«ΓΙΑ ΟΝΟΜΑ…»: Εξαίρετη παράσταση υψηλής ποιότητας! Είδαμε και σχολιάζουμε, αναλυτικά…
Μεγάλη ευλογία για τον θεατή να φεύγει πλήρως «δικαιωμένος» από μια παράσταση. Να νιώθει ότι το χρήμα και ο χρόνος του επενδύθηκαν με άριστο τρόπο… ότι οι συντελεστές τον σεβάστηκαν απόλυτα… ότι εισέπραξε μια ευεργετική ευφορία, ανάμεικτη με θαυμασμό… ότι αποχωρεί «γεμάτος» σε όλα τα επίπεδα, δυσκολευόμενος να βρει ψεγάδι… Μεγάλη υπόθεση να συναντάς μια αυθεντική, εξαιρετικά δοσμένη κωμωδία, την εποχή που το σπουδαίο αυτό είδος δεινοπαθεί από τυχοδιώκτες, αντιμετωπίζοντάς το ως εύκολο, πιασάρικο, εμπορικό, τύπου ξεπέτας και σαχλαμάρας… Στους τελευταίους ειδικά, συνιστούμε να δουν οπωσδήποτε την παράσταση «ΓΙΑ ΟΝΟΜΑ…» των Matthieu Delaporte και Alexandre de la Patteliere, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, που ευτυχήσαμε να παρακολουθήσουμε στο θέατρο της Μονής Λαζαριστών, για να πάρουν μαθήματα σχετικά με την υψηλή ποιότητα μιας κωμωδίας.
Το έργο διαδραματίζεται στο σπίτι ενός συμβατικού παντρεμένου ζευγαριού, που καλεί για δείπνο έναν παιδικό φίλο και τον αδελφό της συζύγου με την εγκυμονούσα γυναίκα του. Μεταξύ ανέμελων συζητήσεων και αστεϊσμών, κάποια στιγμή η κουβέντα στρέφεται στο όνομα που θα δοθεί στο παιδί όταν γεννηθεί… ένα εντελώς απρόβλεπτο όνομα, που παρότι «μπλόφα» από τον μέλλοντα πατέρα, το άκουσμά του θα πυροδοτήσει απίθανες αντιδράσεις! Από ξεκαρδιστικές μέχρι έντονα συγκρουσιακές και ανεξέλεγκτες. Που δεν θα περιοριστούν βέβαια στο θέμα του ονόματος, αλλά ως ντόμινο θα παρασύρουν τους πάντες σε αποκαλύψεις κρυμμένων μυστικών και απωθημένων, καθώς και σε ανατροπές θεαματικές. Τα προσχήματα που μέχρι τότε προστάτευαν υποκριτικά τις σχέσεις καταρρέουν και η σκληρή, ωμή γλώσσα της αλήθειας έρχεται στο προσκήνιο, προκαλώντας κραδασμούς… μέχρι την επιστροφή στην οικεία «ασφάλεια».
Απαριθμώντας τις σπουδαίες αρετές (+) μιας παράστασης που μας κατέκτησε, είθισται δικαιωματικά να ξεκινάμε από το κείμενό της:
– Ένα έργο εμπνευσμένο, που η δυναμική του πηγάζει κυρίως από την οικειότητα και «αναγνωρισιμότητα» των καταστάσεων, καθώς πραγματεύεται ιστορίες υπαρκτές της «διπλανής ή της δικιάς μας πόρτας», παρουσιάζοντας τις ανθρώπινες σχέσεις (συζυγικές, φιλικές, ερωτικές, μητρικές κλπ) στη ρεαλιστική τους διάσταση, πολύ συχνά ως κομμάτι κοινωνικών συμβάσεων. Όπου με λογής προσχήματα/ άλλοθι, για τη διαφύλαξη της εύθραυστης ισορροπίας σε μια σχέση, η υποκρισία και απόκρυψη της αλήθειας, είναι ο εύκολος δρόμος για την εξασφάλιση βολέματος, ασφάλειας, προστασίας. Έστω κι αν από κάτω το καζάνι βράζει και φτάνει ένα ελάχιστο στρίψιμο της βαλδίδας για να τιναχτούν ορμητικοί οι ατμοί, όπως εν προκειμένω λειτούργησε το εύρημα του ονόματος…
Ένα εύρημα πολύ εύστοχο που αξιοποιήθηκε άριστα στο κείμενο, δίνοντας επιπλέον αφορμή για ευφάνταστη και χιουμοριστική «φιλολογία» περί ονομάτων. Πέραν τούτου, υπήρξε θαυμάσιος ο τρόπος που δομήθηκε και κορυφώθηκε η πλοκή, με αληθοφάνεια (πλην μιας μικρής ένστασης στο φινάλε), με εναλλαγές άφθονου, αυθεντικού γέλιου και ξεσπασμάτων, με διαλόγους γεμάτους σπιρτάδα αλλά και με απρόσμενες ανατροπές, ανανεώνοντας και εντείνοντας το θεατρικό ενδιαφέρον. Με χαρακτήρες ολοκληρωμένους, συνεπείς και αναγνωρίσιμους, που θα οδηγηθούν σε ένα καταλυτικό ξεγύμνωμα ως λύτρωση… για να αποδειχθεί η διάσταση μεταξύ του συμβατικού, καταπιεστικού «φαίνεσθαι» και του αληθινού «είναι»…
– Μιλώντας για το μεγάλου ατού της παράστασης, την σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, δεν μπορούμε παρά να του βγάλουμε το καπέλο! Διότι έβαλε τη σφραγίδα του σε ένα αποτέλεσμα άρτιο και υποδειγματικό από κάθε πλευρά, φροντίζοντας και την τελευταία λεπτομέρεια με ακρίβεια εντυπωσιακή. Κάθε τι που συμβαίνει επί σκηνής έχει ουσιαστικό λόγο ύπαρξης, τίποτε δεν μένει αδικαιολόγητο, ξεκρέμαστο, τυχαίο ή ως ανούσιο «γέμισμα» και τα πάντα δένουν αρμονικά και φυσικά σε έναν ρυθμό απόλυτα ισορροπημένο. Μια συνεχής, αβίαστη ροή που ακολουθεί πιστά τις ποικίλες εναλλαγές, από το ξεκαρδιστικό χιούμορ μέχρι τις απανωτές αποκαλύψεις, τα αυθόρμητα ξεσπάσματα, τη συγκίνηση ή την οργή…
Απαιτείται μεγάλο σκηνοθετικό ταλέντο για να «χτίσεις» ένα σύνολο τόσο συγκροτημένο, χωρίς το παραμικρό χάσμα, με πλήρη προσήλωση στο ζητούμενο και απόλυτη φυσικότητα στην απόδοση. Εμπλουτισμένο επιπλέον με κάποια ευφάνταστα ευρήματα στη σωστή δοσολογία, με αίσθηση του (ευλογημένου) μέτρου, χωρίς περιττές «επιδείξεις» εντυπωσιασμού. Και παρότι ως κωμωδία ήταν φυσικό να κυριαρχεί το χιούμορ και μάλιστα στην καλύτερή του μορφή προσφέροντας λυτρωτικό γέλιο, εντούτοις ισορρόπησε εξαιρετικά με τις εντάσεις και το συναίσθημα, συμβάλλοντας σε ένα αποτέλεσμα γεμάτο ζωντάνια και αμείωτο ενδιαφέρον, καθώς η σκηνοθετική μαεστρία κατάφερνε να μη «προδίδει» τις ανατροπές και ο θεατής πραγματικά να… «τσιμπάει». Θαυμάσαμε την ετοιμότητα, τον άψογο συγχρονισμό, την ακρίβεια στις λεπτομέρειες, την αίσθηση του αυθεντικού χιούμορ, τη σκηνική ισορροπία και βεβαίως συγχαίρουμε!
– Ωστόσο η παράσταση δεν θα ήταν ίδια προφανώς, αν δεν στηριζόταν υποκριτικά από σπουδαίες ερμηνείες εξαίρετων ηθοποιών. Ξεκινώντας από τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη με την αυθεντική κωμική (και όχι μόνο) φλέβα που εδώ τα έδωσε όλα στον ρόλο του αριστερού διανοούμενου αυζύγου, αποδεικνύοντας το μέγεθος του ταλέντου του. Γιατί έχει την ικανότητα με την ιδιαίτερη εκφραστικότητα και εκφορά του λόγου του να δημιουργεί από το ελάχιστο και να απογειώνει το περιεχόμενο της πιο απλής ατάκας, είτε κωμικής, είτε δραματικής! Το μόνο που εν προκειμένω θα εντοπίζαμε, ήταν μια μικρή υπερβολή κάποιες στιγμές στην ένταση της φωνής.
Η αεικίνητη Βίκυ Σταυροπούλου στο ρόλο της συζύγου- «καλυμμένα» καταπιεσμένης- έδωσε μια αξιέπαινη, άρτια υποκριτικά ερμηνεία, χαρακτηρισμένη από ένταση, πάθος, ακρίβεια και απόλυτη πειστικότητα, κερδίζοντας το κοινό τόσο με το πηγαίο χιούμορ της, όσο και με το αυθεντικό συναίσθημα στο ξέσπασμά της.
Ο δε Φάνης Μουρατίδης, ως «πέτρα του σκανδάλου» με την ονοματοδοσία, εντυπωσίασε με την πληθωρική, γεμάτη ενέργεια ερμηνεία του, την απόλυτη σκηνική άνεση, την αμεσότητα, το έκδηλο χιούμορ εκφρασμένο εύστοχα με τη γλώσσα του σώματος, μεταπηδώντας με απόλυτη φυσικότητα σε αντιφατικές συναισθηματικές καταστάσεις. Μια μικρή παρατήρηση αφορά στην εκφορά του λόγου, όπου λόγω ταχυλογίας αδίκησε την άρθρωση.
Ο Αντώνης Λουδάρος στον ρόλο του παιδικού φίλου- μουσικού στο επάγγελμα, έδωσε ένα ιδιαίτερο προσωπικό στίγμα, χαρακτηρισμένο, πέρα από κωμικότητα, επιπλέον από ευαισθησία και χαριτωμένη αφέλεια ή «παιδικότητα», δοσμένα εξαιρετικά από έναν ταλαντούχο ηθοποιό που θεωρούμε ότι διαθέτει μεγάλο εύρος δυνατοτήτων.
Δίπλα τους η εγκυμονούσα Μαρία Κωνσταντάκη, επίσης ταλαντούχα που έχει δώσει αξιόλογα δείγματα, εδώ υπήρξε ελαφρώς υποτονική ή κουρασμένη, μοιάζοντας εκτός «ενεργειακού» κλίματος, παρότι ανταποκρίθηκε αξιοπρεπώς στον ρόλο της.
– Ειδική μνεία απαιτείται οπωσδήποτε για το εντυπωσιακό σκηνικό της παράστασης, καθώς όταν άνοιξε η αυλαία και μας αποκαλύφθηκε το εσωτερικό ενός ολόκληρου σπιτιού, με το σαλόνι, την τραπεζαρία, την από τοίχο- σε τοίχο βιβλιοθήκη ασφυκτικά γεμάτη, τα φωτιστικά, το χώλ, τα μέσα δωμάτια κλπ., μείναμε έκθαμβοι! Τη στιγμή που θα μπορούσε άνετα η δράση να εξελιχθεί με δυο καναπέδες κι ένα τραπέζι συν 2-3 διακοσμητικά… Πώς να μην δώσεις κατόπιν αυτού τα εύσημα σε μια παραγωγή που δεν αρκέστηκε σε τίποτα ψεύτικο, φτηνό ή εύκολο, τιμώντας τον θεατή; Κατά τα λοιπά, βρήκαμε αποτελεσματικούς τους φωτισμούς, εύστοχα τα κοστούμια και μάλλον αδιάφορη τη μουσική, περιορισμένη σε ένα τραγούδι κλεισίματος, γραμμένο για την παράσταση.
Ένα μικρό ψεγάδι (–) που εντοπίσαμε κατά βάση στο κείμενο, έχει να κάνει με την αληθοφάνεια της κατάληξης, βάσει ψυχολογίας. Όπου οι μοιραίες αποκαλύψεις και σκληρές μομφές, ενώ σόκαραν και πόνεσαν, έμειναν χωρίς συνέπειες. Δεν φάνηκε να επηρεάζουν τους ήρωες, οι οποίοι αντίθετα συνέχισαν – κάποιοι σχεδόν ανέγγιχτοι- και «επανήλθαν» σαν να μη συνέβη τίποτα, γεγονός που αντίκειται φυσιολογικά στην ανθρώπινη ψυχολογία. Ωστόσο μέσα στο καθ’ όλα άρτιο σύνολο, το παρόν υποβαθμίζεται ή πιθανόν σηματοδοτεί μια γενικότερη αδιαφορία στα όρια της αναισθησίας…
Πού καταλήγουμε (=); Στο προφανές… Σπεύσατε να απολαύσετε μια κωμωδία υψηλών προδιαγραφών, που στις μέρες μας αποτελεί… είδος υπό εξαφάνιση και θα μας θυμηθείτε!
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
7,5 στα 10
Φωτογραφικό υλικό