Ο φαντάρος κι εγώ! Από τις Ιστορίες Ημερολογίου της Ελένης «Έλξις» Μαυρόβα.
Μαθήτρια λυκείου τότε και συγκεκριμένα καλοκαίρι τελειώνοντας τη δευτέρα και πηγαίνοντας για την τρίτη και δυσκολότερη από διάβασμα! Έχουμε πάει οικογενειακώς διακοπές στα ΚΑΑΥ της Ν.Φώκιας Χαλκιδικής. Για όσους δεν ξέρουν, πρόκειται για εξοχικές κατοικίες που νοικιάζουν οικογένειες αξιωματικών και γενικά ένστολων κυρίως του στρατού, για ορισμένες μέρες, με σκοπό τις οικονομικότερες διακοπές τους, προαιρετικά φυσικά. Ο πατέρας μου, όντας ταγματάρχης λοιπόν, βρεθήκαμε εκεί για το πρώτο εικοσαήμερο του Ιουλίου.
Από μικρή που ήμουν, ποτέ δεν είχα συμπάθεια στις στολές. Ίσως επειδή τις είχα καθημερινά στο σπίτι μου λόγω του μπαμπά μου. Χαλαρή λοιπόν εγώ, με το που φτάσαμε εκεί την πρώτη μέρα, άρχισα να περιεργάζομαι τον χώρο, τις παροχές, τις εγκαταστάσεις ευρύτερα, την παραλία, τη λέσχη, τον χώρο του θερινού σινεμά, καταλήγοντας στο αναψυκτήριο δίπλα στη θάλασσα για μια πορτοκαλάδα. Εκεί ήταν που γνώρισα τον Γιάννη. Ήταν με το μαγιό και έπαιζε ρακέτες. Νόμιζα ότι ήταν παιδί στρατιωτικού όπως κι εγώ. Όλοι τον φώναζαν με το μικρό του όνομα, σε όλους πρόσχαρα έκανε θελήματα, όλοι μικροί και μεγάλοι ήθελαν την παρέα του, κέρδιζε τις εντυπώσεις γενικότερα και προκαλούσε τον άλλον να τον γνωρίσει καλύτερα. Ομολογώ πως μου κέντρισε το ενδιαφέρον και δε θα έλεγα όχι, να τον γνωρίσω κι εγώ καλύτερα! Αφού τελείωσα την αναγνωριστική μου βόλτα, γύρισα στο σπιτάκι μας, ενθουσιασμένη και αποφασισμένη ότι με αυτό τον τύπο, θα ασχοληθώ αυτές τις μέρες εκτενέστερα!
Το βράδυ πήγαμε για φαγητό στη λέσχη του χώρου και ενώ δεν είχα την τύχη να τον ξανασυναντήσω εκεί, άκουσα παρέες να μιλάνε για αυτόν με τα καλύτερα λόγια. Ε, τότε σιγουρεύτηκα ότι όντως αξίζει να επιδιώξω την παρέα του. Την επόμενη μέρα, συνάμενη κουνάμενη, με τα παρεό μου και το ωραίο μου καινούργιο μαγιό, κατέβηκα στη θάλασσα από νωρίς, με σκοπό να πιάσω ένα καλό μέρος ως πέρασμα για να τον εντοπίσω εύκολα όταν θα κατέβαινε. Αφού λοιπόν, επέλεξα την ξαπλώστρα και την ομπρέλα με τη σωστή για μένα γωνία και οπτική, αλείφτηκα, ξάπλωσα και περίμενα. Οι ώρες περνούσαν και ενώ γέμιζε η παραλία, ο Σίμος, όπως τον έλεγαν, άφαντος! Με την τόση ηλιοθεραπεία και προσμονή, είπα να πάρω κάτι δροσιστικό από το αναψυκτήριο. Εκεί λοιπόν που μου ετοίμαζαν μια γρανίτα στο γνωστό σε όλους μας ΚαΨιΜι, ακούω τη φωνή του από πίσω μου να παραγγέλνει τον καφέ του. Είπα να το παίξω αδιάφορη και δε γύρισα να κοιτάξω καθόλου προς το μέρος του. Παίρνοντας τη γρανίτα μου, κάνω να φύγω και τον βλέπω ντυμένο στα χακί! Έμεινα τόσο έκπληκτη που μου έπεσε το ποτήρι από τα χέρια και γίναμε και οι δυο μας χάλια… Μα πήρα τέτοια απογοήτευση! Μα, φαντάρος;;; Τρελάθηκα!
Απευθείας με την ευγένειά του, δε μπορώ να πω, παραγγέλνει εκ νέου να μου φτιάξουν ότι έπινα και μου λέει με ένα χαμόγελο όλο γλύκα: «αφού έγινα η αιτία για όλο αυτό, αν και χωρίς να το καταλάβω πως, θα μου επιτρέψεις να κεράσω και να τα πούμε λίγο να γνωριστούμε καλύτερα;». Εγώ άφωνη και άλαλη πια με κομμένη την όποια μαγκιά και ψευτό-ανωτερότητα, του έγνεψα απλά ΝΑΙ.
Αυτό ήταν. Δε ξέρω τι με μάγεψε! Ο τρόπος του, η ομιλία του, το χαμόγελό του, το ενδιαφέρον γενικά για τον συνάνθρωπό του,… όσες ώρες και να μιλούσαμε, δε του έβρισκα ψεγάδι αρνητικό! Κι όλα αυτά, από έναν... φαντάρο! Δε μπορούσα να το χωνέψω ότι τον θαύμαζα τόσο και κρεμόμουν από τα χείλη του σε κάθε λέξη που έλεγε!
Ο μύθος καταρρίφτηκε, μια και είχα βρει τον μάστορά μου! Όλα κύλησαν ομαλά, ακόμα και μετά τις είκοσι μέρες που μείναμε εκεί. Ήταν τελικά, η πρώτη μου σοβαρή σχέση που κράτησε για μήνες. Φυσικά λόγω απόστασης, εγώ έμενα Δράμα κι εκείνος Κατερίνη, ακόμα και μετά το φανταριλίκι του, η απόσταση σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας μας, εγώ πλέον και Τρίτη λυκείου με μπόλικο διάβασμα και αργότερα φοιτητική ζωή στο Μεσολόγγι, ήταν αδύνατο! Ως ακόμα και τώρα όμως, που έχουν περάσει τριάμισι χρόνια, αναπολώ εκείνο το έντονο συναίσθημα!
ΑΑΑΑΑΑΧΧΧΧΧ…….