Είδε η Αννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Με την όπερα «La Vestale» του Gaspare Spontini ολοκληρώθηκε η σειρά εκδηλώσεων του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης που είχαν ενταχθεί στο έτος «Μαρία Κάλλας» με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση της φημισμένης σοπράνο. Την σημαντική αυτή συμπαραγωγή του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης και του Teatro Grattacielo της Νέας Υόρκης, την κορυφαία εκδήλωση της όλης διοργάνωσης, είχαμε την χαρά να παρακολουθήσουμε την Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου, στην αίθουσα φίλων μουσικής του Μεγάρου.
Πρόκειται για το σπουδαιότερο έργο του διάσημου Ιταλού συνθέτη, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην όπερα του Παρισιού το 1807 και σημείωσε τεράστια επιτυχία με πάνω από 200 παραστάσεις μέχρι το 1830. Μια από τις σημαντικότερες αναβιώσεις του υπήρξε εκείνη με την Μαρία Κάλλας στον ρόλο της Τζούλια, το 1954, στη Σκάλα του Μιλάνο. Το εν λόγω έργο, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό, θεωρείται σύνδεσμος ανάμεσα στην grand opéra του 19ου αιώνα και στη λυρική τραγωδία της κληρονομιάς του C. W. Gluck, έχει επηρεάσει συνθέτες όπως ο H. Berlioz και ο R. Wagner και συνεχίζει μέχρι σήμερα να συγκινεί τους θεατές σε όλο τον κόσμο.
Η υπόθεση πραγματεύεται τον έρωτα του Ρωμαίου στρατηγού Λικίνιου για την όμορφη Τζούλια. Όταν ο Λικίνιος επιστρέφει νικητής στην Ρώμη από μια εκστρατεία, μαθαίνει ότι η αγαπημένη του έγινε κατόπιν απόφασης του πατέρα της και παρά τη θέλησή της, Εστιάδα Παρθένα, ιέρεια δηλαδή της Βέστας (θεάς της οικογενειακής εστίας). Καθήκον της είναι η συντήρηση της Ιερής Φωτιάς στο ναό της θεάς στη Ρώμη. Μπροστά στην πιθανότητα να την χάσει για πάντα, ο Λικίνιος αποφασίζει να την απαγάγει, παραβαίνοντας τους νόμους της πόλης, αλλά και τις επιταγές των θεών. Η Τζούλια διχασμένη ανάμεσα στην αγάπη της για τον στρατηγό και στο καθήκον της απέναντι στην θεά, προσεύχεται να ελευθερωθεί από τον πειρασμό του Λικίνιου. Όταν η Ιερή φλόγα σβήνει και η ίδια καταδικάζεται σε θάνατο, η μοίρα της αφήνεται, πλέον, στα χέρια των θεών…
Η παράσταση που παρακολουθήσαμε, με ένα σημαντικό καστ διεθνώς αναγνωρισμένων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, υπήρξε πραγματικά αξιόλογη (+).
Η εμβληματική μουσική σύνθεση του Gasrare Spontini, σε συνδυασμό με το εξαιρετικό λιμπρέτο του Étienne de Jouy (Victor-Joseph Étienne), μάγεψαν το κοινό και το ταξίδεψαν στον σαγηνευτικό κόσμο της όπερας, όπου μουσική και συναίσθημα ενώνονται μυστηριωδώς, αγγίζουν βαθιά τις ανθρώπινες ψυχές και τις γαληνεύουν.
Η σκηνοθεσία του Στέφανου Κορωναίου, ανέδειξε την ουσία του έργου και μετέφερε επιτυχημένα επί σκηνής την άκρως υποβλητική και εντόνως δραματική ατμόσφαιρά του. Η προσέγγιση του υπήρξε προσεγμένη, χωρίς ανούσιες υπερβολές και είχε ως αποτέλεσμα μια δεμένη παράσταση με συνοχή, καθαρότητα, μέτρο και ρυθμό, από την αρχή μέχρι το τέλος.
Οι πρωταγωνιστές της παράστασης, εξαιρετικές φωνές ομολογουμένως, ερμήνευσαν τους ρόλους τους με άψογη άρθρωση του λόγου, απίστευτη εσωτερική ενέργεια και τέλεια σκηνική παρουσία. Αποτέλεσαν ένα άρτιο, καλοδουλεμένο σύνολο, με ακρίβεια, αμεσότητα και αξιοθαύμαστη εκφραστικότητα που συνάρπασε το κοινό.
Η διεθνούς φήμης σοπράνο, Αλεξία Βουλγαρίδου, στον ρόλο της Τζούλια, είχε μια εξαιρετική εμφάνιση. Με αφοπλιστική άνεση, άριστη τεχνική και περισσή εκφραστικότητα ενσάρκωσε την ερωτευμένη Τζούλια, δίνοντας το δικό της προσωπικό στίγμα σ’ έναν ρόλο «σκέτη πρόκληση», καθώς, ας μη ξεχνάμε, πρόκειται για έναν από τους ρόλους της όπερας που έχει ταυτιστεί με την ανεπανάληπτη Μαρία Κάλλας.
Ο σούπερ σταρ της παράστασης, ο Αργεντίνος τενόρος, Marcelo Alvarez, δικαίωσε την φήμη του, με την κορυφαία ερμηνεία του στον ρόλο του Λικίνιου. Με αξιοθαύμαστη προσήλωση, μέτρο και σύνεση κατέθεσε μια καθ’ όλα σωστή ερμηνεία αποδίδοντας με πειστικότητα τον ερωτοχτυπημένο άντρα που δεν διστάζει να συγκρουστεί με κάθε είδους εξουσία για να κερδίσει την αγαπημένη του.
Εξαιρετικοί, επίσης, στους ρόλους τους η Marina Comparato, ως πρωθιέρεια των εστιάδων, που ανταποκρίθηκε πλήρως στις ανάγκες του ρόλου με την υπέροχη, μελωδική φωνή και την εκφραστικότατη ερμηνεία της, αλλά και ο Devid Cecconi, με καθαρή άρθρωση, μουσικότητα και στέρεη τεχνική που σκιαγράφησε επιτυχημένα τον χαρακτήρα του Τσίν να, διοικητή της λεγεώνας. Εξίσου καλές οι εμφανίσεις των Gianluca Margheri στον ρόλο του Αρχιερέα και του Αλέξανδρου Δελιαλή στον ρόλο του Αρχηγού των σπλαχνοσκόπων μάντεων.
Πολύ καλή εμφάνιση από την Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης, η οποία, υπό την μπαγκέτα του εμπειρότατου Philippe Forget, με εξαιρετική τεχνική, ηχοχρωματικές λεπτομέρειες και άριστο συντονισμό, συνόδεψε επάξια τους διεθνείς ερμηνευτές.
Η πάντα εξαίρετη Μικτή χορωδία Θεσσαλονίκης, υπό τη διεύθυνση της κορυφαίας μαέστρου Μαίρης Κωνσταντινίδου τέλος, λειτούργησε αρμονικά με τους λοιπούς συντελεστές, συνδράμοντας με την σειρά της στο επιτυχές τελικό αποτέλεσμα και είναι πραγματικό “κόσμημα” η ύπαρξή της.
Στα θετικά στοιχεία της παράστασης εντάσσεται και το κινησιολογικό της κομμάτι, υπό τις οδηγίες του Κωνσταντίνου Καφαντάρη. Όμορφη προσθήκη η ύπαρξη τριών χορευτριών επί σκηνής, των Όλγα Λαποπούλου, Νίκη Τζάνα και Αφροδίτη Χαμαράτου που χάρισαν ένα καλαίσθητο θέαμα με τις αρμονικές χορογραφίες τους.
Τέλος ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στο φαντασμαγορικό σκηνικό της παράστασης, αποτέλεσμα εξ ολοκλήρου της σύγχρονης τεχνολογίας που χάρισε στο κοινό ένα εντυπωσιακό θέαμα. Ένας «ζωντανός» πίνακας, μέσω βιντεοπροβολής, «ζωγραφίζονταν» μπροστά στα μάτια μας, καθώς βλέπαμε τα σχήματα να παίρνουν μορφή σταδιακά, τους ναούς να κτίζονται, τους κίονες έναν προς έναν να παίρνουν τη θέση τους στην εικόνα (μέσω φωτισμών Νeon), λουλούδια, χρώματα και φυτά, να ξεπηδούν, ολοκληρώνοντας τον ζωγραφικό καμβά που κάλυπτε ολόκληρο το πίσω μέρος της σκηνής. Μια πανδαισία χρωμάτων, ένα χρωματικό πυροτέχνημα που εναλλάσσονταν συνεχώς και γινόταν ολοένα και πιο εντυπωσιακό, σε σημείο που δεν ήθελες να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του για να μην χάσεις την παραμικρή λεπτομέρεια. Μια εξαιρετική δουλειά που απογείωσε το θέαμα, δίνοντας χρώμα, ένταση και μια εικαστική χροιά, σ’ ένα απολαυστικό πάντρεμα των τεχνών επί σκηνής.
Δημιουργοί του όλου αυτού εικαστικού έργου υπήρξαν η Λυδία Βενιέρη, ως Video Art Designer η οποία επιμελήθηκε και τα κοστούμια της παράστασης, ο Δημήτρης Κουτάς στους φωτισμούς, η Χαρά Σπαθή, Προβολές & Video mapping και η Εμορφίλη Τσιμπλίδου στον σχεδιασμό και την επίβλεψη των φωτισμών Neon Flex.
Κλείνοντας μια μικρή παρατήρηση (-): Η εντυπωσιακή βιντεοπροβολή με τις συνεχείς εναλλαγές και τα ζωηρά χρώματα τραβούσε αναπόφευκτα τα βλέμματα και την προσοχή του κοινού, σε σημείο που υπήρχαν στιγμές, ιδίως στην αρχή της παράστασης, που έπρεπε να καταβάλεις σημαντική προσπάθεια για να συλλάβεις τις τόσες πληροφορίες που λάμβανες. Έπρεπε να προλάβεις ταυτόχρονα να ακούσεις την μουσική, τους ερμηνευτές, να δεις το σκηνικό που συνεχώς άλλαζε αλλά και να διαβάσεις τους υπέρτιτλους στην κορυφή της σκηνής. Ήταν λιγάκι αγχωτικό…
Συμπερασματικά (=) παρακολουθήσαμε μια αριστοτεχνική, προσεγμένη παράσταση, με αξιόλογους συντελεστές, ποιοτική μουσική και ένα εντυπωσιακό σκηνικό που θα θυμόμαστε για καιρό. Ένα πραγματικά ακριβοθώρητο δώρο προς τους λάτρεις της όπερας και τους φιλόμουσους γενικότερα
Photos: ΜΜΘ