Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα

Facebook – Instagram
Δέκα χρόνια μετά τον «Αμερικάνικο Βούβαλο» ο Ντέιβιντ Μάμετ γράφει το «Οικόπεδα με θέα» το οποίο βραβεύεται με Πούλιτζερ το 1984. Το έργο αυτό ανέβασε ο ταλαντούχος Νικορέστης Χανιωτάκης με έναν εξαιρετικό θίασο κι εμείς ήμασταν στο θέατρο Κολοσσαίο για να το παρακολουθήσουμε.
Ο Μάμετ χρησιμοποιεί την προσωπική του εμπειρία ως υπάλληλος σε μεσιτικό γραφείο για να δημιουργήσει ένα έργο για την σκληρότητα και τον ανταγωνισμό του χώρου των πωλήσεων και να καταπιαστεί για άλλη μια φορά με ένα από τα αγαπημένα του θέματα, την κενότητα του «αμερικανικού ονείρου» και την απελπισία στην οποία οδηγείται ο άνθρωπος λόγω της ματαίωσης του.
Βρισκόμαστε στο Σικάγο και παρακολουθούμε τέσσερις μεσίτες γης κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ημερών ενός διαγωνισμού, που έχει επιβληθεί από τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας. Ο πωλητής που θα κλείσει τις περισσότερες πωλήσεις, θα ανταμειφθεί με μία Κάντιλακ, ο δεύτερος καλύτερος με ένα σετ μαχαιροπήρουνα, ενώ τους άλλους δύο περιμένει η απόλυση.

Ξεκινώντας από το κείμενο, ο Μάμετ με το γνωστό του ύφος αυτό της λεπτής κεκαλυμμένης ειρωνείας, κοφτούς και ζωντανούς διαλόγους, μια γλώσσα αγοραία, καθημερινή με βωμολοχίες που εδώ ταιριάζει απόλυτα και δικαιολογείται καθώς πρόκειται για έναν ανδροκρατούμενο χώρο με ανθρώπους της «πιάτσας», αποδίδει άριστα το άγχος και την αγωνία των πωλητών να πετύχουν οπωσδήποτε, έστω κι εις βάρος του άλλου, χωρίς καμιά ηθική, ενοχή και ντροπή. Έχοντας βρεθεί στη θέση των ηρώων του, όταν ήταν ο ίδιος μεσίτης, ο συγγραφέας κατανοεί την πίεση κάτω από την οποία λειτουργούν και δικαιολογεί κατά κάποιον τρόπο το «ο θάνατός σου η ζωή μου» που είναι το μότο που κινεί τους ήρωες. Άλλωστε το φταίξιμο δεν είναι τόσο δικό τους όσο των επιχειρήσεων που λειτουργούν με ιεραρχικό σύστημα και δε διστάζουν να διαφθείρουν συμπεριφορές και συνειδήσεις στον βωμό του κέρδους, της επαγγελματικής ανέλιξης και της επιτυχίας.

Στα θετικά (+)…. Όσον αφορά την παράσταση που παρακολουθήσαμε αν και το έργο χαρακτηρίζεται ως κυνικό δράμα ο Νικορέστης Χανιωτάκης απέδωσε το περιεχόμενο με μια πιο ελαφριά ανάγνωση εστιάζοντας στα κωμικά στοιχεία. Αυτό όμως καθόλου δεν αφαίρεσε από το περιεχόμενο και τα νοήματα ούτε μείωσε την «τραγικότητα» των ηρώων και κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον. Το έργο εξακολουθεί να είναι σκληρό, ρεαλιστικό με δυνατούς χαρακτήρες πάνω στους οποίους στηρίζεται η σκηνοθεσία του Χανιωτάκη. Έκανε μια πολύ επιτυχημένη διανομή με έμπειρους αλλά και νεότερους ηθοποιούς. Έδωσε ωραίο ρυθμό και με τις σκηνοθετικές του οδηγίες οι ηθοποιοί κινήθηκαν με μια εντυπωσιακή φυσικότητα στον χώρο χάρη και στο λειτουργικό και έξυπνο σκηνικό. Τέλος το γνωστό «Mametspeak» με διαλόγους κοφτούς που μοιάζουν να μην έχουν ειρμό αν δεν αποδοθεί σωστά μπορεί πολύ εύκολα να κουράσει τον θεατή. Εδώ αυτό αποφεύχθηκε με σωστές παύσεις κάτι που σίγουρα εκτός από τους ηθοποιούς πιστώνεται και στον σκηνοθέτη.
Και πάμε στον πυλώνα της παράστασης, τις ερμηνείες.
Ο Θανάσης Κουρλαμπάς υποδύεται τον Ντέιβ Μός, έναν χαρακτήρα ραδιούργο, πονηρό, χειριστικό και συνεχώς θυμωμένο με τα πάντα, με τους εργοδότες, το σύστημα, τους συναδέλφους του. Ο ηθοποιός ήταν εξαιρετικός και ο διάλογος του με τον Άρη Λεμπεσόπουλο ήταν από τους πιο απολαυστικούς της παράστασης.
Ο Άρης Λεμπεσόπουλος ως Αρόνωφ, ένας ήρωας παραιτημένος που έχει αποδεχτεί πως τα «ψωμιά του είναι λίγα» στη δουλειά, είχε μια απόδοση εντυπωσιακή. Φυσικότητα, εκφραστικότητα, σιγουριά και πόσο ωραίες παύσεις!

Ο Γιάννης Μπέζος παίζει τον Σέλη Λαβίν, τον παλιότερο μεσίτη του γραφείου που είχε γνωρίσει μέρες δόξας αλλά στη δεδομένη στιγμή είναι το άλογο που ετοιμάζονται να σκοτώσουν επειδή γέρασε. Είναι ο τελευταίος στον πίνακα πωλήσεων και κινδυνεύει με απόλυση. Στη δύσκολη φάση της ζωής του ικετεύει, απειλεί, εκβιάζει περιαυτολογεί και φτάνει μέχρι και την παρανομία για να επιβιώσει. Είναι ίσως ο πιο τραγικός από όλους τους ήρωες. Ο Μπέζος ερμήνευσε με πληθωρικότητα τις ψυχολογικές εντάσεις του ήρωα καταφεύγοντας αρκετές στιγμές στο χιούμορ. Θετικό ότι, χάρη ίσως και στη σκηνοθεσία, κατάφερε στο ρόλο αυτό να ξεφύγει από την τηλεοπτική του μανιέρα.
Ο Μάκης Παπαδημητρίου, από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του, είναι ο Ρίτσαρντ Ρόμα. Είναι το γκανιάν του γραφείου. Καταφερτζής και με μεγάλη πειθώ σαν αρπακτικό πέφτει πάνω στη «λεία» του και δε διστάζει μπροστά σε τίποτα προκειμένου να πουλήσει. Δείχνει να σέβεται τον Λαβίν όμως ακόμα και αυτόν είναι έτοιμος να τον εκμεταλλευτεί με την πρώτη ευκαιρία. Ο ηθοποιός με τη συνηθισμένη του ερμηνευτική άνεση έπλασε έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο που πέρασε στην πλατεία και μάλιστα ενώ θα μπορούσε να είναι ένας ήρωας αντιπαθητικός εν τούτοις κερδίζει τη συμπάθεια των θεατών.
Ο Γιάννης Δρακόπουλος στο ρόλο του πελάτη μπορεί να μην είχε πολλά λόγια όμως με την τεράστια εκφραστικότητα και τη σωστή χρήση του σώματος παρέδωσε στο κοινό έναν «αδύναμο», άβουλο άνθρωπο που δεν μπορεί να πει «όχι».
Τους μικρότερους ρόλους αυτόν του προϊστάμενου και ψυχρού εκπρόσωπου του συστήματος και του αστυνομικού είχαν ο Γεράσιμος Σκαφίδας και ο Μάριος Μαριόλος αντίστοιχα. Κατάφεραν να σταθούν αντάξιοι των εμπειρότερων συναδέλφων τους και να αποδώσουν τους ρόλους τους αξιοπρεπέστατα.

Έχουμε μιλήσει πολλές φορές για τη μεγάλη σημασία των σκηνικών στο θέατρο. Καλή η αφαιρετική προσέγγιση με δυο καρέκλες και ένα μπαούλο. Ωραία κι η μοντέρνα ματιά όμως το σκηνικό παίζει μεγάλο ρόλο στην δημιουργία της ατμόσφαιρας του έργου. Βοηθάει τον θεατή να μπει στη θεατρική συνθήκη. Απόδειξη το εξαιρετικό πραγματικά σκηνικό της Αρετής Μουστάκα. Κα στο πρώτο μέρος το κινέζικο εστιατόριο αλλά κυρίως στο δεύτερο μέρος το σκηνικό του μεσιτικού γραφείου ήταν δουλεμένο, έξυπνο, λειτουργικό και σίγουρα είχε μερίδιο στην επιτυχία του όλου πονήματος. Ένας χάρτης γης χωρισμένος σε οικόπεδα ήταν η «πλάτη», ο τοίχος του μεσιτικού, με γραφεία, κουζινάκι και στο εσωτερικό της σκηνής το γραφείο του προϊστάμενου όπου γίνονται οι ανακρίσεις.
Τα κοστούμια της ίδιας, ρούχα γραφείου που παρέπεμπαν στη δεκαετία του έργου. Η πρωτότυπη μουσική του Γιάννη Μαθέ ήταν ατμοσφαιρική αλλά θα θέλαμε να ακουστεί περισσότερο. Οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχας ωραίοι, δεν είχε άλλωστε και πολλές σκηνικές εναλλαγές να χειριστεί.

Στα αρνητικά (-) της παράστασης θα αναφέρουμε την νωχελικότητα της πρώτης σκηνής. Είχε αρκετά αργό ρυθμό που σιγά σιγά πήρε την ανιούσα.
Επίσης το γεγονός ότι ο Χανιωτάκης αποφάσισε να ακολουθήσει μια πιο ελαφριά ανάγνωση του έργου και να αμβλύνει τις εντάσεις το έκανε λιγότερο αιχμηρό. Δεν αφαίρεσε κάτι από την ουσία αλλά στιγμές στιγμές έλειψε η κυνικότητα, σήμα κατατεθέν του Μάμετ, που είχε αντικατασταθεί από κωμικά στοιχεία.
Συνοψίζοντας (=): Είδαμε μια παράσταση δουλεμένη, καλοφτιαγμένη με μια διαφορετική προσέγγιση ως προς τη σκηνοθεσία και το ύφος, που κρίνεται επιτυχημένη. Με δυνατές, αξιόλογες στο σύνολό τους ερμηνείες που αποτέλεσαν το θεμέλιο της και σκηνικό φροντισμένο κι έξυπνο που πρόσθεσε σίγουρα πόντους στο τελικό αποτέλεσμα.
Βαθμολογία:
7,5/10
ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ
«Οικόπεδα με θέα» του Νταίηβιντ Μάμετ.

Το έργο, διαδραματίζεται κατά τις τελευταίες μέρες ενός διαγωνισμού, που έχει επιβληθεί από τα κεντρικά γραφεία ενός κτηματομεσιτικού γραφείου μιας μικρής αμερικανικής πόλης. Οι τέσσερις απελπισμένοι μεσίτες του γραφείου διαγωνίζονται ποιος θα κλείσει τις περισσότερες πωλήσεις. Ο πρώτος νικητής θα κερδίσει ένα πολυτελές αυτοκίνητο, ο δεύτερος ένα σετ μαχαίρια ενώ ο τρίτος και ο τέταρτος θα απολυθούν!
.
Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης. Ερμηνεύουν: Γιάννης Μπέζος, Μάκης Παπαδημητρίου, Άρης Λεμπεσόπουλος, Θανάσης Κουρλαμπάς, Γιάννης Δρακόπουλος κ.ά.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή 19:00 & 21:30, Σάββατο 18:00 & 21:00, Κυριακή: 18:00 & 20:30
.
-Κ-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 14/05/2023 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 12α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2023
.
12α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2023:
Τελετή Απονομής
Θέατρο Αυλαία – Παρασκευή 16 Ιουνίου, 21:00
