.
Είδε ο Γιώργος Μπαστουνάς και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Ο «Λόφος με τα άλικα πεύκα» αποτελεί τη μεταφορά ενός ιταλικού νεανικού έργου του Ούγκο Φόσκολο με τίτλο «Οι τελευταίες επιστολές του Τζιάκοπο Όρτις», το οποίο περιλαμβάνει αρκετά δραματικά και ρομαντικά στοιχεία. Η παράσταση παίζεται στο θέατρο «Αμαλία» μέχρι τέλη Νοέμβρη.
Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από ένα πρόσωπο, τον Τζιάκοπο, που ψάχνει να βρει την αληθινή αγάπη και την ελευθερία. Ο ίδιος έρχεται αντιμέτωπος με πάρα πολλές δυσκολίες σε μία διαδρομή αυτογνωσίας και τελικά εγκαταλείπει την προσπάθεια. Το έργο του ποιητή προσπαθεί να παρουσιάσει την εικόνα εκείνης της εποχής, τα κοινωνικά στερεότυπα και την υποβάθμιση των συναισθημάτων ένεκεν συμφερόντων. Η πλοκή δομείται κατά βάση πάνω στις επιστολές, που στέλνει ο πρωταγωνιστής στον επιστήθιο φίλο του, αλλά και στις συνομιλίες με το αντικείμενο του πόθου του. Μέσα από τις επιστολές παρουσιάζεται η πορεία των σκέψεων και των συναισθημάτων του ήρωα μέχρι την τραγική του κατάληξη.
Ως προς τα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης αρχικά θα εντάσσαμε την σκηνοθεσία του Νίκου Ορτετζάτου, ο οποίος προσπάθησε να κάνει ό,τι καλύτερο γινόταν ως προς την παραστατική απόδοση του κειμένου. Η ίδια αποτέλεσε ένα μεστό περιεχόμενο με αρκετές διαβαθμίσεις. Παρά την απλοϊκότητα του έργου, δεν έλειψαν τα σκηνοθετικά ευρήματα, τα οποία ήταν πάρα πολύ καίρια ως προς την πλοκή. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, τα δύο ουσιώδη ευρήματα ήταν η σκηνή με την παράλληλη αποστολή και λήψη των γραμμάτων, τα οποία κρέμονταν στο σκηνικό, όπως και το φινάλε το οποίο είχε δημιουργηθεί στα πρότυπα ενός πίνακα ζωγραφικής, που δημιουργούσε μία υψηλού περιεχομένου και αισθητικής εικόνα. Τα συγκεκριμένο σκηνοθετικά ευρήματα,αλλά και η γενικότερη επιμελημένη απόδοση της παράστασης έδωσαν ένα πλούσιου περιεχομένου αποτέλεσμα, προσπαθώντας να άρουν τις φανερές και έντονες αδυναμίες του κειμένου για τις οποίες θα γίνει λόγος στη συνέχεια.
Το σκηνικό της Μαρίνας Γκούμλα κινήθηκε σε υψηλά επίπεδα αποτελούμενο από τρεις βάσεις με σχεδιασμένα φύλλα δέντρων πάνω στις οποίες κινούνταν οι ήρωες. Οι αλλαγές των σκηνών οδηγούσαν σε κάποια σημεία σκοταδιού και σιωπής, όπου οι ίδιοι οι ηθοποιοί διαμόρφωναν και αναπροσάρμοζαν τις βάσεις. Ενδιαφέρον το εύρημα με τα γράμματα σε δύο στήλες στην σκηνή, τα οποία εξ αρχής παρουσίασαν ένα ισχυρό χαρακτηριστικό του κειμένου και δημιούργησαν μία αναμονή ως προς την αξιοποίησή τους από τη σκηνοθεσία. Γύρω από το κέντρο της σκηνής υπήρχαν φύλλα δέντρων, που δημιούργησαν μία φθινοπωρινή ατμόσφαιρα.
Ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται στην ενδυματολογία της Χριστίνας Θαλασσά με τις επιλογές να προσπαθούν να αποδώσουν την εποχή στην οποία διαδραματίζεται το έργο. Οι φωτισμοί του Πολύβιου Σερδάρη ήταν αποδοτικοί με αρκετές εναλλαγές στην πορεία των σκηνών, που δημιούργησαν ένα ευάρεστο οπτικά αποτέλεσμα.
Οι ηθοποιοί αποτέλεσαν ένα σύνολο με συνοχή και χημεία. Σε αυτό βοήθησε το ωραία μοιρασμένο των ρόλων τους.
Ο Δημήτρης Δάγκαλης φάνηκε να υπερέχει του συνόλου κρατώντας το ενδιαφέρον με μία μεστή και χωρίς υπερβολές παρουσίαση του κεντρικού ήρωα. Απέδωσε μία εναλλαγή συναισθημάτων με απλότητα ισορροπώντας στο παράλληλα δραματικό και ρομαντικό ύφος του κειμένου.
Ο Άγγελος Γουγούσης παρά τα εμφανή σημεία άγχους και υπερβολής στις πρώτες σκηνές φάνηκε στη συνέχεια να παρουσιάζει μία δυναμική ερμηνεία η οποία ενισχύθηκε από τις εναλλαγές των ρόλων. Διαχειρίστηκε με μαεστρία την εναλλαγή, η οποία αφορούσε στην ηλικιωμένη φιγούρα ενός εξόριστου άντρα με τις ρήσεις του κειμένου να εντυπωσιάζουν.
Η Μαρία Αλεξανδρίδου παρά την φιλότιμη προσπάθεια κλήθηκε να ερμηνεύσει έναν ρόλο ανέμπνευστο και περισσότερο κενού περιεχομένου παρά διαμορφωτικό των λοιπών εξελίξεων.
Στα αρνητικά (–) στοιχεία της παράστασης αρχικά θα εντάσσαμε το κείμενο σε διασκευή του σκηνοθέτη. Το νεανικό αυτό έργο παρά τα πολλαπλά μηνύματα τα οποία προσπάθησε να μεταδώσει, εντούτοις παγιδεύτηκε σε μία ανιαρή αφήγηση των γεγονότων. Ήδη από την αρχή της παράστασης ήταν προδιαγεγραμμένο το τέλος, με τη μετάβαση σε αυτό να είναι ιδιαίτερα κουραστική παρά τη «μαζεμένη» διάρκεια της παράστασης. Πέρα από τα θετικά σημεία, που αναφέρθηκαν παραπάνω το κείμενο δεν φάνηκε να έχει να προσφέρει κάτι ως προς τη μετάδοση ενός μηνύματος ή την σκιαγράφηση ενός χαρακτήρα. Δυστυχώς η παράσταση παρά την ικανοποιητική διαμόρφωση παγιδεύτηκε σε αυτό.
Πέραν αυτού η μουσική του Πάρι Παρασχόπουλου, η οποία ήταν συνεχής σε όλη την παράσταση δεν φάνηκε να δίνει τον απαιτούμενο ρυθμό, αλλά διατήρησε μία μονότονη απόδοση του ήδη ανιαρού κειμένου. Φωτεινή εξαίρεση ορισμένα τραγούδια, τα οποία παρεμβάλλονταν, με την απόδοση τους στην ιταλική γλώσσανα κρίνεται απόλυτα θετική, καθώς έδωσε ένταση στην στιγμή και ανέδειξε την πατρότητα του κειμένου.
Συνολικά (=), θα λέγαμε πως πρόκειται για μία παράσταση στην οποία όλα τα στοιχεία προσπάθησαν για ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα το οποίο ωστόσο αλλοιώθηκε από μία βαρυσήμαντη πτυχή της παράστασης, το κείμενο. Ευτυχώς σε γενικό πλαίσιο ή δυστυχώς για τη συγκεκριμένη παράσταση «εν αρχή ην ο λόγος»…
Bαθμολογία:
5.6/10
.
-k-
.
ΑΜΑΛΙΑ
«Στο λόφο με τα άλικα πεύκα» του Ούγκο Φόσκολο.
Η παράσταση ακολουθώντας τα βήματα του νέου Τζιάκοπο που τον οδηγούν ανεπιστρεπτί σε μια λυτρωτική αυτοκτονία, θέλει να σκιαγραφήσει την εικόνα μιας εποχής και μιας κοινωνίας που δεν απέχει και πολύ από τη δική μας. Μιας κοινωνίας που θέτει τη λογική απέναντι στο συναίσθημα, τη μετριοπάθεια απέναντι στην αρετή και την ανικανότητα απέναντι στο πάθος..
Σκηνοθεσία: Νίκος Ορτετζάτος.
Ερμηνεύουν: Δημήτρης Δάγκαλης, Μαρία Αλεξανδρίδου, Άγγελος Γουγούσης.
.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη – Κυριακή στις 21:00 (έως 28/11)
.
.
-Κ-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 14/05/2022 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 11α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2022 – Πληροφορίες ΕΔΩ
.
Φωτογραφικό υλικό