Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Παρότι άγνωστος ο συγγραφέας, είναι γεγονός ότι μας δελέασε ο όρος «κωμωδία», με την μόνιμη ελπίδα όχι βέβαια να ξεκαρδιστούμε (αυταπάτη πλέον), αλλά τουλάχιστον να απολαύσουμε μια ευχάριστη παράσταση από δύο αξιόλογους ηθοποιούς…
Δεν θα επαναλάβουμε το αυτονόητο, δηλαδή πόσο ανάγκη έχουμε το είδος στους δυστοπικούς καιρούς μας, καθότι καταντάει γραφικότητα, ωστόσο σε οποιαδήποτε περίσταση πάντα θα έλκει η κωμωδία ως παρήγορη «αχτίδα στη συννεφιά» και με ανάλογη προσμονή προσήλθαμε στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς «Μελίνα Μερκούρη» για την παράσταση «Check in για 2» του Μάκη Τσούφη, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Καζάκου, με τον ίδιο και την Ιωάννα Πηλιχού επί σκηνής….jpg)
Όπου σε ένα ενοικιαζόμενο Airbnb από «λάθος» διπλοκράτηση, αναγκάζονται να συγκατοικήσουν για ένα τριήμερο δύο άγνωστοι και εντελώς διαφορετικοί τύποι… ένας άντρας χαμηλών τόνων, οπαδός της τάξης, της ηρεμίας, του προγράμματος, της υγιεινής ζωής που ήρθε για χαλάρωση και διαλογισμό, και στον αντίποδα μια γυναίκα σίφουνας, εκρηκτική, χαοτική, αντισυμβατική, αθυρόστομη που αναστατώνει τον τόπο και δουλεύει ως ανιματέρ σε παιδικά πάρτι… Η αναγκαστική συνύπαρξη των δύο διαμετρικά αντίθετων χαρακτήρων θα επιφέρει μοιραία απανωτές συγκρούσεις για τα πιο απλά της καθημερινότητας, μέχρι που οι αποκαλύψεις για το παρελθόν τους θα οδηγήσουν σε τρυφερή προσέγγιση, ανακαλύπτοντας απρόσμενα ένα «κοινό τόπο»…
Δεδομένης της κοινοτυπίας του έργου (-) πρέπει να πούμε ότι η ιδέα της «αταίριαστης συγκατοίκησης» έχει χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ σε κωμωδίες, που έχει πάψει προ πολλού πλέον να λειτουργεί ως κωμικό εύρημα, εκτός κι αν διαθέτει ανατρεπτική φαντασία, ευφυείς εκπλήξεις, απρόβλεπτες ατάκες, ψαγμένο υπόβαθρο… Διαφορετικά εκπίπτει σε ένα ανούσιο, αδιάφορο αναμάσημα της γνωστής συνταγής, όπου δύο «ετερώνυμοι» συγκάτοικοι αντί να μαλώνουν σε οποιονδήποτε χώρο βρέθηκαν τυχαία (βλέπε «Κωνσταντίνου και Ελένης»), εδώ το κάνουν σε… σύγχρονο Airbnb και βέβαια με την προβλέψιμη «αγαπησιάρικη», γλυκανάλατη κατάληξη… που σημαίνει «μία από τα ίδια» χιλιοειπωμένα ως αρχική σύλληψη, ενώ οι εξομολογήσεις στην πορεία προδίδουν μια ακατέργαστη ρηχότητα, ταιριαστή μόνο σε αφελή, παιδαριώδη αναγνώσματα… Όπου επιπλέον έλειπαν η σπιρτάδα, οι ατάκες, οι ανατροπές, με συνέπεια ένα πληκτικό συμβατικό κείμενο που περίμενε από κάποια μπινελίκια να βγάλει γέλιο, ωστόσο ούτε καν το μειδίαμα μας έκανε τη χάρη…
Σε επίπεδο σκηνοθεσίας από τον Κωνσταντίνο Καζάκο, αν εξαιρέσουμε δυο- τρεις εύστοχες επιλογές που θα αναφέρουμε παρακάτω, το σύνολο διακρίθηκε από επίσης συμβατική έως βαρετή διεκπεραίωση, με προβλήματα στον ρυθμό και τη ροή που δεν έδεσαν σφιχτά όπως αρμόζει στην κωμωδία, με πολλές στιγμές άνευρες κι αμήχανες, με ανύπαρκτη έμπνευση και εσωτερική συνοχή, με αφελή έως παιδιάστικα ευρήματα… επιχειρώντας μέσα από αυτά ή από κλισέ γραφικότητες ή από θυμωμένα μπινελίκια/ βρισιές να αναδείξει την ανύπαρκτη κωμικότητα μάταια… Ακόμα και η υποτίθεται συναισθηματική σκηνή των εξομολογήσεων, κατέληξε επίπεδη με την αφέλειά της, μη πείθοντας για την αληθοφάνεια της στιγμής, ενώ το πενιχρό αδιάφορο σκηνικό με την πρόχειρη διάταξη τριών επίπλων δεν παρέπεμπε καν σε δωμάτιο σπιτιού…
Ερμηνευτικά ο Κωνσταντίνος Καζάκος, παρότι έχουμε δει στο παρελθόν αξιόλογες υποκριτικές επιδόσεις, εδώ δυστυχώς υπήρξε απογοητευτικός, αναγνωρίζοντας βέβαια ότι ο χαρακτήρας συγγραφικά δεν πρόσφερε την παραμικρή πρόκληση, αντίθετα αναλώθηκε σε μια ανούσια «διαχείριση διαλόγων» και αυτό ακριβώς έκανε ο ηθοποιός… Έλεγε τις αδιάφορες ατάκες ως όφειλε χωρίς να προκαλεί κανένα συναίσθημα είτε ευφορίας με χιούμορ είτε συγκίνησης, καλυμμένος πίσω από τον «ζεν» επίπεδο ήρωα, που όμως ακόμα και οι εκρήξεις του αποδόθηκαν με ελάχιστη πειστικότητα, δίνοντας την αίσθηση μιας κουρασμένης ή βαριεστημένης ή αποστασιοποιημένης διεκπεραίωσης τύπου «δεν πιστεύω ούτε μου αρέσει αυτό που κάνω, αλλά πρέπει να το κάνω»… (μεταξύ μας, δεν τον αδικώ για το συγκεκριμένο έργο, αλλά τότε γιατί το διάλεξε;)
Ωστόσο, μία από τις θετικές πινελιές (+) εν προκειμένω υπήρξε πρωτίστως η ερμηνεία της Ιωάννας Πηλιχού, παραβλέποντας μια ελαφρά υπερβολή, καθώς η συμμετοχή της «διέσωσε» τρόπον τινά το εγχείρημα και την έστω κοινότυπη κωμικότητά του, δεδομένου ότι η ηρωίδα της υπήρξε ο αβανταδόρικος ρόλος του έργου… Τον οποίο υπηρέτησε πειστικά με το έντονο ταπεραμέντο της, το πηγαίο χιούμορ, τον απαιτούμενο τσαμπουκά, τις εκρήξεις, την απείθαρχη τρέλα αλλά και με στιγμές συγκίνησης, αποδίδοντας φιλότιμα και ενίοτε απολαυστικά στα πλαίσια του συγκεκριμένου έργου, έναν ιδιαίτερα εξωστρεφή χαοτικό χαρακτήρα… που αν περιόριζε λίγο τα τραβηγμένα ξεσπάσματα της προσωπικής της μανιέρας, θα ήταν περισσότερο αληθοφανής..
Επόμενο θετικό στοιχείο σκηνοθετικά ήταν η ένταξη στην παράσταση του μουσικού Σταύρου Παργινού παίζοντας ζωντανά ατμοσφαιρικό τσέλο, με εύστοχες επιλογές που «διακωμωδούσαν» με τον τρόπο τους τα δρώμενα ως χιουμοριστικό μουσικό «σχόλιο», ενώ η παρουσία του δεν ήταν αμέτοχη αλλά λειτούργησε έξυπνα ως αφορμή για κωμικές ατάκες… Επίσης θα χαρακτηρίζαμε λειτουργικό εύρημα την ηχογραφημένη χαρακτηριστική φωνή του Μποσταντζόγλου σε ρόλο αθέατου αγριεμένου γείτονα, καθώς και την υποτυπώδη διάδραση με το κοινό ή πειράγματα για την παραγωγή, ενώ το φινάλε επεφύλαξε μια χαριτωμένη, απρόσμενη έκπληξη, σπάζοντας την μονοτονία έστω και στο τελείωμα…
Καταλήγοντας (=) για μια παράσταση αδιάφορη έως πληκτική, θα επαναλάβουμε μετά λύπης την πάγια διαπίστωση των τελευταίων χρόνων περί κωμωδίας, ότι «δεν αρκεί να έχει το όνομα, πρέπει να έχει και τη χάρη»… από τίτλους χορτάσαμε, από περιεχόμενο όμως (και γέλιο φυσικά) μένουμε μόνιμα νηστικοί…
Βαθμολογία: 3,5/10
Σύγχρονες κωμωδίες με δήθεν «αστεία»… για κλάματα! | «Στον παλμό των φουαγιέ»



.jpg)







.jpg)