Είδε ο Κυριάκος Ξανθόπουλος και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Η πρόσφατη συναυλία του Σταμάτη Κραουνάκη, με τίτλο «Τ’ Αηδόνια του Θέρους», που δόθηκε τη Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου στη Μονή Λαζαριστών, ήταν μια ξεχωριστή μουσική εμπειρία που ξεπέρασε τα όρια της απλής διασκέδασης.
Η αλήθεια είναι ότι η έναρξη μας σάστισε. Έχοντας κατά νου τις παλιότερες μουσικές παραστάσεις του αγαπημένου δημιουργού και λόγω της αρκετά …χμ… θεατρικής εισόδου μουσικών και τραγουδιστών (μέχρι και «ζντρο» έκαναν) περιμέναμε κάτι πιο κοντά σε δομημένη παράσταση. Προφανώς δεν ήταν παράσταση, και το πρώτο μέρος – ας το βαφτίσουμε έτσι άτυπα – έγινε αποδεκτό λίγο μουδιασμένα από το πολυπληθές, ομολογουμένως, κοινό. Η έναρξη, λοιπόν, είχε λίγο παράδοση, ένα «νησιώτικο», λίγο ρεμπέτικο, λίγο 20s Charleston, λίγο κοινωνικοπολιτικό σχόλιο, όχι ξεκάθαρο αλλά σε στιλ «μπιχτές»: Ντούρου-ντούρου, τα’παιξε η κουμουντούρου. Ένας ακατανόητος αχταρμάς δηλαδή.
Μετά τα εισαγωγικά κομμάτια, πρώτο τραγούδι που τραγούδησε ο Κραουνάκης ήταν το εξαιρετικό Μην Πας (μια μέρα στην δουλειά) και το πρόγραμμα συνεχίστηκε με Παρ’το Λϊζα, Σ’αγαπώ (σ’ όλες τις γλώσσες), Όποια και να’σαι (του Βοσκόπουλου ντε!), Ταρίφας (Μπορεί και να’σαι έρωτας και έρωτας μεγάλος).
Και κάπου στο Σαββατόβραδο, εκεί, μέσα στους στίχους του Τάσου Λειβαδίτη και την μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, βρήκαμε όλοι μας το «turning point» (σημείο καμπής) στο αρχικό «badengagement» (κακή συναισθηματική ενσωμάτωση και αλληλεπίδραση) με τα τεκταινόμενα. (Ορκίζομαι πως είναι εκφράσεις που χρησιμοποιούσε η γιαγιά μου). Εκεί ήταν που άρχισε να ζεσταίνεται το κοινό, κι εκεί ήταν που άρχισε και ο Σταμάτης να γίνεται πιο επικοινωνιακός και άφησε το πιάνο του στο βάθος της σκηνής και ήρθε μπροστά και γίναμε όλοι μια παρέα και έγιναν σιγά σιγά όλα κατακόκκινα, στο χρώμα που, κατά την γνώμη μου, αρέσκεται να βάφει τα θέματά του και τις μελωδίες του. Και φυσικά δεν μιλώ για τους φωτισμούς. Όλα βρήκαν ροή και νόημα και λειτούργησαν σε δύο επίπεδα. Αφενός, ως ένα πανόραμα της ελληνικής μουσικής από το οποίο αναδείχθηκε η αξία της. Αφετέρου ως ένας ζωντανός διάλογος με το κοινό για να περάσουν σημαντικά μηνύματα μέσα από τους στίχους και τις μελωδίες, για την αγάπη και την φροντίδα της, για τη συντροφικότητα, για συναισθήματα, για το περιβάλλον, για νοσταλγία και για …πάθος στη ζωή και τον έρωτα.
Ακούστηκαν τραγούδια γνωστά και τραγουδισμένα, κυρίως δικά του (Φίλα με, Ζήτα μου ό,τι θες, Κόκκινα Γυαλιά, Πόσο σ’ αγαπώ), και άλλων δημιουργών (Καλύτερα μαζί σου και τρελός, Θα με θυμηθείς/Ναι μωρό μου εγώ επιτυχία του Κώστα Μοναχού, Άκου τ’ αηδόνια, Ναύτης βγήκε στη στεριά) κυρίως παλιότερα, καθώς και παραδοσιακά.
Και, φυσικά, η συναυλία έκλεισε με τα Σωτηρία της ψυχής και Αυτή η νύχτα μένει.
Τελικά, όχι δεν ήταν παράσταση. Ήταν συναυλία. Ήταν συναυλία ΚΑΙ δρώμενο. Και μάλιστα ήταν συναυλία «χειροποίητη». Πώς να εξηγήσει κάποιος τον χαρακτηρισμό «χειροποίητη»; Είναι η επιλογή των τραγουδιών είτε ως τραγούδια αυτά καθεαυτά, είτε ως είδος… Είναι η μουσική και οι μελωδίες του Κραουνάκη που πολλές φορές μοιάζουν να «κρέμονται» και να κεντούν εκεί στο χείλος των ελαττωμένων συγχορδιών… Είναι η ενορχήστρωση που ακροβατούσε και κινούνταν ανάμεσα στα όρια μιας επαγγελματικής δουλειάς και ενός αυτοσχέδιου γλεντιού που στήνουν οι παρέες. Τα τραγούδια δεν είχαν – σε μερικές περιπτώσεις – συνοχή μεταξύ τους. Ενώ κάποιες ενορχηστρώσεις ήταν υποδειγματικές, σε άλλα τραγούδια έμοιαζε – επίτηδες θεωρώ – οι μουσικοί να παίζουν από μνήμης τα τραγούδια, όπως κάνουμε όταν μαζευόμαστε και βγάζουμε τα όργανα να γλεντήσουμε. Σε κάθε περίπτωση, τίποτα δεν ακούστηκε «δισκάτο», στουντιακό ή υπερβολικά γυαλισμένο, γεγονός που συνετέλεσε στην δημιουργία αυθεντικής ατμόσφαιρας σ’ αυτό το πανηγύρι συναισθημάτων και πάθους.
Για τους άξιους συντελεστές δεν χρειάζεται να πούμε πολλά παρά να παραθέσουμε τα ονόματά τους.
Σταμάτης Κραουνάκης, Δημήτριος Ανδρεάδης (πιάνο, κιμπορντ, ενορχηστρώσεις) Χρήστος Γεροντίδης, Κώστας Μπουγιώτης, Πένυ Ξενάκη, Γιώργος Στιβανάκης (φωνές)
Κοσμάς Κοκόλης (κιθάρα, μπουζούκι, τραγούδι), , Γιώργος Ταμιωλάκης (βιολοντσέλο), Θεολόγος Παπανικολάου (βιολί, τραγούδι με εξαιρετικό ηχόχρωμα) και Λάμπρος Παπανικολάου (κοντραμπάσο)
Πριν το καθιερωμένο “top-5» των ξεχωριστών στιγμών, θα πω και το προσωπικό μου «παράπονο» ως μουσικού. Παρ’ όλο που τις ενορχηστρώσεις τις κάνει κάθε δημιουργός έτσι όπως το σκέφτηκε και το οραματίστηκε, εμένα μου έλλειψε από το σύνολο η χρήση κάποιου πνευστού κατά βάση και κρουστών. Και μια στάλα «βαθάκι» (reverb).
- Ακούσαμε σε ευφάνταστη mush-up διασκευή τα Summertime, Ανθρώπων Έργα και I Put A Spell On You.
- Ο Σταμάτης Κραουνάκης, ανάμεσα στα άλλα που είπε όταν απευθυνόταν στο κοινό, προέτρεψε τους Θεσσαλονικείς να εμποδίσουν την τσιμεντοποίηση της ΔΕΘ, μαζεύοντας (επιτέλους) τις υπογραφές για την δημιουργία πάρκου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Τα λόγια αυτά ειπώθηκαν μετά την υπέροχη απόδοση από τον Κώστα Μπουγιώτη του Εμένα με Συμφέρει, τραγουδιού σε μουσική Σταμάτη Κραουνάκη επάνω στους στίχους με δυνατό οικολογικό περιεχόμενο της Λίνας Νικολακοπούλου.
- Το (Γερνάω) Μαμά ήταν συγκλονιστικό.
- Η Σωτηρία της Ψυχής όπου τραγουδούσε όλο το θέατρο, επίσης.
- Κορυφαία – μουσική – στιγμή στην συναυλία για τα δικά μου γούστα και αυτάκια ήταν το τραγούδι Η μυγδαλιά, (στίχοι/μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης) που το απολαύσαμε σε μια ονειρεμένη ενορχηστρωτικά απόδοση/διασκευή με τον Χρήστο Γεροντίδη στο τραγούδι.
…και ένα δείγμα από τη βραδιά: