102 Χρόνια από τη Γέννηση της Ελληνίδας που Έγινε Θρύλος (2 Δεκεμβρίου 1923 – 16 Σεπτεμβρίου 1977)
Οι παρακάτω δηλώσεις, που αποτελούν απόσπασμα από τη συνέντευξη που είχε δώσει η Μαρία Κάλλας στον Μπερνάρ Γκαβοτί στο Παρίσι στις 14 Ιουνίου του 1964, φωτίζουν τον ψυχισμό ενός μουσικού φαινομένου που άλλαξε ριζικά το λυρικό θέατρο και το ρεπερτόριό του.
«Όταν είμαι καλά στη σκηνή, αισθάνομαι μια εξύψωση, μια πρωτόγνωρη ελευθερία που δεν μπορώ να εξηγήσω. Είναι ένας ηλεκτρισμός που μεταδίδεται ανάμεσα σε μένα, τους συνεργάτες μου και το κοινό. Δεν ξέρω πώς να ονομάσω αυτό το συναίσθημα.»
Το κοινό, όποτε ανεβαίνετε στη σκηνή, περιμένει από εσάς ένα θαύμα.
«Αυτό είναι αλήθεια, αλλά δεν είμαι θαυματοποιός και αυτή (η προσδοκία του κοινού) με κάνει να φοβάμαι την εξύψωση.» Επομένως τι θα πρέπει να περιμένει το κοινό από εσάς; «Ένα θαύμα. Αυτό που χρειάζεται είναι το κοινό και εγώ να συμβαδίζουμε και εάν όλα πάνε καλά και είμαι σε φόρμα, τότε θα επέλθει και στους δύο η εξύψωση, ο ενθουσιασμός, η τέχνη. Αν δεν είμαι στα καλύτερά μου, τότε και για τους δυο μας θα είναι απαίσια εμπειρία. Αν το κοινό με βοηθά, τότε θα είμαι καλύτερη. Εάν με χτυπούν, θα πέσω.»
Τα μοναδικά φωνητικά και υποκριτικά της προσόντα σε συνδυασμό με το ατίθασο ταμπεραμέντο και την καθηλωτική σκηνική της παρουσία οδήγησαν την Κάλλας στο να καθιερωθεί ως η απόλυτη ντίβα της όπερας. Οι ιστορικές της ερμηνείες αποτελούν σημείο αναφοράς για κάθε τραγουδίστρια του κλασικού ρεπερτορίου που φιλοδοξεί να κερδίσει από τους ειδικούς και το κοινό τον τίτλο της «νέας Κάλλας».
🎙️ Η Πορεία προς την Αθανασία
Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου, όπως ήταν το πλήρες όνομά της, γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Ήταν κόρη του φαρμακοποιού Γεωργίου Καλογερόπουλου από τον Μελιγαλά Μεσσηνίας και της Ευαγγελίας (Λίτσας) Δημητριάδη από τη Στυλίδα Φθιώτιδος. Οι γονείς της μετακόμισαν στην Αμερική, διεκδικώντας μια καλύτερη ποιότητα ζωής.
-
Τα Πρώτα Βήματα: Πήρε τα πρώτα μαθήματα πιάνου-σολφέζ και σε ηλικία 11 ετών κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό παιδικών φωνών.
-
Η Επιστροφή στην Ελλάδα: Το 1937, μετά το διαζύγιο των γονιών της, εγκαταστάθηκε με τη μητέρα της στην Αθήνα. Εγγράφεται στο Εθνικό Ωδείο και το 1939 στο Ωδείο Αθηνών, όπου γνωρίζει την καθοριστική δασκάλα της, Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, η οποία την μύησε στην υψηλή τεχνική των ρόλων του ιταλικού ρομαντικού ρεπερτορίου, κυρίως του Μπελ κάντο (Bel Canto).
-
Πρώτοι Ρόλοι στην Αθήνα: Ο πρώτος της ρόλος ήταν η «Σαντούτσα» στην όπερα του Μασκάνι «Καβαλερία Ρουστικάνα», σε μία μαθητική παράσταση. Το 1940 προσλήφθηκε στη Λυρική Σκηνή του τότε Βασιλικού Θεάτρου.
Νέες Πληροφορίες: Η Κάλλας ήταν γνωστή για την ικανότητά της να ερμηνεύει ρόλους που απαιτούσαν τελείως διαφορετικούς τύπους φωνής, όπως η δραματική υψίφωνος και η δραματική κολορατούρα, ένα φαινόμενο που ονομάστηκε “Καλλασισμός” (Callasism). Αυτή η ευελιξία της επέτρεψε να “αναστήσει” ξεχασμένες όπερες του Μπελ Κάντο, όπως η “Νόρμα” και η “Λουτσία ντι Λαμμερμούρ”, αποκαθιστώντας τη δραματική τους διάσταση.
-
Διεθνής Καριέρα και ο Σεραφίν: Τον Σεπτέμβριο του 1945 επέστρεψε στη γενέτειρά της. Το 1947, μετά από επιτυχημένη ακρόαση, της ανατέθηκε ο ρόλος της «Τζιοκόντα» στην ομώνυμη όπερα του Πονκιέλι στην Αρένα της Βερόνας. Μαέστρος της παράστασης ήταν ο διάσημος Τούλιο Σεραφίν, ο οποίος έγινε στην πορεία δάσκαλός της και ένας από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές της, καθοδηγώντας την σε κρίσιμους ρόλους.
-
Ο Γάμος και η Σκάλα του Μιλάνου: Στη Βερόνα γνώρισε τον βιομήχανο Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι, ο οποίος έγινε σύζυγος (1949) και μάνατζέρ της, βοηθώντας την να απογειώσει την καριέρα της. Το 1951 εκπόρθησε και τη φημισμένη «Σκάλα» του Μιλάνου με τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι, καθιερώνοντας την ιταλική της βάση.
-
Η Μεταμόρφωση: Το 1954 η ευτραφής Κάλλας υποβλήθηκε σε αυστηρή διαιτητική θεραπεία, χάνοντας περίπου 30 κιλά. Αυτή η δραστική αλλαγή δεν ήταν μόνο για την υγεία της, αλλά για να μπορέσει να ενσαρκώνει τους ρόλους της δραματουργικά και σωματικά, κάτι που θεωρείται επαναστατικό για την εποχή της όπερας.
-
Θρίαμβος στη ΜΕΤ: Το 1956 ακολούθησε η Μητροπολιτική Όπερα (ΜΕΤ) της Νέας Υόρκης, όπου όχι μόνο έλαβε το μεγαλύτερο ποσό που είχε δοθεί σε καλλιτέχνη, αλλά ο διευθυντής της, Ράντολφ Μπινγκ, δήλωσε πως η πρώτη της εμφάνιση ήταν η πιο συναρπαστική βραδιά της ζωής του.
📉 Η Πτώση και η Σχέση με τον Ωνάση
Από το 1958 άρχισε η καθοδική της πορεία, εν μέρει λόγω της συχνής εναλλαγής εκ διαμέτρου αντίθετων ρόλων, που επηρέασαν την ποιότητα της φωνής της, κάνοντας τις υψηλές νότες να αδυνατούν.
-
Η Ρώμη και η “Νόρμα”: Τον Ιανουάριο του 1958 στη Ρώμη αποχώρησε μετά την πρώτη πράξη της «Νόρμα» του Μπελίνι λόγω αδιαθεσίας, γεγονός που προκάλεσε την αποδοκιμασία του κοινού και την αρνητική κριτική του Τύπου, ξεκινώντας μια προσπάθεια αποκαθήλωσής της.
-
Η Έξοδος από τον Γάμο: Το 1959 ξεκίνησε η θυελλώδης σχέση της με τον Έλληνα μεγιστάνα Αριστοτέλη Ωνάση, την οποία γνώρισε το 1957. Η κρουαζιέρα με την πολυτελή θαλαμηγό Christina το καλοκαίρι του 1959 υπήρξε η αρχή του παθιασμένου τους έρωτα. Τόσο η Κάλλας όσο και ο Ωνάσης εγκατέλειψαν τους συζύγους τους (Μενεγκίνι και Τίνα Λιβανού, αντίστοιχα).
Νέες Πληροφορίες: Η σχέση της με τον Ωνάση, παρά το πάθος και την έντονη δημοσιότητα, απομάκρυνε την Κάλλας από τη σκηνή, καθώς αφιέρωσε μεγάλο μέρος του χρόνου της στον πλάι του. Πολλοί κριτικοί θεωρούν ότι αυτή η περίοδος έπαιξε ρόλο στην πτώση της φωνής της, καθώς αμελούσε τις αυστηρές πρόβες και την πειθαρχία που απαιτούσε η τέχνη της.
-
Επιστροφή στην Ελλάδα (Επίδαυρος): Το καλοκαίρι του 1960 τραγούδησε «Νόρμα» στην Επίδαυρο και τον επόμενο χρόνο στον ίδιο χώρο «Μήδεια» (σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και σκηνικά Γιάννη Τσαρούχη), παραστάσεις που θεωρούνται ιστορικές.
-
Το Κύκνειο Άσμα: Η Κάλλας αποσύρθηκε οριστικά από τις λυρικές παραστάσεις το 1965. Το κύκνειο άσμα της ήταν η «Νόρμα» στο Παρίσι, στις 29 Μαΐου του 1965.
💔 Το Τέλος μιας Εποχής
Ο γάμος του Ωνάση με την Τζάκι Κένεντι τον Ιούλιο του 1968 υπήρξε ένα συντριπτικό ψυχολογικό πλήγμα για την Κάλλας, η οποία, παρά τις προσπάθειες να ξεπεράσει τα προσωπικά της προβλήματα, δεν βρήκε ποτέ ξανά την απόλυτη ισορροπία.
-
Καλλιτεχνική Αναγέννηση (1969-1974):
-
Πρωταγωνίστησε στην κινηματογραφική «Μήδεια» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Πιερ-Πάολο Παζολίνι (1969), ο μόνος της κινηματογραφικός ρόλος.
-
Δίδαξε όπερα στη μουσική σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης.
-
Έδωσε ρεσιτάλ με τον Ιταλό τενόρο Τζουζέπε Ντι Στέφανο (1973-1974). Η τελευταία της δημόσια εμφάνιση έγινε στο Σαπόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
-
Νέες Πληροφορίες: Παρόλο που η φωνή της είχε υποστεί φθορά, οι ηχογραφήσεις της από τις τελευταίες της παραστάσεις και τα ρεσιτάλ δείχνουν μια ανεπανάληπτη δραματική ένταση και δύναμη ερμηνείας, επιβεβαιώνοντας τον τίτλο της ως η απόλυτη τραγωδός της όπερας.
Η μεγάλη ντίβα έφυγε από τη ζωή το πρωί της 16ης Σεπτεμβρίου 1977 στο διαμέρισμά της στο Παρίσι από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία μόλις 54 ετών. Η σορός της αποτεφρώθηκε και, κατ’ επιθυμία της, η τέφρα της σκορπίστηκε στη θάλασσα του Αιγαίου.
💖 Ο Έρωτας με τον Ωνάση
Η παθιασμένη σχέση της με τον Ωνάση κράτησε σχεδόν μια δεκαετία. Ήταν δύο χαρακτήρες με μεσογειακό ταμπεραμέντο, με τον ίδιο πάθος που αγαπιούνταν, καυγάδιζαν.
-
Η Σύγκρουση: Η Κάλλας δεν ήταν μια «πειθήνια» γυναίκα και οι συγκρούσεις με τον μεγιστάνα ήταν αναπόφευκτες, με τον Ωνάση να την πληγώνει συχνά ακόμα και δημόσια.
-
Η Προδοσία: Η είδηση του γάμου του Ωνάση με την Τζάκι Κένεντι κλόνισε την Κάλλας. Ωστόσο, παρόλο που ο Ωνάσης την πλήγωσε βαθιά, ποτέ δεν έπαψε να την επισκέπτεται στο Παρίσι, ακόμα και μετά τον γάμο του. Λέγεται ότι η Κάλλας στάθηκε στο πλευρό του μέχρι το τέλος της ζωής του (1975).
Νέες Πληροφορίες: Ο εσωτερικός κόσμος της Κάλλας, γεμάτος πάθος, ανασφάλειες, και την αιώνια αναζήτηση της αγάπης, είναι ίσως αυτό που έκανε τις ερμηνείες της τόσο ανθρώπινες και συγκλονιστικές. Η τραγική της ζωή, παράλληλα με τον θρίαμβό της στη σκηνή, την κατέστησαν ένα διαχρονικό σύμβολο της “τραγωδίας” στην τέχνη.
Θα θέλατε να αναζητήσω ένα συγκεκριμένο απόσπασμα από συνέντευξη ή μια κριτική από την εποχή του θριάμβου της στη Σκάλα του Μιλάνου, για να ολοκληρώσουμε το αφιέρωμα; Είναι εξαιρετική ιδέα να προσθέσουμε μια πινελιά από τις κριτικές της εποχής! Η κατάκτηση της Σκάλας του Μιλάνου το 1951 υπήρξε το επιστέγασμα της ανόδου της και μια σημαντική καμπή.
🌟 Η Ανάδυση της “La Divina”: Η Κατάκτηση του Μιλάνου
Η εμφάνιση της Μαρίας Κάλλας στη Σκάλα του Μιλάνου στις 7 Δεκεμβρίου 1951, για το άνοιγμα της σεζόν με τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι, ήταν μια στιγμή-ορόσημο. Το Μιλάνο, η καρδιά της ιταλικής όπερας και άντρο της μεγάλης της αντιπάλου, Ρενάτα Τεμπάλντι, υποκλίθηκε στην αφοπλιστική της τέχνη.
Η Επίδραση της Τεχνικής Bel Canto
Η Κάλλας δεν ήταν απλώς μια φωνή. Ήταν η τραγωδός που συνδύασε την άρτια τεχνική Bel Canto (όπως την έμαθε από την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο) με την δραματική αλήθεια του ρόλου. Αυτός ο συνδυασμός επέτρεψε την “αναγέννηση” των ξεχασμένων δραματικών ρόλων του ιταλικού ρομαντικού ρεπερτορίου.
Όπως η ίδια εξηγούσε για το Bel Canto (που σημαίνει κυριολεκτικά “όμορφο τραγούδι”):
«Το Bel Canto δεν είναι όμορφο τραγούδι. Είναι ο τρόπος που τραγουδάς. Η προσέγγιση, η επίθεση στη νότα. Πρέπει πάντα να γίνεται καθαρά, χωρίς γλιστρήματα. Το legato πρέπει να είναι legato… Είναι σκληρή δουλειά και είναι μια μεγάλη σχολή ετών και ετών κυριαρχίας της φωνής ώστε να κάνει ό,τι θα έκανε ένα όργανο. Ο πρώτος άνθρωπος που υπηρετούμε είναι ο συνθέτης.»
Η ικανότητά της να δίνει δραματικό βάθος σε άριες που μέχρι τότε θεωρούνταν απλές ασκήσεις φωνητικής δεξιοτεχνίας, ήταν αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει.
📜 Οι Κριτικοί Υποκλίνονται
Οι κριτικές από την κατάκτηση της Σκάλας, αλλά και από τις θριαμβευτικές της εμφανίσεις σε Λονδίνο, Σικάγο και Νέα Υόρκη (ΜΕΤ), επαίνεσαν:
-
Φωνητικό Εύρος και Ευελιξία: Η ικανότητά της να μεταπηδά από ρόλους δραματικής υψιφώνου (όπως η Τόσκα) σε ρόλους δραματικής κολορατούρα (Λουτσία ντι Λαμμερμούρ), κάτι που ήταν εξαιρετικά σπάνιο και έλαβε το όνομα “Καλλασισμός”.
-
Το Ηχόχρωμα: Η φωνή της περιγραφόταν ως ρωμαλέα, διαπεραστική, ηχοχρωματικά πλούσια, με ένα άμεσα αναγνωρίσιμο “βιμπράτο” (γνωστό και ως “saw-like” ήχος) που της έδινε μοναδική εκφραστική δύναμη.
-
Η Δραματουργία: Οι κριτικοί σημείωναν ότι η Κάλλας δεν τραγουδούσε απλώς, αλλά υποδυόταν τον ρόλο. Μέσα από τη μουσική έβρισκε το πρόσωπο, δίνοντας στο τραγούδι μια συναισθηματική ένταση που καθήλωνε.
Ο σκηνοθέτης Λουκίνο Βισκόντι, ο οποίος σκηνοθέτησε την ιστορική της Τραβιάτα στη Σκάλα (1955), είχε δηλώσει: «Δεν υπάρχει καμία άλλη να συγκριθεί μαζί της. Έχει μια φωνή-βιολί και μια εσωτερική αλήθεια που σε κάνει να πιστεύεις σε κάθε λέξη που τραγουδάει.»
Η Μαρία Κάλλας, η οποία έψαχνε πάντα την μουσική ιδιοφυΐα του συνθέτη, κατάφερε να κάνει τον κόσμο να πιστέψει ξανά στη δύναμη της όπερας ως ολόκληρου δράματος, και όχι απλώς ως παράταξη όμορφων φωνών.













