«Ευτυχήσαμε» μονάχα σε στιγμές στο «ΕΥΤΥΧΕΙΤΕ» του θεάτρου Βεργίνα. Είδαμε, ακούσαμε, σχολιάζουμε…
Η υπόσχεση της μουσικής παράστασης για «αναβίωση του Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης», σίγουρα για μια ολόκληρη γενιά που αγάπησε το θεσμό, σηματοδοτεί νοσταλγία, συγκίνηση, αναμνήσεις, μελωδίες… Άλλες ξεχασμένες στο χρόνο κι άλλες αγαπημένες μέχρι σήμερα. Κυρίως όμως σηματοδοτεί το κλίμα και τα ακούσματα εποχών συνυφασμένων με την παρελθούσα νιότη και είναι αυτό που τροφοδοτεί αθέλητα τη συγκίνηση. Όταν η τηλεόραση «τω καιρώ εκείνω» ήταν πολυτέλεια για λίγους και οι πολλοί – αγκαλιά με ένα ραδιοφωνάκι ξενυχτούσαν τη βραδιά του Φεστιβάλ, περιμένοντας με αγωνία τα αποτελέσματα, δια στόματος του «θεσμικού» Άλκη Στέα. Του οποίου η διάσημη ατάκα- σήμα κατατεθέν «ΕΥΤΥΧΕΙΤΕ» ενέπνευσε τον Μάκη Δελαπόρτα ως τίτλος της παράστασης – αφιέρωμα στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Βεργίνα, με τις φωνές των Εύης Σιαμαντά, Κωνσταντίνας, Μέμου Μπεγνή και Παναγιώτη Πετράκη.
Κατάμεστος ο χώρος του θεάτρου, κατά βάση από ώριμες ηλικίες (λογικό) και πάνω στη σκηνή μια πολυμελής ορχήστρα 15 μουσικών με «φεστιβαλικές» προδιαγραφές και πληθώρα πνευστών, προκειμένου να αποδοθούν οι «τότε» ενορχηστρώσεις. Που φθάνοντας στη δεκαετία του ’70 και με το άνοιγμα στο λαϊκό τραγούδι, έσπασε το μονοπώλιο του ελαφρού και στην ορχήστρα πήρε θέση και το μπουζούκι. Η σκηνή στολισμένη φαντασμαγορικά με τα «κλειδιά του σολ» μπλεγμένα σε ωραία σύνθεση να κυριαρχούν στο κέντρο και ο Μάκης Δελαπόρτας – εμπνευστής της παράστασης και παρουσιαστής, καλωσόρισε το κοινό ζεστά και χαριτωμένα, παρότι αντιμετώπισε προβλήματα ήχου στα μικρόφωνα που δεν τον… εγκατέλειψαν σε όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Με τη γνωστή αγάπη του στον παλιό κινηματογράφο και τραγούδι, επέλεξε την πιο χαρακτηριστική 20ετία του Φεστιβάλ (1959- 1979), προλογίζοντας χρονιά- χρονιά τα φεστιβαλικά τεκταινόμενα και παραλειπόμενα και παρουσιάζοντας το νικητήριο τραγούδι ή κάποιο/α άλλα που ξεχώρισαν κάθε χρονιά.
Μας θύμισε με ολιγόλεπτες παρεμβάσεις τις πρώτες συμμετοχές των Μ. Χατζηδάκη και Μ. Θεοδωράκη στο Φεστιβάλ Αθήνας τότε από το ΕΙΡ, την οριστική μεταφορά του στη Θεσσαλονίκη, τις αλλαγές που υπέστη στη διάρκεια της 20ετίας, κάποια παραλειπόμενα σχετικά με τις συμμετοχές, το ιδιαίτερο κλίμα επί δικτατορίας και λογοκρισίας… δίνοντας τη σκυτάλη στους τραγουδιστές, εναλλάξ ή σε ντουέτα. Κάπου στη μέση του προγράμματος, έκανε συγκινητική εμφάνιση ο καλεσμένος της βραδιάς Γιώργος Πολυχρονιάδης, ο οποίος ερμήνευσε με την χαρακτηριστική και αναλλοίωτη φωνή του τρία αγαπημένα τραγούδια, εκ των οποίων και το «Αν ξανακατεβείς στη γη Χριστέ μου», αυτό που κέρδισε 5 βραβεία στο Φεστιβάλ του 1979, τελευταία χρονιά του αφιερώματος, καθώς από κει και μετά- σύμφωνα με τον Μ. Δελαπόρτα- το φεστιβάλ έχασε πλέον την πρότερη αίγλη και λάμψη του… ευχόμενος στο κλείσιμο της βραδιάς «να επανέλθει στον τόπο που άνθησε και δοξάστηκε».
Σε μια παράσταση με τίτλο- ευχή «ΕΥΤΥΧΕΙΤΕ», η αλήθεια είναι ότι η «ευτυχία» ΔΕΝ μας συντρόφευσε στο σύνολο, παρά μόνο σε στιγμές. Και αυτές αφορούν σε κάποιες ερμηνείες εξαιρετικές και στη νοσταλγία κάποιων ακουσμάτων. Καθώς αρκετά τραγούδια έχουν ξεχαστεί και ΚΑΛΩΣ έκαναν γιατί η εμβέλειά τους έφθανε μόνο μέχρι την πόρτα ενός φεστιβάλ και πλέον αποτελούν τρόπον τινά «μουσειακό είδος». Τα οποία μπορεί σήμερα να μην αγγίζουν με την αισθητική ή το περιεχόμενό τους, ωστόσο ανακαλούν μνήμες για όσους έζησαν την εποχή. Πέραν αυτών όμως, ακούσαμε και σπουδαία κομμάτια που μετά την πρώτη εκτέλεση στο Φεστιβάλ καταξιώθηκαν στο χρόνο και τα απολαύσαμε από ωραίες φωνές, παρότι εντοπίσαμε «διαβαθμίσεις» στις ερμηνείες. Ας πούμε θα χαρακτηρίζαμε «σκληρή» και χωρίς συναίσθημα την ερμηνεία της- κατά τα άλλα καλλίφωνης- Κωνσταντίνας. Το ίδιο και την ερμηνεία του Π. Πετράκη, ο οποίος ωστόσο αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς θεωρούμε ότι αδικεί το ταλέντο και τη δουλεμένη φωνή του με την τόσο επιτηδευμένη και «στημένη» σκηνική παρουσία, τους έντονους μορφασμούς (σχεδόν… φοβιστικούς), τις στυλιζαρισμένες πόζες και το επισημαίνουμε εντελώς καλοπροαίρετα.
Στον αντίποδα ο χαλαρός, σεμνός και μετρημένος Μέμος Μπεγνής απέδειξε ότι διαθέτει επίσης αξιόλογη φωνή και συμπαθέστατη σκηνική παρουσία κι όσο για την Εύη Σιαμαντά, θα μας επιτρέψετε οι υπόλοιποι να την ξεχωρίσουμε, όχι για λόγους «σωβινιστικούς» σαν «δικό μας κορίτσι», αλλά γιατί διαθέτει ένα πλήρες πακέτο αξιώσεων, με υπέροχη φωνή μεγάλων δυνατοτήτων, σκηνικό εκτόπισμα και ήθος, λαμπερή παρουσία, φυσική κομψότητα και ευγένεια… Ο Μάκης Δελαπόρτας, ένα πρόσωπο που κερδίζει άμεσα τη συμπάθεια, εν προκειμένω στην παρουσίαση υπήρξε άνετος, χαριτωμένος, επικοινωνιακός και διαχειρίστηκε επιτυχημένα και χιουμοριστικά το συνεχές πρόβλημα με τον ήχο. Δυστυχώς όμως ΔΕΝ κατάφερε να διαχειριστεί το ίδιο επιτυχημένα το στήσιμο της θεματικής βραδιάς, που στο σύνολό της χαρακτηρίστηκε από πλήρη συμβατικότητα και έλλειψη φαντασίας.
Μια εντελώς επίπεδη σκηνοθεσία εν είδει σχολικού αφιερώματος, όπου η μονότονη επανάληψη οδήγησε μετά από ένα σημείο στην πλήξη. Το μοτίβο «παίρνει ο παρουσιαστής χρονιά- χρονιά- λέει λίγα λόγια- βγαίνει ο τραγουδιστής και τραγουδά» επί 20 φορές ίδιο κι απαράλλακτο, προφανώς δεν προϋποθέτει καμιά έμπνευση στη δομή του προγράμματος. Και επιπλέον με κείμενα καλογραμμένα μεν, ωστόσο εντελώς συμβατικά και προβλέψιμα. Τη στιγμή που το αφιέρωμα καθεαυτό και η παρουσίασή του προσφερόταν ιδανικά για εμπλουτισμό με «θεατρινίστικα» στοιχεία, στιγμιότυπα εποχής, κάποιες προβολές ίσως, κάποιο «παιχνίδι» μεταξύ των συντελεστών έστω, που θα έδιναν σκηνικό ενδιαφέρον και θα έσπαζαν το μονότονο «μπαινο-βγαίνω». Άλλωστε η αναβίωση ενός ιστορικού καλλιτεχνικού γεγονότος, δεν παύει να αποτελεί μια καινούργια, αυτόνομη δημιουργία και όχι πιστή αναπαράσταση ενός παρελθόντος που δεν έχει πια αντίκρυσμα στο σήμερα και η απλή μίμηση χωρίς έμπνευση και χωρίς την ατμόσφαιρα της εποχής, θα είναι πάντα ατελής ή στην καλύτερη, τιμητικό «μνημόσυνο».
Το πόσο διαφορετικό είναι το σήμερα με το τότε, φάνηκε στη «διαχείριση» τη ίδιας της σκηνής, που παρότι αφορούσε υποτίθεται σε σκηνή φεστιβάλ, εντούτοις αρκετές φορές θύμισε πίστα και ατμόσφαιρα νυχτερινού μαγαζιού με «ώπα» και «πάμε» και χορούς και παλαμάκια… κυρίως από την Κωνσταντίνα που συχνά «ξεχνούσε» το κόνσεπτ και επιπλέον έκανε το στυλιστικό φάουλ να εμφανιστεί με τουαλέτα με προκλητικό σχίσιμο για να τραγουδήσει το κομμένο από τη λογοκρισία «αντιδικτατορικό» του Μ. Βιολάρη «Γύρνα πίσω Αποστόλη»! Επί των στυλιστικών όμως, πρέπει να ομολογήσουμε ότι εντυπωσίασαν τα πολυπληθή κοστούμια, ανδρικά και γυναικεία- σχεδόν ένα για κάθε τραγούδι και σχεδόν όλα κομψά, πλούσια και στο πνεύμα της εποχής. Ωραίος ο φωτισμός και άψογοι οι μουσικοί της ορχήστρας με ενορχηστρώσεις πιστές στα πρωτότυπα, με μόνη ένσταση στην εμφάνιση του Γ. Πολυχρονιάδη, που θα προτιμούσαμε να ερμηνεύσει ατμοσφαιρικά με την κιθάρα του, όχι μόνο για μια αλλαγή, αλλά γιατί με τη συνοδεία δυσκολευτήκαμε να αναγνωρίσουμε τα κομμάτια.
Φιλοσοφώντας στο κλείσιμο, βρίσκουμε τελικά πολύ σωστό ότι «η ευτυχία δεν είναι διαρκής κατάσταση αλλά στιγμές». Κι αυτές οι στιγμές του χορταστικού δίωρου του «ΕΥΤΥΧΕΙΤΕ», μας πρόσφεραν απόλαυση και νοσταλγία, έστω κι αν θέλαμε να είναι περισσσότερες!
Φωτογραφικό υλικό