Την παράσταση είδε και σχολιάζει ο Γιώργος Μπαστουνάς
Η «Σονάτα του σεληνόφωτος» αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά έργα του σπουδαίου Γιάννη Ρίτσου, το οποίο παρουσιάστηκε δραματοποιημένα από την Κατερίνα Διδασκάλου σε ελληνική και γαλλική εκδοχή υπό τη μορφή ενός μονολόγου μίας γυναίκας, που παλεύει με τον θάνατο, την φθορά, τη συνύπαρξη παρελθόντος και παρόντος, αλλά και τις σκοτεινές πτυχές του εσωτερικού της κόσμου.
Στα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης τοποθετείται αρχικά η πιστή αποτύπωση του κειμένου, το οποίο διατηρήθηκε στην αρχική του μορφή, χωρίς καμία επέμβαση και αλλαγή. Το γεγονός αυτό φάνηκε να αποπνέει σεβασμό στο πρωτότυπο κείμενο, χωρίς να διακινδυνεύει από μία πιθανή παραποίηση μίας ιδιόμορφης διασκευής.
Η Κατερίνα Διδασκάλου είχε ικανοποιητική απόδοση στην ερμηνεία της. Η ίδια αρκετά προσανατολισμένη και συγκεντρωμένη στο ρόλο της φάνηκε να αξιοποιεί επαρκώς τα σημεία του κειμένου και να τα χρωματίζει με τους κατάλληλους τονισμούς και τις πρέπουσες παύσεις. Η ισορροπημένη απόδοση, χωρίς ανούσιες υπερβολές συνοδεύτηκε από μία μετρημένη κινησιολογία σε στιγμές έντασης και ψυχικής κορύφωσης, και από μία εξαίσια στατικότητα σε στιγμές συγκίνησης και φόβου.
Στον εμπλουτισμό της ερμηνείας συνέβαλαν οι ταιριαστές μουσικές επιλογές, που αύξησαν την δραματικότητα και έδωσαν «χρώμα» στις αντιδράσεις της πρωταγωνίστριας, καλύπτοντας ένα σημαντικό εύρος συναισθημάτων. Συγχρόνως, το σκηνικό ήταν αρκετά δωρικό, κάτι, που ταίριαξε στο περιεχόμενο, αλλά και στην εξυπηρέτηση των αναφορών σε στοιχεία του χώρου.

.
Ωστόσο από την παράσταση δεν έλειψαν τα αρνητικά (-) στοιχεία, που υποβάθμισαν την σε γενικές γραμμές μεστή ερμηνεία. Αρχικά, ως προς το σκηνικό παρατηρήθηκε παρά τη σωστή του διαμόρφωση να στερείται χρήσης από την ερμηνεία. Συγκεκριμένα, δεν αξιοποιήθηκαν σκηνοθετικά όλα τα σημεία του χώρου, που θα ευνοούσαν μία προσπάθεια εμπλουτισμού των κινήσεων και των αναφορών, προσδίδοντας έναν συμβολισμό σε όσα αποτυπώνει το κείμενο.
Ορισμένα εξ αυτών λειτούργησαν απλώς και μόνο ως ντεκόρ. Ακόμη ως προς την σκηνογραφία πρέπει να γίνει μνεία στους φωτισμούς, οι οποίοι λειτούργησαν επικουρικά σε σχέση με την υπόλοιπη ερμηνεία. Σε ένα έργο, που γίνεται έντονη επίκληση στο φεγγάρι και για να γίνουμε πιο ακριβείς στο «σεληνόφως» αναμένει κανείς να τονιστεί αυτό το στοιχείο στην παράσταση, έχοντας εμφανή παρουσία στον φωτισμό. Ο συνδυασμός της εναλλαγής των φωτισμών ανάλογα με τη μουσική υπόκρουση από μόνος του δεν είναι ικανοποιητικός, καθώς δεν εξυπηρετεί την γοτθική και υποδόρια ατμόσφαιρα, που καλλιεργείται στο έργο. Πρόκειται για μία εμφανή προσπάθεια να τεθεί στο επίκεντρο η πρωταγωνίστρια, κάτι, που στα πλαίσια ενός μονολόγου είναι θεμιτό και ίσως αναγκαίο, στον βαθμό όμως, που δεν παραβλέπει καίρια σημεία του κειμένου. Τελικώς, όμως, μιλάμε για μία δραματοποιημένη απόδοση, όπως τιτλοφορείται η παράσταση, ή για μία διευρυμένη απαγγελία;
Ένα ακόμη αρνητικό στοιχείο, ίσως το σημαντικότερο όλων, που έδωσε αρνητικό πρόσημο στην αξιόλογη προσπάθεια, ήταν η μικρή διάρκεια της παράστασης, που άγγιξε τη μισή (!) ώρα. Αυτός ο παράγοντας στέρησε από την ερμηνεία την επιζητούμενη ένταση και κορύφωση του ρόλου. Σε μία επιλογή ενός ποιητικού και δη αυτούσιου κειμένου είναι εμφανής η δυσκολία του θεατή να παρακολουθήσει με απόλυτη προσήλωση ήδη από την αρχή τον μονόλογο, ώστε να χρειάζεται έναν αναγκαία εύλογο χρόνο για να ενταχθεί στην υφολογία και το κεντρικό νόημα του κειμένου, καθώς και στα συναισθήματα, που επιδιώκει αυτό να του μεταδώσει. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα στο να επέλθει η ερμηνευτική κορύφωση, καθώς την στιγμή έντασης, που όλοι περίμεναν, έπεσε η αυλαία, σκορπίζοντας αμηχανία σε κοινό και προσφέροντας «παγωμένα» χειροκροτήματα απορίας για το επισπευσμένο φινάλε. Και σίγουρα η διάρκεια δεν παίζει πάντα καίριο ρόλο, εφόσον όμως παρουσιάζεται ένα συνολικά «γεμάτο» αποτέλεσμα με αρχή, μέση και τέλος. Θα μπορούσε να υπάρξει ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα με την ένωση και άλλων κειμένων του Ρίτσου, ώστε να παρουσιαστεί ένα ενιαίο σύνολο πάνω στη θεματική, που επιδιώκει να θίξει η «Σονάτα του σεληνόφωτος». Συνέπεια όλων αυτών ήταν μέσα από μία σκηνοθετικά φτωχή προσέγγιση, χωρίς επαρκή ανάπτυξη του ρόλου και εμβάθυνση στα ενδότερα σημεία του κειμένου, να μην επέλθει η επιζητούμενη λύτρωση, που όλοι περιμέναμε.
Συνολικά (=) θα λέγαμε, ότι η παράσταση συντίθεται από μία άξια αναφοράς υποκριτική προσέγγιση από την πρωταγωνίστριά της, με ευέλικτη κινησιολογία και ταιριαστή ηχητική υπόκρουση, η οποία όμως δεν καταφέρνει να αγγίξει το μέγιστο, αφήνοντας τους θεατές με το αίσθημα του ανικανοποίητου, τόσο από την περιορισμένη διάρκεια, όσο και από το άνευρο φινάλε. Σε ένα γενικότερο σχόλιο πρέπει οι δημιουργοί μίας παράστασης να αντιληφθούν, ότι απευθύνονται σε ένα κοινό, που έρχεται να τους τιμήσει, πληρώνοντας ένα συγκεκριμένο (όχι πάντα αμελητέο) χρηματικό αντίτιμο για να απολαύσει μία (ανεξαρτήτως γούστων) ολοκληρωμένη παράσταση. Οι πρακτικές, που αγγίζουν τα όρια της –ας μου επιτραπεί η έκφραση- «αρπαχτής» είναι κατακριτέες και σε κάποιον βαθμό αποκρουστικές.
Βαθμολογία:
4,7/10
.
Πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ
.
Δείτε & αυτά:
/
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 15/5/2019 έως 14/05/2020 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 10α -επετειακά- Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2020.
& αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
.
Actors Portfolio:
Εμπλουτίστε το βιογραφικό σας με φωτογραφίες υψηλών προδιαγραφών.
Επιπλέον αναλαμβάνουμε: Φωτογράφησης προβών, πρεμιέρας, φωτογραφίες δελτίων Τύπου, συνεντεύξεις, προώθηση φωτογραφιών κοινωνικών δικτύων κ.ά.
.
.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό