1077
«Αι στο διάολο – Σε λατρεύω»: και μια ΕΝΤΕΛΩΣ χαμένη ώρα… Είδαμε & Σχολιάζουμε…
Είναι κάποιες παραστάσεις (ελάχιστες ευτυχώς) που όση ώρα τις παρακολουθείς και όσο καλή διάθεση κι αν επιστρατεύσεις, αδυνατείς να βρεις έστω έναν λόγο ύπαρξης. Ψάχνεις προσεκτικά κάποιο – οποιοδήποτε σημείο στη θεματολογία, το κείμενο, τη σκηνοθεσία, την υποκριτική κλπ. που να δικαιολογεί την παρουσίαση ενώπιον κοινού και κυρίως το σχετικό αντίτιμο και καταλήγεις στη θλιβερή διαπίστωση του «τίποτα» και σε μια μεγάλη απορία: πώς είναι δυνατόν, με ποιο μαγικό τρόπο η ανυπαρξία ταλέντου βρίσκει «δίοδο στο φως», όταν αυθεντικά ταλέντα παραμένουν στο σκοτάδι… Μεγάλη κουβέντα βέβαια, που θα αφήσουμε για άλλη ώρα, καθότι επί της παρούσης το θέμα μας είναι η παράσταση «Αι στο διάολο- Σε λατρεύω» σε κείμενο και σκηνοθεσία της Αναστασίας Κοζίμπα. που με δυσκολία και υπομονή παρακολουθήσαμε στο θέατρο Σοφούλη. Ευχαριστώντας την καλή μας τύχη (ως σχήμα οξύμωρο) για την ωριαία διάρκεια, γιατί όσο ελαστικά όρια αντοχής κι αν διαθέτεις… πόσο λάστιχο να τα κάνεις;
Δεν θα μείνουμε στον άκομψο και κακόηχο τίτλο – επί τούτου διαλεγμένο για να αποσπάσει την προσοχή, που με το «καλημέρα» σε υποψιάζει για έλλειψη αισθητικής και φαντασίας. Ωστόσο είναι άδικο να προκαταβάλλεσαι ως θεατής από έναν ατυχή τίτλο και διαβάζοντας το ενημερωτικό σημείωμα ανακάμπτεις, πηγαίνοντας να δεις με ποιον τρόπο μια παράσταση πραγματεύεται την ερωτική σχέση. Όπου ένα ζευγάρι – αυτή κομμώτρια, αυτός άνεργος – γνωρίζονται μέσω ίντερνετ, συναντιούνται, ερωτεύονται περιπαθώς, συγκατοικούν και αρχίζει το βάσανο… αυτή ζηλεύει (ποια σε πήρε στο κινητό;), αυτός ζηλεύει (γιατί γλυκοκοίταξες τον πρώην;), αυτή παραπονιέται που δουλεύει και κουράζεται και δεν τη βοηθάει στις δουλειές, αυτός το παίρνει ως αιχμή που είναι άνεργος και το γαϊτανάκι των συγκρούσεων με ενδιάμεσες αγάπες, υποσχέσεις και συγγνώμες, συν την παρεμβολή δύο ξέμπαρκων φιλενάδων εκατέρωθεν ως μάρτυρες ενός μεγάλου αλλά άρρωστου έρωτα, οδηγούν στο δραματικό φινάλε της αλληλοεξόντωσης. Και δεν έζησαν αυτοί καλά κι εμείς ούτε γι αστείο καλύτερα…
Στην αλυσίδα των αρνητικών (-) της παράστασης, ο αρχικός και θεμέλιος κρίκος αφορά στο κείμενο της Αναστασίας Κοζίμπα.
– Ενώ το θέμα ενός έντονου και αρρωστημένου πάθους, παρότι κοινότυπο, προσφέρεται δραματουργικά για άπειρες και άκρως ενδιαφέρουσες θεατρικές εκδοχές, η συγγραφέας επέλεξε την πλέον επίπεδη, ακατέργαστη, σχεδόν παιδαριώδη μορφή αναπαράστασης, με προβληματική επιπέδου «φέισμπουκ» και αναπαραγωγή όλων των σχετικών κλισέ του διπλανού… κομμωτηρίου. Ατάκες κουραστικά (επιεικώς) προβλέψιμες, το «μαλάκας» σε πλήρη αποθέωση, η δραματουργική εξέλιξη ελλιπέστατη, οι μεταπτώσεις της ψυχολογίας αδούλευτες σεναριακά, ούτε ένας πόντος βαθύτερα στην ουσία… Μια άτεχνη και εντελώς επιδερμική περιγραφή μιας προβληματικής σχέσης, που δεν έπεισε ούτε για την ένταση του πάθους, ούτε για το αρρωστημένο του πράγματος, καθώς στερούνταν τα βασικά συγγραφικά ερείσματα, ικανά να αιτιολογήσουν στέρεα είτε το ένα, είτε το άλλο. Οπότε και τα δύο έμοιαζαν ευνουχισμένα και φτιαχτά ως δομή/ πλοκή, δοσμένα επιπλέον με απογοητευτική φτώχεια σε ένα ανούσιο κείμενο. Όσο για τα εμβόλιμα σχόλια των δύο φιλενάδων, στις γυναικοπαρέες ακούμε σαφώς πιο ψαγμένα…
– Μοιραία βέβαια, η σκηνοθεσία από την ίδια τη συγγραφέα, δεν θα μπορούσε να έχει διαφορετικό στίγμα, ακολουθώντας την έλλειψη έμπνευσης, φαντασίας, αισθητικής… Αν και για να είμαστε δίκαιοι, φάνηκε ότι πάσχισε με μικρά τεχνάσματα- εκμεταλλευόμενη την πλατεία, τους φωτισμούς, τον ήχο, το σκηνικό – να δώσει όγκο στο εντελώς επίπεδο κείμενο, ωστόσο χωρίς άποψη, αποδείχθηκαν όλα ανίσχυρα, ενώ αντίθετα σε στιγμές φάνταζαν κακόγουστα τουλάχιστον. Όταν ας πούμε λείπει η δύναμη από το λόγο και την πλοκή, το να αντικαθιστάς την υποτιθέμενη ένταση με κραυγαλέα εφέ (βιβλικής καταιγίδας!), μοιαζει αστείο… όταν ψάχνεις το κατάλληλο τραγούδι να «σχολιάζει» κάθε τόσο κυριολεκτικά τις ατάκες, μοιάζει παιδαριώδες… όταν βάζεις τις φιλενάδες να κατεβαίνουν στη σκηνή με κεριά «απαγγέλλοντας» κουβέντες του συρμού ως τραγωδοί, μοιάζει δήθεν… Πέρα από το πλεόνασμα νεκρών χρόνων, αφιερωμένων σε ντύσιμο- ξεντύσιμο, ξύσιμο όρχεων, λίγο από σταντ απ για ποικιλία, άσκοπες βόλτες, άνευρα χαριεντίσματα και ένα κινητό- σταθερό αξεσουάρ να βρίσκεται… και ο ερασιτεχνισμός (με την κακή έννοια) να μην μπορεί να κρυφτεί πουθενά…
– Στον τομέα της υποκριτικής, ο μόνος που διασώθηκε με ελάχιστες αμυχές, είναι ο Νικόλας Ζούρλας, ο οποίος διαθέτει εμφανώς ταλέντο, έστω κι αν απαιτείται επιπλέον δουλειά να το εξελίξει. Ωστόσο η ενέργειά του, η εκφραστικότητα, το πάθος, η σωστή κινησιολογία και εκφορά του λόγου είναι σημαντικότατα εργαλεία, που αν δεχόταν κατάλληλη σκηνοθετική καθοδήγηση θα απέδιδε σε πολύ πιο αξιόλογο επίπεδο. Δίπλα του, η συμπρωταγωνίστρια Ζακλίν Τσαουσίδου, λυπούμαστε που το λέμε, αλλά «δεν το έχει» και ένα καλοσχηματισμένο κορμί που δεν ξέρεις τί να το κάνεις, δεν φτάνει… μια στημένη, επίπεδη, εντελώς ερασιτεχνική και ακατέργαστη ερμηνεία που δεν μπορούσε να πείσει και δεν χρειάζεται να πούμε κάτι παραπάνω. Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος και οι δύο φιλενάδες Γεωργία Τσελέπη και Ελένη Κίτσιου, η μια (της κομμώτριας) πιο συναισθηματική, η άλλη (του άνεργου) πιο «τσαμπουκαλού», ενέτειναν με την απόδοσή τους τον σχολικού επιπέδου ερασιτεχνισμό, «βοηθούμενες» και από τις ανούσιες ατάκες.
– Ευπρόσωπο και επαρκές θα χαρακτηρίζαμε το συμβατικό σκηνικό των επίπλων από «δύο» σπίτια που στην πορεία γίνονται «ένα», ενώ βρήκαμε κακής αισθητικής και «φτηνιάρικα» τα κοστούμια- κυρίως της κομμώτριας. Για άλλη μια φορά, οι φωτισμοί του συγκεκριμένου θεάτρου έδωσαν σημαντικό χέρι βοηθείας στη σκηνοθεσία, αν εξαιρέσουμε την κραυγαλέα υπερβολή περιστασιακά ως σκηνοθετική «άποψη». Όσο για τις μουσικές επιλογές με λογής σουξέ συχνά- πυκνά ως μουσικός σχολιασμός, απλά τόνισαν τη γενικότερη ανεπάρκεια φαντασίας…
Εν κατακλείδι (=) απομένει η θλίψη για μια χαμένη ώρα- ευτυχώς για 20 θεατές- που προφανώς δεν μπορεί να απαλύνει από μια αποδεκτή ερμηνεία ή ένα επαρκές σκηνικό, σε ένα σύνολο που με τον τρόπο που αποδόθηκε, δεν δικαιολογούσε την ύπαρξή του επί επαγγελματικής σκηνής. Κάτι που η δημιουργός του «Ζήνωνα» δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται. Και το λέμε κομψά και κόσμια, γιατί δεν θέλουμε να ακολουθήσουμε την προκλητική γλώσσα του τίτλου, αν καταλαβαίνετε…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
1 στα 10
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
#Κουλτουρόσουπα #kulturosupa #Θεατρομανία #ΕίδαμεΚαιΣχολιάζουμε #ΠίτσαΣτασινοπούλου #ΘέατροΣοφούλη #ΑναστασίαΚοζίμπα #ΑιΣτοΔιάολοΣεΛατρεύω
Φωτογραφικό υλικό



