Γεντί Κουλέ. Ο Νόμος της Σιωπής: Μια ανεξίτηλη εμπειρία στις φυλακές του Γεντί Κουλέ. Είδαμε και σχολιάζουμε.
Ο αγέρας στο Επταπύργιο ήταν βίαιος και το βράδυ εκείνο που βρεθήκαμε μπροστά από το Γεντί Κουλέ, για να παρακολουθήσουμε το θεατρικό δρώμενο “Γεντί Κουλέ. Ο Νόμος της Σιωπής” από την ομάδα “Mprikia Kollame”, έμοιαζε διαφορετικό, σαν να σου προμήνυε ότι αυτή τη νυχτιά θα συναντούσες το παρελθόν σου κουβαλώντας τις ίδιες ακριβώς αλυσίδες σου…
“Η φυλακή του Επταπυργίου ή αλλιώς Γεντί Κουλέ κατά την τουρκική γλώσσα (όπου yedi=επτά και kule= πύργος), κτίστηκε στα παλαιοχριστιανικά χρόνια ως φρούριο για την προστασία της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, ωστόσο στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν τα τείχη έχασαν πλέον την αμυντική τους ισχύ, μετατράπηκε από την οθωμανική διοίκηση σε μια σκληρή φυλακή, που η απόδραση ήταν ένα εγχείρημα αδιανόητο. Για πολλά χρόνια αποτελούσε το σύμβολο φόβου της Θεσσαλονίκης αφού υπήρξε μια από τις πιο βάναυσες φυλακές, όπου οι φωνές των βασανισμένων κρατούμενων και η σκληρότητα των δεσμοφυλάκων έχουν αφήσει το στίγμα τους στην ιστορία της πόλης.” (Λευτέρης Ζαβλιάρης)
Η διαδραστική ταυτότητα της ιδιόμορφης αυτής ξενάγησης (Σύλληψη ιδέας-Σκηνοθεσία: Νικολίνα Γκάλλιου- Βίκη Φραγκούδη) ξεκινούσε ήδη από την έναρξη της καθώς η αυστηρή φύλακας (Μαρία Ράπαντα) άνοιγε την βαριά πύλη της εισόδου όπου μετέπειτα επιλεγόσουν να παρακολουθήσεις την εξέλιξη του δρώμενου είτε ως ποινικός κρατούμενος είτε ως πολιτικός ακολουθώντας τον ξεναγό της εκάστοτε ομάδας (Ξεναγοί: Κορνηλία Προκοπίου -Ανατολή Φωτιάδου). Οι συντελεστές κατόρθωσαν από την αρχή ως το τέλος να διατηρήσουν ένα κλίμα ασφυκτικής ατμόσφαιρας προσπαθώντας να σε μεταφέρουν στο κλίμα των τότε σκληρών φυλακών και στην ψυχοσύνθεση των κατάδικων που περπατούσαν στους ίδιους διαδρόμους με σένα. Τα βήματα τους βρίσκονταν ακόμα εκεί και περπατούσες αμίλητα και απαλά σαν να προσπαθούσες να μην τους πληγώσεις περισσότερο ,σαν να απέδιδες το δικό σου ύστατε χαίρε σε ανθρώπους όπου η ελευθερία τους σκοτώθηκε μέσα σε αυτά τα υγρά κελιά…
Αποφεύγουμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο θεατρική παράσταση διότι αυτό που παρακολουθήσαμε ήταν μια δραματοποιημένη, βιωματική ξενάγηση στο μνημείο των φυλακών του Γεντί Κουλέ με την εισχώρηση κάποιων θεατρικών στοιχείων, όπως οι τρεις μονόλογοι που τοποθετήθηκαν σε διαφορετικές περιόδους, καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο ένα σημαντικό και ευρύ φάσμα της ιστορίας των φυλακών.
Η πρώτη μαρτυρία αποδόθηκε από έναν άνδρα αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων όπου βρέθηκε κρατούμενος στις φυλακές του Επταπυργίου κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου πολέμου. (Eρμηνεία: Κώστας Χαμπερόπολος)
“Μου είπανε να πολεμήσω για τη πατρίδα και πολέμησα. Μετά μου είπανε πάλι να πολεμήσω για τη πατρίδα. Και πολέμησα. Αλλά ξέχασα. Για ποια πατρίδα πολεμάω;”
O δεύτερος μονόλογος ανήκε σε μια γυναίκα, πολιτική κρατούμενη κατά τη διάρκεια της Χούντας. Ο άνδρας της φυλακισμένος και αυτός λόγω αριστερής πολιτικής ταυτότητας. Η ίδια ήταν έγκυος και απέβαλλε από το ξύλο και τα βασανιστήρια. (Ερμηνεία: Κλαίρη Τσακιρη)
“Μη φοβάσαι μωρό μου. Θα φύγουμε σύντομα από εδώ. Σου αξίζει ένα καλύτερο μέρος. Έμαθα κάτι σπουδαίο σε αυτήν εδώ τη φυλακή. Το αληθινό φως το βλέπεις με τα μάτια κλειστά.”.
Kαι η τελευταία τοποθέτηση προβάλλεται γύρω στο 1980 από μια ακόμα γυναίκα, ποινική κρατούμενη, που φόνευσε τον άνδρα της. (Ερμηνεία: Βίκη Φραγκούδη).
“Έτσι έπρεπε να γίνει. Μ’ αυτό χρεώθηκε, μ’ αυτό θα ξεχρεώσει. Το είχα αποφασίσει. Και ήταν η μοναδική απόφαση που πήρα εγώ ποτέ για μένα. Είναι ωραίο να αποφασίζεις για τον εαυτό σου”
H ένσταση μας σε ένα κατά τ’ άλλα ιδιαίτερο και αξιοσημείωτο καλλιτεχνικό εγχείρημα ήταν ότι το δρώμενο χρειαζόταν περισσότερο “γέμισμα”, εισχωρώντας περισσότερες μαρτυρίες –μονολόγους, ενισχύοντας έτσι και το συναισθηματικό υπόβαθρο των θεατών αλλά και ενδυναμώνοντας την ταυτότητα του ως θεατρική παράσταση. Η ξενάγηση σε εξωτερικούς αλλά και εσωτερικούς χώρους του Γεντί Κουλέ που δεν έχουν ανοίξει ποτέ, πέρα από τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα που προσδίδει δημιουργεί αυτομάτως και μια συναισθηματική φόρτιση, βρισκόμενοι οι περισσότεροι , για πρώτη φόρα σε μία τέτοια θέση προσπαθώντας να κατανοήσουν έστω και για λίγο τη ζωή ενός ένοικου των φυλακών. Ένα στοιχείο που θα μπορούσε να εξελιχθεί στο έπακρον με περισσότερες αλλά και πιο δυναμικές ερμηνείες. Η εποχή έχει ανάγκη να θυμηθεί ότι κάποιες λέξεις δεν πρέπει να μπαίνουν στα στόματα μικρών ανθρώπων και ότι όλοι αυτοί οι τιμωροί των ελεύθερων ιδεών κυκλοφορούν πλέον ανάμεσα μας και σκοτώνουν ξανά την ελευθερία, με τη δική μας ανοχή, αποδίδοντας τους κιόλας το χρίσμα του εθνοσωτήρα…
Εν κατακλείδι(=)
Επρόκειτο για ένα αξιόλογο καλλιτεχνικό πόνημα που έχει τη δυνατότητα να πάει ένα βήμα παραπέρα με κάποιες συγκεκριμένες προσθήκες, που σε καμία όμως περίπτωση το γεγονός αυτό δεν υποβιβάζει τη μοναδική εμπειρία που ζήσαμε στους σκοτεινούς διαδρόμους των φυλακών του Γεντί Κουλέ κουβαλώντας μέσα μας ένα αέναο ερώτημα αποτυπωμένο ακριβώς στα παρακάτω λόγια…
“Αλλάζουν οι καιροί; Ή μήπως ο χρόνος είναι ένα σύννεφο που με διαφορετικές μορφές φεύγει και ξανάρχεται για να ζήσουμε τα ίδια; Ποιός χτίζει τα τείχη τελικά, εμείς οι κάποιοι άλλοι τα χτίζουν για εμάς;;” Βίκη Φραγκούδη
Βαθμολογία:
6,5 στα 10
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό