Γράφει ο Μιχαήλ Χατζηαναστασίου για την Κουλτουρόσουπα.
Αλήθεια δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί οι περισσότεροι που ασχολούνται με την Τέχνη, σέρνουν ηλιθωδώς μαζί τους μία έπαρση, θεωρώντας τον εαυτό τους ξεχωριστό ή … ευλογημένο.
Ένα άσυλο επιλεκτικής αμνησίας είναι και η Τέχνη, που δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μία ασυνείδητη – στην καλύτερη των περιπτώσεων – απόδραση από την άγονη πραγματικότητα.
Η Τέχνη σε κάθε της έκφανση, είναι μία λύτρωση της ψυχής για τον πόνο και το άγχος της Ύπαρξης υποστήριζε ο Σοπενχάουερ, ένας ελιγμός ευτυχίας θα πρόσθετα εγώ, μία μυητική ένεση αρχέγονης μνήμης σε εποχές επιφανειακής αμνησίας.
Αποτελεί βασική πανανθρώπινη ανάγκη και όχι ατομικό μέσον επιβολής ή επαγγελματικής ανέλιξης.
Ο απώτερος σκοπός και βασικός στόχος ενός καλλιτέχνη που δημιουργεί, είναι να βοηθάει στην αισθητική βελτίωση του κόσμου γύρω του, παράγοντας δράση και προκαλώντας ανάδραση, όποτε τούτο κρίνεται απαιτητό.
Η Τέχνη είναι η ανύψωση του ανθρώπου σε κάτι ανώτερο. Είναι η ύμνηση της δημιουργικότητάς και ο σεβασμός στην ελευθερία της έκφρασης.
Ευσεβείς πόθοι και αξίες, που επιτυγχάνονται μόνο διά μέσου εκκόλαψης της φαντασίας μας, η οποία ασύστολα στριμώχνεται και καταπιέζεται στις σύγχρονες κοινωνίες, μέσα από ανούσιες αποστηθίσεις και μανιώδεις βαθμοθηρίες, οδηγώντας τους περισσότερους από εμάς, να αγνοούμε συνήθως το γεγονός, πως η φαντασία είναι σημαντικότερη της γνώσης κι’ αυτό γιατί είναι η μόνη … που μπορεί να διαπραγματεύεται με το κενό.
Η δυσλειτουργική πολυπλοκότητα μιας αδυναμίας μας, που δύναται να βρίσκει ασφαλή διέξοδο μέσα στους κρυπτογραφημένους της κώδικες και που πολλές φορές μας οδηγεί σε “γνωστική ασυμφωνία” καταλήγοντας ανέντιμα σε άποψη ή στάση ζωής από σπόντα ή … βόλεμα, δεν μπορεί να αποτελεί Παπικό συγχωροχάρτι για κανέναν μας. Η “τέχνη” του να δικαιολογούμε τον εαυτό μας δεν είναι Τέχνη, είναι συμπλεγματικό σύνδρομο.
Οτιδήποτε αποκαλούμε “Λόγιο” που δεν έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση ή σύγκρουση με την κατεστημένη άποψη, δεν δικαιούται να χαίρεται τον προσδιορισμό ετούτο, ούτε να κρύβεται στην σκιά ενός διανοουμενίστικου μανδύα δηθενιάς, με άμυνες σνομπισμού και εξάρσεις εγωπάθειας.
Το ότι μπορεί κάποιος να εξηγήσει τον Αρίσταρχο ή τον Κρισαναμούρτη, να μεταφράσει σωστά τον Ιονέσκο ή να εκτιμήσει δεόντως την Συμφωνία “Episode de la Vie d’un Artiste” του Μπερλιόζ, δεν τον καθιστά αυτόματα αξιόλογο ή καλλιεργημένο ως άνθρωπο.
Το να’ σαι καλλιτέχνης λοιπόν, δεν είναι “διάγνωση” αφήγημα, ούτε άλλοθι, είναι ταυτότητα.
Ένα απροσπέλαστο “λάθος” που καταλήγει επιλογή των ακραίων και δυστυχώς, καμία επιλογή κανενός από εμάς δεν κατοικεί στο απυρόβλητο, πλην αυτών των μετρίων και … πυροβολημένων.