436
ΕΥΓΕ στην ομάδα «Art Vouveau» για την παράσταση «ΤΑ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ή πώς ξέμαθα να περπατώ»! Είδαμε και σχολιάζουμε.
Πρόκειται για ΕΥΓΕ από καρδιάς, για μια παράσταση ιδιαίτερη που θα χαρακτηρίζαμε «υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου». Που ξέφυγε από τα καθιερωμένα και προχώρησε τη θεατρική τέχνη λίγα βήματα παραπέρα… Μιλάμε για την παράσταση «ΤΑ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ή πώς ξέμαθα να περπατώ» από την ομάδα «Art Vouveau» και σε σκηνοθεσία Δανάης Τίκου στο θέατρο Φαργκάνη. Όπου κατ’ αρχήν το όνομα της ομάδας (με το… καθοριστικό V να κάνει τη διαφορά) σε υποψιάζει για το είδος της δουλειάς τους. Της βουβής κυριολεκτικά, από την οποία απέχει ο λόγος και το ρόλο του αναλαμβάνει αποκλειστικά το σώμα με τις άπειρες εκφραστικές δυνατότητες! Που όταν μεταφέρονται στο θεατή με τόσο εμπνευσμένο τρόπο, όχι απλά τον υποκαθιστούν επάξια, αλλά τον κάνουν να μοιάζει περιττός!
Εν προκειμένω η ομάδα επέλεξε να παρουσιάσει με τις τεχνικές αφήγησης του βωβού αμερικάνικου κινηματογράφου της δεκαετίας 1920 -30 (βλ. Τσάπλιν και Κήτον), ένα ινδικό παραμύθι που με δυο λόγια λέει ότι: σε μια μακρινή πολιτεία, ξαφνικά ο βασιλιάς τραυματίζεται στο κυνήγι και παρά τις προσπάθειες των θεραπευτών καταλήγει ανίκανος να περπατήσει, μόνο με δεκανίκια μπορεί πλέον να μετακινηθεί. Υποχρεώνει τότε τους υπηκόους του να περπατούν ΟΛΟΙ με δεκανίκια και η ανυπακοή τιμωρείται με θάνατο! Παρά τις αρχικές αντιδράσεις τους, σιγά- σιγά αποδέχονται τα δεκανίκια, ξεμαθαίνουν να περπατούν και όταν πεθάνει ο βασιλιάς, θα εμφανιστεί ένας ξένος που περπατά φυσιολογικά και θα προσπαθήσει να τους μάθει να (ξανα)περπατούν… έστω κι αν πληρώσουν τελικά το τίμημα της τόλμης τους. Ένας μύθος με δυνατή αλληγορία που είδαμε να δραματοποιείται στη σκηνή μέσα από την κινησιολογία των ηθοποιών με μόνη βοήθεια κάποιων ελάχιστων τίτλων σε κομβικά σημεία και με καθοριστική τη συμβολή της διαρκούς ζωντανής μουσικής του πιανίστα.
.
Μόνο ειλικρινή εύσημα (+) μπορούμε να αποδώσουμε στα κάτωθι:
– Στην επιλογή του εξαιρετικού μύθου με τους καίριους συμβολισμούς που βρίσκουν άμεσες κοινωνικές προεκτάσεις στο σήμερα. Στα πάντα επίκαιρα, λογής «δεκανίκια» που οδηγούν σε τέτοια αλλοτρίωση του ατόμου ώστε κάποια μοιραία στιγμή να αποποιείται ασυνείδητα τη φυσική, αυθεντική του υπόσταση. Υπό την πίεση της απειλής, σταδιακά «ξεμαθαίνει να περπατά», υποκαθιστώντας τα δικά του «πόδια» με αλλότρια στηρίγματα, πλήρως εξαρτημένος από αυτά, θεωρώντας τα «δεύτερη φύση». Πιστεύοντας πλανεμένα ότι αν τα χάσει θα χαθεί… Και όταν του δίνεται η ευκαιρία του «επαναπροσδιορισμού», νιώθει ήδη ακρωτηριασμένος, ψάχνει τη χαμένη δύναμη για να ξαναπατήσει στα δικά του πόδια που έχουν ατροφήσει… Με λίγα λόγια είναι εντυπωσιακό κάποιες φορές το πώς ένα απλό «παραμύθι» μπορεί να μεταφέρει τόσο μεγάλα και σπουδαία μηνύματα με τρόπο αφοπλιστικά αφαιρετικό!
– Υποκλινόμαστε στην εμπνευσμένη σκηνοθεσία της Δανάης Τίκου που πρόσφερε μια παράσταση εντελώς ξεχωριστή και αξιέπαινη από κάθε πλευρά. Υπέροχη ατμόσφαιρα με ευθεία αναφορά στον βωβό κινηματογράφο των δεκαετιών ’20 –’30, ξέχειλη ζωντάνια και περίσσεια ενέργεια στη σκηνή, αξιοθαύμαστος ρυθμός που βέβαια δεν μπορούσε να είναι αλλιώς, ακολουθώντας πιστά την έντονα ρυθμική μουσική. Σφιχτό δέσιμο των σκηνών και πάνω απ’ όλα ευφάνταστη κινησιολογία με εύστοχα στοιχεία «γκροτέσκο», πάνω στην οποία άλλωστε στηρίχτηκε αποκλειστικά η παράσταση. Ο τρόπος που αξιοποίησε σκηνικά τα δεκανίκια – ως στήριγμα/ άκουσμα/ σύμβολο/ συναίσθημα/ χιούμορ – και κλιμάκωσε την εξάρτηση/ απεξάρτηση, υπήρξε πραγματικά ευρηματικός, με φαντασία ανεξάντλητη! Μια σκηνή μόνιμα γεμάτη από τους 6 πληθωρικούς ηθοποιούς, όπου κάθε στιγμή ΚΑΤΙ ενδιαφέρον συνέβαινε ικανό να σε κρατά προσηλωμένο και κάθε «είσοδος» συνοδευόταν από κάποια έκπληξη, βασισμένη στην ελκυστική πλοκή με τις ανατροπές. Καταφέρνοντας παράλληλα να δώσει πολύ εύγλωττα τις διακυμάνσεις των συναισθημάτων, συνδυασμένες με απρόβλεπτο χιούμορ!
– Ομοίως υποκλινόμαστε στο ταλέντο των ηθοποιών με την έντονη εκφραστικότητα, που υπηρέτησαν με τον καλύτερο τρόπο το σκηνοθετικό όραμα. Άξιοι όλοι τους, ένας προς έναν, που επιπλέον είναι σίγουρο ότι μετά τη συγκεκριμένη παράσταση, θα πρέπει ο καθένας τους να κατεβαίνει από τη σκηνή με κάποια… κιλά λιγότερα! Επί μια μιάμιση ώρα, τα δίνουν ΟΛΑ κυριολεκτικά, «καταπονώντας» το σώμα με συνεχή και έντονη κινητικότητα που κάποιες φορές αγγίζει την ακροβασία… χύνοντας τόνους ιδρώτα! Όμως το αξιοθαύμαστο είναι η ακριβής έκφραση συναισθημάτων μέσα από όλο αυτό, ο άψογος συντονισμός τους ως απόλυτα δεμένο σύνολο, η εμφανής ομαδικότητα, η πειθαρχία στο πνεύμα της παράστασης. Όντως απέδωσαν εξαιρετικά την αίσθηση του βωβού κινηματογράφου – τύπου Μπάστερ Κήτον- με «καρτουνίστικες» σουρεαλιστικές εκφράσεις προσώπου και σώματος, με αυθεντικό χιούμορ, καταφέρνοντας τελικά να γίνουν… λαλίστατοι- χωρίς χρήση λόγου που εδώ έμοιαζε να περιττεύει εντελώς και δεν μας έλειψε στιγμή!
– Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στον επίσης ταλαντούχο μουσικό και πιανίστα Γιάννη Σελέκο, που επιπλέον επιμελήθηκε τις μουσικές συνθέσεις, ως καθοριστικό παράγοντα μιας παρόμοιας παράστασης. Ιδανικό συνταίριασμα της μουσικής του με το ύφος και το πνεύμα του έργου, με ανάλαφρα ηχοχρώματα σουίνγκ ή τζαζ των δεκαετιών ’20-’30, έντονα ρυθμικά κατά βάση, που βοήθησαν καταλυτικά στο ρυθμό της παράστασης, Οι δε εναλλαγές που ακολουθούσαν με απόλυτη ακρίβεια την εξέλιξη της πλοκής, δίνοντας ηχητικά την αγωνία, το ξέσπασμα, τον ρομαντισμό, την ανατροπή, την κορύφωση κλπ. ΔΕΝ θα μπορούσαν να είναι πιο εύστοχες. Ακόμα και οι ελάχιστες «παύσεις» του πιάνου σε σημεία κομβικά, έπαιζαν το ρόλο τους στην όλη ατμόσφαιρα. Μπράβο!
– Πολύ εύστοχοι οι συχνά εναλλασσόμενοι φωτισμοί που δημιουργούσαν το κατάλληλο κλίμα κάθε στιγμής και συνέδραμαν στη σκηνοθετική απόδοση των δρώμενων, το ίδιο και το αφαιρετικό σκηνικό με τις σωστές συμβολικές «πινελιές» εκεί που χρειαζόταν, χωρίς να λείπει ή να περισσεύει τίποτα. Ιδανικά θα χαρακτηρίζαμε τα κοστούμια που παρέπεμπαν άμεσα στην εποχή και την αισθητική του βωβού κινηματογράφου του «τότε», ακόμη και η φορεσιά του πιανίστα!
.
Η μόνη μικρή μας ένσταση (-) έχει να κάνει με τις πρώτες σκηνές, της «πλατείας μια συνηθισμένη μέρα» και του «κυνηγιού του βασιλιά», που τράβηξαν λίγο παραπάνω και ελαφρώς «φλυάρησαν», ενώ θεωρούμε ότι μπορούσαν να «μαζευτούν» χωρίς καμία επίπτωση στο συνολικά άρτιο αποτέλεσμα.
.
Καταλήγοντας (=) θα επαναλάβουμε το ΕΥΓΕ, είναι από τις περιπτώσεις που δικαιωματικά το αξίζουν! Καλλιτέχνες με όλο το νόημα της λέξης που δεν επαναπαύονται στην «πεπατημένη», αλλά αναζητούν καινούργιους δρόμους έκφρασης επί της ουσίας και τολμούν στα δύσκολα, κερδίζοντας το στοίχημα με το σπαθί και τον… ιδρώτα της δουλειάς τους!
.
Βαθμολογία
7 στα 10
-ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό



