Είδε η Ουρανία Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Δύο ταλαντούχες και καταξιωμένες ηθοποιοί, η Καλλιόπη Ευαγγελίδου και η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, μοιράστηκαν τον ίδιο ρόλο, αυτόν της βασίλισσας Αμαλίας,στην παράσταση «ΑΜΑΛΙΑ – Μια Βαυαρή βασίλισσα στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος», που παρακολουθήσαμε στο Ανοικτό Θέατρο Συκεών, την Πέμπτη 26 Αυγούστου, με ελάχιστους δυστυχώς θεατές λόγω της βροχής που προηγήθηκε. Μια επετειακή παραγωγή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Σερρών, για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, η οποία τελεί υπό την Αιγίδα της Βουλής των Ελλήνων.
Το έργο
Η Αμαλία έρχεται στην Αθήνα στις 2 Φεβρουαρίου του 1837 ως σύζυγος του Όθωνα και πρώτη βασίλισσα της χώρας. Ερωτεύεται την Ελλάδα, τον ήλιο, τη γη και τους Έλληνεςαπό την πρώτη κιόλας στιγμή. Παρά τη δύσκολη πολιτικά κατάσταση που επικρατεί, εκείνη οραματίζεται να γραφτεί το όνομά της στην ιστορία και οι Έλληνες να την θυμούνται για την προσφορά της. Φτιάχνει περίτεχνους κήπους με σπόρους που συλλέγει από όλον τον πλανήτη, χτίζει τα ανάκτορα και την Βουλή των Ελλήνων, ιδρύει ορφανοτροφείο, δημιουργεί το ταμείο των απόμαχων ναυτικών, ενθαρρύνει τις αμπελοκαλλιέργειες και αλλάζει τη γυναικεία μόδα της εποχής με την στολή «Αμαλία». Δεν διστάζει να πάρει στα χέρια της ακόμα και την αντιβασιλεία της χώρας σε πολύ δύσκολες στιγμές του παλατιού, έχοντας να αντιμετωπίσει τις Μεγάλες Δυνάμεις, τους οπλαρχηγούς, τους Φαναριώτες και τους επαναστάτες που απαιτούσαν σύνταγμα. Είναι δυναμική, αποφασιστική και ικανότατη πολιτικός και ταυτόχρονα μια ταλαιπωρημένη ψυχολογικά και σωματικά γυναίκα, η οποία λόγω ενός σπάνιου συνδρόμου από το οποίο πάσχει (σύνδρομο Ροκιτάνσκι), όχι μόνο δεν μπορεί να τεκνοποιήσει αλλά ούτε καν να γευτεί και να απολαύσει την ερωτική επαφή.

Καταρχάς στα θετικά (+) της παράστασης το κείμενο της Μαρίας Κυριάκη, προϊόν ιστορικής έρευνας της Δρ. Άντα Διάλλα, που στηρίχθηκε σε διάφορες πηγές, κείμενα, μαρτυρίες και αρχειακό υλικό, το οποίο αντλήθηκε κατά κύριο λόγο από τις επιστολές και τα ημερολόγια της ίδιας της βασίλισσας Αμαλίας. Το έργο παρουσιάζει μια ιδιαίτερη εκδοχή της ιστορίας του ελληνικού κράτους στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα, όπως την έζησε και την αφηγείται με τον δικό της τρόπο η βασίλισσα. Πρόκειται για έναν ιστορικό θησαυρό, εξαιρετικά ενδιαφέροντα, ιδίως για τους λάτρεις της ιστορίας, που βρίθει από ημερομηνίες, ονόματα σημαντικών προσωπικοτήτων της εποχής και γεγονότα που σημάδεψαν την χώρα μας. Παράλληλα αποπνέει έναν βαθιά ανθρώπινο χαρακτήρα καθώς περικλείει προσωπικά στοιχεία της βασίλισσας,άγνωστα στο ευρύ κοινό.
Η σκηνοθεσία του Ένκε Φεζολλάρι, ανέδειξε με τρόπο σαφή, λιτό και ισορροπημένοτα νοήματα του ιστορικού αυτού έργου, που, ενώ κατά βάση είναι ένας μονόλογος, αναπτύχθηκε επί σκηνής ως διάλογος δύο ατόμωνπου υποδύονται τον ίδιο χαρακτήρα. Οι δύο γυναίκες ηθοποιοί αλληλεπιδρούν, συνομιλούν, επιπλήττουν ή παρηγορούν η μία την άλλη, σαν να μιλά η βασίλισσα με την συνείδησή της ή να μιλά στον καθρέπτη της και εκείνος να της απαντά. Αναμφίβολα μια ευρηματική προσέγγιση, που χάρισε ζωντάνια και ενέργεια στην παράσταση και ανέδειξε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις βαθύτερες πτυχές της ψυχοσύνθεσης της βασίλισσας. Λόγω του ιδιότυπου κειμένου η σκηνοθετική παρέμβαση επικεντρώθηκε στην συνύπαρξη των δύο ηθοποιών επί σκηνής, στην σωματική και λεκτική έκφραση τους, στην ροή και την δυναμική του λόγου τους, αποδίδοντας σε κάθε περίπτωση ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα.

Πολύ καλές ερμηνείες και από τις δύο ηθοποιούς που με εξαιρετική χημεία λειτούργησαν επί σκηνής σχεδόν σαν ένα πρόσωπο και δίκαια καταχειροκροτήθηκαν από το κοινό. Οι δε εκφράσεις τους ακτινοβολούσαν συναισθήματα σε όλη τη διάρκεια της παράστασης.
Η Καλλιόπη Ευαγγελίδου ανταποκρίθηκε στις ανάγκες του ρόλου με υποκριτική ωριμότητα, χαρίζοντας στο κοινό μια ερμηνεία υψηλού επιπέδου. Σοβαρή, μετρημένη, αυστηρή αλλά και ευαίσθητη όταν χρειαζόταν, υποδύθηκε με πάθος την βασίλισσα που παρ’ όλη την σωματική της ταλαιπωρία εργαζόταν ακατάπαυστα για να δημιουργήσει και να προσφέρει στον ελληνικό λαό.
Εξαιρετική ερμηνεία και από την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου που με τη σιγουριά της εμπειρίας της, αλλά καιμε περισσή δύναμη και ένταση υποδύθηκε την πρώτη βασίλισσα της Ελλάδας. Με καθαρή άρθρωση, δυναμική και στιβαρή παρουσία ακόμα και όταν η αφήγηση έμοιαζε να την πονάει, έδωσε στον ρόλο όλο της τον εαυτό.

Το σκηνικό του Γιώργου Λυντζέρη, αρκετά λιτό και απλοϊκό, εξυπηρετούσε λειτουργικά την παράσταση, προσθέτοντας παράλληλα κάτι από την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής. Ένα μεγάλο τραπέζι που στην συνέχεια χωρίστηκε στα τρία, κηροπήγια και πορσελάνες, δύο σκαλιστές πολυθρόνες-θρόνοι, γλάστρες με φυτά και χάρτινες μακέτες κτιρίων της Αθήνας, ακόμη και μικρά καράβια που οπτικοποιούσαν τις αναφορές στα πλοία των μεγάλων δυνάμεων. Όλα στη διάθεση των δύο πρωταγωνιστών, έπαιρναν τη θέση τους στην σκηνή την κατάλληλη χρονική στιγμή, συνοδεύοντας την αφήγηση και τους διαλόγους.
Τα κοστούμια της παράστασης, επιλογές, όπως και το σκηνικό, του Γιώργου Λυντζέρη, ήταν επίσης λιτά, χωρίς περιττές υπερβολές. Μαύρα μακριά φορέματα που παρέπεμπαν αφενός στην εξέχουσα θέση της βασίλισσας και αφετέρου στην άσχημη ψυχολογική κατάσταση της.

Η μουσική του Κωνσταντίνου Ευαγγελίδη συνόδεψε το ιστορικό ταξίδι που παρουσιάστηκε επί σκηνής και σε συνδυασμό με τους φωτισμούς του Μιχάλη Κουβόπουλου ενέτεινε, σε κάποιο βαθμό, τις συναισθηματικές διακυμάνσεις των δύο πρωταγωνιστών.

Στα αρνητικά (-) σημεία της παράστασης θα αναφέραμε αρχικά την ακατάπαυστη αναφορά ονομάτων και ημερομηνιών μεταξύ των ιστορικών πληροφοριών του κειμένου, που όσο ενδιαφέροντα κι αν είναι, όταν φθάνουν σε υπερβολικό βαθμό, καθίστανται κουραστικά. Η δε προσπάθεια να παρακολουθήσει κανείς την ακριβή χρονολογική αναφορά έχει ως αποτέλεσμα να χάνεται το νόημα του ιστορικού γεγονότος που περιγράφεται και να αποδυναμώνεται το κατά τα άλλα πολύ ενδιαφέρον κείμενο. Επίσης ενώ το σκηνικό ήταν λειτουργικό, η απλοϊκότητα του υποβάθμιζε σε ένα βαθμό την παράσταση το περιεχόμενο και οι ερμηνείες της οποίας «άξιζαν» κάτι καλύτερο. Το ίδιο ισχύει και για τη μουσική και τους φωτισμούς, που χωρίς να ήταν «κακοί», θα μπορούσαν να αναδείξουν ακόμη περισσότερο τις ερμηνείες των δύο ηθοποιών.
Συμπερασματικά (=) η Αμαλία του Δη.Πε.Θε Σερρών είναι μια αξιοπρεπής παράσταση με πολύ καλές ερμηνείες από δύο καταξιωμένες, ταλαντούχες ηθοποιούς που, παρά τις όποιες αδυναμίες της, αξίζει να παρακολουθήσει κανείς. Μια παράσταση που εξιστορεί ένα ευαίσθητο κομμάτι της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας, από μιαν άλλη, διαφορετική, πολιτικά οπτική, δημιουργώντας αναμφίβολα αντικρουόμενα συναισθήματαστους θεατές.
Βαθμολογία:
6,1/10
.
Βίντεο υπόκλιση, θέατρο Συκεών, 29/08/2021
.
-k-
.
ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
ΒΙΛΑ ΑΛΛΑΤΙΝΗ
«ΑΜΑΛΙΑ Μια Βαυαρή βασίλισσα στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος» της Μαρίας Κυριάκη.

Το έργο που στηρίχθηκε σε ιστορικές πηγές, μαρτυρίες και αρχειακό υλικό, κυρίως από τις επιστολές και τα ημερολόγια της Αμαλίας, αλλά και ιστορικά κείμενα διαφορετικών οπτικών, δραματοποιήθηκε με έναν ιδιότυπο και γλαφυρό τρόπο.
Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολλάρι.
Ερμηνεύουν: Καλλιόπη Ευαγγελίδου και Αλεξάνδρα Παλαιολόγου.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου, στις 21:00
.
-Κ-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 14/05/2022 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 11α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2022 – Πληροφορίες ΕΔΩ
.
Δείτε & αυτά:
ΦΕΣΤΙΒΑΛ:
ΘΕΑΤΡΟ: