Συμβουλή της εβδομάδας: Ακόμη κι αν είσαι μεγαλοπιασμένος αρθρογράφος και υπεράνω κόστους φιάλης, ποτέ μην πας να καλύψεις εντεχνοσυναυλία από πρώτο τραπέζι πίστα. Αντίθετα, να στριμώχνεσαι πάντοτε με την μπασκλασαρία στο μπαρ. Εκεί χτυπάει η καρδιά του Παπακωνσταντινισμού και εκεί ακούγονται οι μεγάλες αλήθειες.
Ειδικά σε ένα μαγαζί όπως το Stage Live, που η ατμόσφαιρα στο μπαρ είναι ένας συνδυασμός από Εστάδιο Λα Μπομπονέρα και 78Ν στη στάση Καμάρα.
Πάμε λιγάκι ανάγνωση.
Μπαίνοντας στο Stage Live θα αρχίσεις να κοιτάζεις τριγύρω σαν βλάκας, με ύφος “Μήπως μπήκα σε λάθος μαγαζί”; Ξέρεις, εκείνη την έκφραση “Lost, ο αγνοούμενος” που παίρνεις επίτηδες, όταν πας στο ΑΧΕΠΑ και βαριέσαι να παίζεις τον γρίφο του Αϊνστάιν με τις ταμπέλες των ιατρείων – οπότε προσποιείσαι απόγνωση και ελπίζεις να φανεί εκείνη η μια, ευγενική νοσηλεύτρια, που θα σε ρωτήσει “ψάχνετε κάτι, μπορώ να βοηθήσω;”
Κόκκινα χαλιά, διακόσμηση Texas hold’em, κάτι μπαρόκ πολυέλαιοι που τους είχαν για πέταμα στο Αβαείο του Γουεστμίνστερ, τακουνοφορούσες γλάστρες που προμοτάρουν μάρκες τσιγάρων Ιβάν Σαββίδη – λέμε τώρα, δεν ξέρω. Ξανακοιτάς το εισιτήριό σου, τσεκάρεις τη διεύθυνση. Τι γίνεται εδώ;
Τη λύση δίνει εκείνος ο πανταχού παρών πιτσιρικάς που σκάει σε όλες τις εντεχνοσυναυλίες, ξέρει τους στίχους του Παπακώ καλύτερα κι από τον Παπακώ, έχει συνήθως μακριά σγουρά μαλλιά, κοπανιέται σαν το Tagada του Magic Park και στατιστικώς ερωτεύεται κάθε βδομάδα και διαφορετική συμμαθήτρια. Αντιπροσωπευτικότατο δείγμα αυτού του είδους ευρίσκεται απόψε σε απόσταση λίγων μέτρων και σε κατεύθυνση “3 o’ clock”, και σιγοτραγουδάει κάτι για ψυχές και αγάπες.
Άιντε, κι αγχώθηκα.
Ώρα έναρξης: 22.30
Χωρίς καθυστέρηση, το πρόγραμμα ξεκινάει στις έντεκα και είκοσι ακριβώς. Νον στοπ οι μουσικές, βροντόφωνος ο Λαυρέντης, κλασσικός Βασίλης ο Βασίλης. Ναι, αλλά το μέρος δεν είναι κάπως παράταιρο για τον γκουρού της ελληνικής rock; Μπα, λες. Ο Βασίλης είναι… βράχος, ακόμα κι αν τραγουδήσει σε juniorοτοπο Goody’s.
Τσε Γκεβάρα, Νότος, Διδυμότειχο Μπλουζ. “Εμβατήριο” οπωσδήποτε, γιατί η λέξη “φασιστικό” γεμίζει το στόμα σαν Lacta Lov’it. Στα τραπέζια σεβασμός, τάξη και κατάνυξη. Στο μπαρ “Βασίλη ζούμε για να σ’ ακούμε”. Κι όπως λέει κι ο Βασίλης: “Ζωή είναι αυτή;”
Τα βαριά ονόματα βγαίνουν για τσιγάρο, και η μεγάλη πληγή των εντεχνοσυναυλιών είναι και πάλι εδώ: Τα sidekicks τραγουδούν ό,τι τυχαίνει να πιάνουν καλά στη φωνή, άσχετα αν κολλάει με το κυρίως πρόγραμμα. Η Φρόσω Στυλιανού αρχίζει κάτι γαλλόφωνες άριες, η Μιρέλα Πάχου συνεχίζει με μελοποιημένες πνευματώδεις καθημερινές ιστορίες, περίπου Ευσταθία με φραντζούλα και ακορντεόν. Ο Steve Tesser τραγουδάει Παβαρότι, για να θυμόμαστε ποιας χώρας τη μουσική προίκα ξεβράκωσε ο Λαυρέντης. Και πίσω στο πρόγραμμα.
Κάτι με ξενίζει απόψε στη συναυλία των Παπακωνσταντίνου-Μαχαιρίτσα. Στο περιθώριο του τετραδίου μου, με καλικαντζούρες γραμμένες βιαστικά στο μισοσκόταδο του Stage Live, η ατάκα “Κάνουν αυτά που κοροϊδεύουν”. Αλλά τολμάς να γράψεις άσχημα για τον Βασίλη;
Στο κάτω-κάτω, αν ο σγουρομάλλης πιτσιρικάς είναι ευχαριστημένος, είμαι κι εγώ.

/
Δεύτερο ημίχρονο
Ο Λαυρέντης ξανάρχεται και ρίχνει κόκκινο στη νύχτα με Σάκη Μπουλά και Αντώνη Βαρδή. Κι όσο οι μακαρίτες παρελαύνουν, η βραδιά αρχίζει και ζωντανεύει. Στο κάτω-κάτω, αν η χλίδα του Stage Live δεν ταιριάζει στον Βασίλη, σίγουρα ταιριάζει στον Λαυρέντη. “Και φράγκα θέλω και αυτοκίνητα καλά θέλω. Αφού υπάρχουν, θα τα γευτώ.” (sic, 2008 στον Θανάση Γιώγλου του ogdoo.gr). Ο Βασίλης παίρνει τον λόγο και όπως λένε οι Αμερικανοί: If it works, don’t touch anything. Καββαδίας, Καρυωτάκης, Άσιμος, Σφεντόνα, Βικτώρια, Πόρτο Ρίκο, ετσέτερα ετσέτερα.
Η συναυλία είναι σούπερ, μόνο που μας κρύβουν τη θέα οι πηγαινοερχόμενες γλάστρες του μαγαζιού. Το χέρι εξακολουθεί να ζωγραφίζει doodles στο τετράδιο γύρω από την ατάκα “Κάνουν αυτά που κοροϊδεύουν”. Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί έχω αυτή την αίσθηση.
Νιώθω όπως όταν έλυνα ασκήσεις γεωμετρίας της ομάδας Βήτα: Το βλέπεις ότι η γωνία είναι 180 μοιρών. Τη μετράς με το τρίγωνο, είναι ευθεία σου λέει ο χάρακας, έχεις ξαναδεί το ίδιο σχήμα διακόσιες φορές. Είναι προφανέστατο. Ναι, αλλά δεν θυμάσαι τον τύπο και δεν μπορείς να γράψεις τη ρημάδα την απόδειξη στο χαρτί.
Ποιος ξέρει. Ίσως απλά έχω την παραξενιά να θέλω να βγαίνω από εντεχνοσυναυλία με τα παπούτσια λερωμένα από μίγμα άμστελ και χαλικόσκονης.
Τελευταία φάση
Πριν φύγω πλησιάζω τον πιτσιρικά, που πλέον από θέση 3 o’clock βρισκόταν στην 5 o’clock. Ναι, τον είχα γυρίσει τρία τέταρτα πλάτη, για να μην καταλάβει ότι με είχε σβήσει από τον χάρτη στην Παπακωνσταντινομάθεια. “Πόσων χρονών είσαι;” τον ρωτάω. “Δεκαοχτώ” μου απαντάει. “Εντυπώσεις;” του λέω. – “Αγαπώ πολύ τον Βασίλη. Και τον Λαυρέντη, βέβαια. Αλλά…” – “Αλλά;” – “Νιώθω ότι κάνουν αυτά που κοροϊδεύουν”.
Σε ό,τι έχω ιερό, παιδιά.
Φεύγω και χάνομαι στη βροχή του Σαββατόβραδου χαζοχαμογελώντας ήρεμος, αγκαλιά με το μουντζουρωμένο τετράδιο του αρθρογράφου. Αν η γωνία είναι όντως 180 μοίρες, κάποιος θα βρεθεί να το αποδείξει.
Φωτογραφικό υλικό