Το θεατρικό καλοκαίρι του 2015, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, σήμανε την έναρξη του υπό το φως μιας πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής καταχνιάς. Μιας αέναης αβεβαιότητας όπου και η ίδια η Τέχνη στέκεται μουδιασμένη μπροστά της. Αυτό το κείμενο με δυσκολεύει και πρώτη φορά με πιάνω να με αμφισβητώ. Είναι ώρα για τέτοιες αράδες σκέφτομαι, χάνω την ουσία και προσπαθώ να βρω τη κινητήριο δύναμη για τη γραφή μου. Παρθενική φορά που προσωποποιώ το λόγο μου και μιλάω στο εγώ. Και κατόπιν σκέφτομαι ότι οφείλω να το κάνω, τη δεδομένη αυτή στιγμή εκβιάζομαι από τη συνείδηση μου να το πράξω. Θα μιλήσω για τον Πολιτισμό. Θα μιλήσω για την Παιδεία. Θα μιλήσω για τη Μόρφωση. Για τη Διαμόρφωση. Για την Αφύπνιση. Για την Ιδέα. Για την Αλλαγή. Θα μιλήσω λοιπόν για το Θέατρο.
Στο Θέατρο Δάσους παρακολουθήσαμε την τραγωδία του Σοφοκλή, Αντιγόνη, ένα διαχρονικό τραγικό σχόλιο στην αλαζονεία της εξουσίας, που παρουσιάζεται από την 5η ΕΠΟΧΗ ΤΕΧΝΗΣ σε συνεργασία με το ΔH.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας, σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη και μετάφραση Παναγιώτας Πανταζή με έναν αξιοσημείωτο λόγο ,απλουστευμένο και συνάμα καίριο.
Λίγα λόγια για το έργο: Η τραγωδία ξεκινά την αυγή μετά τη νίκη των Θηβαίων. Ο Κρέοντας, που έχει αναλάβει τώρα την εξουσία ως στενότερος συγγενής των γιων του Οιδίποδα, διατάζει να μείνει άταφος ο Πολυνείκης, ως προδότης της πατρίδας του, και ορίζει ποινή θανάτου για όποιον παραβεί τη διαταγή του. Η Αντιγόνη δεν υπακούει στη διαταγή του βασιλιά της Θήβας, να μείνει άταφος ο αδελφός της, Πολυνείκης και πληρώνει με τη ζωή της την ανυπακοή αυτή. Το ίδιο όμως σκληρά θα πληρώσει και ο Κρέων βλέποντας τον γιο του και τη γυναίκα του να αυτοκτονούν ύστερα από τον θάνατο της Αντιγόνης.
Σε ένα σύγχρονο εικαστικό σκηνικό (Παναγιώτα Κοκκορού), στους χρωματισμούς του γκρι και του μαύρου, με κολώνες διαφορετικού υψομετρικού μεγέθους τοποθετημένες στο πλαίσιο της σκηνής παρακολουθήσαμε μια αρκετά μινιμαλιστική και μοντέρνα ανάγνωση της κορυφαίας αυτής τραγωδίας. Μιας τραγωδίας ασφυκτικά επίκαιρης στο σήμερα, ένα μανιφέστο ελευθερίας ενάντια σε βρώμικες εξουσίες, στον απαγχονισμό των ιδεών και των αξιών, στον φασισμό της διαφορετικότητας ,στην πατριωτική προδοσία. Η Ελλάδα, γένους θηλυκού, σαν μια άλλη Αντιγόνη φυλακισμένη, ακρωτηριασμένη επιλογών, θυσιασμένη στο βωμό των συμφερόντων ,όμως ΕΛΕΥΘΕΡΗ με το κεφάλι ψηλά κοιτώντας τους Θεούς, πράττοντας το δίκιο της, προσφέροντας τη ζωή της στα πιστεύω της ,τιμώντας την αξιοπρέπεια των πράξεων της. Ποιος θα μπορούσε άραγε να σκοτώσει μια τέτοια Ελλάδα; Ποιος άλλος Άδης θα τολμούσε να της στερήσει την ΑΘΑΝΑΣΙΑ της;
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους οι Nικήτας Τσακίρογλου, Ιωάννα Παππά, Σταύρος Ζαλμάς, Νίκος Αρβανίτης, Λουκία Μιχαλοπούλου, Γιώργος Παπαπαύλου και Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου. Οφείλουμε να ξεχωρίσουμε και να τιμήσουμε το ταλέντο που κατέθεσε στην σκηνή του θεάτρου ο Ν.Τσακίρογλου ως Κρέοντας αποδίδοντας μια δυναμική ερμηνεία εκφραστικότητας και κινησιολογίας. Λόγος καθαρός και στέρεος, μια αγέρωχη φυσιογνωμία κουβαλώντας και αυτός με τη σειρά του το καθηλωτικό αυτό κάτι της παλιάς γενιάς ηθοποιών. Μια καθορισμένη μανιέρα ερμηνείας που αντί να φαντάζει παλιακή παραδίδει μαθήματα διαχρονικότητας.
Στον ομώνυμο ρόλο του έργου η Ι.Παππά που αποδείχτηκε κατώτερη των περιστάσεων. Η Αντιγόνη είναι η ελευθερία, η Αντιγόνη είναι η θυσία, το ιδανικό, η θνητή που κοίταξε τον Δία. Η απόδοση της θα έπρεπε να είναι έντονη, πληθωρική, η φωνή της πιο δυνατή από όλες. Τα λόγια της να ταρακουνάνε συνειδήσεις, να σεισμογραφούν. Εν αντιθέσει, ήταν υποτονική, παραδομένη σχεδόν από την αρχή, με τη φωνή της να κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά ντεσιμπέλ μην κατορθώνοντας πολλές φορές να ακούσεις τα λόγια της.
Ο Αγγελιοφόρος του έργου ερμηνεύτηκε από τον Σταύρο Ζαλμά τηρώντας μια αξιέπαινη ισορροπία καθώς διαχειρίστηκε άριστα τον ρόλο του φύλακα-αγγελιοφόρου στην τραγωδία εναλλάσσοντας τον από πρώτο πλάνο ερμηνείας σε δεύτερο και αντίστροφα, αποδίδοντας μια αξιοπρεπέστατη ερμηνεία.
Ο Νίκος Αρβανίτης ως Μάντης Τειρεσίας, προφητεύει στον Κρέοντα την μοίρα του με θεμιτή αποστασιοποίηση στον ρόλο του ενώ η Λουκία Μιχαλοπούλου ως Ισμήνη ερμηνεύει ένα ακόμα τραγικό πρόσωπο της ιστορίας, μπροστά σε ένα μεγάλο δίλλημα, αυτό της υποταγής ή της αντίστασης σε έναν τρομακτικό παραλληλισμό του σήμερα. Τέλος η Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου ως Ευριδίκη και ως κορυφαία του Χορού αλλά και ο Γιώργος Παπαπαύλου ως Αίμωνας σε διπλή διανομή και ο ίδιος αποτέλεσαν μέρος του πιο δυνατού συντελεστή του έργου, του Χορικού.
Οι Χρήστος Πλαίνης, Κώστας Βελέτζας, Μάνος Καρατζογιάννης, Γιώργος Νούσης, Γιώργος Παπαπαύλου, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου διαμόρφωσαν το Χορό που στην συγκεκριμένη τραγωδία ο Σοφοκλής τον παρουσιάζει ουσιαστικά αδιάφορο μπροστά στο δράμα της Αντιγόνης. Το Χορικό αποτελούν γέροντες ευγενείς της Θήβας που τάσσονται υπέρ της εξουσίας του Κρέοντα. Γιατί άραγε ο Σοφοκλής να επιλέξει κάτι τέτοιο; Μήπως η μη αναστρέψιμη θυσία της Αντιγόνης στο βωμό των ιδανικών της ήταν το δικό του διάγγελμα στους Ελλαδίτες του τότε; Μια ιστορική ερώτηση που θα πρέπει να απαντηθεί στο σήμερα “διαβάζοντας” συνετά και καθαρά μακριά από δηλητηριώδη, ακραία εθνικιστικά φρονήματα τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής περιόδου. Το σύνολο του Χορού πλαισιώθηκε από ώριμες και δουλεμένες ερμηνείες, ένα ομοιογενές καλλιτεχνικό σώμα με σύγχρονη μορφή που αξιώθηκε μέσα στο πλαίσιο της παράστασης. Ξεχωριστή απόδοση για ακόμα μια φορά από τον ταλαντούχο Χ.Πλαίνη δημιουργώντας μια εκκωφαντική σιωπή με τα παρακάτω λόγια:
“Πολλά τα φοβερά, αλλά τίποτα πιο φοβερό από τον άνθρωπο δεν υπάρχει
εξουσιάζει με τεχνάσματα τα αγροδίαιτα ορεσίβια ζώα και δαμάζει με περιτράχηλο ζυγό το άλογο με την πλούσια χαίτη και τον ορεσίβιο ακαταπόνητο ταύρο
Δεν είναι άοπλος σε κανένα από όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον·
μόνο του Άδη την αποφυγή δεν θα κατορθώσει”
εξουσιάζει με τεχνάσματα τα αγροδίαιτα ορεσίβια ζώα και δαμάζει με περιτράχηλο ζυγό το άλογο με την πλούσια χαίτη και τον ορεσίβιο ακαταπόνητο ταύρο
Δεν είναι άοπλος σε κανένα από όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον·
μόνο του Άδη την αποφυγή δεν θα κατορθώσει”
Τέλος να αναφερθούμε στο αμφιλεγόμενο σκέλος του έργου, στη σκηνοθετική του επιμέλεια, από τον Θέμη Μουμουλίδη. Ιδιαίτερα καλλιτεχνική σκηνοθεσία με γενναιόδωρη σκηνική αισθητική αλλά συγχρόνως υποτονική και κατώτερη του σπουδαίου της κειμένου. Επίπεδη παρουσίαση, που άφηνε συχνά γυμνούς τους ηθοποιούς της, καλλιεργώντας κόπωση και κενά μέσα στην διάρκεια της παράστασης. Συγχρόνως η σκηνοθετική καθοδήγηση να βρίσκονται σε πρώτο πλάνο οι ερμηνείες δεν μπόρεσε να εξελιχθεί διότι υπήρξε προβληματική η απόδοση στην βασικότερη θα λέγαμε ερμηνεία του έργου, αυτή της Αντιγόνης.
Ο Θ.Μουμουλίδης τιμάει το θέατρο και τους συντελεστές του και παρουσιάζει πολύ συχνά μέσα από τη σκηνοθεσία του, τη δομή ουσιαστικά του θεάτρου που δεν είναι άλλη πέραν του ταλέντου στις ερμηνευτικές αποδόσεις. Αυτή είναι και η μόνη αλήθεια της σκηνής. Στη συγκεκριμένη όμως σκηνοθετική απόπειρα δεν είχε το κατάλληλο υλικό για να σταθεί άξιο των πολύ υψηλών απαιτήσεων αυτών των κειμένων-θησαυρών.
Καταλήγοντας[=]
Και ίσως κάποιοι να μου προσάψουν ότι καταχρώμαι το δικαίωμα της πένας μου, οφείλουνε όλοι όσοι έχουνε βήμα στον δημόσιο λόγο, από όποιο μετερίζι και αν τον υπηρετούν να δηλώσουν το παρών στην κρίσιμη αυτή στιγμή μας. Οφείλει ο καλλιτεχνικός κόσμος της χώρας να πάρει θέση, οφείλει να σεβαστεί το παρελθόν του, τότε που καλλιτέχνης σήμαινε αξιωτής ιδεών και όχι επιχορηγούμενο κομματικό εμπόρευμα. Ο μόνος τρόπος που μπορεί να αλλάξει ένα έθνος, μια σαθρή κοινωνία είναι δια μέσου της παιδείας της. Ο πολιτισμός της τέχνης γεννήθηκε για αυτόν τον λόγο. Για να υπηρετεί και να προάγει την παιδεία. Για αυτό όποιος σωπάσει τώρα θα ήταν φρόνιμο να σωπάσει για πάντα..
Βαθμολογία:
6 στα 10
Φωτογραφικό υλικό