| Είδαμε και σχολιάζουμε όλες οι κριτικές μας με μια ματιά!
Είδε η Ελένη Γιαννακίδου και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Στη Σκηνή Σωκράτης Καραντινός της Μονής Λαζαριστών είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Έγκλημα και Τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι σε πρωτότυπη θεατρική μεταφορά του Θανάση Τριαρίδη και σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη. Το έργο ανεβαίνει από τις 28 του Μάρτη και καταφέρνει κάθε φορά που παίζεται να γεμίζει την αίθουσα και να κατά χειροκροτείται από το κοινό.
Το έργο βασίζεται στο κλασικό μυθιστόρημα «Έγκλημα και Τιμωρία» ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα λογοτεχνικά έργα του Φιοντόρ Ντοστογίεφσκι και της παγκόσμιας λογοτεχνίας γενικότερα, που το έγραψε το 1865 και είδε το φως της δημοσιότητας, το 1866, όταν εκδόθηκε για πρώτη φορά σε 12 συνέχειες σε ρωσικό λογοτεχνικό περιοδικό.
Η υπόθεση του έργου εστιάζει στον διπλό φόνο που διέπραξε στην Αγία Πετρούπολη ο Ροντιόν Ρασκόλνικωφ, ένας νεαρός φοιτητή ςτης Νομικής Σχολής κι ανερχόμενος συγγραφέας, που με έναν μπαλτά σκοτώνει μια γριά τοκογλύφο, την Αλιόνα Ιβάνοβα, και την αδερφή της που πηγαίνει να την επισκεφτεί. Ο νεαρός Ροντιόν κάνοντας φόνο, πέρα από τα χρήματα που ήταν το βασικό του κίνητρο, μιας κι ήταν ένας φτωχός φοιτητής, πιστεύει πως βγάζοντας απ τη μέση ένα τέτοιο πρόσωπο σώζει την κοινωνία από τα παράσιτά της και εξυγιαίνει την ανθρωπότητα, παρομοιάζει τηγριά τοκογλύφο σαν ένα χαλασμένο δόντι που πρέπει αναγκαστικά να βγει απ τη στοματική κοιλότητα.
Ο αστυνομικός ανακριτής Πορφύρης Πετρόβιτς ξέρει πως ο Ρασκόλνικωφ είναι ο δράστης αλλά δεν έχει στοιχεία να το αποδείξει, για αυτό παρακολουθεί πολύ στενά τις κινήσεις του κι ανακρίνει κάθε πρόσωπο που βρίσκεται κοντά του. Ο Ροντιόν γνωρίζει μια όμορφη νεαρή, την Σόνια, που εργάζεται ως πόρνη για να βοηθήσει την άρρωστη μητέρα της και να μεγαλώσει τα αδέρφια της, και στην πορεία την ερωτεύεται, αφού μαζί της νιώθει ηρεμία κι ασφάλεια γι αυτό κι είναι το πρώτο πρόσωπο που του εξομολογείται την ενοχή του .
Παράλληλα, ο ήρωας τρέφει μεγάλη αγάπη για την αδερφή του Ντούνια αλλά και για τη μητέρα του που έρχονται από την επαρχία στην πόλη και που ανακρίνονται από τον Πέτροβιτς, χωρίς ωστόσο ο τελευταίος να βρίσκει ενοχοποιητικά στοιχεία, μιας κι οι δυο γυναίκες παρουσιάζουν τον Ροντιόν ως έναν άγιο άνθρωπο που δε θα μπορούσε ποτέ να βλάψει τίποτα στη φύση, πόσο μάλλον να σκοτώσει άνθρωπο. Συνάμα, ο Ρώσος συγγραφέας μάς περιγράφει και την υπέροχη φιλική σχέση που έχει ο Ροντιόν με τον συμφοιτητή του Ραζουμίχιν αλλά και την ακλόνητη στάση του Ροντιόν, όταν εκβιάζεται από τον Σβιντριγκάιλοφ, έναν χήρο κτηματία στον οποίο δούλευε στην επαρχία η αδερφή του. Ο τελευταίος ξέρει πως ο Ροντιόν είναι ο δολοφόνος και ζητά για αντάλλαγμα την αδερφή του για γυναίκα του για να μην το καταδώσει . Ο Ροντιόν αρνείται, η αδερφή του θέλει να θυσιαστεί για τον αδερφό της αλλά ο Σβιντριγκάιλοφ βλέποντας στην πορεία το κακό που πηγαίνει να κάνει στη νεαρή γυναίκα , αυτοκτονεί.
Στο τέλος, η αγάπη πάλι νικά κι ο Ροντιόν βρίσκει τη δύναμη με την παρότρυνση της Σόνιας να παραδοθεί και να οδηγηθεί στη Σιβηρία όπου θα εκτίσει την ποινή του, με τη Σόνια πάντα να τον περιμένει εκεί, κι όταν βγει από τη φυλακή να αρχίσουν μια νέα ζωή.
Στην παράσταση που παρακολουθήσαμε, στα θετικά (+) συγκαταλέγουμε την άριστη συνεργασία του Τριαρίδη και της Κοντούρη, ώστε να βγει στη σκηνή το εξαίρετο αποτέλεσμα . Συγκεκριμένα, πολύ έξυπνο σκηνοθετικό εύρημα είναι η εμφάνιση του ίδιου του Συγγραφέα Ντοστογιέφσκι (υποδύεται ο Δημήτρης Φουρλής) στη σκηνή, ένα πρόσωπο που δίνει πληροφορίες σε γενικές γραμμές για τον χαρακτήρα του Ροντιόν, έτσι όπως αυτός τον βλέπει μέσα από τους πάμπολλους ήρωες των δικών του έργων. Είναι το πρόσωπο κλειδί για την σύλληψη του Ροντιόν, γιατί εκείνο συμβουλεύει τον ανακριτή Πέτροβιτς να μην πιέζει τον νεαρό φοιτητή να ομολογήσει αλλά να του δώσει εκείνο το ιδανικό που θα δημιουργήσει τη ρωγμή στην προσωπικότητα του ήρωα κι αυτόματα στην μεταμέλεια και στην ηθελημένη παράδοσή του για τιμωρία στις Αρχές. Έτσι, ήδη απ την αρχή του έργου, ως αρχαία τραγωδία, προοικονομείται η στιγμή εκείνη που θα κάνει την παρουσία του το ιδανικό που θα αλλάξει τον τρόπο σκέψης του Ροντιόν και θα τον οδηγήσει στην παραδοχή του εγκλήματος που διέπραξε.
Ακόμη, η συμμετοχή σε νευραλγικά σημεία στην πλοκή οχτώ ηθοποιών, ενός χορού στην ουσία που παριστάνει άλλοτε τους φίλους, άλλοτε τους θαμώνες ταβέρνας, άλλοτε τους πολίτες αλλά και τους κατάδικους, τους εγκλωβισμένους στα οράματα του Ροντιόν, τους κλώνους των ηρώων και των ηρωϊδων, δημιουργεί μια έντονη διάδραση με το κοινό που συνεχώς βρίσκεται σε εγρήγορση και αναζητά μαζί με τους ήρωες την πορεία προς την διέξοδο.
Θετική εντύπωση μας κάνει κι η σκηνική παρουσία του Δημήτρη – Τάρικ Ελ Φλάιτι (Ρασκόλνικωφ), που με έντονη κυνικότητα περιγράφει στη Σόνια τη στιγμή της δολοφονίας της γριάς Τοκογλύφου με όλα τα στάδια αναλυτικά της πράξης του φόνου αλλά και του φόνου της αδερφής της με μπαλτά. Ο έντονος αυτός κυνισμός μεταμορφώνεται σε μια δύναμη βαθιά εξομολογητική και μια αγάπη δυνατή κι εκφράζεται αργότερα στα λόγια της Ελίζας Χαραλαμπογιάννη (Σόνια), μια παρουσία που ξεγυμνώνεται στα μάτια μας ως ελπίδα, ως εκείνη η φωνή που μέσα από το δικό της βασανιστήριο, εκδίδεται ως πόρνη για να ζήσει, μια κοπέλα με διάφανο καθαρό πρόσωπο, η διάφανη Σόνια όπως την ονομάζουν , δεν ενδίδει σε κανέναν εκβιασμό, δεν φοβάται, κι οδηγεί τον αγαπημένο της Ροντιόν στην κάθαρση της ψυχής του.
Κοντά σ αυτή την φιγούρα , μια άλλη εξίσου τραγική, η φιγούρα της αδερφής του Ροντιόν, Ντούνια, υποδύεται η Φανή Καλογήρου -Βαλτή, με μια φωνή καθάρια, με λόγο κοφτό και απλό έρχεται με τη σειρά της να αποδείξει πόσο ευάλωτη είναι η γυναικεία φύση, κι απ την άλλη συνάμα και δυνατή για να θυσιαστεί για την αγάπη αλλά και να σώσει. Την ίδια στιγμή που πρέπει να απαντήσει θετικά για έναν απάνθρωπο γάμο με τον κτηματία , εκβιαστή και σκληρό άνθρωπο Σβιντριγκάιλοφ, υποδύεται ο Στέλιος Καλαϊτζής, αυτή χρησιμοποιεί ένα παλιό λαϊκό παραμύθι, μια αλληγορία, για να δείξει πως αυτό που κάποιος αγαπά δεν πρέπει να το θυσιάζει και να το εξευτελίζει για τίποτα στον κόσμο. Η Φανή Καλογέρου κατεβαίνει απ τη σκηνή, περπατά στον δεξί διάδρομο, έχοντας απ τη μια κι απ την άλλη πλευρά τους θεατές, επαναλαμβάνοντας το ίδιο παραμύθι δυνατά και αργά, ενώ οι θεατές παρακολουθούν, το ίδιο κι ο χορός απ τη μεριά του στη σκηνή ως πολίτες της Πετρούπολης μαζί με τους ήρωες του έργου, περιμένοντας όλοι μια ακόμα κάθαρση, μια λύση στο δράμα της νεαρής αυτής κοπέλας που δεν αργεί να έρθει.
Ευμενή τα σχόλια και για την υποκριτική δεινότητα του Χρίστου Στυλιανού στον ρόλο του Ανακριτή Πορφύριου που με ρούχα πράσινα, παντελόνι κι αυστηρή καμπαρτίνα, με το ανακριτικό του σκληρό βλέμμα και το κοφτό μουστάκι μάς παραπέμπει ασυναίσθητα στη μορφή του Αδόλφου Χίτλερ που χρησιμοποιεί περίεργες μεθόδους για να ανακρίνει του κρατούμενους. Σ αυτή τη σκηνή με έντονα ηχητικά εφέ και τον κατάλληλο φωτισμό επιτυγχάνεται το μαρτύριο με ηλεκτροσόκ που υπόκεινται όλοι οι ανακρινόμενοι.
Τέλος, θετικό πρόσημο παίρνει η Έφη Σταμούλη στον ρόλο της μάνας (Πουλχερία ) που μέσα από την αφήγησή της κάνει αναδρομή στο παρελθόν και μαθαίνουμε όλη την παιδική ηλικία του Ροντιόν, τις πεποιθήσεις και τα οράματά του, την κοσμοθεωρία του και αποτελεί ένα πολύ ωραίο κοντράστ αγνό, αθώο, αδύναμο απέναντι στον στυγνό ανακριτή αρχικά, απέναντι στον εκβιαστή Σβιντριγκάιλοβ αργότερα αλλά κι απέναντι στον ίδιο της το γιο με μια ηθελημένη λυτρωτική πράξη στο τέλος που εκπλήσσει τους θεατές και παράλληλα καθαίρει.
Τα σκηνικά μοντέρνα, μινιμαλιστικά και συνάμα άκρως λειτουργικά, οδηγούν με τη σειρά τους σ ένα πάντρεμα του κλασικού έργου του Ντοστογιέφσκι με την φρέσκια πνοή στον ρου της Ιστορίας και στο σήμερα που θέλει να δώσει η συνεργασία Τριαρίδη – Κοντούρη. Σιδερένια πατάρια με ρόδες στο δάπεδο της σκηνής γίνονται αυτόματα δρόμοι της πόλης, κρεβάτι, χώροι της ανάκρισης αλλά και τμήματα ενός Σταυρού, ενώ ψηλοί τοίχοι αμμοβολής χρησιμοποιούνται για να κρύψουν τις γυμνές ανδρικές και γυναικείες μορφές που βρίσκονται ασφυκτικά σε ένα δωμάτιο και ζητούν διέξοδο στον καθαρό αέρα και στην ελευθερία μέσα σ ένα τοπίο θολό, όπως ακριβώς τα οράματα που έβλεπε ο Ροντιόν από μικρός κι ήθελε να ελευθερωθεί απ αυτά. Σε κάποια στιγμή οι τοίχοι αυτοί σχίζουν και κατεβαίνουν ως μαχαίρι, γίνονται αγχόνη για τον ήρωα, όταν έρχεται η τιμωρία .
Σκηνικά, μουσική, τραγούδι (δημιουργία του Αγγελάκα) φωτισμοί και κοστούμια μέσα από την κυριαρχία του σίδερου, του μαύρου, του σκούρου πράσινου, του γκρίζου με μόνη διαφορά το λευκό ρούχο της Σόνιας με το Κόκκινο της πανωφόρι, έρχονται να ενώσουν το γκρίζο στις ψυχές των ανθρώπων με το γκρίζο της μεγαλούπολης, της αδιάφορης, σκληρής καθημερινότητας, των άσκοπων δοσοληψιών, και της επιβολής της δύναμης του Ισχυρού, σε μια κοινωνία που βαλτώνει, που επικρατεί το άδικο , που συνθλίβεται το καλό και το δίκαιο.
Η ένστασή μας στην παράσταση (-) βρίσκεται στο μήνυμα που θέλει η Σκηνοθέτης, όπως φαίνεται στο σκηνοθετικό της σημείωμα, να δοθεί με μια αναλογία μέσω της πρωτότυπης μεταφοράς του Ντοστογιεφσκικού κειμένου, που παρακολουθούμε, με κείνο του γεγονότος του ολοκαυτώματος στο Άουσβιτς και τις πρακτικές του Ναζισμού, γεγονότα βέβαια που έρχονται χρόνια μετά απ την συγγραφή του πρωτότυπου έργου, δημιουργώντας έτσι και μια διαχρονικότητα αλλά και μια επικαιροποίηση στο διασκευασμένο κείμενο με παράλληλη την αναφορά στην προσπάθεια των γυναικών να σώζουν ή να σώζονται από άνδρες που συνεχώς δολοφονούν. Δεν είμαστε σίγουροι, αν τέτοια ζητήματα γυναικοκτονίας ή μητροκτονίας περνούν εύστοχα και γίνονται αντιληπτά απ την θέαση αυτής της παράστασης ή αν συνειρμικά, χωρίς να διαβάσει κάποιος από πριν τις σημειώσεις της Σκηνοθέτριας, μπορούν να περάσουν ως μηνύματα στον θεατή, παρά τις όποιες αναλογίες μπορούμε να κάνουμε, καθώς βλέπουμε τον ανακριτή να θυμίζει πολύ τον Στυγερό Χίτλερ.
Εμείς, ως θεατές, αφηνόμαστε στη μαγεία του θεατρικού κειμένου και στον καθάριο λόγο του που πραγματικά καθηλώνει και μαγεύει, αποκαλύπτοντας όλα τα κίνητρα, τις προθέσεις και την ηθική των ηρώων που τελικά, όπως σταδιακά αντιλαμβανόμαστε, ξεπερνούν τον έναν ήρωα και γίνονται ξέχωρα κι αυτόματα οχτώ, φανερώνοντας ο καθένας κι η καθεμιά το δικό της σημαντικό Σταυρό που κουβαλά στο δρόμο προς την προσωπική λύτρωση.
Εν κατακλείδι (=) πρόκειται για μια παράσταση όπου ο θεατής θα περάσει μέσα από το δράμα των ηρώων στην καθολική κάθαρση η οποία έρχεται ως λογικό επακόλουθο στο τέλος του έργου, εκεί όπου ο κάθε ήρωας απολογείται για την στάση του και την ανάλογη συμπεριφορά που επέλεξε να δείξει. Παράλληλα, υμνείται με έξυπνο σκηνοθετικό τρόπο και μπράβο στην Κοντούρη, η δύναμη της φύσης που τελικά είναι ικανή, όπως η ίδια η ζωή, να αγκαλιάσει όλους, να τους θρέψει, να τους συγχωρέσει, να προστατέψει τα παιδιά της γυμνά, αυτά τα παιδιά και τους ανθρώπους που βρίσκονταν εγκλωβισμένα σ ένα δωμάτιο, που πάσχιζαν να βρουν διέξοδο, που ένιωθαν πως πνίγονταν και που τώρα όλα νιώθουν ασφαλή με τη δύναμη της αγάπης, με την δύναμη της ίδιας της ζωής να συνεχίσει την πορεία της, γιατί όπου θα υπάρχουν ανθρώπινες γενιές πάντα θα υπάρχουν και τα κατάλληλα κίνητρα, εκείνες οι δυνάμεις που θα δημιουργούν ρωγμές στην ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία και θα οδηγούν τους ανθρώπους στο φως κάνοντάς τους καλύτερους.
Βαθμολογία: 7,4/10
ΜΟΝΗ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ
«Έγκλημα και τιμωρία» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι.
Ένα νεαρός φοιτητής της Νομικής και επίδοξος συγγραφέας, στην Αγία Πετρούπολη του 1865, ο Ροντιόν Ρασκόλνικωφ, δολοφονεί με μπαλτά την γριά τοκογλύφο Αλιόνα Ιβάνοβνα – λογαριάζοντας την ως “μία ψείρα” που πρέπει να εξαληφθεί από την ηθικό ορίζοντα της ανθρωπότητας. Καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία για την ενοχή του ο αστυνόμος Πορφύριος Πέτροβιτς προσπαθεί να τον πιέσει ψυχολογικά ώστε να οδηγηθεί στην ομολογία.
Σκηνοθεσία: Νικαίτη Κοντούρη. Ερμηνεύουν: Δημήτρης – Τάρικ Ελ Φλάιτι, Ελίζα Χαραλαμπογιάννη, Φανή Καλογήρου Βαλτή, Χρίστος Στυλιανού, Έφη Σταμούλη κ.ά.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη: 19:00 Πέμπτη-Παρασκευή: 21:00 Σάββατο: 18.00 & 21.00 Κυριακή: 19:00 (έως 30/04)
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ