Είδε και σχολιάζει η Αννια Κανακάρη για την Κουλτουρόσουπα
Στην αίθουσα Αιμίλιος Ριάδης Μ2 του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης παρακολουθήσαμε την «Φθινοπωρινή ιστορία» του Αλεξέι Αρμπούζωφ, σε σκηνοθεσία Βάνας Πεφάνη, με τους Πέμη Ζούνη και Σταύρο Ζαλμά, στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Μια παράσταση για την οποία είχαμε ακούσει πολλά θετικά σχόλια και οφείλουμε, εξ αρχής, να παραδεχθούμε πως δικαίωσε τη φήμη της και με το παραπάνω…
Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά έργα του βραβευμένου Σοβιετικού θεατρικού συγγραφέα Αλεξέι Νικολάγιεβιτς Αρμπούζωφ, που έκανε πρεμιέρα στη Σοβιετική Ένωση το 1975 και πρωτοπαίχτηκε στην Ελλάδα το 1977 από τον θίασο Μάνου Κατράκη – Έλλης Λαμπέτη.
Ένας άντρας και μια γυναίκα, στο φθινόπωρο της ζωής τους, ανακαλύπτουν, ο ένας στον άλλο, αυτό που περίμεναν μια ολόκληρη ζωή… Εκείνος, ένας μοναχικός χειρουργός, διευθυντής ενός ησυχαστηρίου σε μια μικρή παραλιακή πόλη. Εκείνη, μια ατίθαση τρόφιμος που αμφισβητεί κάθε κανόνα της κλινικής και προκαλεί συνεχώς προβλήματα. Τα τείχη που ύψωσαν εδώ και χρόνια για να κρύψουν τις αδυναμίες τουςαρχίζουν σταδιακά, μέσα από τις συναντήσεις τους, να υποχωρούν. Το να εκμυστηρευτούν ο ένας στον άλλο τα μυστικά τους γίνεταιανάγκη και φάρμακο για τις λαβωμένες τους ψυχές. Η συμπάθεια, ο ενθουσιασμός, η περιέργεια, ο θαυμασμός, η εκτίμηση δεν αργούν να δώσουν την θέση τους στον… έρωτα που αποδεικνύεται «σαρωτικός» κι ας είναι… φθινοπωρινός.
Ένα γλυκόπικρο, τρυφερό και βαθιά ανθρώπινο έργο (+), εξαιρετικό δείγμα του συγγραφικού ύφους του Αρμπούζωφ, που εστιάζει, μεταξύ άλλων, στο δικαίωματων ανθρώπων, που βρίσκονται στη δύση της ζωής τους, να (ξανα)ερωτευτούν. Ο συγγραφέας προσεγγίζει τους χαρακτήρες με ευαισθησία και λεπτό χιούμορ και εμβαθύνει στα απόκρυφα των ψυχών τους, αποκαλύπτοντας τη δυναμική αλλά και τον πόνο που κρύβουν. Μέσα από πανέξυπνους διαλόγους καταγράφει τις δαιδαλώδεις διαδρομές του ανθρώπινου νου στην προσπάθεια του να αμυνθεί σε κάθε τι δυσάρεστο, αλλά και την αγαλλίαση που νιώθει,όταναποδεχθεί ότι ο έρωτας, ως άλλος «μίτος της Αριάδνης»,μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για την ευτυχία. Γιατί ο έρωτας είναι βάλσαμο, είναι πανάκεια και είναι τυχερός αυτός που θα τον συναντήσει, έστω και λίγο πριν τον χειμώνα της ζωής του…
Τη δραματουργική επεξεργασία του έργου ανέλαβε η σκηνοθέτης Βάνα Πεφάνη, ενώ τη μετάφραση του ο Ερρίκος Μπελιέ, ο οποίος με λόγο απλό, καθημερινό, με πνευματώδες χιούμορ και ενσυναίσθηση απέδωσε επιτυχημένα την ευαισθησία του πρωτότυπου κειμένου.
Η έμπειρη σκηνοθέτης Βάνα Πεφάνη, απέδωσε αριστοτεχνικά την ουσία του έργου, ανέδειξε τις ιδιαιτερότητες των χαρακτήρων, τους κρυμμένους φόβους, τις αγωνίες, τους δισταγμούς τους και την τελική, άνευ όρων, παράδοσή τους στο απροσδόκητο για την ηλικία τους κάλεσμα του έρωτα. Έχτισε μια παράσταση σύγχρονη, ζωντανή και ανάλαφρη, που ρέει αβίαστα σε όλη τη διάρκειά της, και ξεχειλίζει από συναίσθημα, αλήθεια και ανθρωπιά, ισορροπώντας ανάμεσα στο χιούμορ, τον ρομαντισμό και τον ρεαλισμό. Η όλη προσέγγιση της χάρισε αληθοφάνεια και φυσικότητα στην ιστορία και κατέστησε εύκολο για τους θεατές (οι περισσότεροι των οποίων ήταν στην ηλικία των πρωταγωνιστών) να ταυτιστούν με τους χαρακτήρες. Εξαιρετικές σκηνοθετικές επιλογές, η απόδοση του έργου ως μια σειρά σκηνών, η κάθε μια από τις οποίες ήταν μια από τις συναντήσεις του ζευγαριού, καθώς και η προσθήκη του τρομπετίστα Στέφανου Δαφνή επί σκηνής, που αλληλεπιδρούσε με τους πρωταγωνιστές και σηματοδοτούσε μελωδικά τις εναλλαγές ανάμεσα στις σκηνές της παράστασης.
Οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών υπήρξαν υποδειγματικές, η δε χημεία μεταξύ τους αξιοθαύμαστη.
Η ταλαντούχα και πάντα γοητευτική Πέμη Ζούνη, ήταν απλά υπέροχη, σε έναν ρόλο που της ταίριαζε «γάντι». Αέρινη, ευαίσθητη, ρομαντική και ταυτόχρονα ατίθαση και δυναμική, κέρδισε τις εντυπώσεις από την πρώτη στιγμή. Η ερμηνεία της είχε βάθος και δύναμη και κράτησε προσηλωμένα πάνω της τα βλέμματα του κοινού σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Εντυπωσιακές υπήρξαν οι στιγμιαίες μεταμορφώσεις της από παιχνιδιάρα γυναίκα σε ένα πληγωμένο και μοναχικό πλάσμα που αποζητούσε επαφή και συντροφικότητα.
Εξαιρετική εμφάνιση και από τον Σταύρο Ζαλμά, που απέδωσε με μαεστρία, επαγγελματισμό και απόλυτη πειστικότητα τον ώριμο, μοναχικό άντρα που είδε όλο τον κόσμο του να αλλάζει όταν η ατίθαση τρόφιμος εισέβαλε στη ζωή του και ξύπνησε συναισθήματα ξεχασμένα από χρόνια. Η όλη του σκηνική παρουσία υπήρξε άψογη. Οι κινήσεις, το ύφος, το βλέμμα, ο αυθορμητισμόςτου επικοινωνούσαν όλο τον συναισθηματικό του κόσμο, την φαινομενική άρνησή του προς τα συναισθήματα που έβλεπε να ανθίζουν μέσα του αλλά και την έκδηλη λαχτάρα του για ζωή, φροντίδα και, γιατί όχι, για έρωτα.
Πραγματικά υπέροχη υπήρξε η σκηνή του βαλς που χόρεψαν οι πρωταγωνιστές, υπό την καθοδήγηση του Κυριάκου Κοσμίδη, μια σκηνή γεμάτη ρομαντισμό και τρυφερότητα.
Η πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Μάνου Αντωνιάδη, σύγχρονη και σπιρτόζα, συνέβαλε στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της παράστασης, της προσέδωσε ζωντάνια, νεύρο και μια ανάλαφρη, παιχνιδιάρικη διάθεση που τη συνόδευσε σε όλη τη διάρκειά της.
Ενδιαφέρον, επίσης, υπήρξε το λιτό, αφαιρετικό σκηνικό του Γιώργου Λυντζέρη, που ενώ αρχικά φάνηκε αδιάφορο, εντούτοις αποδείχθηκε εύστοχο και απολύτως συμβατό με την σύγχρονη προσέγγιση του έργου. Μαύρα μεταλλικά πλαίσια, οριοθετούσαν τις εισόδους των πρωταγωνιστών σε κάθε διαφορετικό τόπο συνάντησης τους, ενώ μικρότερες κατασκευές του ίδιου ύφους χρησίμευαν ως καθίσματα ή τραπέζια. Θα μπορούσε κάλλιστα να παραλληλιστεί με μια ζωγραφιά στην οποία ο δημιουργός τοποθέτησε μόνο τα περιγράμματα, ενώ το υπόλοιπο σκηνικό, τα χρώματα, η γύρω φύση, αφέθηκε να συμπληρωθεί από τη φαντασία του θεατή. Το σκηνικό συμπλήρωνε το video – trailer του Νίκου Γαβρόπουλου που πολύ προσεγμένα, χωρίς υπερβολές, έδωσε χρώμα και όγκο στη σκηνή, προσθέτοντας μια εικαστική πινελιά στο όλο οπτικό δρώμενο, χωρίς να «κλέψει» τίποτα από τη μαγεία των δύο ερμηνευτών. Θετικά συνέβαλαν και οι στοχευμένοι φωτισμοί του Βασίλη Κλωτσοτήρα.
Τα κοστούμια της παράστασης, τέλος, δημιουργίες επίσης του Γιώργου Λυντζέρη, κινήθηκαν στο ίδιο σύγχρονο πλαίσιο, με επιλογές totalblack για την πλειονότητα των σκηνών.
Για τη συγκεκριμένη παράσταση, η αναφορά σε αρνητικά στοιχεία (-) θεωρώ ότι περιττεύει. Όταν από το πρώτο λεπτό παρακολουθείς ως θεατής με ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη και φεύγοντας παίρνεις μαζί σου συναισθήματα και σκέψεις που σε γεμίζουν ανθρωπιά και ενσυναίσθηση, είναι βέβαιο ότι παρακολούθησες «καλό» θέατρο, αυτού του σπάνιου είδους που επιτελεί πιστά το σκοπό του και αναδεικνύει την τέχνη. Οπότε κάθε μικροπταίσμα στην απόδοση δεν χρήζει καν αναφοράς.
Συμπερασματικά (=), παρακολουθήσαμε μια τρυφερή, ανθρώπινη παράσταση, με έξυπνο χιούμορ, εξαιρετικές ερμηνείες και ένα υπέροχο, συγκινητικόκείμενο.Μια παράσταση για το δικαίωμα του ανθρώπου, κάθε ηλικίας,στη ζωή και τον έρωτα. Το δικαίωμα στη λήθη, στη χαρά, στην δεύτερη ευκαιρία. Το δικαίωμα να γελάσεις, να χορέψεις, να σπάσεις την ομπρέλα σου και να περπατήσεις στη βροχή…
Βαθμολογία: 7,7/10