Η Φιλιώ και η Κατερίνα πάνε θέατρο
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα
Με το που ανακοίνωσα στη Φιλιώ και την Κατερίνα το έργο που θα βλέπαμε, ενθουσιάστηκαν και άρχισαν να μου λένε ιστορίες για τους δύο πρωταγωνιστές, τη Λέιντιμπαγκ και τον Κατ Νουάρ, των οποίων την ύπαρξη αγνοούσα εντελώς μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ναι, με έπιασαν αδιάβαστη οι μικρές μου φίλες οπότε χρειαζόμουν ένα μικρό και εντατικό φροντιστήριο για να μπω στο κλίμα. Μετά τις πρώτες και βασικές πληροφορίες, που έσπευσαν να μου δώσουν, αφέθηκα στο να γνωρίσω τους ήρωες της παράστασης βλέποντας τους στη σκηνή του θεάτρου Κολοσσαίον και απολαμβάνοντας τους στις περιπέτειες που θα ζούσαν και θα μοιραζόντουσαν μαζί μας.
Η Λέιντιμπαγκ και ο Κατ Νουάρ ήταν δύο ήρωες με σχεδόν υπερφυσικές δυνάμεις που είχαν αναλάβει να σώσουν το Παρίσι από κάθε κίνδυνο χαρίζοντας την ίδια στιγμή σε όλους εμάς, μικρούς και μεγάλους θεατές, την πολύτιμη εμπειρία της κάθαρσης. Όπως και να το κάνουμε θέλουμε πάντα να κερδίζει το Καλό πολεμώντας το Κακό και εξολοθρεύοντας το. Όσο πιο δύσκολη μάλιστα είναι η μάχη μεταξύ των δύο, τόσο μεγαλύτερη και η κάθαρση που βιώνουμε στο τέλος. Οι δύο ήρωες συνεργαζόντουσαν μεταξύ τους προκειμένου να προστατέψουν το Παρίσι από τα μοχθηρά σχέδια του Χόκμοθ. Τελικά κερδίζει πάντα το καλό; Αυτό αναρωτιόμουν όσο έβλεπα το έργο και αποφάσισα να το μάθω ρωτώντας τον κύριο Νίκο Χρηστίδη, τον ηθοποιό που υποδυόταν τον Κατ Νουάρ. Σύμφωνα με τον ίδιο λοιπόν το καλό δεν κερδίζει ‘πάντα’ εύκολα αλλά κερδίζει όταν υπάρχει συνεργασία και εμπιστοσύνη. Αυτό είναι, κατά τη γνώμη του, το μήνυμα της παράστασης, ότι δηλαδή η δύναμη βρίσκεται στο ‘μαζί’. Οι δύο ήρωες δεν είναι ήρωες επειδή έχουν μαγικές δυνάμεις. Είναι ήρωες επειδή πιστεύουν ο ένας στον άλλον. Είναι μια ιστορία που μας θυμίζει πως η καλοσύνη είναι πάντα επίκαιρη και τελικά νικά.
Ένα από τα πιο συναρπαστικά στοιχεία της παράστασης ήταν ότι μπορούσαμε να δούμε τους ανθρώπους που υπήρχαν πίσω και κάτω από τη μάσκα των ηρώων με τις σχεδόν υπερφυσικές δυνάμεις. Η Λέιντιμπαγκ ήταν η Μάρινετ και ο Κατ Νουάρ ήταν ο Άντριεν. Αυτοί οι δύο έφηβοι έψαχναν εναγωνίως να βρουν τρόπους να εκφράσουν αυτό που ένιωθαν ο ένας για τον άλλον χωρίς να τα καταφέρνουν. Ήταν και οι δύο ντροπαλοί. Παγιδευόντουσαν επίσης στο φόβο της απόρριψης και της αποτυχίας κάνοντας αρνητικά σενάρια που δεν τους επέτρεπαν να ρισκάρουν να πουν ο ένας στον άλλον αυτό που πραγματικά ένιωθε. Αντικρίζοντας αυτούς τους δύο έφηβους ένιωθα μια βαθιά συγκίνηση για αυτό το αμήχανο και αθώο φλερτ που εξελισσόταν σταδιακά σε μια δυνατή αγάπη. Ήμουν πολύ περίεργη για το πώς ένιωσε ο ηθοποιός που ενσάρκωσε το ρόλο του Άντριεν και αν του θύμισε κάτι από τα δικά του εφηβικά χρόνια. Ο ίδιος θα εξομολογηθεί πως ο Άντριεν είναι ένα παιδί που μεγαλώνει μέσα σε περιορισμούς αλλά έχει μια ψυχή γεμάτη καλοσύνη και ανάγκη για επικοινωνία. Μέσα από εκείνον θυμήθηκε την εφηβική αμηχανία, τη δυσκολία να εκφράσει αυτό που ένιωθε από φόβο μήπως δεν γίνει αποδεκτό. Όλοι, όπως λέει, έχουμε υπάρξει κάποτε ‘Άντριεν’ με συναισθήματα που δεν τολμούσαμε να δείξουμε. Αυτός ο ρόλος του θύμισε επίσης πόσο σημαντικό είναι να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να είναι ευάλωτος.
Κάποια στιγμή εμφανίζεται επί σκηνής ο πατέρας του νεαρού Άντριεν. Ένας αυστηρός και απαιτητικός πατέρας που δεν αφήνει πολλά περιθώρια στο γιο του να κάνει αυτό που θέλει και που φαίνεται να μην του δίνει αυτό που χρειάζεται ώστε να πιστέψει στον εαυτό του. Κομβική η σχέση πατέρα – γιου τόσο στο έργο όσο και στην ίδια τη ζωή. Πώς άγγιξε άραγε τον κύριο Χρηστίδη αυτή η δυαδική σχέση; ‘Η σχέση του Άντριεν με τον πατέρα του είναι από τα πιο συγκινητικά σημεία του έργου. Μου θύμισε πόσο συχνά οι άνθρωποι, που αγαπάμε, δυσκολεύονται να το εκφράσουν. Ο Άντριεν ψάχνει συνεχώς ένα βλέμμα αποδοχής, κάτι που νομίζω όλοι έχουμε αναζητήσει κάποια στιγμή στη ζωή μας ειδικά ως παιδιά. Αυτή η έλλειψη επικοινωνίας με τον πατέρα του με άγγιξε βαθιά και συνδέομαι προσωπικά’, θα πει με κάθε ειλικρίνεια.
Δεν είναι όμως μόνο η σχέση πατέρα – γιου που αγγίζει τις ψυχές μας παρακολουθώντας αυτήν την παράσταση. Είναι και πολλά άλλα όπως η ζημιά που μπορεί να κάνει η ζήλια όταν μετατρέπεται σε φθόνο. Αυτό βλέπουμε στην περίπτωση της Κλόη, που δυσκολεύεται να διαχειριστεί την προοπτική να δει τον Άντριεν να προτιμά τη Μάρινετ με αποτέλεσμα να κάνει τα πάντα για να καταστρέψει το πάρτι γενεθλίων της. Ο φθόνος είναι από τα πιο τοξικά συναισθήματα που μπορεί να νιώσει κάποιος. Κι είναι σημαντικό να μπορεί ένα παιδί να τον αναγνωρίσει και να προστατευτεί από αυτόν. Ζητώ από τον πρωταγωνιστή να ξεχωρίσει κι αυτός με τη σειρά του μια σκηνή του έργου που, κατά τη γνώμη του, προβληματίζει τους θεατές θίγοντας ένα θέμα διαπροσωπικών σχέσεων. Εκείνος ξεχωρίζει τη σκηνή κατά τη διάρκεια της οποία ο Άντριεν – Κατ Νουάρ καλείται να συγχωρήσει την Κλόη παρόλο που έχει πληγωθεί. Είναι μια στιγμή που θίγει το θέμα της ενσυναίσθησης και της κατανόησης. Είναι σημαντικό, συνεχίζει, να βλέπει κανείς πέρα από τη συμπεριφορά του άλλου και να αναγνωρίζει την πληγή πίσω από τη συμπεριφορά. Είναι μια πολύ ανθρώπινη στιγμή καθώς μας θυμίζει ότι είναι ωραίο να μπορείς να συγχωρείς τον άλλον με τα λάθη και τις αδυναμίες του.
Η ιστορία διαδραματίζεται στο Παρίσι, την πόλη του φωτός. Κι όμως η Κλόη, που μετατρέπεται στην Σατσουρέιτορ, επιχειρεί να εξαφανίσει όλα τα χρώματα κάνοντας τους ανθρώπους γκρι. Θέλει να τα κάνει όλα γκρι. Και γκρι σημαίνει πως δεν θα υπάρχει η χαρά, η απόλαυση, το μοίρασμα, η ικανοποίηση, η ελπίδα. Γκρι σημαίνει πως δεν θα υπάρχει το φως παρά μόνο το σκοτάδι.Τα χρώματα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο από την αρχή ως το τέλος. Όσο κι αν προσπαθεί η Σατσουρέιτορ να τα εξαφανίσει κάνοντας τα γκρι, στο τέλος τα χρώματα κερδίζουν θυμίζοντας μας τα λόγια του Βίνσεντ Βαν Γκογκ σύμφωνα με τα οποία ό,τι είναι το χρώμα για τον ζωγραφικό πίνακα είναι ο ενθουσιασμός για τη ζωή. Μας αφήνει τελικά με μια αίσθηση κάθαρσης και αισιοδοξίας το τέλος της ιστορίας. Θέλω πολύ να μάθω τι κράτησε ο πρωταγωνιστής από το ρόλο, τις πρόβες και όλο το βίωμα επί σκηνής.
‘Αυτό που κράτησα’, λέει, ‘είναι η χαρά της συνεργασίας και η πίστη στη φαντασία. Το έργο αυτό είναι ένα έργο γεμάτο λάμψη, όχι μόνο ως προς τα σκηνικά του, αλλά και συναισθηματικά. Μου θύμισε πως όταν δουλεύεις με αγάπη, με ομάδα και με σεβασμό, το αποτέλεσμα έχει πάντα χρώμα, ακόμα κι αν γύρω σου επικρατεί γκρι. Ο ρόλος Άντριεν – Κατ Νουάρ ήταν για μένα πρόκληση γιατί έπρεπε να ισορροπήσω ανάμεσα στη συστολή και τη δύναμη, την ευαισθησία και την αυτοπεποίθηση. Μέσα από αυτό το ρόλο ανακάλυψα πόσο σημαντικό είναι να αγκαλιάζουμε την ήσυχη και την πιο δυναμική πλευρά του εαυτού μας’.
Βγαίνοντας από την αίθουσα και αφού αποθανατίζουμε μια τόσο όμορφη εμπειρία με την απαραίτητη φωτογραφία, κρατώ τις δυο μικρές φίλες μου από τα χέρια τους και περπατάμε προς το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Δεν βιαζόμαστε. Έχουμε πολλή ώρα μπροστά μας χωρίς να μας περιμένει κάτι που επείγει. Βλέπω τη χαρά τους και χαίρομαι. Δεν χρειάζεται να συζητήσουμε πολλά για το έργο που είδαμε. Η ηρεμία είναι αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους. Η ηρεμία και η ενέργεια για παιχνίδι. Η ευχάριστη αυτή εναλλαγή δύο ψυχικών καταστάσεων. Από παιδιά έχουμε αυτές τις δύο πλευρές του εαυτού μας. Από παιδιά μαθαίνουμε να τις αγκαλιάζουμε. Ή και όχι. Από παιδιά μαθαίνουμε πως είμαστε πολλά παραπάνω από αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε. Με αυτές τις σκέψεις συνεχίζουμε την επιστροφή μας. Ήταν άλλη μια πολύτιμη έξοδος που μοιραστήκαμε οι τρεις μας μαζί με όλους και όλες εσάς.
Ραντεβού την επόμενη Παρασκευή με ένα καινούργιο άρθρο… η Φιλιώ και η Κατερίνα πάνε θέατρο και τους αρέσει πολύ…
Πληροφορίες και εισιτήρια θα βρείτε εδώ











