Ωρίμανση, απόκλιση ή εμβάθυνση- μικρή σημασία έχουν όλα αυτά. Το άλμπουμ αυτό διαθέτει υπέροχα τοπία για όλα τα γούστα.
Το πρώτο «Ετοιμάζω ταξίδι, μοναχά για πάρτη μου» ξεκινάει και το ίδιο το ταξίδι μας στο νησιωτικό σύμπλεγμα Royal Blood. Συγκεκριμένα θα επισκεπτούμε το νεο ανακαλυφθέν νησί-άλμπουμ, Back to the Water Below, το οποίο αναδύθηκε στην επιφάνεια του μουσικού σύμπαντος, τον Σεπτέμβρη αυτής της χρονιάς.
Πάμε να τριπάρουμε στις ανεξερεύνητες περιοχές του καινούριου μέρους των rocker από τη Γηραιά Αλβιόνα, το οποίο βρίσκεται στην ήπειρο της Ροκ, σχετικά κοντά στα σύνορα με την Ηλεκτρονική αλλά και την Ποπ.
Κατ’ αρχάς να υπενθυμίσουμε ότι το νησιωτικό σύμπλεγμα των Royal Blood, αποτελείται από τα νησιά-άλμπουμ Royal Blood (2014), How Did We Get So Dark (2017) και Typhoons (2021). Όλα αυτά βρίσκονται, επαναλαμβάνουμε, στην Ροκ ήπειρο, κάπου όπου η θάλασσα της Επιτακτικότηας, ανταμώνει με τον ωκεανό της Χορευτικότητας.
Στο λιμάνι
Κατεβαίνουμε λοιπόν απ’ το πλοίο και αντικρίζουμε την περιοχή του Mountains at Midnight. Με το εξαιρετικό του ρεφρέν και την White–Stripes-ίσια εσάνς του, μας δίνει μια γεύση του τι να περιμένουμε. Ρυθμός, ιδρώτας, βαρύ ροκ για εναλλακτικούς τουρίστες, οι οποίοι κουβαλάνε ένα κρανίο που στεγάζει νεανικό νου. Μπάσο και ντραμς είναι οι πρωταγωνιστές (και τα όργανα των δύο μελών της μπάντας), οπότε πρέπει να προσαρμόσετε τις προσδοκίες σας στη βασικότερη, εντοσθιακότερη ροκ προσέγγιση, όπου τα ρυθμικά όργανα αναβαθμίζονται σε μελωδικούς μποξέρ πρώτης κλάσης. Ίσως να θέλαμε μια σπιρτάδα παραπάνω, γιατί ως γνωστόν η αρχή είναι το παν του παντός. Αλλά η έκρηξη υπάρχει, αχνοφαίνονται τα πυροτεχνήματα. Μόνο σίγουρο: η πυρετώδης ψυχεδέλεια και η εκφραστική έκσταση του moshpit στο βίντεο κλιπ, θα γίνει πραγματικότητα και σε κάποιο live της μπάντας.
Προχωράμε σταδιακά προς το κέντρο του άλμπουμ. Στο Shiner in the Dark, με πολύ ευχάριστο riffage και εξίσου ενδιαφέρον βίντεο κλιπ, αρχίζουμε να συνηθίζουμε το κλίμα του νησιού . Προσωπικά, μας φαίνεται λίγο σαν το μικρότερο αδερφάκι παλαιότερων ασμάτων/ διπλανών νησιών που έβαλαν στον χάρτη την μπάντα για εμάς και για τα καλά, i.e. Lights Out, Limbo, Oblivion. Παρόλα αυτά είναι ωραία να βολτάρεις σε ένα μέρος που μυρίζει παντού κιθαριστικά ριφ και προσεγμένα επιθετική διάθεση.
Στο κέντρο
Φτάνουμε καράκεντρο (θεματικό κυρίως) στο Pull me Through. Εδώ μάλιστα. Αν έπαιζε στο ράδιο, μάλλον δε θα μαντεύαμε ότι πρόκειται για Royal Blood. Είναι ένα μέρος που πιθανότατα να μην περιμέναμε να βρούμε σε μέρος αφιερωμένο σε πιο ροκ θεούς. Το απαρχαιωμένο δίπολο μ’ αρέσει/δε μ’ αρέσει, μας αφήνει παγερά αδιάφορους , μπροστά στην αναγνώριση της ειλικρινούς έκφρασης και αναζήτησης στους ωκεανούς της Έμπνευσης. Ποπ δομή, μια ροκ μπαλάντα (που ίσως κάποιοι ν’ αγαπήσουν για πάντα), με τα πιάνα της, με τα αισθαντικά της φωνητικά, με τις δυναμικές της. Δε μας ενθουσιάζει είναι η αλήθεια, μα πρόκειται για μια περιοχή που όσοι δεν ακούνε την μπάντα, θα επισκέπτονταν ευχάριστα. Για να το θέσουμε απλούστερα: μπορείτε άνετα να βάλετε το τραγούδι σε έναν 60άρη και να μην παραπονεθεί καθόλου. Ίσως αυτό είναι πρόβλημα εμπορικά- ότι αυτοί ΠΟΥ ΑΚΟΥΝ την μπάντα ίσως να πρέπει να μείνουν στα προηγούμενα άλμπουμ. Κι αυτό είναι απολύτως νορμάλ.
Δεν αποκλίνει πολύ απ’ το κέντρο ένα πιο ήσυχο στέκι, το The Firing Squad. Δίκιο έχουν άλλοι συνταξιδιώτες επισημαίνοντας ότι κάποια τραγουδάκια θα ταίριαζαν υπέροχα ως μουσικά χαλιά πάνω στα οποία να ταξιδεύει ο επίσης Βρετανός 007. Επίσης, τραγούδι που θα μπορούσε υπερκάλλιστα να ακουστεί και σε εναλλακτικό ποπ σταθμό. Είμαστε στο (νοηματικό) κέντρο του Back to the Water Below και θυμίζει ανοιχτωσιά σε ένα μικρό νησί, βράδυ, μετά από απογευματινό μπάνιο. Ούτε σπαστική νεολαία, ούτε φωνές, ούτε νταμπαντούμπα χωρίς λόγο. Τώρα αν εμείς είμαστε η νεολαία που θέλει τις φωνές και το νταμπαντούμπα, πρόβλημά μας.
Tell Me When It’s Too Late: καλώς ή κακώς (καλώς), όσοι πρωτοεπισκεπτήκαμε την ανεξάρτητη δημοκρατία των Royal Blood, μ’ αυτό το λημέρι τους είχαμε συνυφασμένους. Οδηγός είναι το μπάσο που εξαιτίας της παραγωγής σ’ αυτό το κομμάτι ακούγεται κατακλυσμιαίο. Τα ντραμς βαράνε στα αυτιά στο παρασκήνιο χωρίς να χάνονται σε αυτό. Ριφς, σόλο. Ηδονή, σε μέρη καινούρια αλλά τόσο γνώριμα σ’ αυτούς που προτιμούν τον πιο βαρύ τουρισμό.
Έχουμε ταξιδέψει στο μισό άλμπουμ. Κι αν είχαμε κάνα χορηγό, θα σας πρήζαμε τα συκώτια με την αφεντιά του. Όμως δεν έχουμε, οπότε συνεχίζουμε.
Όποιος βαρετός, φαντασμένος, αυταπατώμενος διανοούμενος λέει αυτές τις κοινοτυπίες «Η ροκ πέθανε» και «Δε βγαίνουν άλλο καλές ροκ μπάντες» ας κάτσει λίγο στη γειτονιά του Triggers. Χωρίς να είναι η στιγμή που θα νεκραναστήσει (ω, θεέ μου, κε ντεκαντάνς) τη ροκ μουσική, πρόκειται για τον καλό ήχο της ροκ μουσικής στη δεκαετία των 20s’. Των 2020s’. Με τύπο, με in-yo-face αισθητική, με βλέμμα προς το μπροστά κι ενώ ξεκάθαρα αντλούν απ’ τις ένδοξες μέρες που ροκ συγκροτήματα γέμιζαν στάδια κι ας ήταν, ας πούμε, Τετάρτη.
Επειδή όσοι ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία των δηθενιάρηδων που ντύνονται με μεγαλοστομίες, είναι κιόλας ειδωλολάτρες- γι’ αυτούς, τους νεκρόφιλους, να πούμε πως ο ίδιος ο Jimmy Page δήλωνε απ’ τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας ότι η μουσική των Royal Blood είναι σαν «λάβα από ηφαίστειο» και ότι «πηγαίνει το είδος σε νέα όρια».
Έξυπνα τοποθετημένο δίπλα στο γεμάτο νταμπαντούμπα Triggers υπάρχει το How Μany Μore Τimes. Εμάς μπορεί να μη μας ενθουσιάζει αλλά αυτό είναι τόσο, μα τόσο άσχετο. Σε μας μπορεί να φαίνεται πολύ γραμμικό, κάπως τετράγωνο, κάπως πολύ απ’ το Α στο Β και μετά στο Γ, χωρίς να υπάρχει μια μουτζούρα από ένα δημιουργικό μεθύσι. Είναι μια γειτονιά λίγο έξω απ’ το κέντρο του νησιού, που θα έχετε πιο αισθαντικές στιγμές, χωρίς βέβαια να ξεχνάτε την ατμόσφαιρα του νησιού.
Περίχωρα
Μας αρέσουν υπερβολικά οι έντονες εισαγωγές που πάνε κατευθείαν στο ψητό, είναι κάπως σπάνιες. Φτάνουμε στο προάστιο High Waters. Πρόκειται για κομμάτι εξαίσιο για εναλλακτικό μπαράκι, Σάββατο βράδυ, με καλή παρέα και καλό αλκοόλ.
Μας φαίνεται λίγο παράταιρη η πρόσθεση των πλήκτρων (ή πληκτροειδών) σε καθαρά βαρύ ήχο και αυτή η κατεύθυνση, λίγο μας πετάει έξω απ’ το ride. Παρόλα αυτά πρόκειται για ακόμη μια καλόφημη περιοχή που νιώθουμε ζωντάνια και ενδιαφέρον μες τα σύνορα της ροκ. Εκτός αν βέβαια κάποιος είναι μουσικοκριτικός- δηλαδή είναι κάποιος που παιδί όταν του μιλούσαν αυτός γάβγιζε.
Όπως σημείωσαν και άλλοι συνταξιδιώτες, το άλμπουμ είναι grower. Το εκτιμάς στη δεύτερη βόλτα- ίσως πρέπει να επιστρέψεις σε δεύτερη εξόρμηση για να καταλάβεις αν είναι για σένα.
There Goes My Cool: εδώ φαίνονται οι δυναμικές στο άλμπουμ. Εμάς, ας πούμε, δε με πειράζει να είμαστε συνεχώς στο 10, να πηγαίνουμε και πάνω απ’ το όριο της (καλλιτεχνικής) ταχύτητας. Αυτό το κομμάτι θα ικανοποιήσει τους σκληροπυρηνικούς φαν που αρκεί να γράφει Royal Blood στην πινακίδα και θα ενθουσιαστούν. Καθώς και τους πιο ποπ λάτρεις που εκτιμούν έναν συμπληρωματικό ωμό ήχο ηλεκτρικής κιθάρας. Είναι πολεοδομικά δόκιμο κιόλας να τοποθετείται μια πιο «ήσυχη» (ελπίζουμε τα εισαγωγικά να είναι αρκετά ορατά) περιοχή δίπλα σε μια πιο έξαλλη.
Τελειώνουμε την περιήγηση μας στο Back to the Water Below με το Waves. Τόσο η εισαγωγή όσο και η μελωδία φέρνει λίγο σε Λιάνα των Ρέη. Μα το ρεφρέν είναι τόσο αφοπλιστικό και όμορφο που ξεχνάμε τις εξυπνάδες και απολαμβάνουμε το καθισιό και το αγνάντεμα της θάλασσας, νύχτα, από την τελευταία παραλία του νησιού. Απέναντι σα να διακρίνουμε κάτι ποπ και indie βραχονησίδες. Ομολογούμε πως οι μπαλάντες, ιδίως των πιο ροκ συγκροτημάτων είναι λίγο πιο hit or miss, για μας. Ίσως να ‘χουμε ΔΕΠΥ και να μην μπορούμε να δοθούμε τόσο εύκολα σε κάτι πιο αργό και διανοουμενέ. Αλλά ΔΕΠΥράζει, όλα μας από κάτι πάσχουμε. Παρόλα αυτά, ειλικρινά πρόκειται για ένα υπέροχο κλείσιμο μιας (το λιγότερο) ενδιαφέρουσας περιήγησης.
Το VIP στέκι στο οποίο θα επιστρέφουμε μάλλον συχνά, όταν θέλουμε να επιστρέφουμε σε αυτό το ποικιλόμορφο, ενδιαφέρον νησί ονόματι Back to the Water Below, δεν βρίσκεται καν στο νησί. Τι εννοούμε; Το Supermodel Avalanches είναι ένα τραγούδι που δεν υπάρχει στο άλμπουμ αλλά αν πλερώσετε λίγο κασέρι ακόμα θα το αγοράσετε στην DELUXΕ έκδοση. Τι είναι το Supermodel Avalanches; Είναι. Οι. Royal. Blood. Για μας και σύμφωνα με τις δικές μας προσλαμβάνουσες και ευαισθησίες (ή αναισθησίες), αυτός ο ήχος είναι που μας τράβηξε εξ’ αρχής στο βρετανικό δίδυμο απ’ το Brighton. Ο συνδυασμός βαριού και ασήκωτου ήχου, με τα ντραμς από πίσω να βαράνε και να γεμίζουν τον χώρο. Ριφ μετά από ριφ και ριφ, που δεν κλείνουν το μάτι στην αυτοαναφορικότητα και την ενδοσκόπηση αλλά αφήνουν την πρόσβαση και σε πιο μεγάλο κοινό. Και γεμίζουν είτε μπαρ είτε στάδια με ενέργεια και διάθεση.
Σε ποιον συνιστούμε το ταξίδι
Εν κατακλείδι, συνιστούμε ανεπιφύλακτα το ταξίδι στο εν λόγω άλμπουμ, σε τουρίστες που γουστάρουν σύγχρονη ροκ μουσική και δε γουστάρουν στεγανά και παρελθοντολαγνεία. Επίσης, σε φανς της ροκ που διατίθενται να ακούσουν τι διαφαίνεται στον ορίζοντα από συγκροτήματα τούτης της χιλιετίας. Τέλος, μπορούν να ταξιδέψουν άνετα σε αυτόν τον προορισμό αυτοί απολαμβάνουν Muse, Led Zeppelin, White Stripes ή οποιαδήποτε μπάντα που δεν περιφρονεί τη σημασία ενός καλού ριφ.
Συνιστούμε με επιφύλαξη το ταξίδι, σε ταξιδιώτες που τους αρέσουν τόσο τα ροκ όσο και τα ηλεκτρονικά ακούσματα. Ή που ενδιαφέρονται για πιο ποπ μελωδίες που έχουν και λίγο σκληρούτσικο ήχο.
Δε συνιστούμε το ταξίδι σε κάποιον που δεν αντέχει το βασικό συνδυασμό μπάσο-ντραμς. Ή σε κάποιον που δεν αντέχει τη ροκ μουσική. Ή σε αυτούς που η ροκ πέθανε μαζί με τον Κερτ τον Κομπέιν ή όταν οι Αρκτικές οι Μαϊμούδες έβγαλαν το Α.Μ.