Μας συνεπήρε ο πίθηκο-γορίλλας Bonoboς… χθες βράδυ στο fix Factory of Sound… και σχολιάζουμε…
Εχτές το βράδυ βρέθηκα στην συναυλία του Bonobo μετά από πολλή προσπάθεια, μιας και νόμιζα πως άρεσε ιδιαίτερα στο φίλο μου τον Α.To όνομα του κύριου Bonobo όπως έμαθα με ένα γρήγορο ψάξιμο για εικόνες στο internet, προέρχεται από ένα πίθηκο-γορίλλα και έλπιζα η μουσική του να μην σχετίζεται τόσο με το όνομα του και απλά να το επέλεξε λόγω ευωχίας. Στο λεωφορείο ο φίλος μου ο Α. μου εξομολογήθηκε πως ελάχιστα τον είχε ακούσει απλά πίστευε πως θα έχει ωραίο και ενδιαφέρον κόσμο και γενικά θα είναι ένα από τα λιγοστά ενδιαφέροντα live με μεγάλο όνομα στη πόλη μας ( αν και η αλήθεια είναι πως η φετινή σεζόν του Ιουνίου έχει πολλά ξένα ονόματα σε πολλούς χώρους της πόλης και σε τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από τα φεστιβάλ της Αθήνας).
Φτάσαμε στο ολοκαίνουργιο fix… (παλιό μπουζουξίδικο που ανανεώθηκε έτσι ώστε να φιλοξενεί μεγάλες συναυλίες) και στη είσοδο υπήρχε μια μεγάλη ουρά από κόσμο που κρατούσε εισιτήρια στα χέρια παρότι η ώρα ήταν ήδη 22:00 και οι πόρτες είχαν ήδη ανοίξει από τις 21:00. Περάσαμε μπροστά μιας και είχαμε προσκλήσεις και αφού περάσαμε τη μεγάλη γεμάτη καναπέδες είσοδο (που μόνο μετά το πέρας του live και της αναμονής που προηγείται αυτού, καταλαβαίνεις γιατί έβαλαν εκεί τόσους πολλούς μαζεμένους καναπέδες), εισήλθαμε στον κύριο χώρο.

Το Fix sound factory είναι ένας ενδιαφέρον χώρος που κρατά τα στοιχεία του πρώην βιομηχανικού κτιρίου και του σκελετού του ενώ μέσα έχει αναρτηθεί ένα μεταλλικός σκελετός με σκάλες, σχεδόν σαν αμφιθέατρο για να κάθονται περιμετρικά όσοι δεν θέλουν να παρακολουθήσουν τη συναυλία όρθιοι και προτιμούν να κάτσουν σε ένα σταντ απομακρυσμένοι από τους καλλιτέχνες και το θορυβώδες κοινό. Δυστυχώς ο εξαερισμός του χώρου είναι ολέθριος με αποτέλεσμα καθόλη τη διάρκεια των live να ιδρώνεις και να ξεϊδρώνεις, λες και πήγες να δεις συναυλία στη Σαχάρα μέρα μεσημέρι… Και πες ότι διψάς και θες να ξαποστάσεις, δυστυχώς η λογική του χώρου αναφορικά με τα ποτά είναι απαράδεκτη. Σερβίρουν εξαιρετική μικρή Amstel από κουτάκι που σου τη βάζουν σε ένα πλαστικό αλά live ποτήρι, στην εξωφρενική τιμή των 5 ευρώ. Αν σκεφτείς πως την ίδια μπύρα την παίρνεις από την καντίνα έξω με ένα ευρώ, το κέρδος που έχουν είναι αηδιαστικό…
Επίσης ειδικά για τα μάτια του γνωστού Bonobo η τιμή του απλού ποτού (σε μικρό πλαστικό ποτήρι από παιδικό πάρτι) ανερχόταν στα 8 ευρώ, ενώ στον ίδιο χώρο την Παρασκευή στο live των Imam Baildi, το ποτό κόστιζε 6 ευρώ. Μυστήρια πράγματα, τι να πεις…. Μεγάλος dj, μεγαλύτερα έσοδα…
Μέσα στο χώρο συναντήσαμε ένα ετερόκλιτο πλήθος νέων που κυρίως απαρτιζόταν από δυο κατηγορίες, οι μισοί ήταν οι γνωστοί, ενδιαφέροντες, αριστεροί και ανεξάρτητοι hipster που γεμίζουν τα alternative barακια της Βαλαωρίτου τις Παρασκευές, τρέφοντας μια αγάπη στην ηλεκτρονική μουσική και οι άλλοι μισοί ήταν οι ψιλότρεντυ τύπου που κατακλύζουν μαγαζιά τύπου Monroe, αγαπάνε τη house και την trance και περνάνε τα καλοκαίρια τους στη Μύκονο με χόρτο και την ελπίδα να πετύχουν καλούς dj. Υπήρχαν φυσικά και αρκετές κοπέλες με αμερικανικό φεστιβαλιστικό στιλ, που θριαμβεύει στα περιοδικά μόδας, και είχαν μπερδευτεί. Φαίνεται νόμιζα πως πήγαιναν στη Coachella και όχι σε ένα ακόμα liveαδικο στο πρώην βιομηχανικό τμήμα της πόλης.
Γύρω στις 22:30, και αφού είχαμε καταναλώσει το πανάκριβο τζιν μας, περιμένοντας, ο Bonoboς, όπως τον αποκαλούσα καθόλα τη διάρκεια του live, εδέησε να βγει στη σκηνή για να μας ενθουσιάσει με την γεμάτη μπάσα μουσική του του. Το κοινό αναρρίγησε, τα φώτα έσβησαν και ξαφνικά στη σκηνή βγήκε όχι ένας αλλά τρεις τύποι. «Κοίτα να δεις έχει και μπάντα ο άτιμος και δεν θα παίζει όλο το βράδυ με τα μπλιμπλίκια του», σκέφτηκα…
Η μουσική ξεκίνησε ενώ κοινό και dj βρεθήκαμε λουσμένοι σε ένα απόκοσμο μπλε φως. Εν τέλη ο Bonobo με κατέπληξε θετικά οφείλω να ομολογήσω. Η μουσική του έχει μια έντονη μελωδικότητα σπάνια για την ηλεκτρονική μουσική, που σου επιτρέπει να ονειρεύεσαι και να χορεύεις ταυτόχρονα. Επίσης μιας και δεν είχα δει ποτέ ως τώρα dj live, συγκλονίστηκα με τη προσπάθεια που καταβάλει για να κουνάει, να αλλάζει και να επιρέαζει τον ήχο και με την ποικιλία των μηχανημάτων. Κάποια στιγμή μάλιστα ξετρύπωσε μια κιθάρα από πίσω του και τη πέρασε από το λαιμό του. «Λες να είναι αξεσουάρ?» σκέφτηκα, μιας και τη κράταγε για πολύ ώρα πάνω του χωρίς να την χρησιμοποιεί. Αλλά περιέργως ο κύριος Bonobos εκτός από το να κουνάει τη φράντζα του πάνω κάτω και να ελέγχει τον περίπλοκο μηχανισμό του μας έπαιξε και κιθάρα, χωρίς να σταματήσει να ασχολείται με τα μιλιούνια μπλιμπλίκια που είχε μπροστά του.
Όταν δε εμφανίστηκε η πανέμορφη Szjerdene που κάνει τα φωνητικά στο άλμπουμ του, με το υπέροχο σοκολατί δέρμα της και ένα γαλάζιο δαντελένιο φόρεμα, για να μας συνεπάρει με την υπέροχη φωνή της, σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους μουσικού και τον ίδιο τον Bonobo που mixαρε στα decks, το live έπιασε άλλα επίπεδα. Ο κόσμος κουνιόταν στους μελωδικούς σχεδόν έθνικ ρυθμούς. Τα δυνατά μπάσα, τρύπωναν στον σφυγμό σου και επηρέαζαν τον τρόπο με τον οποίο κουνιόσουν και ένιωθες τη μουσική. Το μαγαζί παρότι είχε μαζέψει αρκετό κόσμο, δεν ήταν τόσο φουλ ώστε να είσαι κολλημένος σαν σαρδέλα με τους διπλανούς σου, οπότε είχες τον απαραίτητο χώρο για να κινηθείς, να αναπνεύσεις και να απόλαυσης τη μουσική.
Ο Bonobo είναι ένας πολύ καλός μουσικός, που προσφέρει ένα ιδιαίτερο μείγμα μουσικών ακουσμάτων, που εν τέλει δεν είναι τόσο ηλεκτρονικό όσο μέσα στην άγνοια μου περίμενα να είναι.
Ειδικά στα live του έχει πολλά πράγματα να δώσει και καταφέρνει να συνεπαίρνει το κοινό με τη μουσική του, ακόμα και τους όχι τόσο φαν του είδους όπως εγώ.
Φωτογραφικό υλικό