Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Διαβάσαμε δυο καταξιωμένα ονόματα με σπουδαία δείγματα στη συγγραφή και τη σκηνοθεσία, είδαμε έναν τίτλο να συνοδεύεται απ απρόβλεπτες εικόνες που παρέπεμπαν στην «βιολογική» του έννοια ως… σωματική ανάγκη, διαπιστώσαμε από το δελτίο τύπου ότι πρόκειται για μια ανατροπή του αρχαίου δράματος των Ατρειδών και κατόπιν τούτων ήταν λογικό να σπεύσουμε με ιδιαίτερες προσδοκίες στο θέατρο Φαργκάνη- μετονομασθέν προσφάτως Artbox Fargani– για το έργο σε πρώτη θεατρική παρουσίαση του Δημήτρη Δημητριάδη «Εκκένωση», σκηνοθετημένο από τον Θάνο Νίκα… Πιστεύοντας ότι θα συναντήσουμε μια οπωσδήποτε ενδιαφέρουσα (τουλάχιστον) παράσταση, ανεξαρτήτως υποκειμενικού βαθμού αρεσκείας ή συμφωνίας όταν πρόκειται για συγγραφέα με τη σφραγίδα του «αιρετικού» που ενίοτε διχάζει αναπόφευκτα, αλλά αυτή είναι η δυνατή του γοητεία…
Στην κατάφωτη λοιπόν πλατεία που τα φώτα δεν έσβησαν ποτέ παρά μόνο στο φινάλε, συναντούμε επί σκηνής καθισμένους σε ένα μεγάλο ημικύκλιο από παραταγμένες καρέκλες περίπου τριάντα άτομα, εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί ηθοποιοί κι οι υπόλοιποι ανάμεσά τους θεατές που κάλεσαν στη σκηνή ως βωβούς παρατηρητές, ίσως ως υποκατάστατο του χορού των αρχαίων τραγωδιών… Κι ενώ υποτίθεται ετοιμάζονται να ανεβάσουν για πολλοστή φορά μια συμβατική και πανομοιότυπη «Ορέστεια» με παρόντες όλους τους γνωστούς Ατρείδες, ήτοι Ορέστη, Αγαμέμνονα, Κλυταιμνήστρα, Ηλέκτρα, Ιφιγένεια, Αίγισθο, Τροφό κλπ., και συζητούν για το ανέβασμα σε έναν οικογενειακό «κύκλο εμπιστοσύνης», ξαφνικά κάποιοι ξεσπούν δηλώνοντας ότι έχουν κουραστεί από τη στείρα επανάληψη τόσων χρόνων, ότι διαφωνούν με τους χαρακτήρες που υποδύονται, ότι επιθυμούν ανατροπή που θα αλλάξει την προδιαγεγραμμένη από αιώνες πορεία των γεγονότων, ερχόμενοι σε έντονη σύγκρουση με όσους εμμένουν στον κλασικό μύθο και τους ρόλους του πρωτότυπου αρχαίου κειμένου… μια σύγκρουση που θα καταλήξει σε πικρά συμπεράσματα για το σήμερα και θα οδηγήσει σε διάσπαση και αποχώρηση- εκκένωση του χώρου…
Ωστόσο, από την πλευρά μας ως θεατές βιώσαμε μια πικρότερη απογοήτευση (-), δυσκολευόμενοι να πιστέψουμε ότι μια ευρηματική αρχική ιδέα, που μπορούσε να εξελιχθεί ευφάνταστα με ουσιαστικό στόχο από μια σπουδαία πέννα και δυνατό μυαλό σαν του Δημήτρη Δημητριάδη, κατέληξε επί της ουσίας σε απαράδεκτο φιάσκο…Που σημαίνει στο μεγαλύτερο μέρος της μιας ώρας, επιδερμικές, ανούσιες, αβάσιμες αντιπαραθέσεις με μορφή σχεδόν παιδιάστικου πείσματος, σαν να μάλωναν τσαμπουκάδες έφηβοι στην παρέα για το παραμικρό, ανταλλάσσοντας υστερικές τσιρίδες, φτηνές μαγκιές, πλακώματα με μπουνιές, πεισματάρικες αποχωρήσεις «φεύγω αφού δεν με παίζετε», σαχλά αστειάκια με κινητά, προβλέψιμο κλισέ χιούμορ και λοιπά παιδαριώδη προχείρου επιπέδου, να τρίβουμε τα μάτια και να μη πιστεύουμε στ’ αυτιά!
Να λες δεν είναι δυνατόν ο συγγραφέας που ξέρουμε να παρέδωσε ένα ακατέργαστο έργο, αναπτύσσοντας μια έξυπνη, αντισυμβατική ιδέα με τόσο επιφανειακό τρόπο ελαφράδας, ενώ μπορούσε προφανώς να εμβαθύνει στην ουσία του τελικού στόχου και το καταληκτικό συμπέρασμα ότι οι αρχαίες τραγωδίες που επαναλαμβάνονται τόσους αιώνες δεν «δίδαξαν τίποτα» στους ανεπίδεκτους μαθήσεως, να προκύψει μέσω εγκεφαλικής διαδικασίας, ευφυούς αποδόμησης, ψαγμένων επιχειρημάτων και όχι ανούσιας υστερίας κάποιων βαριεστημένων, ανώριμων, ματαιόδοξων καυγατζήδων… Είναι πολύ εύκολη και σίγουρη συνταγή γέλιου να διακωμωδεί κανείς τραγικούς ήρωες και ακραία δράματα «αντιστρέφοντας» την οπτική ή ανατρέποντας κωμικά τις συνθήκες στα πλαίσια πχ. μιας σάτιρας, ωστόσο εδώ το ζητούμενο ήταν διαφορετικό οδηγώντας σε μια καθολική «ακύρωση» με τρόπο αφελή και αυθαίρετο μέσω έμμεσου διδακτισμού…
Εν προκειμένω δεν τίθεται θέμα συμφωνίας ή όχι με το αμφιλεγόμενο πνεύμα του συγγραφέα– που όπως προείπαμε συνιστά άκρως ενδιαφέρον στοιχείο- ή την άποψη δια στόματος ηρώων «έχουμε χεσμένα τα αρχαία κείμενα» (μήπως εκεί παραπέμπουν τελικά οι φωτογραφίες από τουαλέτα;)… Η ένσταση αφορά στην ποιότητα της διαδικασίας που κατέληξε σε «αφορισμό»από φανατικούς, ενώ η «υπεράσπιση» υποτίθεται των υπέρμαχων στηρίχτηκε επίσης σε φαιδρό υπόβαθρο ματαιοδοξίας με στόχο το εύκολο γέλιο, καταπίνοντας την όποια ουσία…Το μόνο παρήγορο ήταν οι ελάχιστες μικρές «αναλαμπές λόγου» στο βαθύτερο ψυχογράφημα κάποιων κλασικών ηρώων, εισχωρώντας πίσω από το κατεστημένο φαίνεσθαι, που μας θύμισαν στιγμιαία Δημητριάδη…
Και βεβαίως η απογοήτευση (επιεικώς) κορυφώθηκε με τη σκηνοθετική διαχείριση του Θάνου Νίκα,του οποίου έχουμε εκτιμήσει αξιόλογες δουλειές και εδώ αδυνατούμε να καταλάβουμε τί ακριβώς συνέβη… Διότι η σκηνοθεσία του περιορίστηκε σε ημικυκλική παράταξη των καθισμένων προσώπων, που άλλοτε σηκωνόταν απειλητικά για τσαμπουκά (έτσι ακριβώς!), άλλοτε πλακωνόταν στο ξύλο και μαλλιοτραβιόταν για το τίποτα μιας κενής θεατρικότητας, άλλοτε κατέβαιναν τσαντισμένοι στην πλατεία ξεφυσώντας, ενώ στη μεγαλύτερη διάρκεια κραύγαζαν υστερικά σαν κακομαθημένα παιδιά που τους πήραν το παιχνίδι (ρόλο), με τσιρίδες ακατάπαυστες να τρυπάνε τα αυτιά, με επαναλαμβανόμενες βαρετές ατάκες όπου το «τί κάνεις ρε» μονοπωλούσε τους διαλόγους, με χαβαλέ χιούμορ επιπέδου καφετέριας, με εκρήξεις εντελώς αναιτιολόγητες από το πουθενά, με χρησμούς της Κασσάνδρας μέσω κινητού για το ανάλογο χάχανο κλπ.
Στο μεταξύ κάποιοι ηθοποιοί καθισμένοι μεταξύ των θεατών στην πλατεία, καλούνταν περιοδικά στη σκηνή να αντικαταστήσουν τους θυμωμένους αποχωρήσαντες για να αποχωρήσουν κι αυτοί το ίδιο θυμωμένοι, ενώ δεν ακούστηκε ούτε κιχ από μουσική ή ήχο, δεν άλλαξε στο παραμικρό η πλήρης φωταψία, δεν υπήρξε ούτε δείγμα σκηνικού αντικειμένου… Εν ολίγοις μια αντιθεατρική μάζωξη τύπου ψυχοθεραπευτικής συνεδρίας για κατάθεση προβληματικών εσώψυχων ή τύπου οικογενειακής συγκέντρωσης (Οίκος Ατρειδών) με αλληλοφαγώματα, που όμως θύμιζε εφηβική παρέα με χαβαλέ, πείσματα και μπόλικους καυγάδες…Πραγματικά ακατανόητες επιλογές φαρσοκωμωδίας, τί να πούμε!
Όσον αφορά στους 13 ηθοποιούς ( Βύρων Αναγνωστόπουλος, Άννα Βαρτανιάν, Κωνσταντίνος Δραμπάζης, Νίκος Δρίγκας, Άννα Μαρία Κοκκίνου, Μαρίνα Κολοκούρη, Δημήτρης Κουκιάς, Θοδωρής Κουστολίδης, Κωνσταντίνος Μποϊκίδης, Γιάννης Πεσεξίδης, Ζωή Ναούμ, Μάιρα Σιδερίδου και Δήμητρα Τσιμοπούλου ) ήταν όλοι τους νεαρά και προφανώς άπειρα παιδιά ως σπουδαστές ή απόφοιτοι Δραματικής Σχολής, που όμως πάσχισαν φιλότιμα με αφοσίωση και (κατά πολύ) υπερβάλλονταζήλο να ακολουθήσουν τις ατυχείς σκηνοθετικές οδηγίες και φυσικά είναι οι πλέον αθώοι για το κακό αποτέλεσμα… Η κραυγαλέα υπερβολή στις αντιδράσεις τους, το μπέρδεμα του θυμού με τσαμπουκά, η απόδοση της έντασης με υστερικές τσιρίδες κλπ. προφανώς δεν ήταν δικά τους ερμηνευτικά τερτίπια αλλά άστοχες επιλογές του σκηνοθέτη με το περίεργο «όραμα»… Στα ίδια τα παιδιά διακρίναμε στην πλειοψηφία τουςταλέντο, άνεση, συνέπεια, εκφραστικότητα, χιούμορ, περίσσεια ενέργεια και κρίμα ειλικρινά για την ατυχέστατηκατάληξη…
Καταλήγοντας (=) θα πούμε ότι τα αισθήματα κατά την δική μας «εκκένωση» της θεατρικής αίθουσας ήταν ανάμεικτα, με ισόποσες δόσεις θυμού για την πολύπλευρηυποτίμηση καταβάλλοντας τίμημα για να την υποστούμε,και θλίψης για το γεγονός ότι αυτή προήλθε τόσο αναπάντεχα από δημιουργούς που θαυμάζαμε και κατ’ ουσίαν υποτίμησαν πρωτίστως οι ίδιοι τους εαυτούς τους… Εν τέλει κυριάρχησε η θλίψη για μια εμπειρία που θα στείλουμε το ταχύτερο στη λήθη, σαν να μην υπήρξε ποτέ…
Βαθμολογία:
2,5/10
ΦΑΡΓΚΑΝΗ
«Εκκένωση» του Δημήτρη Δημητριάδη.
Τι θα συμβεί αν η Ιφιγένεια δεν δεχτεί να θυσιαστεί και ο Ορέστης δεν θέλει να’ ναι πια ο Ορέστης. Ο Αγαμέμνονας, η Κλυταιμνήστρα, η Ιφιγένεια, η Ηλέκτρα, ο Ορέστης, η Χρυσόθεμις, ο Αίγισθος, όλοι αυτοί οι ήρωες έχουν, εδώ και πολύ καιρό, αλληλοσκοτωθεί.
Σκηνοθεσία: Θάνος Νίκας. Ερμηνεύουν: Βύρων Αναγνωστόπουλος, Άννα Βαρτανιάν, Κωνσταντίνος Δραμπάζης, Νικόλας Δρίγκας, Άννα Μαρία Κόκκινου κ.ά.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 4 & Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2023 στις 9:30μ.μ.
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ.