Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Ένα υπέροχο Φεστιβάλ Κλασσικής Μουσικής από την Οδησσό φιλοξένησε η Θεσσαλονίκη στις 9-13 Ιουνίου με τη σύμπραξη κορυφαίων μουσικών αλλά και πολλών φορέων της πόλης. Υπό τη διοργάνωση του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης και με τη βοήθεια και την πρωτοβουλία του εξάρχοντος βιολιστή της ΚΟΘ Σίμου Παπάνα, το Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής της Οδησσού, ένας θεσμός που φιλοξενεί αδιάληπτα από το 2015 κορυφαίους μουσικούς του κόσμου, φέτος μεταφέρθηκε, ένα μέρος του, στη Θεσσαλονίκη λόγω της εμπόλεμης κατάστασης της Ουκρανίας. Διάσημοι καλλιτέχνες, διεθνούς βεληνεκούς όπως ο πιανίστας Alexey Botvinov, που είναι και ιδρυτής του Φεστιβάλ, ο βιολιστής Daniel Hope και ο βαρύτονος Thomas Hampson πρωταγωνίστησαν στην έναρξη και στη διάρκεια του Φεστιβάλ και συνέπραξαν μαζί με άλλους εξαιρετικούς μουσικούς Έλληνες και ξένους για να χαρίσουν στο φιλόμουσο κοινό μουσικές στιγμές και εμπειρίες υψηλού επιπέδου και μοναδικής αισθητικής. Η πρώτη συναυλία που αποτέλεσε και την τελετή έναρξης δόθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης με πλήθος κόσμου να δηλώνει τη συμπαράστασή του τόσο στην Ουκρανία όσο και στο πολιτιστικό εγχείρημα του Odessa Classics.

Στις 9 Ιουνίου, λοιπόν, παρ’ όλη την καταρρακτώδη βροχή, πλήθος κόσμου κατέφτασε στο Μέγαρο Μουσικής (Μ1) για να παρακολουθήσει ένα Γκαλά Όπερας με τον Thomas Hampson και την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Αρχικά, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης Γεώργιος-Ιούλιος Παπαδόπουλος καλωσόρισε το κοινό και τόνισε πως ό,τι παρακολουθήσει επί σκηνής είναι ένα όμορφο αποτέλεσμα αγάπης, πίστης και γενναιοδωρίας όλων των συμμετεχόντων. Ακολούθησε ο χαιρετισμός και το μήνυμα που έστειλε η Υπουργός Πολιτισμού μέσω του Προέδρου του ΚΩΘ Νικόλαου Αβδελά. To A’ μέρος ξεκίνησε με το «Δειλινό» του Γιώργου Αξιώτη, ο οποίος γεννήθηκε στη Μαριούπολη, ένα τρυφερό, γλυκό και νοσταλγικό κομμάτι. Έπειτα η μαέστρος Ζωή Τσόκανου ανέβασε στη σκηνή τον διάσημο Ουκρανό πιανίστα Alexey Botvinov που μαζί με την Ορχήστρα καθήλωσε τους ακροατές με το «Κοντσέρτο αρ.21 για πιάνο και ορχήστρα» του Μότσαρτ. Ένα κομμάτι που μετέδιδε τη χαρά, την ευθυμία, τον ενθουσιασμό και το χαμόγελο των μουσικών απευθείας στην ψυχή του θεατή.

Στο Β’ μέρος πρωταγωνίστησε ο καταξιωμένος βαρύτονος που ταξίδεψε το κοινό με τις ερμηνείες του αλλά και το αρχοντικό ταπεραμέντο του. Άριες και τραγούδια από την όπερα «Ηρωδιάδα» του Massenet, «Οι Γάμοι του Φίγκαρο» του Μότσαρτ, την οπερέτα «Εύθυμη Χήρα» τουLehàrκαι το μιούζικαλ «Jubilee» του Porterπροσέφεραν στους θεατές μια πλούσια μουσική απόλαυση καθώς γνώρισαν τις δυνατότητες και το πλούσιο ρεπερτόριο του καλλιτέχνη. Φυσικά, από τις ερμηνείες του δεν έλειψαν η δραματικότητα, η συγκίνηση, η χαρά, η ευθυμία, το χιούμορ και η ικανοποίηση. Όταν ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα, το κοινό δεν άφησε από το χειροκρότημα τον καλλιτέχνη να φύγει κι εκείνος με περισσή χαρά ερμήνευσε άλλα δυοencoreγια να ευχαριστήσει τους παρευρισκόμενους.

Σε μια βραδιά μπορούσε κανείς να απολαύσει υπέροχη μουσική με σπουδαίους καλλιτέχνες σ’ ένα ρεπερτόριο με ποικιλία ήχων και συναισθημάτων. Η ΚΟΘ πραγματοποίησε μια από τις καλύτερες εμφανίσεις της καθώς η συνεργασία των μουσικών ήταν αρμονική ενώ το αποτέλεσμα ήταν συγχρονισμένο και δυναμικό. Η μαέστρος Ζωή Τσόκανουήταν όπως πάντα εξαιρετική, επικοινωνιακή και απίστευτα εκφραστική. Πολλές στιγμές, με τις κινήσεις και την πληθωρικότητά της, έμοιαζε να μην πατάει στο πόντιουμ και να αιωρείται. Στο πιάνο ο Alexey Botvinov απλώς μάγεψε και γαλήνεψε το κοινό. Ερμήνευσε μοναδικά το «Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ.21» με τόση λυρικότητα κι ευαισθησία που έμοιαζε σα να χάϊδευε τα πλήκτρα του πιάνου κι έτσι παρήγαγε τη μουσική του, κάτι που έκανε τους θεατές να του χαρίσουν ένα παρατεταμένο χειροκρότημα. Τέλος, ο Thomas Hampson ο κορυφαίος αμερικανός βαρύτονος προσέφερε ένα ρεσιτάλ ερμηνειών με το οποίο κατέκτησε το κοινό καθώς ήταν όχι μόνο σωστός τεχνικά αλλά είχε τόση αμεσότητα και θεατρικότητα που σε συνδυασμό με τη γεμάτη και στεντόρεια φωνή του έδωσε ένα απολαυστικό αποτέλεσμα.

Συμπερασματικά, αν μπορούσαμε να περιγράψουμε μέσα σε δύο λέξεις την έναρξη του Odessa Classics θα ήταν ενθουσιασμός και ομορφιά. Ο ενθουσιασμός ήταν διάχυτος τόσο στους μουσικούς και στα πρόσωπά τους που έλαμπαν όσο και στο κοινό το οποίο τους χειροκροτούσε κάθε στιγμή, κάποιοι όρθιοι και άλλοι κουνώντας σημαίες της Ελλάδας και της Ουκρανίας. Επιπλέον, ίσως το πιο ενδιαφέρον που μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ανάμεσα στους θεατές είναι οι συνομιλίες μετά τη λήξη της συναυλίας.

Μια κυρία δήλωνε πως ήταν βαθιά συγκινημένη, άλλη ότι ένιωσε να ερωτεύεται ενώ μια ακόμη αναρωτήθηκε αν έπρεπε να γίνει πόλεμος στην Ουκρανία για να απολαύσουμε κάτι τέτοιο. Γιατί δυστυχώς ο πόλεμος ήταν βασική αιτία που ήρθε αυτό το Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής στην πόλη μας καθώς και η μουσική έπεσε θύμα αυτής της εμπόλεμης κατάστασης. Όμως το όραμα και η επιθυμία ορισμένων ανθρώπων μετέτρεψαν τον πόνο και τη δυσκολία σε δημιουργία κι ομορφιά. Γιατί ίσως αυτό να ήταν το βαθύτερο νόημα αυτού του Φεστιβάλ ότι όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες, όταν υπάρχει θέληση, όραμα και συνέργεια τότε το αποτέλεσμα είναι όχι μόνο ικανοποιητικό, αλλά συγκινητικά όμορφο, αρμονικό, ενωτικό, ειρηνικό κι έτσι καταλήγεις στο τέλος να ερωτεύεσαι την ίδια τη μουσική.
Φωτογραφικό υλικό