντες πολυδιάστατους χαρακτήρες, σπαρταριστούς διαλόγους με αληθοφανή αθυροστομία, ιδανική ισορροπία χιούμορ και συγκίνησης, παρά την όποια «θολότητα» εντοπίσαμε σε σημεία (παρακάτω)…
Σχολιάζοντας τη σκηνοθεσία του Ανέστη Καφάτσου, θα πούμε ότι η ακροβασία που επιχείρησε μεταξύ ρεαλισμού και σουρεαλισμού (με έμφαση στον δεύτερο), κέρδισε το δύσκολο στοίχημα, καθώςκατάφερε να κρατήσει προσηλωμένο τον θεατή με αμείωτο ενδιαφέρον σε όλη τη διάρκεια και δεν υπάρχει πιο αξιόπιστο κριτήριο από αυτό, ανεξάρτητα από επουσιώδεις λεπτομέρειες… Με το άνοιγμα της σκηνής δίνει καθαρό σουρεαλιστικό στίγμα με την κινησιολογία των ηθοποιών, που μεταφράζεται στο «εδώ θα δούμε κάτι αντισυμβατικό», περιμένοντας αν θα δικαιωθεί με θετικό ή αρνητικό πρόσημο, που ευτυχώς εν προκειμένω ήταν παραπάνω από θετικό… Διότι επένδυσε καταρχάς σε καταιγιστικό ρυθμό κωμωδίας με εκρηκτικούς διαλόγους, ξεσπάσματα, ολοζώντανο χιούμορ όπου η βωμολοχία ήταν επιβεβλημένη για την αληθοφάνεια, αναδεικνύοντας εύστοχα και απολαυστικά την κωμικότητα, ενισχυμένη επιπλέον από σουρεάλ στοιχεία και ενίοτε «αποδομημένη» με πικρές συναισθηματικές στιγμές όπου καταλάγιαζε ο ασθμαίνων ρυθμός, προσφέροντας συνεχείς εναλλαγές στη ροή με τις απαραίτητες ανάσες..
Το επίσης σουρεαλιστικό, «γεμάτο» σκηνικό με λειτουργική πληρότητα, η σωστή για το κλίμα μουσική επένδυση με πρωτότυπη σύνθεση και τα μακιγιαρισμένα πρόσωπα ως συμβολικές μάσκες για να κρύψουν τα «αφανέρωτα εσώψυχα» που στο φινάλε «καταρρέουν» συγκινητικά καθώς οι ήρωες ενόσω πλησιάζουν ψυχικά αφαιρούν το μακιγιάζ κι αποκαλύπτουν το γυμνό, αληθινό τους πρόσωπο, συνέβαλαν σε ένα προσεγμένο, ποιοτικό, ελκυστικό αποτέλεσμα με καθαρή θεατρικότητα και ποικιλία συναισθημάτων… όπου η ευφορία των κωμικών στιγμών εναλλάσσεται με πίκρα και συγκίνηση, κορυφωμένη στο ατμοσφαιρικό φινάλε με αναπάντητα ερωτήματα να αιωρούνται για την τύχη των τριών μετά το αποκαλυπτικό ψυχικό ξεγύμνωμα, που δεν θα μάθουμε αν και πώς τους λύτρωσε ή όχι… ωστόσο το συναίσθημα της ύστατης στιγμής άγγιξε σαν ηλεκτρικό ρεύμα κι αυτό αξίζει να κρατήσουμε από μια προσεγμένη σκηνοθεσία με έντονη ταυτότητα…
Ερμηνευτικά και οι τρεις ήταν υπέροχοι με ισοδύναμες καλοδουλεμένες ερμηνείες και θαυμάσια μεταξύ τους χημεία, σε ένα σχήμα άρρηκτα δεμένο βάσει συγγραφικής συνθήκης… Από τους Χρήστο Γκρόζο, Αλέξανδρο Μιχαηλίδη και Θάνο Πουμάκη, δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε κανέναν, καθότι όλοι τους είναι εξίσου ταλαντούχοι και ανταποκρίθηκαν με επαγγελματισμό, αφοσίωση, ευελιξία, υποκριτική ωριμότητα παρά την απειρία λόγω ηλικίας, σε ρόλους απαιτητικούς και σύνθετους με έντονες μεταπτώσεις… Καθοδηγημένοι με ακρίβεια από τον σκηνοθέτη απέδωσαν τους τρεις χαρακτήρες με διακριτή ταυτότητα ο καθένας παραπέμποντας αληθοφανώς με τις όποιες ιδιαιτερότητές τους σε σύγχρονους, αναγνωρίσιμους νέους, επιδεικνύοντας άψογο συγχρονισμό μεταξύ τους, περίσσια ενέργεια και αμεσότητα στα ξεσπάσματα, εύστοχες μεταβάσεις από το χιούμορ στο συναίσθημα, ενώ μια κάποια δόση υπερβολής, ειδικά στην κινησιολογία, μπορεί να αποδοθεί αιτιολογημένα στην σουρεαλιστική χροιά της σκηνοθετικής οπτικής…
Τα στοιχεία που θα παρατηρούσαμε (-) σε ένα οπωσδήποτε καλοδουλεμένο σύνολο, αφορούν αρχικά στο κείμενο, το οποίο τόσο σε κάποια σημεία όσο και στο τελικό ζητούμενο – στόχο, παρουσιάζει κάποια «θολότητα» με αδιευκρίνιστα κίνητρα ή προθέσεις, κάτι που επίσης χαρακτηρίζει και τον ανεξιχνίαστο, συγκεχυμένο χαρακτήρα του σπουδαστή «Ανέστη»… ενώ η κορύφωση της κατάληξης, παρά την έντονη φόρτιση που αγγίζει καταλυτικά χάρη στη σκηνοθετική διαχείριση, νοητικά αφήνει ένα μετέωρο ερωτηματικό όχι τόσο με αίσθηση γοητευτικού μυστηρίου, αλλά ασύνδετου κενού ή ζωτικής έλλειψης… Στο κομμάτι της σκηνοθεσίας εντοπίσαμε κάποιες στιγμές όπου οι απόπειρες σουρεαλισμού δεν ενσωματώθηκαν «οργανικά» στο σύνολο και σε αρμονία με τον ρεαλισμό, μοιάζοντας κάπως στημένες ή τραβηγμένες για δημιουργία εντυπώσεων, αλλά ευτυχώς χωρίς κατάχρηση…
Συνοψίζοντας (=) αυτό που έχει σημασία είναι το γεγονός ότι παρακολουθήσαμε προσηλωμένοι 70 απολαυστικά λεπτά μεστά ουσίας, χιούμορ και συναισθήματος, σε μια φροντισμένη κωμωδία με ψαγμένο κείμενο, σουρεάλ στοιχεία, καλοδουλεμένες ερμηνείες…
Βαθμολογία: 6,7 στα 10
ΑΥΛΑΙΑ
«Τα λουλούδια στην κυρία» του Άκη Δήμου.
Ο σκηνοθέτης Ανέστης Καφάτσος μιλά στην “Κ”, εδώ
Σε ένα μικρό διαμέρισμα, της Θεσσαλονίκης του σήμερα, συγκατοικούν τρεις νέοι. Ο Γρηγόρης, ένα ρομαντικό πλουσιόπαιδο, ο οποίος έχοντας εγκαταλείψει τους γονείς του και την περιουσία τους, αποκομμένος από τον έξω κόσμο, βιοπορίζεται φτιάχνοντας… κλουβιά.
Σκηνοθεσία: Ανέστης Καφάτσος. Ερμηνεύουν: Χρήστος Γκρόζος, Αλέξανδρος Μιχαηλίδης, Θάνος Πουμάκης.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 5 & Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ.