Δώρο εν καιρώ “ξηρασίας” η παράσταση «Απολογία Σωκράτη». Είδαμε στο θέατρο Κήπου και σχολιάζουμε.
Τελικά το θέατρο, σε αυτήν την εκδοχή που βιώσαμε, είναι αναμφισβήτητα κορυφαία πολιτική πράξη. Από μόνο του σαν δράση και λόγος. Που όταν συμβαίνει σε μέρες και κλίμα σαν τα τωρινά, έρχεται ως «από μηχανής θεός» να φωτίσει σκιές, να ξεδιαλύνει θολά τοπία, να παρηγορήσει το πνεύμα. Να επαναφέρει χαμένες ισορροπίες και χαμένα αυτονόητα σε μια κοινωνία που πελαγοδρομεί τραγικά ή πολιτικολογεί ακατάσχετα ΜΗ λέγοντας ΤΙΠΟΤΑ. Η εν λόγω «πολιτική πράξη – παράσταση» σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη, αφορούσε στο έργο του Πλάτωνα «Απολογία Σωκράτους» και έλαβε χώρα στο θέατρο Κήπου… εκτός προγράμματος. Καθότι η συγκεκριμένη παραγωγή του ΚΘΒΕ προορίζεται να παρασταθεί σε επιλεγμένους αρχαίους χώρους και θέατρα λόγω του θέματος και της ιδιαίτερης παρουσίασης στα αρχαία ελληνικά, όμως η αναστάτωση ( έως πλήρης αποδιοργάνωση) των τελευταίων ημερών στη χώρα, έφερε κυριολεκτικά τα πάνω – κάτω στα καλλιτεχνικά δρώμενα και τους προγραμματισμούς…
Γεγονός όμως που επέτρεψε στους εναπομείναντες- τυχερούς- Θεσσαλονικείς του καλοκαιρινού Σαββάτου, να παρακολουθήσουμε πρώτοι μια παράσταση με μοναδική ιδιαιτερότητα: την εκφορά του λόγου στη μητρική αρχαία γλώσσα, από ένα κείμενο διαχρονικό και οικουμενικό, σαν την απολογία του Σωκράτη, όπως την κατέγραψε ο παρών στη δίκη Πλάτωνας. Οι λάτρεις των αρχαίων κειμένων είναι σίγουρο ότι έχουν καταχωρίσει το συγκεκριμένο στα πλέον αγαπημένα της βιβλιοθήκης τους για πολλούς λόγους: για τη δραματικότητα του ιστορικού γεγονότος, για το βαθύ και υψηλό νόημα του λόγου, για τη διαχρονικότητα των αξιών που πρεσβεύει, για το συναισθηματισμό που το διακρίνει. Ένα από τα πολλά και σπουδαία διαμάντια της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που αξιωθήκαμε ως ακριβή κληρονομιά.
Το οποίο αναφέρεται στην περίφημη δίκη που διεξήχθη το 399 π.Χ. στο Δικαστήριο της Ηλιαίας με τον Σωκράτη να κατηγορείται ότι εισάγει «καινά δαιμόνια» στην πόλη, διαφθείρει τους νέους και τα χρηστά ήθη με βασικό κατήγορο-μηνυτή τον ποιητή Μέλητο. Υπερασπιζόμενος τον εαυτό του, θα εκθέσει με τρόπο αριστοτεχνικό τις ιδέες, τις αξίες και εν τέλει τον σκοπό της ύπαρξής του, συμπυκνώνοντας το καταστάλαγμα της σοφίας του στο αξεπέραστο «έν οίδα, ότι ουδέν οίδα». Θα αναπτύξει ενώπιον των δικαστών τις αρχές του που αφορούν στην ηθική, τη γνώση και το πνεύμα έναντι της ύλης και της δόξας, θα καταρρίψει τις ψευδείς κατηγορίες του Μέλητου απογυμνώνοντας τα επιχείρηματά του με την περίφημη «μαιευτική» του μέθοδο, θα κρίνει σκληρά τους άρχοντες, τους ποιητές, τους λογής «σοφούς»… Και αφού αντιπροτείνει απρόβλεπτη «ποινή» για τα… μη αδικήματά του, θα αποδεχτεί τον θάνατο «τιμητικά» και βαθιά φιλοσοφημένα, ενώ πριν αποσυρθεί θα εκστομίσει με συγκίνηση τα τελευταία μεγαλειώδη λόγια του…
Τα μεγάλα εύσημα (+) ανήκουν δικαιωματικά σε δύο ανθρώπους: τον εμπνευστή Δήμο Αβδελιώτη και τον ενσαρκωτή Βασίλη Καραμπούλα διότι:
– Το εγχείρημα του Δήμου Αβδελιώδη που επιμελήθηκε τη διδασκαλία του κειμένου, τη μετάφραση (σε υπέρτιτλους) και τη σκηνοθεσία, υπήρξε όντως τολμηρό, μοναδικό στα χρονικά, ιδιαίτερα δύσκολο έως ριψοκίνδυνο. Ομολογώντας ο ίδιος ότι στόχος του δεν ήταν η όποια πρωτοτυπία, αλλά «η ανάγκη από το άκουσμα της φωνής του αυθεντικού έργου, να αφουγκρασθούμε και να νοιώσουμε βιωματικά τα αισθήματα και το ήθος του Σωκράτη». Το να φέρεις πάνω στη σκηνή του σήμερα τον αυθεντικό αρχαίο λόγο με τις σπάνιες «λεκτικές» αρετές, είναι από μόνο του ένα σπουδαίο παιδαγωγικό και συνάμα πολιτιστικό βήμα. Μια εξαιρετική εμπειρία να απολαμβάνεις την αρμονία, το μέτρο, τον ρυθμό, τη μουσικότητα μιας γλώσσας, πάντα ζωντανής και οικείας υποσυνείδητα. Όταν επιπλέον καταφέρεις να την κάνεις να ακούγεται όχι ως «μουσειακό είδος» ή ως «νεκρή φιλολογική» ή πομπώδης στα παλιά πρότυπα αρχαίων τραγωδιών, αλλά φυσική, σχεδόν καθημερινή, έχεις ήδη κατορθώσει έναν άθλο. Και έχεις σίγουρα πετύχει τον πρωταρχικό στόχο του «βιωματικού». Ομολογουμένως η διδασκαλία του αρχαίου κειμένου υπήρξε υποδειγματική με άψογο τονισμό λέξεων των φράσεων, ακριβείς παύσεις, σωστές εντάσεις που υποδήλωναν σοβαρή, επίπονη δουλειά και εμβάθυνση στο λόγο. Εξίσου πετυχημένη και η μετάφραση (σε δεύτερο πλάνο) που κράτησε τον ρυθμό και μια μορφή ποιητικότητας στην απόδοση του αρχαίου πλατωνικού κειμένου, απόλυτα συντονισμένη με τα προφορικά λεγόμενα.
– Ο Βασίλης Καραμπούλας ως ενσαρκωτής του Σωκράτη, ήταν αυτός που υλοποίησε τον… άθλο! Από τους δυσκολότερους χωρίς αμφιβολία. Μιάμισυ συνεχή ώρα σε έναν ακατάπαυστο μονόλογο στην αρχαία γλώσσα, απέδωσε λιτά και αφοπλιστικά μια ιστορική στους αιώνες απολογία ενός κορυφαίου στοχαστή. Με δουλεμένη σε κάθε λέξη και λεπτομέρεια την εκφορά ενός λόγου δύσκολου, τόσο από άποψη ακούσματος όσο και από πλευράς νοημάτων, παρότι είτε η άρθρωση είτε η τεχνική ηχητική υποστήριξη δεν τον βοηθούσαν ιδιαίτερα. Εντούτοις ήταν εμφανέστατο το «παίδεμα» που προηγήθηκε ώστε να μιλά στα αρχαία τόσο φυσικά, που είχες την αίσθηση ότι ακόμη και στην καθημερινότητά του εκφράζεται σε αυτή τη γλώσσα! Εντελώς λιτός και αφαιρετικός στην υποκριτική του, περιορίστηκε αποκλειστικά στο σπουδαίο λόγο, τονίζοντάς τον εκφραστικά με αίσθηση του μέτρου, χωρίς εξάρσεις αλλά με σωστές δόσεις συναισθήματος. Ο Θανάσης Δισλής στο ρόλο του Μέλητου με τις ολιγόλεπτες παρεμβάσεις του καθήμενος στις κερκίδες, πέραν της σκηνοθετικής «ανάσας» που πρόσφερε στην έκβαση της παράστασης, υπήρξε καίριος, αποτελεσματικός, δυναμικός.
Αναγνωρίζοντας την ιδιαιτερότητα της επιλογής και του θέματος, στο κομμάτι που θα εκφράσουμε ένσταση (-) είναι η έλλειψη θεατρικότητας στη σκηνοθεσία.
– Ή σωστότερα η έλλειψη σκηνοθεσίας, με την έννοια ότι απολαύσαμε εξαιρετικούς μεν στοχασμούς, αλλά δοσμένους εντελώς επίπεδα ως θεατρική απόδοση. Είναι αλήθεια ότι ο σκηνοθέτης Δ. Αβδελιώτης εκφράζει έντιμα την πρόθεσή του για καθαρή ανάδειξη της ουσίας του κειμένου χωρίς καθόλου άλλα στοιχεία, πέραν μιας κλεψύδρας νερού στη σκηνή, όντως εμπνευσμένης ως μοναδικό σκηνικό. Είναι επίσης γεγονός ότι το θέμα το ίδιο με την έμφυτη δραματικότητα δεν προσφέρεται για παραπανίσια «τερτίπια» και η λιτότητα είναι αυτή που του αρμόζει. Θεωρούμε όμως ότι από τη λιτότητα μέχρι την πλήρη αφαίρεση, θα μπορούσαν να περιληφθούν στοιχειώδη θεατρικά στοιχεία που να δικαιώνουν τον όρο «θεατρική παράσταση», να ενισχύουν το βιωματικό της χαρακτήρα και κυρίως να δημιουργούν ατμόσφαρα, που δυστυχώς έλλειπε. Διότι αυτή δεν μπορεί να προκύψει από έναν ηθοποιό αφύσικα ακίνητο σε όλη σχεδόν τη διάρκεια, από πλήρη έλλειψη ήχου και σκηνικών, από μονότονα σταθερό φωτισμό κλπ. όταν μια ασκημένη φαντασία θα μπορούσε να εμπνευστεί πολλά προκειμένου να αναδείξει θεατρικά τον τελετουργικό χαρακτήρα ενός μείζονος γεγονότος.
Πέραν τούτου όμως, δεν μπορούμε να μη συγχαρούμε τους δύο δημιουργούς για το αξιέπαινο τόλμημα που εισπράξαμε ως πολιτιστικό δώρο εν καιρώ «ξηρασίας» και επισφραγίστηκε με μια επιπλέον ιδιαιτερότητα, εξαιρετικά συγκινητική: ως απόδοση τιμής στο δραματικό ιστορικό γεγονός, οι ηθοποιοί ΔΕΝ εμφανίστηκαν στο κλείσιμο για χαιρετισμό και το καθιερωμένο χειροκρότημα. Παρά την σχετική αμηχανία όμως, από την πλευρά μας ως θεατές το είχαμε ήδη χαρίσει αυθόρμητα από καρδιάς, ακούγοντας τα τελευταία υπέροχα λόγια του Σωκράτη ενώ αποσυρόταν αργά από τη σκηνή… Και ήταν ένα ειλικρινές χειροκρότημα μεταφρασμένο σε «ευχαριστούμε»! Γιατί μας θύμισε σε εποχές θλιβερής πνευματικής ένδειας τις σπουδαίες παρακαταθήκες μας ως λαού και τη σωτήρια δύναμη ενός πολιτισμού μοναδικού…
Βαθμολογία
6 στα 10
Πληροφορίες για την παράσταση ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό