675
Αγαπάω και αδιαφορώ: Για τον Νικόλα… Είδαμε την παράσταση στη μουσική σκηνή “Ξέφωτο” και σχολιάζουμε…
“Ονομάζομαι Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το Άσιμος με γιώτα. Ουχί Ασίμος-ουδεμία σχέση έχω με τον Ισαάκ Ασίμωφ. Τώρα θα μου πεις γιατί το Άσιμος με γιώτα; Γιατί όταν λέμε ο τάδε είναι άσημος τραγουδιστής… η λέξη άσημος παίζει το ρόλο επιθετικού προσδιορισμού στη λέξη τραγουδιστής και γράφεται με ήτα. Ενώ το Άσιμος είναι όνομα ή καλύτερα επώνυμο και ουχί ο επιθετικός προσδιορισμός του εαυτού μου”
“Αγαπάω και αδιαφορώ”, ο τίτλος της μουσικής παράστασης αφιερωμένη στην πορεία και τα τραγούδια του Έτσι των Εξαρχείων, Νικόλα Άσιμου. Από το Σταυρό του Νότου και τα αττικά εδάφη, το μουσικό αφιέρωμα μεταφέρθηκε στην πλατεία των Λαδάδικων και τη μουσική σκηνή “Ξέφωτο”.
.
O Γιώργος Κορδέλας ανέλαβε την σκηνοθεσία της παράστασης και έδωσε σάρκα και οστά στον καλλιτέχνη μέσα από το βιβλίο του «Αναζητώντας Κροκανθρώπους» και τους στίχους του…
“Συχνά σα με ρωτούσανε αν είμαι καλλιτέχνης εγώ απάνταγα πως ναι, αλλά δεν κάνω τέχνη. Προσπαθώ να δημιουργήσω τις συνθήκες για να κάνουμε και τέχνη.”
Οποιοδήποτε χαρακτηρισμό και αν προσπαθήσεις να δώσεις σε αυτή την ιστορική φυσιογνωμία θα καταντήσεις γραφικός η και ακόμα αδαής. Ο Άσιμος ήταν άνευ, ήταν αντί ήταν ένας σύγχρονος Οδυσσέας, ήταν ο ΚΑΝΕΝΑΣ της δικής του εποχής. Ίσως αν τον αποκαλούσες τρελό, μόνο τότε, να σου χαμογελούσε λίγο…
Ο Λεωνίδας Κακούρης έβαλε τα ρούχα του Νικόλα και με ανατριχιαστική ομοιότητα τον τοποθέτησε μπρος στα μάτια μας. Μιλούσε, περπατούσε ανάμεσα μας, μας κοιτούσε κατάματα και ήταν αυτός. Ήταν εκεί, δίπλα σου, αυτός ο περιθωριακός, αλλόκοτος, λούμπεν καλλιτέχνης. Και όταν ο Λ. Κακούρης ενσάρκωνε τον Άσιμο, διαβάζοντας αποσπάσματα από το βιβλίο του καθηλωνόσουν στην μικρή υπόσταση σου σαν να άκουγες τα πολυτιμότερα λόγια του κόσμου… Από έναν τρελό σαλτιμπάγκο της ζωής…
“Θέλεις να πατάς σταθερά. Σ’ αρέσουν οι ρηχές θάλασσες. Σ’ αρέσει να γυρνάς τον κόσμο αλλά πάντα στα ρηχά. Εμένα μ’ αρέσουν οι βαθιές θάλασσες .Κι ας μη γυρνώ τον κόσμο. Κι ας με νομίζεις κολλημένο στο ίδιο αυτό σημείο. Δεν υπάρχει σύμπαν υπάρχουν μόνο στιγμές ,συμπαντικές στιγμές. Αν φτάσεις στην ακινησία μπορείς παντού να ταξιδέψεις…”
Τα τραγούδια του Ν. Άσιμου ποτισμένα με την ποίηση του, με την πολιτική του έκφραση,μια συνεχή επαγρύπνηση για την κοινωνία, για τον άνθρωπο, μια κραυγή για την καταπίεση , μια ιστορική παρακαταθήκη και μια βαριά κληρονομιά.
.
Οι εξαιρετικοί ερμηνευτές Παρασκευάς Θεοδωράκης και Κέλλυ Καλτσή απόδωσαν τραγούδια από την “παράνομη” δισκογραφία του καλύπτοντας όλο τα φάσμα αυτής της πολύπλευρης προσωπικότητας. Aκούστηκαν: «Το πανηγύρι», «Πιάστηκα σκοινί κορδόνι», « Έλα κουτέ», «Λίνα», «Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις», «Το παπάκι» , «Δεν πα να μας χτυπάν», «Venceremos», «Είμαστε τρομοκράτες»,«Μπαγάσας», «Μπαταρία» κ.α. Eπαναστατικά, ερωτικά, κοινωνικοπολιτικά άσματα που με την πολύτιμη συμβολή των ταλαντούχων μουσικών (Γιώργος Δασκαλάκης, Δημήτρης Χατζηδημητρίου, Παναγιώτης Χαραμής, Άκης Γαβαλάς,) και την σπουδαία ενορχήστρωση του Γιάννη Τσόλκα μας παρέσυραν στο αθάνατο… Και ίσως και ο Μπαγάσας να τα σιγοψιθύριζε μαζί μας, από εκεί πάνω…
“Και μη μας τρομάζουν φως μου οι πληγές ,στις χρυσές στιγμές μας πλάι και αυτές, νιώσε με για να σε νιώσω κι ας πονάς, είν’ πανάκριβο στο λέω ν’ αγαπάς. Αγαπάω κι αδιαφορώ κι έχω φτιάξει έναν καινούργιο εαυτό ,τώρα πια με αγαπάω και μένα όπως εσένα…”
H σκηνοθεσία του Γιώργου Κορδέλα καταπιάστηκε ακριβώς με την ουσία του καλλιτεχνικού έργου του Άσιμου, χωρίς ίχνος αγιοποίησης προς το πρόσωπο του αποτυπώνοντας με εξαιρετική ισορροπία και συνέπεια τα λόγια και τους στίχους του, δίνοντας την ερμηνευτική σκυτάλη στην μουσική και εναλλάξ. Με απόλυτο σεβασμό μεταφέροντας μέχρι και τα λόγια του Νικόλα για την εμπορευματοποίηση της τέχνης μα και του ίδιου του, του εαυτού.
“Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θ’ ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις. Αλλά δεν θα’ μαι πια εγώ. Θα’ ναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τους χρησιμοποιούν μετά το θάνατο τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν. Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δεν με άντεχες. Δεν είχες την δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά άμα στο ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ. Είναι καλύτερο ν’ αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με την φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Και σου φαίνεται γελοίο. Και ας μου φαινόταν γελοίο.”
Ήταν μια παράσταση-αποτύπωμα, ένα αξέχαστο βράδυ στο “Ξέφωτο“, μια νυχτιά που αφήσαμε τη ζωή να μας διδάξει παρέα με τον Έτσι…
“…Ήταν σαν να πέρασε από δώ ο Έτσι
και να μας έδωσε ζωή,
και να γινήκαμε όλοι έτσι,
και ξαναφεύγοντας ο Έτσι ρούφηξε όλη τη ζωή,
παίρνοντας πίσω ό,τι είχε δώσει.
Μαζί και μια σταγόνα απ’ τον καθέναν.
Ίσως του χρειαζόταν για να ‘χει τη δύναμη να περπατά,
για το αίμα που ‘χε χάσει.
Ίσως αυτό νομίζουν όλοι.
Κι ίσως γι’ αυτό τον αποφεύγουν, τον βρίζουν και τον θεωρούν αλήτη.
Ίσως το πήρα κι εγώ έτσι.
Αλλά τον ξέρω ‘γώ τον Έτσι.
Και ήμουν πριν κι εγώ σαν Έτσι.
Θέλει κουράγιο να ‘σαι Έτσι.
Για να μπορείς να παραμένεις έτσι, πρέπει να παίζεις την ψυχή σου.
Κι εγώ το ξέρω, δεν είν’ έτσι.
Και ο καθένας είν’ ο Έτσι…”
και να μας έδωσε ζωή,
και να γινήκαμε όλοι έτσι,
και ξαναφεύγοντας ο Έτσι ρούφηξε όλη τη ζωή,
παίρνοντας πίσω ό,τι είχε δώσει.
Μαζί και μια σταγόνα απ’ τον καθέναν.
Ίσως του χρειαζόταν για να ‘χει τη δύναμη να περπατά,
για το αίμα που ‘χε χάσει.
Ίσως αυτό νομίζουν όλοι.
Κι ίσως γι’ αυτό τον αποφεύγουν, τον βρίζουν και τον θεωρούν αλήτη.
Ίσως το πήρα κι εγώ έτσι.
Αλλά τον ξέρω ‘γώ τον Έτσι.
Και ήμουν πριν κι εγώ σαν Έτσι.
Θέλει κουράγιο να ‘σαι Έτσι.
Για να μπορείς να παραμένεις έτσι, πρέπει να παίζεις την ψυχή σου.
Κι εγώ το ξέρω, δεν είν’ έτσι.
Και ο καθένας είν’ ο Έτσι…”
Βαθμολογία
7,5 στα 10
Φωτογραφικό υλικό



