Για να θυμόμαστε οι παλιοί και να μαθαίνει και η νεολέρα…
Γράφει ο Μανώλης Ιωαννίδης για την Κουλτουρόσουπα
Η διαγνωστική ομάδα
Για το τραγούδι-διάγνωση συνεργάστηκε δυνατή ομάδα. Κώστας Χαριτοδιπλωμένος στη δημιουργία, Mandy στην εκτέλεση.
Με κάθε σεβασμό στην καριέρα του Κώστα Χαριτοδιπλωμένου αλλά για τη δική μου αφεντιά και μόνο αυτό το τραγούδι να ‘γραφε στη ζωή του, θα ήταν μια ζωή καλά βιωμένη. Γιατί πρόκειται για έπος. Το κομμάτι βρωμάει πατόκορφα 80ίλα, άρα ήδη κοιτάει αφ’ υψηλού ποπ κομμάτια άλλων δεκαετιών. Παραμορφωμένες κιθάρες που βαράνε στ’ αφτιά στο ρεφρέν, synthesizer του θεού στο κουπλέ και μια ανυπόφορα θεϊκή italo-disco εσάνς, παραγμένη (άκουσον, άκουσον) στην τσιφτετΕλλάδα. Πανίσχυρη μελωδία, εξαιρετικά δυτικός ήχος, τραγούδι που μου βγάζει νιάτα και παλλόμενα απ’ τον χορό πατώματα.
Το Χαριτοδιπλωμένος ανήκει παρεμπιπτόντως στο Hall of Fame των αγαπημένων μου επωνύμων όλων των εποχών, μαζί με τα Κατσιφάρας, Μπαλαούρας, Παπαχλιμίντζος, Παπαθεμελής και άλλες εξαίσιες ακολουθίες γραμμάτων που με κάνουν να γελάω σε κάθε άκουσμα. Όχι σαν κάτι Ιωαννίδης και χαζομάρες που ούτε για Hall of Tame δεν κάνουν. Θα ‘θελα να ήμουν καθηγητής και να είχα μαθητή Χαριτοδιπλωμένο. “Χαριτοδιπλωμένος, στον πίνακα!” “Χαριτοδιπλωμένος, μάθημα!” Χαριτοδιπλωμένος..! Την ευχή μου!”.
Κι έρχεται στην ερμηνεία η Mandy. Αδαμαντία Σταματοπούλου. Μαντώ, ντε!
Εντάξει, τώρα. Ποιος να πει τι; Δηλαδή φροντίζω, γενικά, να μη συμπονώ και να μη συμπάσχω με κανέναν. Αλλά ένα τέτοιο θηριώδες ταλέντο, ότι είχε την ατυχία να γεννηθεί στο Ελλαδιστάν, κατηγοριοποιείται και στις βαρύτερες ανθρώπινες τραγωδίες του 20ου αιώνα! Κι έχουν γίνει και
δύο παγκόσμιοι πόλεμοι τον 20ο αιώνα υπόψιν.
Το συγκεκριμένο τραγούδι-κόσμημα το τραγούδησε, όταν ήταν 17 χρονών. Αν έχετε τον Θεό σας! Δηλαδή εγώ, ας πούμε, όταν ήμουν 17 έβλεπα Nickelodeon (Νικελόντεν: κατά τη συγχωρεμένη τη μητέρα μου, Νικελόντεο: κατά τον μακαρίτη τον πατέρα μου) και σκεφτόμουν αν η ζωή θα πάει κάπως έτσι (spoiler: έτσι πήγε).
Οκ, στιχουργικά δε βρίσκουμε κάτι το καινοπρεπές ή βαρύγδουπο. Ελαχιστότατη σημασία έχει.
Η Mandy, ντυμένη σαν κατάσκοπος απ’ τη Σοβιετική Ένωση-πρωτοπαλίκαρο από παραστρατιωτική οργάνωση σε ταινία του James Bond του ‘80, που δε γυρίστηκε επειδή φαλίρισε το στούντιο, μας τραγουδά για τη μοναξιά των νυχτών χωρίς το ταίρι της.
Οι νύχτες δεν πειράζει να είναι κρύες κι αδειανές. Το θέμα είναι, όταν η έλλειψη επεκτείνεται απειλητικά και σε άλλες ώρες της μέρας, οι οποίες επιτάσσουν αυξημένη λειτουργικότητα στα γρανάζια του καπιταλισμού κι όχι αιθέρια ονειροπόληση σε τρύπια τεχνητά-ροζ συννεφάκια. Το πραγματικά επικίνδυνο είναι, όταν τον σκέφτεσαι τον άλλον ντάλα μέρα μεσημέρι, μες την οχλαγωγία της δουλείας (όχι δουλειά, δεν υπάρχει δουλειά), εκεί είναι που πρέπει να ανησυχείς. Το βράδυ, ας πούμε, δε με πειράζει να σκέφτομαι τους συνφάνταρούς μου σαν μια κακή ανάμνηση. Το μεσημέρι όμως αν τους σκεφτόμουν, όταν θα ‘πρεπε ν’ ασχολούμαι με ό,τι υποτίθεται ότι ασχολούμαι, εκεί θα ‘χαμε πρόβλημα, θα πήγαινα σε ψυχολόγο. Αφού πρώτα είχα τινάξει τα μυαλά μου στον αέρα.
Κι όσον αφορά την αναμονή για την οποία τραγουδά η θεά Mandy, ντυμένη ίδια η θεία μου λίγο πριν μου τις βρέξει, επειδή πήγα να σπάσω το καλό της το σερβίτσιο από το Κρασνοντάρ, πρόκειται για τη μισή αρχοντιά. Τίποτα δεν είναι τόσο όμορφο, όσο είναι στη φαντασία. Φυσικά, η αδυσώπητα άβαφη πραγματικότητα ταπεινώνει κάθε είδους ονειρικό σερφάρισμα, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά αυτό πάλι ισχύει μόνο για αυτούς που δεν έχουν φαντασία υψηλού βεληνεκούς, ακατάπαυστα εργαζόμενη- οπότε δηλαδή, για το περισσότερο κοπαδολόι.
Μια ειλικρινής όσο και ανυπόκριτη παραδοχή και παρατήρηση του πλήρους και ανεπίστρεπτου (ελπίζω) εκχυδαϊσμού του μυαλού μου, τον στίχο “Fill me up” τον εξέλαβα άθελά μου αρχικά πολλλλλύ διαφορετικά. Και νομίζω έτσι πιπεράτα και με τις συνυποδηλώσεις τον έγραψαν κι οι δημιουργοί- σχεδόν τους φαντάζομαι να κλείνουν το μάτι έκαστος και να μειδιούν πονηρά. Αλλά αυτές είναι οι φαντασιοπληξίες μου και μπορεί να είναι μόνο στον υπέροχο σκουπιδότοπο που έχω για κεφάλι.
Αλλά και με τη μεταφορική έννοιά του να τον πάρουμε, μπορεί κανείς να αποπειραθεί την επανασχεδίαση, αν όχι την καθολική επαναθέαση της αγάπης ως κάτι πέραν του σαρωτικού γεμίσματος ενός χώρου, αλλά ως το αναντικατάστατο φίλτρο απολύμανσης από κάθε ρυπογόνα ουσία της ζωής. Όταν και αφήνει δηλαδή να επιβιώσουν και να διαιωνιστούν μόνο τα άξια της ύπαρξης: το πάθος, η επιθυμία, η “αγάπη”, η λαγνεία και τα συναφή “αμόλυντα” από τις αιώνιες βεβαιότητες που λατρεύει η ανθρώπινη γιάφκα να μισεί.
Γιατί, φρονώ, ότι ο άνθρωποι νιώθουν στα πιο ευτυχεσμένα τους, όταν νιώθουν μια έλλειψη βαρύτητας να τους δέρνει αλύπητα. Μια απουσία ποικιλόμορφων δεσμών να τους παραμορφώνουν το κάθε βήμα. Ένα κενό που τους συνδέει με το άφατο και το αιώνιο πέρα απ’ τα τραγικά πεπερασμένα όρια της ανθρώπινης έκφρασης-επικοινωνίας.
Δυστυχώς τα παραπάνω δεν μπορώ να το αποδείξω, μιας και δεν μπορώ να ορίσω κάποια μέθοδο παρατήρησης-μέτρησης ή τους πειραματικούς ρόλους, αλλά δε με πειράζει γιατί απλώς τα ξέρω.
Και πάλι. Η “αδειοσύνη” νομίζω πρέπει να ανανοηματοδοτηθεί. Η συνειδητά αφημένη λευκή σελίδα λέει παραπάνω από μια σελίδα γεμάτη άσκοπες, αδέσποτες μουτζούρες που παίζουν συγκρουόμενα σ’ έναν μικρόκοσμο που είναι ανά πάσα στιγμή μια μιρκο-κρίση μακριά απ’ την συθέμελη κατάρρευση. Το άδειο δε σημαίνει πάντα απόν. Το κενό δε σημαίνει πάντα έλλειψη. Ο συνειδητός μαξιμαλισμός είναι προσόν αλλά χρειάζεται κι ο αφημένος χώρος κάπου για να κάτσεις να τον θαυμάσεις.
Καλύτερη κιόλας η απόσταση- έτσι παίρνει αξία κι η εγγύτητα. Έτσι παίρνουν αξία και τα χέρια για τα οποία τραγουδά η Mandy, ντυμένη σαν τη διαχειρίστρια από χαμένο επεισόδιο του Ρετιρέ, επειδή διπλογράψαν στην κασέτα αγώνα κυπέλλου Αθηναϊκού-Πανιωνίου.
Νευρωτικός στοχαστής για τον έρωτα και τίποτα άλλο
-Όση αξία έχει η μουσική άλλη τόση έχει και η παύση. Κι αυτό δυστυχώς ελάχιστοι μπορούν να εκτιμήσουν.
-Αν, στην τελική, πρέπει να στριμώχνεται κανείς στο δυάρι του, ας είναι με την πάλη με τη φύση του και την αγάπη.
-Πώς πήγαμε απ’ αυτήν τη ενδεδυμένη Mandy στη Μαντώ της Eurovision, είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό. Και δεν το λέω καθόλου παραπονούμενος…
-Ψηλές, κοντές, ξανθιές, μελαχρινές, όλες καλές, μακριά και αγαπημενές.