Σπουδαίες φωνές και μελωδίες με κάποια… «αλλά», η συναυλία των Φραγκούλη-Πασπαλά στο θέατρο Δάσους. H Κουλτουρόσουπα ήταν εκεί ΧΘΕΣ ΒΡΑΔΥ και σχολιάζει.
Με την πόλη- πιάτο στα πόδια μας, τον βασιλεμένο ήλιο να βουτά στον Θερμαϊκό και το φεγγάρι πάνωθέ μας να ανατέλλει, είχαμε το ιδανικό εικαστικό πλαίσιο της βραδιάς, αυτό που προσφέρει πάντα απλόχερα το Θέατρο Δάσους. Και κόσμος πολύς, κάθε ηλικίας που γέμισε σχεδόν ολόκληρο το χώρο με συνεχή προσέλευση. Για να ακούσει δυο μεγάλους καλλιτέχνες, σαν τον Μάριο Φραγκούλη και την Έλλη Πασπαλά, πρώτη φορά μαζί, σε ένα πρόγραμμα αφιερωμένο στα σπουδαία τραγούδια του ελληνικού κινηματογράφου που αγαπήσαμε, γιορτάζοντας το κλείσιμο των 100 χρόνων του!
Δυο φωνές καταξιωμένες, σε ένα ρεπερτόριο με άρωμα και χρώμα μιας εποχής νοσταλγικής που αποτυπώθηκε μοναδικά στο πανί της οθόνης και στις καρδιές μας, μέσα από ηθοποιούς και ερμηνείες κλασικές. Γλυκιά η προσμονή και στις 9.45’ τα φώτα σβήνουν, αφήνοντας προς στιγμήν το φεγγάρι μοναχικό, υποβλητικό προβολέα…
Οι 5 μουσικοί στις θέσεις τους και στη μικρή οθόνη της σκηνής, αποσπάσματα από λατρεμένους Σταυρίδη και Καρέζη και Αλίκη και Ρένα και… από το βάθος, ακούμε τις φωνές και προβάλλουν μπροστά μας η Έλλη Πασπαλά κι ο Μάριος Φραγκούλης στο πρώτο ερμηνευτικό τους ντουέτο. Χαμογελαστοί, λαμπεροί, πιασμένοι από το χέρι.
Καλωσορίζουν ευγενικά, ευχαριστούν το κοινό της Θεσσαλονίκης που τους υποδέχεται πρώτο στην περιοδεία τους, δίνουν με δυο λόγια το στίγμα του προγράμματος και της πρώτης συνεργασίας τους, με τον… σημαδιακό τίτλο «Η αγάπη θέλει δύο». Και στη συνέχεια το λόγο παίρνουν τα τραγούδια… πιο συγκεκριμένα η αφρόκρεμα των κινηματογραφικών.
Όλα αγαπημένα, όλα χιλιοτραγουδισμένα, όλα γραμμένα από μεγάλους συνθέτες που σημάδεψαν με τις μελωδίες τους όχι τις ταινίες αλλά γενιές στη σειρά. Τραγούδια του Χατζηδάκη, του Ξαρχάκου, του Θεοδωράκη, του Πλέσσα και άλλων, σε ένα μουσικό ταξίδι νοσταλγίας, φορτωμένο συναίσθημα … τότε που όλα ήταν αλλιώς ή νομίζαμε πως ήταν αλλιώς… ίσως γιατί ήμασταν πολύ νέοι και πολύ αθώοι… Τότε που κλαίγαμε με την Καρέζη στα «Κόκκινα φανάρια» ή με την Αλίκη στη «Μανταλένα», τότε που θαυμάζαμε κρυφά τον τσαμπουκά της «Στέλλας», τότε που ξεκαρδιζόμασταν με τον μπερμπάντη Αυλωνίτη και τον μπακαλόγατο Χατζηχρήστο… Και στο φόντο μια Ελλάδα που έκλεινε το μάτι και έδινε απλόχερα υποσχέσεις… Αναμνήσεις με γεύση «χαρμολύπης», πιο πολύ για την παρελθούσα νιότη κι αθωότητα…
Όμως αυτή είναι η μεγάλη, ανεξήγητη δύναμη της μουσικής: νότες – πυρωμένες σαΐτες με κέντρο την καρδιά! Και είναι αλήθεια ότι η βραδιά είχε αρκετές τέτοιες σαΐτες που βρήκαν κατευθείαν στόχο. Και πώς αλλιώς βέβαια, με τόσο μεγάλα τραγούδια και τόσο σπουδαίες φωνές! Άλλοτε σε σόλο κι άλλοτε σε ντουέτο, μοιρασμένα δίκαια.
Ερμηνείες ξεχωριστές, σαν αυτήν της Πασπαλά στο «Σου ‘φερα νερό στις χούφτες», σαν αυτήν του Φραγκούλη στο «Κάπου υπάρχει η αγάπη μου» και σαν αυτές στα ντουέτα τους στο «Θάλασσα πλατιά», «Ένας ουρανός μ’ αστέρια», «Πες μου μια λέξη»… κι άλλα πολλά. Τα αυτιά μας ευφράνθηκαν από δυο φωνές άψογες που άλλωστε έχουν δώσει προ πολλού διαπιστευτήρια αρτιότητας, αλλά και από ερμηνείες με ευαισθησία, λυρισμό και συναίσθημα που έδεσαν αρμονικά μεταξύ τους, δίνοντάς μας την ευκαιρία να απολαύσουμε εξαιρετικές διφωνίες. Ισοδύναμοι και οι δύο στη σκηνή, κέρδισαν ο καθένας τις εντυπώσεις με την ιδιαίτερη λάμψη και το ταλέντο του που εκτιμήσαμε δεόντως και χειροκροτήσαμε, μέσα από κορώνες… μεγάλης φωνητικής έκτασης!
Όσον αφορά στις ευφάνταστες ενορχηστρώσεις από τον πεπειραμένο David Lynch, είναι αλήθεια ότι έδωσαν σε γενικές γραμμές ένα χρώμα ευχάριστα διαφορετικό σε γνωστά ακούσματα, με κάποιες από αυτές ιδιαίτερα επιτυχημένες, όπως στο «Πες μου μια λέξη», «Κάπου υπάρχει η αγάπη μου», «Αν σ’ αρνηθώ», «Του ήλιου σβήστηκε το φώς» (εξαιρετική!), ενώ σε κάποια, λίγα κομμάτια σαν το «Πέρα από τη θάλασσα», αλλοίωσαν δυσάρεστα το πρωτότυπο.
Βέβαια η βραδιά είχε και κάποια απρόοπτα, με υπεύθυνο τον… δαίμονα της τεχνολογίας! Ο οποίος φαίνεται διάβασε στο δελτίο τύπου ότι «την παράσταση συμπληρώνουν σκηνές ταινιών από τον αγαπημένο Ελληνικό κινηματογράφο με τη χρήση σύγχρονων οπτικοακουστικών μέσων, αποδίδοντας ένα εγγυημένα άρτιο αποτέλεσμα», γέλασε και είπε να βάλει την ουρά του! Έτσι ενώ στην αρχή, ταυτόχρονα με τα τραγούδια, βλέπαμε και σκηνές της αντίστοιχης ταινίας, κάπου στη μέση του πρώτου μέρους, το πράγμα «μπλόκαρε» κι ενώ ο Φραγκούλης αγωνιζόταν κατ’ επανάληψη και με φανερό άγχος να βρει το «Έχω ένα μυστικό κρυμμένο…» η προβολή δεν του έκανε… τη χάρη να το βρει με τίποτα και έκτοτε παράτησε την προσπάθεια να προβάλλει γενικώς.
Μικρό το κακό όμως από τεχνική άποψη, συμβαίνουν αυτά με τα μηχανήματα, ακόμη και στις… καλύτερες οικογένειες, ακόμη (και πολύ περισσότερο) σε πρεμιέρες. Το πλέον δυσάρεστο ήταν η φανερή έλλειψη ψυχραιμίας του Φραγκούλη, η απίστευτη αμηχανία για πεπειραμένο καλλιτέχνη και η αδυναμία να καλύψει κάτι τόσο απλό και ελάχιστα σημαντικό, δίνοντας μια ειλικρινή εξήγηση στο κοινό ή επιστρατεύοντας το σωτήριο σε τέτοιες περιπτώσεις χιούμορ. Και το ακόμη πιο δυσάρεστο ήταν ότι το συμβάν, μάλλον επηρέασε και τους δύο περισσότερο από όσο θα έπρεπε, γιατί στο δεύτερο μέρος μετά το διάλειμμα, φαινόταν εντελώς διαφορετικοί…
Ενώ ξεκίνησαν άνετοι, με αγκαλίτσες, με φιλάκια, με χιούμορ και έδειχναν να ζεσταίνονται και να λύνονται, στο δεύτερο μέρος, λες και κάτι πάγωσε εμφανώς μεταξύ τους, δεν πλησίασαν παρά μόνο τυπικά και το «Η αγάπη θέλει δύο» έμεινε μόνο στον τίτλο, με τον καθένα μόνο στο σκαμπό του…
Δεν ξέρω αν είναι τυχαίο, αλλά πάντως αξιοπερίεργο, ότι το συγκεκριμένο τραγούδι του τίτλου, από τα πιο αγαπημένα ντουέτα Αλίκης και Παπαμιχαήλ, είναι από τα ελάχιστα που ΔΕΝ ακούστηκε!!! Γεγονός είναι ότι η απρόσμενη απομάκρυνση – ψυχρότητά τους, σε ευθεία αντίθεση με τη θεματολογία και τον τίτλο της βραδιάς, ξένισε δυσάρεστα. Τη στιγμή που ως ζευγάρι θα μπορούσαν να «παίξουν» με κάποια φαντασία πάνω στο θέμα, ανταλλάσσοντας έξυπνες ατάκες, τρυφερές κινήσεις, κάποιους χορούς αγκαλιά, έχοντας στη διάθεσή τους μια τεράστια σκηνή ανεκμετάλλευτη… Αντί αυτών, περιορίστηκαν εντελώς στατικά στα 2-3 τετραγωνικά του κέντρου, δίπλα στους μουσικούς, όπου αυτός που ήταν η σειρά του να τραγουδήσει σηκωνόταν, ενώ ο άλλος που περίμενε καθόταν… Ίσως πάλι έφταιγε το άγχος της πρεμιέρας, που έκανε επιπλέον τον Φραγκούλη να χάνει κάποιες φορές τα λόγια του τραγουδιού…
Όμως είναι αλήθεια ότι η φαντασία δυστυχώς έλειπε γενικότερα από το πρόγραμμα, κάποια ευρήματα στην παρουσίαση και σύνδεση των τραγουδιών ή στη κινησιολογία που θα έδιναν αυτό το ξεχωριστό «κάτι» στη σκηνική παρουσία. Όπως έλειπε και ο άξονας – σκελετός, καθοριστικός σε μια θεματική συναυλία, η σπονδυλική της στήλη. Εν προκειμένω, οι επιλογές των τραγουδιών, έμοιαζαν τυχαίες, χωρίς εμφανή κριτήρια ή λογικό ειρμό και χωρίς συνδετικό ιστό μεταξύ τους.
Δεν κόλλησαν ας πούμε ανάλογα με την εποχή χρονολογικά, ή ανάλογα με το συναίσθημα , ή ανάλογα με το θέμα ή ανάλογα με την κλιμάκωση του κεφιού και του ρυθμού. Γιατί όταν ξεκινάς με το κεφάτο τσιφτετέλι «Στου γιαλού τα βοτσαλάκια» κι ακολουθούν ερμηνευτικά, ατμοσφαιρικά τραγούδια, μετά πιο ρυθμικά και πάλι ερμηνευτικά, όσο κι αν προσπαθείς φιλότιμα σαν τον Φραγκούλη να «ξεσηκώσεις» το κοινό, η απόπειρα είναι μάταιη, όπως φάνηκε και από την υποτονική συμμετοχή του, γιατί το όλο πράγμα παραπέμπει σε…. σκωτσέζικο ντουζ! Με λίγα λόγια, σε συναυλίες τέτοιου επιπέδου, μια στοιχειώδης σκηνοθεσία είναι επιβεβλημένη για ένα άρτιο καλλιτεχνικά αποτέλεσμα και η έλλειψή της… κραυγάζει. Γιατί είναι πολύ κρίμα να αδικούνται από αυτό τον παράγοντα, καλλιτέχνες τέτοιου μεγέθους.
Φεύγοντας, πήραμε μαζί μας τις ευγενικές φυσιογνωμίες του Μάριου και της Έλλης και κυρίως τις εξαιρετικές ερμηνείες τους στα πιο αγαπημένα τραγούδια της καρδιάς μας που σιγοτραγουδούσαμε στο δρόμο, ατενίζοντας από ψηλά τον φωτισμένο Θερμαϊκό και νοσταλγώντας γλυκά…
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Επιμέλεια προγράμματος: Μάριος Φραγκούλης, Έλλη Πασπαλά
Ενορχηστρώσεις: David Lynch
Σχεδιασμός φώτων: Κώστας Αλεξίου, Μαρία Βενιατάκη
Επιμέλεια ήχου: Δημήτρης Μπουρμπούλης
Παραγωγή: Team-spirit
Συμμετέχουν οι μουσικοί:
David Lynch: τενόρο και σοπράνο σαξόφωνο, φλάουτο, πίκολο, κρουστά
Γιώργος Καλούδης: τσέλο, λύρα, μαντολίνο, κιθάρα, κρουστά
Τάκης Φαραζής: πιάνο, ακορντεόν
Πέτρος Βαρθακούρης: κοντραμπάσο, κιθάρα
Κώστας Μυλωνάς: ντραμς & κρουστά
Φωτογραφικό υλικό