Είδε η Ειρήνη Σοφιανίδου και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Η Ανδρομάχη θεωρείται από πολλούς μελετητές του Ευριπίδη από τα λιγότερα επιτυχημένα έργα του. Το γεγονός αυτό ίσως να αποτελεί έναν από τους λόγους που ανεβαίνει σπανιότατα. Με μεγάλη λοιπόν περιέργεια βρεθήκαμε στο θέατρο Δάσους, παρά την αφόρητη ζέστη, για να παρακολουθήσουμε αυτό που με φροντίδα δημιούργησε η Μαρία Πρωτόπαππα. Η προσέλευση των θεατών δεν ήταν αυτή που θα άξιζε σε αυτήν την παράσταση, ίσως επειδή δεν είχε κανέναν τηλεοπτικό «κράχτη». Είχε όμως έμπνευση, ωραίες ερμηνείες και σημαντικά μηνύματα. Οπότε, μαντέψτε ποιος έχασε!
Η Ανδρομάχη, η έκπτωτη βασίλισσα της Τροίας και σύζυγος του Έκτορα , μετά την άλωση της πόλης καταλήγει ως δούλη και παλακίδα του Νεοπτόλεμου, του γιου του Αχιλλέα με τον οποίο αποκτά ένα παιδί. Ο Νεοπτόλεμος λίγο αργότερα παντρεύεται την Ερμιόνη, την κόρη του Μενέλαου και της Ελένης, η οποία αδυνατεί να του χαρίσει νόμιμο διάδοχο. Από ζήλια θέλει να εξοντώσει την Ανδρομάχη και τον γιο της με τη βοήθεια του πατέρα της, όσο ο Νεοπτόλεμος απουσιάζει στους Δελφούς.
Στην αρχή του έργου, λοιπόν, η Ανδρομάχη καταφεύγει στο βωμό της Θέτιδος για να προστατευτεί από την Ερμιόνη και τον Μενέλαο που εμφανίζεται ως κακούργος (αντισπαρτιατική προπαγάνδα). Την τελευταία στιγμή ο βασιλιάς Πηλέας σώζει την Ανδρομάχη και ο Μενέλαος επιστρέφει άπρακτος. Η Ερμιόνη αναλογίζεται την απόπειρα της και τρέμει το γυρισμό του άντρα της. Τότε εμφανίζεται ο Ορέστης (εχθρός του Νεοπτόλεμου) που παραμόνευε για ν’ αρπάξει την Ερμιόνη. Αγγελιαφόρος εμφανίζεται και ανακοινώνει ότι ο Νεοπτόλεμος έπεσε θύμα επίθεσης στους Δελφούς που οργάνωσε ο Ορέστης. Ο Πηλέας θρηνεί το χαμό του εγγονού του τη στιγμή που εμφανίζεται η Θέτιδα σαν από μηχανής θεά για να κλείσει το έργο με ευχάριστες υποσχέσεις: ο γιος της Ανδρομάχης θα ιδρύσει το βασιλικό οίκο των Μολοσσών, ο Πηλέας θ’ ανυψωθεί σε θεό και θα κατοικεί μαζί της στο παλάτι της θάλασσας. θα ξαναδεί και τον Αχιλλέα που κατοικεί σαν ήρωας στο νησί ” Λευκή”.
Η Ανδρομάχη λοιπόν διδάσκεται κάπου στο 424 π. Χ Ο Πελοποννησιακός πόλεμος είναι σε ύφεση, δεν έχει όμως τελειώσει κι ο Ευριπίδης γράφει ένα έργο με αντιπολεμικό χαρακτήρα και αιχμές εναντίον των Σπαρτιατών. Η συγκεκριμένη τραγωδία ξεφεύγει από τη συνηθισμένη δομή η οποία κατά πολλούς χαρακτηρίζεται από ασάφεια, δεν έχει δράση, ούτε έντονες ανατροπές και βασίζεται κυρίως στη σύγκρουση χαρακτήρων.
Στα θετικά (+). Σε αυτή την σύγκρουση χαρακτήρων στήριξε η Μαρία Πρωτόπαππα τη διασκευή και τη σκηνοθεσία της. Η Πρωτόπαππα είναι ένα δυνατό, δημιουργικό μυαλό και το αποδεικνύει με τον τρόπο που προσεγγίζει το έργο. Με απόλυτο σεβασμό στον Ευριπίδη(σε μετάφραση του Γ.Β. Τσοκόπουλου) διασκευάζει την τραγωδία μένοντας πιστή στο κείμενο και προσπαθεί να κάνει μια πολιτική ανάγνωσή του. Καταφέρνει να μιλήσει για έννοιες όπως μητρότητα, εξουσία, θηλυκότητα, βία, πόλεμος, γυναικεία καταπίεση. Φέρνει το έργο στο σήμερα χωρίς να καταφεύγει σε ανούσιους εκμοντερνισμούς καθώς όλα αυτά που πραγματεύεται είναι από μόνα τους διαχρονικά. Πολύ χρήσιμη η προσθήκη της γυναικείας φιγούρας που ερμηνεύει η ίδια. Λειτουργεί ως ένα μέσο σύνδεσης της σκηνής με τους θεατές.
Η σκηνοθεσία της έχει μια συνοχή με τη δραματουργική προσέγγιση. Όπως ακριβώς το κείμενο είναι απαλλαγμένο από τα περιττά χωρίς να απλουστεύεται έτσι κι η σκηνοθεσία χαρακτηρίζεται από λιτότητα χωρίς να λείπει η ουσία κι η πνευματική ένταση. Αποφεύγει τις υπερβολές και «χτίζει» με θεμέλια την εσωτερικότητα και τη σωματικότητα. Οι συγκρούσεις των ηρώων έχουν ένταση κι αλήθεια καθώς παρουσιάζονται από την σκηνοθέτιδα ως σύγχρονοι άνθρωποι με αδιέξοδα κι όχι ως εξιδανικευμένα πρότυπα. Ρυθμός που δεν έχασε ούτε χτύπο και μερικές σκηνές που δημιούργησαν συναισθήματα στους θεατές τα οποία σίγουρα θα θυμούνται για καιρό, όπως η συγκλονιστική σκηνή της σύγκρουσης του Πηλέα και του Μενέλαου αλλά και ο αποδομημένος πυρρίχιος του Χορού που πραγματικά προκάλεσε ανατριχίλα.
Πολύ ενδιαφέρουσα και η ιδέα της οπτικοποίησης της περιγραφής του χαμού του Νεπτόλεμου από τον Αγγελιοφόρο. Συνήθως οι μονόλογοι των αγγελιοφόρων είναι οι λιγότερο ενδιαφέροντες γιατί είναι μονότονοι και βασίζονται αποκλειστικά στα εκφραστικά μέσα του εκάστοτε ηθοποιού. Εδώ η Πρωτόπαππα χρησιμοποιεί σωματικό θέατρο και μετατρέπει τη σκηνή σε μια από τις πιο όμορφες και ποιητικές της παράστασης.
Ως προς τις ερμηνείες των ηθοποιών, η Πρωτόπαππα επέλεξε άνδρες ηθοποιούς για τους βασικούς γυναικείους ρόλους αλλά και για τον χορό που αποτελείται από Φθιώτισσες γυναίκες. Η επιλογή αυτή είναι από τη μία μια αναφορά στις ρίζες της αρχαίας θεατρικής παράδοσης, όπου όλες οι μορφές, γυναικείες και αντρικές παίζονταν από άντρες κι από την άλλη επιχειρείται μια αποστασιοποίηση των δύο ηρωίδων από τα φεμινιστικά πρότυπα και παρουσίασή τους ως φορέων φόβου, σιωπής και συμβιβασμών, ανεξαρτήτως φύλου.
Ο θίασος ήταν στο σύνολό του άρτιος. Δεν μπορούμε όμως να μην κάνουμε ξεχωριστή αναφορά στον Δημήτρη Πιατά στον ρόλο του Πηλέα. Ο Πηλέας είναι η φωνή της ανθρώπινης συνείδησης και ίσως και μια αντι-πατριαρχική άλλα και αντιρατσιστική φιγούρα. Υπερασπίζεται την Ανδρομάχη παρά το γεγονός πως είναι γυναίκα και μάλιστα ξένη. Ο Πιατάς είχε την ευθραυστότητα του ηλικιωμένου ανθρώπου και ταυτόχρονα μια δύναμη και μια αποφασιστικότητα που θύμιζε βασιλιά. Άρθρωση πεντακάθαρη, φωνή δυνατή και στεντόρεια, κίνηση που θα ζήλευε κάθε νέος ηθοποιός κι ένας σπαραγμός τόσο συγκινητικός που ήταν αδύνατον να αφήσει έστω κι έναν θεατή αδιάφορο. Σπουδαίος ηθοποιός!
Εξαιρετικός κι ο νεαρός Τάσος Λέκκας στον ρόλο της Ερμιόνης. Ένα παιδί ακόμη που της λείπει η σοφία κι η αυτοσυγκράτηση. Βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση, νιώθει ότι αδικείται και δρα εν βρασμώ. Έχει όλη την ορμή της νιότης αλλά και την αθωότητα. Μπορεί οι πράξεις της να είναι ακραίες όμως δεν παύει να είναι ένα τραγικό πρόσωπο, με συναισθήματα που δύσκολα μπορεί να διαχειριστεί λόγω του νεαρού της ηλικίας της. Ο ηθοποιός κατάφερε πραγματικά να μπει στην γυναικεία ψυχοσύνθεση να κατανοήσει την ηρωίδα του και να την παίξει με ευαισθησία, χωρίς υπερβολές. Ώρες ώρες ξεχνούσε κανείς ότι άνδρας παίζει γυναικείο ρόλο που άλλωστε ήταν και το ζητούμενο.
Σκληρός, άτεγκτος κι αλαζόνας από τη μία, διαλεκτικός από την άλλη ο Μενέλαος, που προσπαθεί να πείσει ότι υπάρχει λογική στα κίνητρα για τις ανόσιες πράξεις του. Δεν παρουσιάζεται μονοδιάστατα λοιπόν ως κακός αλλά ως ένας χαρακτήρας αντιφατικός. Ο Γιάννης Νταλιάνης τον απέδωσε με αποφασιστικότητα, εσωτερική ένταση, βάθος και αυτοσυγκράτηση χωρίς υποκριτικές κορώνες.
Τα σκηνικά του Σάκη Μπιρμπίλη ήταν λιτά όπως άλλωστε συνηθίζεται σε καλοκαιρινές περιοδείες. Ο βωμός της Θέτιδας όπου έχει καταφύγει η Ανδρομάχη είναι ο χώρος όπου εξελίσσεται όλη η δράση. Είναι όμως από τις περιπτώσεις που το σκηνικό δεν έλειψε ούτε αφαίρεσε κάτι από το συνολικό αποτέλεσμα. Οι φωτισμοί του ίδιου σε σκοτεινούς τόνους βοήθησαν στην ανάδειξη της ατμόσφαιρας του έργου.
Τα κοστούμια της Βάνας Γιαννούλα είχαν στοιχεία γυναικεία, όπως μακριές φούστες, γεγονός που βοηθούσε τον θεατή να αντιληφθεί ότι έχει απέναντι του γυναίκες ηρωίδες. Αποφεύχθηκε η παρένδυση κάτι που έδωσε ποιότητα στην εικόνα.
Η μουσική του Λόλεκ με στοιχεία μέταλ και αναφορές στον Πόντο έκαναν τον ήχο πολύ ιδιαίτερο και «έδωσαν» πολλούς πόντους στην παράσταση.
Στα λιγότερα καλά κι επουδενί στα αρνητικά θα αναφέρουμε την ερμηνεία του Αργύρη Ξάφη. Η Ανδρομάχη είναι κατά τον Ευριπίδη η ιδανική γυναίκα. Ώριμη και γενναία στρέφεται εναντίον της έλλειψης δικαίου, της βίας, της ανομίας, της εξουσίας. Είναι μια γυναίκα που έχασε τα πάντα και αναγκάζεται να καταφύγει ικέτιδα στο βωμό της μητέρας του Αχιλλέα που σκότωσε τον άντρα της. Πάσχει άδικα αλλά δεν παρουσιάζεται ως θύμα. Διατηρεί το ηθικό της ανάστημα και αρνείται να σωπάσει μπροστά στο άδικο. Ο ηθοποιός ξεκίνησε υποτονικά και δεν κατάφερε να κάνει τους θεατές να ξεχάσουν πως ένας γυναικείος ρόλος παίζεται από έναν άντρα και να επικεντρωθούν στην ουσία των λεγομένων του. Έλειπε η αγωνία, ο σπαραγμός της μάνας που κινδυνεύει να χάσει το μόνο πλάσμα που της έχει απομείνει. Καθώς το έργο εξελισσόταν, στις σκηνές με την Ερμιόνη βρήκε τον σωστό ρυθμό και η ερμηνεία του απέκτησε ζωντάνια κι ενέργεια. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν κακός. Υπήρχαν όμως κάποιες αδυναμίες. Κάτι έλειπε.
Συνοψίζοντας (=): Είδαμε μια προσεγμένη παράσταση ουσίας με πολλαπλά μηνύματα, σεβασμό στο αρχαίο κείμενο με καίριες προσθήκες, αβίαστα σύγχρονη, μια σκηνοθεσία έξυπνη και φρέσκια, ερμηνείες δουλεμένες και μια ιδιαίτερη μουσική επένδυση που ξύπνησε μνήμες και γέμισε τις ψυχές των θεατών συναισθήματα.
Βαθμολογία: 7,6/10