.
Οι συνεντεύξεις μας
Γεννήθηκε στην Κόρινθο και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από την Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 2009. Το ντεμπούτο του στο θέατρο το έκανε το 2010 στο "Aκρόπολις Reconstruction" σε σκηνoθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού. Ακολούθησαν το "Θησείον", το "Συμπόσιον περί έρωτος", με πρωταγωνιστικό ρόλο ο «Ερωτόκριτος» του Βιτσέντζου Κορνάρου, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού,το "Σκοτεινό Σπίτι" του Neil Labute, η «Ιλιάδα» του Ομήρου, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» του Ευγένιου Ο’ Νηλ, «7 χρόνια», «Η σφαγή των Παρισίων» του Κρίστοφερ Μάρλοου και πολλά ακόμη.
Το 2020 συμμετείχε στο έργο του Καρόλου Ντίκενς, «Μεγάλες Προσδοκίες» στο Σύγχρονο Θέατρο, όπου συμπρωταγωνίστησε με την Φιλαρέτη Κομνηνού, τον Αλέκο Συσσοβίτη και την Νατάσα Εξηνταβελόνη.

Την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά την έκανε μαζί με τον Γεράσιμο Μιχελή το 2016-2017, στο έργο «Ο Μικρός Χίτλερ» του Άρνολντ Μπέρνφελντ, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου όπου ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο. Η επόμενη σκηνοθετική του δουλειά ήταν το «Νυφικό κρεβάτι» του Γιαν Ντε Χαρτογκ, στο θέατρο Από Μηχανής, όπου επίσης συμπρωταγωνίστησε με την σύζυγό του Μαρία Προϊστάκη.
Ο Γιώργος Χριστοδούλου έγραψε το έργο με τίτλο "Ο Συνεργός", το οποίο σκηνοθέτησε και παρουσίασε στο κοινό στο θέατρο «Επί Κολωνώ». Το ντεμπούτο του στην τηλεόραση το έκανε στο σήριαλ του Alpha 'Σασμός' στον ρόλο του Σταύρου Πανταζή.
Μια συνέντευξη εφ όλης της ύλης του σπουδαίου ηθοποιού και σκηνοθέτη, με αφορμή την παράσταση "Ο Συνεργός", που έρχεται στο θέατρο Αυλαία 26, 27 και 28 Μαΐου.
Ο Γιώργος Χριστοδούλου μιλά στην Ελπίδα Παπαδανιήλ για την Κουλτουρόσουπα.

Ε.Π.: Με ποια αφορμή γράψατε το συγκεκριμένο έργο;
Γ.Χ.:Τη συγκεκριμένη ιστορία την γνώριζα από την δημοσιότητα που είχε και όταν έπεσε στα χέρια μου ένα άρθρο την ξανά θυμήθηκα. Αυτό που με κέντρισε είναι ο συνεργός του θύτη και πραγματικά ήθελα να μιλήσω για την έννοια της συνέργειας, της παθητικής συνέργειας της σιωπής. Ήθελα να καταπιαστώ με την στάση όλων των υπολοίπων όταν συμβαίνουν τέτοια φαινόμενα. Καλλιτεχνικά πολλοί έχουν ασχοληθεί με θέματα που συγκλόνισαν την κοινωνία αλλά από την πλευρά του θύτη και του θύματος. Για εμένα ενδιαφέρον είχε η συνέργεια ως θέμα.
Συνήθως επικεντρωνόμαστε στο θύτη και στο θύμα παρότι είμαστε όλοι συνεργοί με τη σιωπή μας σε όλο το πλαίσιο της κοινωνικής μας καθημερινότητας. Στα σημαντικά ζητήματα, οι γυναικοκτονίες έχουν γίνει πλέον μία μάστιγα και η αδιαφορία για μένα είναι συνέργεια και πλέον νομίζω ότι υπάρχουν θέματα που οφείλουμε όλοι να πάρουμε θέση.
.
Ε.Π.: Πιστεύετε ότι απέχουμε από αυτή τη συμπεριφορά;
Γ.Χ.:Ο Έλληνας όσο ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει στον διπλανό του, άλλο τόσο αδιαφορεί. Είναι αντιφατικό αυτό, αλλά νιώθω ότι ισχύει.
Ε.Π.: Μήπως τελικά μας ενδιαφέρει μόνο η “κλειδαρότρυπα” και όχι η ουσία στα όσα συμβαίνουν;
Γ.Χ.:Συμφωνώ μαζί σας, πιστεύω ότι η “κλειδαρότρυπα” παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον..
Ε.Π.: Πιστεύετε ότι είναι ίδιον γνώρισμα του λαού μας ή το διακρίνουμε και σε άλλα πολιτισμικά περιβάλλοντα;
Γ.Χ.:Με απασχολεί πάρα πολύ αυτό το ζήτημα, να καταλάβω ποιο είναι αυτό το συλλογικό ασυνείδητο που φέρουμε ως Έλληνες. Για μένα έχουν σημασία όλα αυτά τα πράγματα με τα οποία έχουμε μεγαλώσει και γαλουχηθεί. Προσπαθώ να το καταλάβω και εγώ τι είναι αυτό που κάποιες φορές οδηγεί σε τέτοιες συμπεριφορές.

Ε.Π.: Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε στη συγγραφή;
Γ.Χ.:Αυτό είναι το πέμπτο έργο που γράφω. Τα άλλα δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμη. Τα προηγούμενα για μένα ήταν μια προετοιμασία για να καταφέρω να γράψω κάτι το οποίο και να αξίζει να δημοσιοποιηθεί με κάποιο τρόπο. Σε αυτό το έργο είναι αλήθεια ότι κύλησαν όλα πολύ εύκολα, ήταν σαν αν αυτονομήθηκαν οι χαρακτήρες από την αρχή και κύλησε πολύ ομαλά.
Ε.Π.: Πώς το προσεγγίσατε σκηνοθετικά;
Γ.Χ.:Όπως θα καταλάβει και ο κόσμος που θα το δει, οι δοσμένες συνθήκες στις οποίες βρίσκονται οι ήρωες είναι πάρα πολύ έντονες. Στον τομέα της σκηνοθεσίας έδωσα πολύ μεγάλο βάρος στους ανθρώπους που θα επιλέξω να συνεργαστώ και ειλικρινά δεν θα μπορούσα να επιλέξω καλύτερους συνεργάτες για αυτούς τους ρόλους. Από τη μεριά μου, σκηνοθετικά, προσπάθησα να καταλάβω τους καλλιτέχνες που έχω απέναντί μου, ποια είναι τα δικά τους εφόδια και πώς οι ίδιοι ερμηνεύουν το ρόλο και προσπάθησα να διοχετεύσω τις δικές τους ερμηνείες και ανησυχίες μέσα στη σκηνοθεσία μου. Γιατί και ως ηθοποιός με αυτόν το τρόπο θέλω να δουλεύω.
Ε.Π.: Πώς θα θέλατε δηλαδή να δουλεύετε;
Γ.Χ.:Θέλω δηλαδή ένα σκηνοθέτη ο οποίος θα εμπιστεύεται τη δημιουργικότητά μου, θα εμπιστεύεται την ερμηνεία μου απέναντι στα θέματα και τη στάση μου.

Ε.Π.: Σκηνοθέτης ή ηθοποιός, υπάρχει κάτι που σας τραβάει περισσότερο;
Γ.Χ.:Για να είμαι ειλικρινής μετά τη σκηνοθεσία του “Συνεργού” κατάλαβα ότι ο συγκεκριμένος χώρος με μαγεύει πολύ και ότι έχω πολλά πράγματα να διερευνήσω σε αυτό και για πω την αλήθεια δεν μου φαίνεται δύσκολο να καταλήξω σε αυτό το επόμενο διάστημα. Και αυτός ο χώρος έχει αρκετό άγχος αλλά και το κομμάτι της άμεσης έκθεσης που έχει ο ηθοποιός για μένα ήταν πάντα λίγο δύσκολο. Η έμμεση έκθεση που έχει ο σκηνοθέτης ίσως σε μένα να ταιριάζει καλύτερα.
Ε.Π.: Να μιλήσουμε για το «Σασμό»; Πώς είναι αυτό το ταξίδι;
Γ.Χ.:Είναι μια πολύ έντονη εμπειρία και χαίρομαι γιατί το έκανα το ταξίδι χωρίς πολύ σκέψη. Συνήθως λειτουργώ με βάση τη λογική και κάθομαι και αναλύω όλες τις λεπτομέρειες. Αυτή τη φορά όμως και ένα παραπάνω γιατί ήταν η περίοδος που βγαίναμε από τον κορονοϊό η απόφαση συμμετοχής ήταν πιο γρήγορη. Το ταξίδι αυτό έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον και όπως και πολλά πράγματα μπορεί να σου δώσει η δουλειά με την κάμερα. Παρά τις όποιες όμως δυσκολίες θα έλεγα ότι ως τώρα το πρόσημο της συμμετοχής μου στο«Σασμό»είναι θετικό.
Προσπαθώ να κάνω αυτή τη δουλειά το ίδιο ευσυνείδητα, με τον ίδιο τρόπο που κάνω και τις θεατρικές μου δουλειές.
Ε.Π.: Πώς βιώνεται την τηλεοπτική επιτυχία; Την απολαμβάνετε;
Γ.Χ.:Ως προς το κομμάτι της οικειότητας του κόσμου ήμουν κάπως έτοιμος, ως προς να συνειδητοποιήσω δηλαδή, ότι το να με αναγνωρίζει ο κόσμος δεν αλλάζει την αξία μου ως άνθρωπο, δεν με κάνει πιο σημαντικό. Και ειλικρινά το πιστεύω ότι δεν με κάνει πιο σημαντικό από ότι ήμουν πριν που ήμουν 13 χρόνια στο θέατρο και μπορεί να μην με γνώριζε το ευρύ κοινό. Προσπαθώ να πατάω στα πόδια μου, να θυμίζω στον εαυτό μου ότι αυτό ενδεχομένως να είναι και εφήμερο. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής δε θα κυνηγήσω ποτέ τη διασημότητα για τη διασημότητα. Θέλω να κάνω πράγματα που μου αρέσουν και εάν δεν υπάρχουν τέτοιες προτάσεις από το χώρο της τηλεόρασης δε θα συνεχίσω να είμαι στην τηλεόραση.

Ε.Π.: Ο ρόλος σας στο «Σασμό», ο Σταύρος, είναι λίγο περίεργος…. Άλλοι τάσσονται υπέρ του και άλλοι πάλι θεωρούν ότι έχει άδικο..
Γ.Χ.: Αυτό που θέλω να καταλάβει κυρίως ο κόσμος είναι ότι θέλω να είμαι έντιμος και επαγγελματίας στη δουλειά μου. Όπως σε κάθε μου δουλειά, έτσι και εδώ βάζω τον καλύτερό μου εαυτό. Ο Σταύρος, πίστευα εξ αρχής ότι είναι ένας ακραίος άνθρωπος ακόμη και στα θετικά του στοιχεία. Έχω την αίσθηση ότι είναι σε απόλυτη υπαρξιακή και ψυχολογική κρίση γιατί επένδυσε σε κάτι που του βγήκε ψέμα. Είναι θύμα αυτής της ιστορίας… Προσωπικά, θα επιθυμούσα ο Σταύρος να βρει τον εαυτό του ξανά.
Ε.Π.: Πώς είδατε την τηλεοπτική παραγωγή τη χρονιά που μας πέρασε;
Γ.Χ.: Θεωρώ ότι τα προϊόντα μυθοπλασίας προχώρησαν, εξελίχθηκαν όχι όμως αρκετά. Εμένα με ενδιαφέρουν και τα μικρά πράγματα όπως η ποιότητα της εικόνας, η ποιότητα της σκηνοθεσίας, η ποιότητα των ερμηνειών και πιστεύω πως τα τελευταία χρόνια έχει γίνει ένα άλμα. Παρόλα αυτά όμως, κινείται αργά και ο κόσμος έχει τη δυνατότητα να κάνει σύγκριση με πολύ καλές και προσεγμένες σειρές σε πλατφόρμες που παρακολουθεί, οι οποίες έχουν επίπεδο ταινιών. Ο θεατής έχει ανάγκη να δει κάτι φρέσκο, κάτι καινούριο και πιο ευφάνταστο από την επιτυχημένη συνταγή που επικρατεί εδώ και χρόνια.
Ε.Π.: Για το καλοκαίρι ετοιμάζετε κάτι;
Γ.Χ.: Το καλοκαίρι θα περιοδέψουμε σε επιλεγμένα θέατρα σε όλη την Ελλάδα με τις «Βάκχες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Έλενας Μαυρίδου. Στο ρόλο του Διόνυσου θα είναι ο Δημήτρης Λάλος και εγώ στο ρόλο του Πενθέα. Είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι με την Έλενα και τον Δημήτρη. Πάντα εκτιμούσα τη δουλειά τους και με πολύ χαρά θα συμμετέχω. Τώρα είμαστε σε φάση εντατικών προβών και η περιοδεία θα ξεκινήσει από τα μέσα Ιουνίου κάνοντας πρεμιέρα στην Αθήνα.