Πέρα απ’ αυτό που βλέπεις (Κάθε Τρίτη).
Η Φιλιώ και η Κατερίνα πάνε θέατρο (Kάθε Παρασκευή).
Γράφει για την Κουλτουρόσουπα.
.
Το ζέσταμα
Δεν είχα ιδέα για αυτό που θα έβλεπα πηγαίνοντας στη Μονή Λαζαριστών. Το μόνο που ήξερα ήταν ότι ως εκείνη τη στιγμή όλες οι παραστάσεις που είχα δει σε αυτόν το χώρο ήταν εξαιρετικές. Επομένως υπέθετα ότι θα έβλεπα κάτι εξίσου ενδιαφέρον.
Φανταζόμουν να δω λοιπόν ένα έργο στο οποίο θα πρωταγωνιστούσε ο έρωτας και η δύναμη που ασκεί πάνω μας. Γιατί αυτό κάνει ο έρωτας. Μας επηρεάζει αλλάζοντας την εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητά μας. Η εσωτερική μας πραγματικότητα αλλάζει ως προς αυτά που σκεφτόμαστε και νιώθουμε όταν επενδύουμε συναισθηματικά σε μια σχέση. Η εξωτερική μας πραγματικότητα αλλάζει ως προς τα νέα δεδομένα που καλούμαστε να συμπεριλάβουμε στην καθημερινότητά μας, όπως τις ανάγκες ενός άλλου ανθρώπου για τον οποίο νιώθουμε κάτι τόσο δυνατό.

Η δράση
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά με συνεπήρε η σκηνοθεσία του έργου και η εναλλαγή των καταστάσεων. Διαφορετικές εκδοχές του έρωτα ανάμεσα σε ανθρώπους καθημερινούς όπως όλοι εμείς. Άνθρωποι με ή χωρίς εμφανείς δυσκολίες. Άνθρωποι με ή χωρίς αναπηρία. Άνθρωποι με ή χωρίς εμπειρία στον έρωτα. Άνθρωποι με ή χωρίς εμπειρία στην επικοινωνία.
Καθώς έβλεπα διαφορετικά ζευγάρια χαρακτήρων να παίρνουν χώρο στη σκηνή, έφερνα στο μυαλό μου τον Άλντο Καροτενούτο σύμφωνα με τον οποίο ο έρωτας βιώνεται σαν κάτι το οριστικό και το αιώνιο και αλλοιώνει τη σχέση μας με την πραγματικότητα. Ο έρωτας όμως κάνει κάτι ακόμα. Παίζει με την ευθραυστότητα που έχουμε σαν ατελή ανθρώπινα όντα και δοκιμάζει τις δυνάμεις μας. Κι αυτή η ευθραυστότητα είναι που αναδεικνύει τον έρωτα σε μέγα μυστήριο. Κι όπως συνεχίζει ο ίδιος, όταν ερωτευόμαστε ζούμε σε ένα είδος ‘μοναξιάς για δύο’ μια που όλοι οι υπόλοιποι χάνουν την αξία τους και το ενδιαφέρον που δείχναμε για αυτούς επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στο ‘αντικείμενο’ του έρωτά μας, δηλαδή σε αυτόν που έχουμε ερωτευθεί.

Δυο ερωτευμένοι άνθρωποι νιώθουν πολύ έντονη την ανάγκη να αγγίζονται, να χαϊδεύονται, να φιλιούνται και να αγκαλιάζονται. Το άγγιγμα είναι πέρα για πέρα καθοριστικό στη συντροφική σχέση καθώς συμβάλλει στα εξής:
· Νιώθει κανείς επιθυμητός όταν αγγίζεται από τον άλλον
· Εξοικειώνεται κανείς τόσο με το δικό του σώμα όσο και με του άλλου
· Νιώθει κανείς ασφάλεια, ανακουφίζεται και χαλαρώνει
· Διεγείρεται κανείς και ανακαλύπτει περιοχές του σώματός του, που μπορούν να του δώσουν πρωτόγνωρες αισθήσεις
Όλα αυτά σκεφτόμουν βλέποντας όλους τους πρωταγωνιστές να αφήνονται στο άγγιγμα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Με ή χωρίς φόβο. Με ή χωρίς αμηχανία. Με ή χωρίς λαχτάρα. Με ή χωρίς καθοδήγηση. Με ή χωρίς βιασύνη. Το ιδιαίτερο άγγιγμα είναι αυτό που διαχωρίζει τη σχέση δυο ερωτευμένων ανθρώπων από μια φιλική. Δεν είναι εύκολο ή οικείο για όλους το άγγιγμα όπως δεν ήταν και για τους πρωταγωνιστές. Κι αυτό τους έκανε ακόμα πιο ανθρώπινους. Τους έφερνε ακόμα πιο κοντά στους θεατές. Κι ήταν τότε που θυμόμουν τα λόγια του ποιητή Τζον Νταν: ‘Κάθε αμηχανία λύνει την έκσταση και μας λέει εκείνο που αγαπούμε. Αλλά καθώς η ψυχή περικλείει μπερδεμένα και άγνωστα πράγματα, ο έρωτας μπερδεύει ακόμα πιο πολύ τις μπερδεμένες ψυχές και τις δύο τις κάνει μία, αυτή κι εκείνη’. Κι αν κάποιοι χαρακτήρες, που ενσάρκωναν οι ηθοποιοί, ένιωθαν αμήχανοι απέναντι στο άγγιγμα, κάποιοι άλλοι φοβόντουσαν να εκφράσουν αυτό που συνέβαινε μέσα τους και κυρίως αυτό που χρειαζόντουσαν να μοιραστούν με τον άνθρωπο που βρισκόταν στην άλλη γραμμή του τηλεφώνου. Ο Χίλμανάλλωστε είπε ότι ο έρωτας διεγείρει το φόβο.

Η σκηνή που ξεχώρισα ήταν η τελευταία σκηνή με το τεράστιο λιβάδι που ήταν γεμάτο από λουλούδια – πλάσματα του έρωτα και της αγάπης. Πλάσματα κάθε τύπου. Πλάσματα κάθε ομορφιάς. Πλάσματα μοναδικά που αξίζουν να αγαπηθούν. Λουλούδια που ανθίζουν αν φροντιστούν. Λουλούδια που κινδυνεύουν να μαραθούν αν παραμεληθούν. Κάκτοι που άλλοτε ανθίζουν και άλλοτε όχι. Κάκτοι που αποδεικνύονται ανθεκτικοί στο χρόνο και στις κακουχίες. Κι αυτό το τεράστιο λιβάδι είναι ο ωραιότερος καμβάς πάνω στον οποίο μπορούν να αποτυπωθούν λογής λογής χρώματα, όνειρα και εμπειρίες.
Η σκηνή που με προβλημάτισε ήταν η σκηνή στην οποία δυο άνθρωποι, ένας άντρας και μια γυναίκα, προσπαθούσαν να μοιραστούν την επιθυμία τους να είναι μαζί αλλά τελικά δεν τα κατάφεραν. Οι εσωτερικές αναστολές και οι εξωτερικές απαγορεύσεις γίνονται εμπόδια για να πάμε εκεί που θέλουμε, σκεφτόμουν. Προτιμάμε να θυσιάζουμε τις ανάγκες μας από το να πάμε κόντρα στους άλλους.
Επιλέγουμε να κρατάμε κρυφές τις σκέψεις μας από το να κινδυνέψουμε να απορριφθούμε. Συνηθίζουμε να μιλάμε περί ανέμων και υδάτων από το να μπούμε στην ουσία του πράγματος. Κι είναι τότε που νιώθουμε πιο μόνοι από ποτέ στη ζωή μας. Όταν έχουμε την προοπτική της επικοινωνίας με τον άνθρωπο που μας ενδιαφέρει αλλά διαπιστώνουμε πως αυτή η επικοινωνία δεν μπορεί να εξελιχθεί. Είναι τότε που νιώθουμε μόνοι και πονάμε.

Η ατάκα που θα θυμάμαι ήταν η εξής: ‘Πιστεύω στον έρωτα’. Μια δήλωση που γέμισε με το ειδικό της βάρος όλη την αίθουσα. Μια δήλωση που έφτασε στα αυτιά κάθε θεατή. Μια δήλωση που άγγιξε την ψυχή μου θυμίζοντας μου για άλλη μια φορά πως αν δεν πιστεύω στον έρωτα, δεν πρόκειται να τον ζήσω. Μια δήλωση που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και παρότρυνση προς όλους αυτούς που έχουν ξεχάσει τι θα πει να ερωτεύονται. Μια δήλωση που θα άφηνε για καιρό το δικό της αποτύπωμα.
Ο ρόλος που με συγκίνησε ήταν αυτός του νεαρού άντρα που φώναξε με όλη τη δύναμη της ψυχής του στην αδιάκριτη μητέρα του ‘Για μένα είναι’. Ο άντρας που έδινε το δικό του αγώνα να διαφοροποιηθεί από τις τοξικές επιρροές της οικογένειας καταγωγής και από τον ιστό μιας υπερπροστατευτικής και πανταχού παρούσας μητέρας που ήθελε να ελέγχει τα πάντα. Κι όμως είχε φτάσει η στιγμή. Ο γιος θα γινόταν ενήλικας άντρας μόνο αν θα άφηνε πίσω τη μητρική φιγούρα. Μόνο έτσι θα μπορούσε να αφεθεί στη γυναικεία αγκαλιά. Από τη μητέρα στην ερωμένη – σύντροφο.Αυτός θα έπρεπε να είναι ο μονόδρομος που θα περπατούσε στη ζωή του.
Το κλείσιμο
Λίγα λεπτά προτού τελειώσει η παράσταση, αντιλήφθηκα τη φίλη μου να δακρύζει. Ίσως και να έκλαιγε αλλά το έκανε με μεγάλη ηρεμία και συνειδητότητα. Ανάβοντας τα φώτα και παίρνοντας το δρόμο προς την έξοδο είδα κι άλλα δακρυσμένα μάτια. Λυτρωτική εικόνα να βλέπεις γύρω σου ανθρώπους να δακρύζουν. Κι αυτοί που δακρύζουν, δακρύζουν και για όλους εμάς που δεν το κάναμε. Όπως συμβαίνει και με την αναπηρία. Όλοι αυτοί βγάζουν προς τα έξω την αναπηρία τους για όλους εμάς που διστάζουμε να το κάνουμε γιατί ίσως η δική μας αναπηρία είναι βαθύτερη, μεγαλύτερη και πιο ύπουλη από τη δική τους.

Η αίσθηση με την οποία έμεινα ήταν τρυφερή και βάδιζε παρέα με την ανάγκη μου να πάρω χρόνο, να χωνέψω την ‘τροφή’ που μου είχαν τόσο απλόχερα προσφέρει και μόλις θα ένιωθα έτοιμη να τη μετατρέψω σε αυτό το άρθρο. Έφυγα επίσης με μια αίσθηση ζωντάνιας, ψυχικής ζωντάνιας. Είμαι κι εγώ από αυτούς που πιστεύουν στον έρωτα και επομένως επενδύουν στη ζωή. Φτάνοντας στο σπίτι μου θυμήθηκα ξανά τον Άλντο Καροτενούτο που στην προσπάθειά του να περιγράψει τον αγώνα που κάνουμε για να παραμένουμε ψυχικά ζωντανοί είπε πως ο αγώνας αυτός είναι ένας ακριβοπληρωμένος αγώνας όπου δεν χωράνε ζαβολιές ή δεξιοτεχνίες. Πρέπει να πιούμε το πικρό ποτήρι της αναμέτρησης με έναν κόσμο που μας θεωρεί μεγάλο μπελά. Κι αυτό προσπάθησαν να μας περάσουν με τόσο δυνατό τρόπο οι συντελεστές αυτής της παράστασης. Τον αγώνα που δίνουμε όλοι με έναν κόσμο που μας θεωρεί μεγάλο μπελά.
.
“Μαθήματα στη γλώσσα της αγάπης”:
(πληροφορίες και online αγορά, εδώ)
