Γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στο Δημοτικό Ωδείο Καλαμάτας και στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Συνέχισε τις µεταπτυχιακές του σπουδές στην όπερα του Mozarteum Universität του Σάλτσμπουργκ µε υποτροφία από το Ίδρυμα Ωνάση και το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών.
Έχει αποσπάσει το Α’ βραβείο στον διαγωνισμό λυρικού τραγουδιού της Yamaha (YMFE) ενώ έχει εμφανιστεί ως σολίστ σε μεγάλες αίθουσες της Ευρώπης όπως Konzerthaus του Βερολίνου, Liederhalle της Στουτγκάρδης και Bozar στις Βρυξέλλες. Το βιογραφικό του περιλαμβάνει πρωταγωνιστικούς ρόλους σε μερικές από τις πιο διάσημες κι αγαπημένες όπερες όπως «Ο κουρέας της Σεβίλλης» του Ροσσίνι, «Ο Δον Τζιοβάννι», «Έτσι κάνουν όλες», «Ο Μαγικός Αυλός», «Ιδομενέας» του Μότσαρτ κι άλλες καθώς και σε οπερέτες του Offenbach «Ο Ορφέας στον Άδη»,«Η Ωραία Ελένη» και του Strauss «Η Νυχτερίδα». Έχει εμφανιστεί σε σημαντικά θέατρα της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης όπως στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στο Theatro Comunaledi Bologna, στο Lindbury Studio του Κόβεν Γκάρντεν, στο Teatro Sao Carlos στη Λισαβώνα, στην Κρατική Όπερα Τσεχίας , στην Κρατική Όπερα Ουγγαρίας στη Βασιλική Όπερα Στοκχόλμης και σε πολλές άλλες.
Τέλος έχει ηχογραφήσει τρεις δισκογραφικές δουλειές στα έργα Rossini Semiramide – Naxos, GluckIltrionfodi Clelia (Πρώτη παγκόσμια Εκτέλεση) – MDG, WeiglIl Sacrifizio – Newplay.
Ο λόγος για τον σπουδαίο τενόρο Βασίλη Καβάγια που με αφορμή την εμφάνισή του στην Πασχαλινή συναυλία της MOYSA και το Ρέκβιεμ του Μότσαρτ μιλά αποκλειστικά στην Μαρία Γρηγοριάδου και την Κουλτουρόσουπα.
- Τι σας οδήγησε στη μουσική και το κλασικό τραγούδι;
Από πολύ μικρός είχα μια τάση να παίζω ρυθμούς με τα κατσαρολικά στο σπίτι, ήμουν και σωστός τονικά στις μελωδίες των τραγουδιών και οι γονείς μου με έστειλαν στο ωδείο για μουσική προπαιδεία, και μετά για πιάνο και θεωρητικά κι έτσι ξεκίνησε το μουσικό μου ταξίδι. Το κλασικό τραγούδι ήρθε εντελώς τυχαία όταν σπούδαζα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο (Τμήμα Μουσικών Σπουδών) όπου ανακάλυψαν ένα ταλέντο στο τραγούδι το οποίο μετά εξέλιξα σπουδάζοντας.
- Τι αποκομίσατε από την εμπειρία της μετεκπαίδευσης στο εξωτερικό και γιατί σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες φεύγουν για σπουδές στο εξωτερικό;
Αυτό που προσωπικά απέκτησα με τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Αυστρία είναι η τριβή με το τραγούδι μέσω συναυλιών, παραστάσεων και φυσικά των δοκιμασιών μέσω ακροάσεων, οι οποίες είναι πολλές σε σχέση με την Ελλάδα. Γι’ αυτό το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελλήνων μονωδών φεύγει στο εξωτερικό, διότι υπάρχουν περισσότερα Λυρικά Θέατρα, συνεπώς και περισσότερες ευκαιρίες για εργασία.
- Τι σας μετέφεραν ως εμπειρία οι εμφανίσεις σε σκηνές του εξωτερικού;
Η εμπειρία των παραστάσεων είτε στο εξωτερικό είτε στην Ελλάδα είναι η ίδια. Πάντα έχεις να δείξεις τον καλύτερό σου εαυτό στο κοινό ανεξαρτήτου εθνικότητας. Η τέχνη της μουσικής είναι ίδια προς όλους. Το μόνο διαφορετικό είναι η οργάνωση και «φιλοξενία» του κάθε θεάτρου/οργανισμού που παίζει ρόλο και στην προετοιμασία της κάθε παράστασης/συναυλίας. Άλλα θέατρα είναι πιο καλά οργανωμένα, άλλα λιγότερο, ανεξαρτήτου χώρας.
- Ποιες είναι οι διαφορές του κοινού στο εξωτερικό σε σχέση με το ελληνικό κοινό;
Το κοινό για μένα δεν αλλάζει ανά χώρα. Θα έλεγα ότι ούτως ή άλλως το κοινό που έρχεται στην όπερα ή σε μια συναυλία κλασικής μουσικής είναι «ειδικό» κοινό σε όλες τις χώρες. Υπάρχει βέβαια π.χ. σε συγκεκριμένα Λυρικά Θέατρα της Ιταλίας πιο «σκληρό» κοινό που πολλές φορές γιουχάρει κάποιους συντελεστές επειδή «σπάνε» τους παραδοσιακούς φραγμούς ή τραγουδιστές που κατά τη γνώμη τους δεν ανταποκρίνονται σωστά κατά τα δικά τους δεδομένα.
- Πώς αντιμετωπίζει ο κόσμος την όπερα και πώς μπορεί να γίνει πιο προσιτή στο ευρύ κοινό;
Τα τελευταία χρόνια το κοινό της όπερας έχει μεγαλώσει κι αυτό οφείλεται πιστεύω στη μεγαλύτερη διαφήμιση μέσω social media και αυτό προσελκύει όλο και περισσότερα νέα άτομα να έρθουν έστω να δουν τι είναι η όπερα. Ίσως θα μπορούσε να βοηθήσουν περισσότερες δράσεις σε σχολεία ώστε τα παιδιά να γνωρίσουν αυτό το είδος και αν τους αρέσει να αρχίσουν να το ακολουθούν μέσω παραστάσεων, συναυλιών κτλ.
- Τι σας εμπνέει στην τέχνη σας και τι θέλετε να μεταφέρετε μέσα από τις ερμηνείες;
Η μουσική και το κείμενο είναι αυτά που εμπνέουν σε οποιοδήποτε έργο τραγουδάω. Είναι ο οδηγός για την απόδοση της καλύτερης δυνατής ερμηνείας. Αυτό λοιπόν που θέλω κάθε φορά να «μεταφέρω» μέσω της ερμηνείας μου είναι η ατμόσφαιρα του κάθε έργου. Αν είναι θρησκευτικό μια κατανυκτική ατμόσφαιρα, αν είναι μια κωμική όπερα να περάσει το κωμικό στοιχείο όσο το δυνατό καλύτερα κ.ο.κ.
- Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συνθέτης και ποιο το αγαπημένο σας έργο;
Αν και δεν είναι το ρεπερτόριό μου, πάντα μου άρεσε ο Πουτσίνι με κορυφαίο έργο τη Μποέμ. Θεωρώ ότι είναι ένα ευφυές έργο γεμάτο νέες μελωδίες που είναι σχεδόν κινηματογραφικές. Από το ρεπερτόριο μου είναι Ο Κουρέας της Σεβίλλης του Ροσίνι το οποίο είναι μια κωμική όπερα εξίσου καλογραμμένη και με μελωδίες που συναρπάζουν και δημιουργούν από μόνες τους μια μοναδική κωμωδία.
- Ποιος από του ρόλους που έχετε ερμηνεύσει έχετε αγαπήσει πιο πολύ και γιατί;
Είναι ο Κόντε Αλμαβίβα από τον Κουρέα της Σεβίλλης που μόλις προανέφερα. Είναι ένας πολυσύνθετος ρόλος. Ρομαντικός, κωμικός, και λόγω των πολλών μεταμφιέσεων πολύπλευρος υποκριτικά που τον καθιστά έτσι πολύ ενδιαφέρον. Έχει όλη την παλέτα των χρωμάτων τόσο μουσικά όσο και υποκριτικά.
- Πώς βιώσατε όλη αυτή την πορεία με διεθνείς συνεργασίες σε θέατρα αλλά και σε δισκογραφία; Πώς φτάνει κανείς σε αυτό το άνοιγμα και με ποιο «τίμημα» ;
Είναι μια πορεία δύσκολη. Απαιτεί αφοσίωση, υπομονή, επιμονή και γερό στομάχι. Δεν είναι εύκολος ο δρόμος. Σε μένα έπαιξε αρχικά ρόλο και η τύχη γνωρίζοντας κατάλληλους ανθρώπους που σε φέρνουν σε επαφή με ατζέντηδες ή θέατρα αλλά εννοείται καμιά πόρτα δεν είναι ανοιχτή από μόνη της. Χρειάζεται πάντα η ικανότητα να την ανοίξει κανείς και να την κρατήσει ανοιχτή μέσω των καλών εμφανίσεων. Γι’ αυτό υπάρχει μια συνεχής μελέτη στη φωνή και στο ρεπερτόριο που πάντα θέλουν προσαρμογή βάσει των σωματικών αλλαγών ανά ηλικία. Το «τίμημα» είναι διαφορετικό για τον καθένα, ανάλογα με τις προσδοκίες που έχει, τον τρόπο ζωής του και άλλες πολλές παραμέτρους. Σίγουρα ένας οικογενειάρχης με μια καριέρα στο εξωτερικό έχει ως «τίμημα» να είναι μακριά από την οικογένειά του συχνά. Κάποιος άλλος μπορεί να μην αντέχει τη μοναξιά που έχει αυτή η δουλειά όταν έχει να μείνει σε μια άλλη χώρα για δύο ή τρεις μήνες που διαρκεί μια παραγωγή κτλ.
- Στον μέχρι στιγμής απολογισμό νιώθετε δικαιωμένος σε σχέση με τα όνειρά σας;
Είναι στη φύση του ανθρώπου να μην του φτάνουν ποτέ αυτά που θα ήθελε να έχει αποκτήσει στη ζωή του. Πάντα ζητάμε το κάτι παραπάνω, αν και αυτό είναι καλό γιατί υπάρχει πάντα ένας στόχος και φιλοδοξία. Προσωπικά πολλές φορές μπαίνω στη διαδικασία να σκέφτομαι ότι θα ήθελα να είχα πετύχει πιο πολλά στην καριέρα μου ή να είχα κινηθεί αλλιώς σε κάποιες επιλογές. Παρόλ’ αυτά είμαι ευχαριστημένος με αυτά που έχω πετύχει μέχρι τώρα δεδομένων πάντα των συνθηκών γιατί δεν είναι πάντα οι συνθήκες όπως τις θέλουμε. Θέλει μια ευελιξία αυτή η δουλειά και σίγουρα δεν σου εγγυάται κανείς, όσο και καλός να είσαι σε αυτή, ότι θα «πετύχεις».
- Σας δελέασε ποτέ ο όρος «εμπορικότητα» μιας παράστασης με την έννοια της μαζικότερης προσέλευσης ή το θέμα δεν αφορούσε τους στόχους σας;
Δεν κοιτάω ποτέ το εμπορικό κομμάτι μιας και η όπερα δεν είναι «εμπορικό» είδος. Πάντα επιλέγω μια συμμετοχή μου σε παραγωγή βάσει του έργου ως ρεπερτόριο (αν μπορώ δηλαδή να το τραγουδήσω) και βάσει αμοιβής μιας και το τραγούδι δεν είναι χόμπι αλλά επάγγελμα.
- Αν σας ζητούσαμε τρεις ή περισσότερες αξίες που για σας σημαίνουν το «νόημα της ζωής», ποιες θα ήταν αυτές;
Υγεία, ευγνωμοσύνη, ενσυναίσθηση, αποδοχή, υπομονή και αγάπη.
- Πάμε σιγά σιγά στις μέρες που έρχονται. Πασχαλινή συναυλία με τη ΜΟΥΣΑ στο Ρέκβιεμ του Μότσαρτ. Τι έχετε να μας πείτε γι’ αυτό το έργο;
Είναι ένα από τα ομορφότερα έργα της θρησκευτικής δυτικής μουσικής αν και δεν είναι όλο το έργο γραμμένο από αυτόν. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου είναι γραμμένο από τους μαθητές του μιας και ο ίδιος δεν πρόλαβε να το ολοκληρώσει λόγω του θανάτου του. Παρόλ’ αυτά οι μελωδίες είναι στο στυλ του Μότσαρτ και προσφέρουν μια κατανυκτική ατμόσφαιρα στον ακροατή.
- Πώς σας φαίνεται η συνεργασία με μια νεανική ορχήστρα επαγγελματικού επιπέδου στη Θεσσαλονίκη;
Είμαι πολύ χαρούμενος όταν έχω να τραγουδήσω για παιδιά ή να συνεργαστώ με παιδιά. Ειδικά όταν πρόκειται για παιδιά που έχουν μια σχεδόν επαγγελματική σχέση με τη μουσική και την αντιμετωπίζουν τόσο σοβαρά. Μου θυμίζει τα δικά μου νεανικά χρόνια όταν φοιτούσα στο Μουσικό Γυμνάσιο/Λύκειο Παλλήνης, που ήμουν τρισευτυχισμένος όταν έπαιζα στη συμφωνική ορχήστρα ή τραγουδούσα στη χορωδία. Αυτές οι συμπράξεις είναι τόσο δημιουργικές και μαγικές που δεν ανταλλάσσονται με τίποτα. Και είναι τόσο σημαντικό να βλέπει κανείς νέα παιδιά, που είναι το μέλλον της γενιάς μας, να προσφέρει ένα όμορφο δημιουργικό έργο.
- Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας τις σκέψεις σας για το Πάσχα; Τι είναι για εσάς το Πάσχα; Έχετε κρατήσει κάποια αγαπημένη ανάμνηση μέσα σας;
Για μένα το Πάσχα έχει μια κατάνυξη. Είναι οι βυζαντινές ψαλμωδίες που ακούγονται από τα μεγάφωνα των εκκλησιών τη Μεγάλη Εβδομάδα, είναι το ΦΩΣ της Ανάστασης που συμβολίζει μια Ανάσταση εσωτερική διαφορετική για τον καθένα (πιστεύει δεν πιστεύει), είναι οι μπάντες που ηχούν πένθιμα στη μεταφορά των επιταφίων, η μυρωδιά από τα τσουρέκια και τα κουλουράκια, το βάψιμο των αυγών. Είναι μια μεγάλη ελληνική παράδοση. Όλα αυτά έχουν μέσα πολλές όμορφες παιδικές αναμνήσεις κυρίως από την επαρχία που περνούσα κάθε Πάσχα.
Σας ευχαριστώ πολύ! Καλή επιτυχία στην παράσταση! Καλό Πάσχα!
Πληροφορίες για τη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, Μ. Τετάρτη 16 Απριλίου θα βρείτε εδώ