Συνέντευξη στην Ελπίδα Παπαδανιήλ

Η μεγάλη τραγουδίστρια της Μεταπολίτευσης, η Ελληνίδα πολίτης του κόσμου, η καλλιτέχνις που ταξίδεψε το ιδεώδες της ελληνικής δημοκρατίας σε κάθε άκρη του πλανήτη, η Μαρία του Μίκη, με τη λαμπρή, διεθνή καριέρα.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και από τα εφηβικά της χρόνια έγινε η Μούσα του Μίκη Θεοδωράκη, τον οποίο καλλιτεχνικά ακολούθησε πιστά για πολλά χρόνια. Έκτοτε έχει συναντήσει και συνεργαστεί με μεγάλους και σπουδαίου καλλιτέχνες στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό, όπως ο Μάνος Λοΐζος, Μάνος Χατζιδάκις, Νίκος Κυπουργός, Γιώργο Νταλάρα, Γιάννη Διδήλη, Αντώνη Καλογιάννη, John Williams, Pablo Neruda, Mercedes Sosa, Berliner Ensemble, Ekkehard Schall, Zülfü Livaneli και πολλούς ακόμη.

Ο διεθνής Τύπος την ονόμασε Μαρία Κάλλας του λαού, Joan Baez της Μεσογείου ενώ χαρακτήρισε τη φωνή της δώρο των θεών του Ολύμπου, αφιερώνοντάς της εκτενείς διθυραμβικές κριτικές, που εξήραν όχι μόνο τα φωνητικά προσόντα και τη σεμνή σκηνική της παρουσία, αλλά, επίσης, το ήθος και την κοινωνική δραστηριοποίησή της. Τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα, η Μαρία υπήρξε μια εντελώς νέα μορφή τραγουδίστριας–αγωνίστριας και συνειδητοποιημένης γυναίκας.
Συνέντευξη της διεθνούς φήμης ερμηνεύτριας Μαρία Φαραντούρη στην Ελπίδα Παπαδανιήλ για την Κουλτουρόσουπα.

Ε.Π.: Φεστιβάλ Επταπυργίου, «Μαρία Φαραντούρη – 60 χρόνια τραγουδάω», 60 χρόνια μιας λαμπρής, με πολλές διαδρομές καριέρας… Να πούμε λίγα λόγια για αυτό το αφιέρωμα; Τι θα ακούσουμε εκείνη τη βραδιά;
Μ.Φ.: Χαίρομαι πάρα πολύ που θα τραγουδήσω σε ένα χώρο πολύ έντονης μνήμης από χρόνια δύσκολα, από χρόνια φυλακής.. Εκεί ακριβώς όμως εμείς βάζουμε την τέχνη μας, την ποίησή μας, το τραγούδι μας. Νομίζω ότι η Άννα Μυκωνίου με τους συνεργάτες της και τον κύριο Κολαλά κάνουν ένα εκπληκτικό φεστιβάλ. Το διαπίστωσα και εγώ πέρυσι που κάναμε την πρώτη συνάντηση. Είναι ένας πολύ όμορφος θεσμός και εύχομαι πραγματικά να μακροημερεύσει και να έχει πάντα μεγάλη επιτυχία και να γίνει ένας χώρος πολιτισμού, τέχνης που να είναι διάσημος και διεθνής. Η Άννα Μυκωνίου είναι πολύ αφοσιωμένη σε ότι κάνει και μόνο οι άνθρωποι που αφοσιώνονται και πιστεύουν σε αυτό που κάνουν πετυχαίνουν. Θα πρέπει να τη συγχαρούμε και όλους τους συνεργάτες της βέβαια. Πιστεύω πως η αποτελεί πρότυπο και θα πρέπει αυτό να το βλέπουνε και οι άλλοι και σε άλλους χώρους στην χώρα μας.
.
Ε.Π.: Τι θα ακούσουμε εκείνη τη βραδιά στο Επταπύργιο;
Μ.Φ.: Θα έχετε την ευκαιρία να ακούσετε ένα μικρό ταξίδι του καλλιτεχνικού μου έργου. Έχω επιλέξει από διάφορους κύκλους κάποια τραγούδια που τα περισσότερα είναι γνωστά. Υπάρχουν όμως και κάποια που δεν γνωρίζει ο κόσμος ότι τα έχω τραγουδήσει όπως του Μάνου Λοΐζου που μου είχε εμπιστευτεί τα «Νέγρικα» του Γιάννη Νεγρεπόντη, του Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος μου εμπιστεύτηκε πάρα πολλά έργα του όπως είναι τα «Παράλογα», «Η εποχή της Μελισσάνθης», που το έγραψε για τη φωνή μου, η «Σκοτεινή μητέρα», η «Αμοργός» που δυστυχώς δεν πρόλαβε να το διευθύνει ο ίδιος.. και πολλά ακόμη. Θα σας τραγουδήσω λοιπόν διάφορα αλλά και νεότερων συνθετών. Θα ήθελα βέβαια να επισημάνω ότι σε αυτό το κονσέρτο θα με υποστηρίξει η Εύη Σιαμαντά, μια πολύ καλή φωνή, με την οποία θα κάνουμε ντουέτο αλλά θα τραγουδήσει και σόλο.

Ε.Π.: Κυρία Φαραντούρη τι θα θέλατε να πάρει το κοινό μετά από κάθε σας συναυλία;
Μ.Φ.: Αυτή η μουσική σου δίνει το συναίσθημα της ηρεμίας, σε κάνει να σκέφτεσαι, να προβληματίζεσαι, σε βοηθάει ψυχολογικά. Ιδιαίτερα όταν είναι καλά «παντρεμένος» ο στίχος και η ποίηση με την ωραία μουσική πιο εύκολα το περνάει στον κόσμο.
Ε.Π.: Μερικές συναντήσεις στη ζωή ενός ανθρώπου είναι πεπρωμένο όπως όταν σας είδε, νεαρή τότε, ο Μίκης και γίνατε η μούσα του. Χαρακτηριστικά σας είπε: “Το ξέρεις ότι έχεις γεννηθεί για να τραγουδάς τα τραγούδια μου;” Και έτσι ξεκινά ένα περίεργο, αν θα μπορούσαμε να πούμε ταξίδι, για μια έφηβη… Τι σας ώθησε τότε να τον ακολουθήσετε; Είχατε κάποια υπόνοια, κάποιο προαίσθημα για όσα θα ακολουθούσαν;
Μ.Φ.: Ασφαλώς είχα συνείδηση ότι συναντούσα το «Μεγάλο» μέσα από τη φυσιογνωμία του Μίκη, μέσα από την αύρα του αυτή την ψυχική, τη δημιουργική. Ασφαλώς καταλάβαινα και είχα αυτό το δέος… Είχα όμως και τη σιγουριά ότι πραγματικά κούμπωσε αυτό το πάθος, αυτή η αγάπη μου στη μουσική με το έργο του Μίκη. Πολύ συχνά και οι δικοί μου και το περιβάλλον μου και άνθρωποι που συνάντησα στο εξωτερικό, ακόμη και αργότερα όταν με τον Μίκη είμασταν στην Αγία Πετρούπολη με άκουσε ένας πολύ μεγάλος συνθέτης, ο Άραμ Ίλυτς Χατσατουριάν και ο μεγάλος αρχιμουσικός Οδυσσέας Δημητριάδης καιμου ζητήσανε να γίνω σοπράνο, να σπουδάσω εκεί. Ακολούθησα όμως το Μίκη με τις συναυλίες σε όλο τον κόσμο και πραγματικά είχα μια γεμάτη ζωή. Μετά λοιπόν από όλες αυτές τις μεγάλες στιγμές έμαθα ως τραγουδίστρια ποια είναι και η συμπεριφορά μου, να είμαι η φωνή των έργων του Μίκη, του Μάνου, του Λοΐζου.. Αυτό είναι που με κράτησε κιόλας να περιμένω να έρθει κάποια στιγμή και το καλό τραγούδι.

Ε.Π.: Είπατε και «όχι» δηλαδή;
Μ.Φ.: Και βέβαια είπα. Να σκεφτείτε μου ζητούσανε να τραγουδήσω στο κέντρα, στις μπουάτ, αλλά δεν πήγαινα.. ήθελα μόνο τις συναυλίες γιατί μόνο εκεί μπορώ να έρθω σε επαφή με τον κόσμο. Και άλλωστε όπως σας είπα και πιο πάνω ήθελα να είμαι η φωνή των έργων του Μίκη, του Μάνου, του Λοΐζου..
Ε.Π.: Η φωνή σας και τα τραγούδια σας σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή, μια από τις πιο σημαντικές ιστορικές στιγμές της χώρας μας… Πώς νιώθατε τότε;
Μ.Φ.: Ξέρετε εγώ αισθανόμουν μια Ελληνίδα πολίτης του κόσμου. Από 17 ετών έφυγα στο εξωτερικό, σε ένα πολύ ιδιαίτερο περιβάλλον. Γνώρισα μεγάλες προσωπικότητες, ήταν μια πολύ έντονη ζωή με εξάρσεις και δημιουργικές στιγμές αλλά και με δυσκολίες βέβαια. Όλα αυτά έχουν μείνει ανεξίτηλα στην ψυχή μου. Στη Μεταπολίτευση όλοι προσπαθούσαμε να δώσουμε ένα καλύτερο περιεχόμενο από το χώρο μας σε αυτή τη νέα δημοκρατία που ξεκινούσε. Εγώ πάντα προσπαθούσα με την ποιότητα και το τραγούδι.. Μην ξεχνάτε και το Μαουτχάουζεν που έχει σφραγιστεί παγκοσμίως ως το ωραιότερο μουσικό έργο για το Ολοκαύτωμα που γράφτηκε ποτέ..

Ε.Π.: Υπήρξαν στιγμές που φοβηθήκατε;
Μ.Φ.: Όχι, δε φοβόμουνα. Για μένα ήτανε ένα άνοιγμα ελευθερίας εκείνα τα χρόνια και μπρος σε όλα όσα ένιωσαν και ζήσανε οι εδώ κρατούμενοι.. Όχι, όχι δε το συζητάω.. Όχι δε φοβήθηκα.
.
Ε.Π.: Παρατήρησα την ώρα που τραγουδούσατε το βλέμμα σας ήταν στραμμένο με απόλυτη προσήλωση προς το Μίκη Θεοδωράκη και μόλις έκλεινε το κομμάτι μουσικά, τότε χαμογελούσατε με ικανοποίηση…
Μ.Φ.: Αυτό το ζητούσε ο Μίκης, αυτή την επαφή πάνω στη σκηνή. Αυτή τη φόρτιση που αισθανόταν έπρεπε να σου την μεταφέρει και εσύ από την μεριά σου να την εκφράσεις, να την ερμηνεύσεις, για να βγει η μέθεξη, η ανύψωση, η ανάταση και να τη μεταφέρεις στον κόσμο. Για αυτό εμένα πάντα μου γράφανε οι κριτικοί στο εξωτερικό «Η Μεγάλη ερμηνεύτρια με την ωραία φωνή».. Γιατί δεν είναι μόνο η ωραία φωνή αλλά και πώς μεταδίδω αυτό που ερμηνεύω. Διαφορετικά θα πω ένα τραγούδι ευχάριστο.. Όταν όμως τραγουδάς την ποίηση των μεγάλων ποιητών θα πρέπει να την αισθάνεσαι, να αισθάνεσαι ότι είναι κάτι σοβαρό αυτό που μεταφέρεις.
Ε.Π.: Έχετε βρεθεί κοντά, έχετε γνωρίσει προσωπικότητες διεθνούς ακτινοβολίας… σίγουρα δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσετε αλλά υπάρχει κάποια συνάντηση, κάποια συνεργασία χαραγμένη στην ψυχή σας;
Μ.Φ.: Ναι είχα την τύχη να γνωρίσω σπουδαίους ανθρώπους, επιστήμονες, πολιτικούς, καλλιτέχνες.. Ο Μίκης προφανώς είναι το σημαντικότερο κομμάτι της ζωής μου. Όταν πήγα στη Νότιο Γαλλία με πρόσκληση του Δήμου για να τραγουδήσουμε για τα 90 χρόνια του Πικάσο ήταν μια πολύ ξεχωριστή στιγμή. Επίσης, μια συγκλονιστική στιγμή ήταν όταν επισκέφτηκα το σπίτι του Φρεντερίκου Γκαρθία Λόρκα που με ξενάγησε η μικρότερη αδερφή του.. Εκεί γινόταν μια έκθεση στο σπίτι του και είχα προσκληθεί μαζί με την ορχήστρα μου. Δεν μπορώ να μην αναφέρω τη συνάντησή μου με τους Beatles, από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές.. Πολλοί και μεγάλοι καλλιτέχνες ερχόντουσαν να γνωρίσουν το ελληνικό τραγούδι που δεν είναι εμπορικό αλλά η ελληνική μας τέχνη και αντανακλάται η Ελλάδα μέσα σε αυτό. Στο Λονδίνο τραγουδούσα τη μουσική του Μίκη με τον μεγάλο κιθαρίστα Τζον Γουίλιαμς και παράλληλα σπουδαίοι, μεγάλοι ηθοποιοί απαγγέλανε από την αρχαία πραγματεία κείμενα… Αυτές ήτανε μοναδικές στιγμές..

Ε.Π.: Πώς νιώθετε όταν είστε πάνω στη σκηνή και τραγουδάτε; Το συναίσθημα είναι το ίδιο με τα προηγούμενα χρόνια;
Μ.Φ.: Τώρα ασφαλώς μιλάει η εμπειρία.. Τότε βγαίνανε πιο φυσικά τα πράγματα. Έπρεπε να συμβάλεις και εσύ με όλη σου τη δύναμη, με όλη σου την ενέργεια. Ο Μίκης τα πρώτα χρόνια ήτανε στη εξορία, στη φυλακή και εμείς έπρεπε να διαδώσουμε παντού το έργο του. Για μένα τότε ήτανε υποχρέωσή μου να τραγουδώ παντού.. με μια βαλίτσα γυρίσαμε όλο τον κόσμο. Ήταν κάτι το απίθανο αυτό που συνέβαινε.. Όλη η Ευρώπη συμπαραστεκότανε στο θέμα της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι γινόταν.
Ε.Π: Από την μέχρι τώρα πορεία σας, σε ποιο βαθμό νιώθετε δικαιωμένη σε σχέση με τους αρχικούς σας στόχους;
Μ.Φ.: Νιώθω δικαιωμένη και ευγνώμων στη ζωή που είχα αυτή την καταπληκτική συγκυρία να συναντηθώ με αυτούς τους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον Μίκη μας. Δεν μπορώ να σκεφτώ τι άλλο θα μπορούσα να είχα κάνει.. ήτανε μια πολύ πολύ σημαντική διαδρομή. Με τις δυσκολίες της βέβαια, δεν ήταν όλα εύκολα και ευχάριστα. Ήταν όμως ένας ωραίος αγώνας για τη ζωή, για τη δημιουργία, για την τέχνη και μέσα εκεί εντάχθηκαν και οι πολιτικοί αγώνες με την έννοια της πατρίδας μας, για τη δημοκρατία στην Ελλάδα.

Ε.Π.: Υπήρξε κάποια στιγμή που να απογοητευτήκατε από το χώρο, από τον τρόπο που λειτουργεί και σκεφτήκατε ίσως να τα παρατήσετε;
Μ.Φ.: Όχι, ήτανε τόσο δυνατό το αίσθημα της μουσικής, τόσο δυνατό το περιβάλλον κοντά στο Μίκη, τόσο μεγάλο το πάθος και η αγάπη μου για τη μουσική που ξεπερνούσα κάθε δυσκολία. Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι, κάτι ονειρεμένο που εύχομαι να συναντήσει στη ζωή του κάθε άνθρωπος. Δεν κλονίστηκα ποτέ.. Ποτέ δε σκέφτηκα «θα περάσω στο εμπορικό τραγούδι για να υπάρχω».. Όχι, γιατί ποτέ δεν ήταν εμπορικό ότι έκανα. Τα άκουγε πολύς κόσμος τα τραγούδια μου αλλά η μνήμη ήταν συλλογική. Σήμερα όταν μιλάμε για εμπορικό τραγούδι εννοούμε το ατομικό, να μπεις μέσα σε καλούπια που επιβάλουν οι άλλοι… Δεν θέλω να τα καταγγείλω, μπορεί και να βγουν ωραία πράγματα, αλλά δεν ξέρω τι θα μείνει από αυτά.. Το ρεμπέτικό μας για παράδειγμα πάντα δε μένει διαχρονικό; Από το Μίκη, από το Μάνο πάντα δε μένει κάτι διαχρονικό; Δεν ξέρω μετά από 20 χρόνια τι θα λέμε ακούγοντας τα νέα είδη, ίσως να υπάρχουν άλλα πράγματα ή και να μην υπάρχουν καν.. Η ποίηση όμως θα υπάρχει, γιατί όσο υπάρχει ζωή, θα υπάρχει και ο άνθρωπος που θα θέλει να εκφραστεί…
Ε.Π.: Πώς βλέπετε τα νέα παιδιά, έχοντας ζήσει όλη την ένταση μια άλλης συγκλονιστικής νεολαίας;
Μ.Φ.: Τότε η νεολαία ήταν μέσα από άλλους συλλογικούς αγώνες, κοινωνικές δυσκολίες, με άλλα προβλήματα και συνθήκες. Αυτό όμως δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα αλλά το έβλεπες σε παγκόσμιο επίπεδο. Και τώρα υπάρχουνε προβλήματα τα οποία θα φανούνε στην ιστορικότητά τους σε λίγο καιρό. Αυτό που πρώτο βλέπουμε είναι ότι μέσα από τα προβλήματα των μεταναστών, των μετακινήσεων των προσφύγων, των οικονομικών μεταναστών δημιουργείται τεράστιο πρόβλημα και ως αντίδραση σε αυτό το πράγμα να βγαίνουνε τα φασιστικά κόμματα. Αυτό είναι λίγο τρομαχτικό και πρέπει να δει η Ευρώπη στο σύνολό της πώς θα το αντιμετωπίσει. Εμείς τα έχουμε πει στην ποίησή μας, σε πάρα πολλά τραγούδια μας. Οι ανισότητες πάντοτε είναι ένα επίκαιρο και δυνατό θέμα και δεν ξεπερνιέται ποτέ. Πρέπει όμως να αγωνιζόμαστε για να διεκδικούμε το καλύτερο, ο καθένας με τον τρόπο του, από εκεί που ανήκει και να κοιτάξουμε να φτιάξουμε μια καλύτερη Ελλάδα.

Ε.Π: Τους αγαπάτε τους νέους, τους δίνετε ευκαιρίες και βήμα…
Μ.Φ.: Όσο μπορώ βοηθάω. Συμμετέχω σε ότι πηγαίνει στη φωνή μου βέβαια. Από τη φύση μου είμαι ανήσυχη και δημιουργική. Δεν εφησυχάζω στα κεκτημένα μου και ότι έχω κάνει μέχρι τώρα, είναι μεγάλα, θα έλεγα ότι είναι η παρακαταθήκη του ελληνικού τραγουδιού με μεγάλους συνθέτες και ποιητές, αλλά προσπαθώ όμως να συνεργάζομαι και με τις νέες γενιές. Ακόμη νεότερους και από τη Λένα Πλάτωνος, που μου εμπιστεύονται τα τραγούδια τους και χαίρομαι πάρα πολύ για αυτό.
Ε.Π.: Η τάση των τελευταίων χρόνων για «πείραγμα» παλιών καταξιωμένων τραγουδιών, θεωρείτε ότι συμβάλλει δημιουργικά, ότι οφείλει να κινείται «εντός ορίων» ή έχετε εντοπίσει υπερβολές;
Μ.Φ.: Μου αρέσει γιατί τα τραγούδια μας συναντούν το μέλλον. Οι νέοι άνθρωποι δίνουνε το δικό τους τρόπο. Σίγουρα αλλάζουνε, δεν μπορεί να ακούνε με τον ίδιο τρόπο που ακούγαμε εμείς. Εάν αποτελεί για αυτούς έμπνευση είναι ωραίο να ξεκινάνε από αυτά, από το παρελθόν. Το βρίσκω καταπληκτικό το να παίρνουνε τις ρίζες και να τις δίνουνε με το δικό τους τρόπο. Από το να μείνουνε αποξενωμένα τα τραγούδια μας, ας τα γνωρίζουνε και οι νέοι με το δικό τους τρόπο.
.

.
Ε.Π.: Από το ξεκίνημά σας μέχρι σήμερα, πόσο έχει αλλάξει το μουσικό τοπίο- σε επίπεδο καλλιτεχνικό αλλά και επίπεδο κοινού- και πόσο θετικές ή αρνητικές βλέπετε τις αλλαγές;
Μ.Φ.: Αυτό που διαπιστώνουμε τα τελευταία χρόνια είναι ότι έχει αλλάξει το τοπίο, η ποίηση έχει υποχωρήσει. Αλλά πάντα, από τα αρχαία χρόνια, η χώρα που γέννησε την ποίηση έχει περάσει διάφορες φάσεις. Πότε ήτανε μπροστά ας πούμε η ποίηση και η μουσική, πότε ήτανε πίσω.. μετά ξανά ήρθε στην αναγέννηση.. μετά θάφτηκε.. Η ποίηση πάντα έρχεται, φεύγει.. Τώρα λοιπόν, είμαστε σε μια περίοδο που το κοινό αγαπάει την «πιο ψυχαγωγία» θα λέγαμε, γιατί κουράζεται, γιατί είναι κλεισμένοι στο ίντερνετ ατελείωτες ώρες και ακούνε και εκεί μουσική. Ωστόσο πρέπει να πούμε ότι υπάρχει και ένα μέρος του κοινού που αγαπάει να βρίσκει μέσα από το ελληνικό τραγούδι την ωραία μελωδία, την ωραία αρμονία, τα ωραία λόγια.. να βρίσκει το συναίσθημα και να το συνδέει και με το μυαλό, με τη λογική.
Αυτό του δίνει μια ανύψωση, μια ανάταση και φεύγει λίγο από την πραγματικότητα. Αυτό ήταν το καταπληκτικό που φτιάξανε οι μεγάλοι μας τότε με το έντεχνο τραγούδι. Του δίνανε μια μαγεία, μπαίνανε σε ένα φαντασιακό κόσμο με τα ωραία τους τραγούδια, τις μελωδίες και την ποίηση. Δεν ήταν εφήμερες δημιουργίες και συνδεόταν και με τη ζωή μας. Ασφαλώς υπήρχε η καθημερινότητα αλλά υπήρχε και η ανάγκη να ξεφύγουμε από αυτή. Επίσης συνδεότανε και με τους αγώνες του Ελληνικού λαού για κάτι καλύτερο. Το τραγούδι λοιπόν συνδεόταν με τα πάντα, με ό,τι γινόταν. Οι μεγάλοι μας ποιητές, ας πούμε ο Σεφέρης έγραψε το «Μεγάλο ναυάγιο» για τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, δεν είναι επίκαιρο και σήμερα με όλα όσα γίνονται με τους μετανάστες; Η υψηλή ποίηση είναι διαχρονική. Να μιλήσουμε για το Γιάννη Ρίτσο, τον Ελύτη, οι οποίοι γράψανε καταπληκτικά πράγματα.. Ωστόσο, αυτό το αναζητούνε όλο και λιγότεροι άνθρωποι.
Ε.Π.: Πώς αντιμετωπίζετε τις ταμπέλες στο χώρο της μουσικής και ποια κατηγορία τραγουδιών δεν θα λέγατε ούτε θα ακούγατε ποτέ;
Μ.Φ.: Γενικά ακούω μουσική και παρακολουθώ τα πάντα, κυρίως όμως κλασική μουσική γιατί από μικρή την άκουγα. Οι γονείς είναι από την Κεφαλονιά και ακούγαμε καντάδες, ιταλική όπερα. Αργότερα και με τον Μίκη που ήταν κλασικός συνθέτης… Αλλά και τζαζ ακούω πολύ γιατί έχω συνεργαστεί και με τζαζίστες μουσικούς που αγαπούνε πάρα πολύ το ελληνικό τραγούδι, και του Μίκη και το δημοτικό αλλά και το ηπειρώτικο τραγούδι. Με τον τελευταίο θρύλο της τζαζ μουσικής τον Τσαρς Λόιντ κάναμε δύο διπλούς δίσκους.
Ε.Π.: Τι κρατάτε μετά από όλο αυτό το ταξίδι;
Μ.Φ.: Πρέπει να σας πω ότι όποτε τραγουδώ αισθάνομαι ότι έχω δίπλα μου τον Μίκη, ανοίγει τα φτερά του και με διευθύνει όπως τότε. Δεν έχω την έλλειψή του γιατί είναι τόσο μεγάλη η μουσική του δύναμη, η δημιουργική του, το ωραίο του ρεπερτόριό του που είναι πραγματικά σαν να είναι εδώ.
.

.
Ε.Π.: Μια ιδιαίτερη στιγμή σε μια συναυλία;
Μ.Φ.: Μεγάλη εντύπωση μου έκανε πέρυσι αυτό που συνάντησα στο βλέμμα των νέων παιδιών στο Ηρώδειο κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Αθηνών, που ήρθανε πάρα πολλοί νέοι να ακούσουνε το μεγάλο ποίημα του Πάμπλο Νερούντα, να μάθουν πώς συνδέθηκε με την Ελλάδα, με τη Χιλή.. Αυτό το θερμό βλέμμα των νέων παιδιών που έκανε φοβερή εντύπωση και μου έδειξε ότι κάποια από τα τραγούδια του Μίκη, του Μάνου θα συναντιούνται με τις νέες γενιές γιατί στο έργο τους συναντιέται η μουσική, η ποίηση και η ιστορία, αυτά τα τρία σημαντικά πράγματα.

Ε.Π.: Από τη μεγάλη εμπειρία σας με συναυλίες και συνεργασίες στο εξωτερικό, πώς βλέπετε την καλλιτεχνική διαδρομή στη χώρα μας;
Μ.Φ.: Στο εξωτερικό μιλάμε για θεσμούς, για άλλα πράγματα που δεν συγκρίνονται. Στη χώρα μας μόνο οι άνθρωποι, οι μονάδες, αυτοί καταφέρνουν πράγματα. Εάν υπάρχει και η βοήθεια των θεσμών θα μπορούν να φτιάξουμε ωραία πράγματα και να υποστηρίξουμε τον πολιτισμό μας.
Ε.Π.: Πόσο καταλυτική ήταν η επίδραση της τέχνης την περίοδο του κορονοϊού;
Μ.Φ.: Ηταν μια πολύ δύσκολη κατάσταση και νομίζω πως όλοι διδαχθήκαμε πολλά πράγματα από τον εγκλεισμό. Μας έδωσε και μια δημιουργική σπίθα, κάτι σαν αντίσταση σε αυτό τον φόβο, αυτό τον τρόμο που είχαμε. Υπήρχανε βέβαια και δύσκολες, ακραίες περιπτώσεις όπως και άνθρωποι στους οποίους δημιουργήθηκαν ψυχολογικά προβλήματα και ίσως τα συναντούμε και στη συμπεριφορά των νέων ανθρώπων όπως αναφέρουν οι ειδικοί. Οι καλλιτέχνες εξοικειωθήκαμε με νέους τρόπους έκφρασης, δεν μείναμε στάσιμοι.
Ε.Π.: Ασχοληθήκατε και με την πολιτική;
Μ.Φ.: Μπήκα για ένα πολύ μικρό διάστημα αλλά ένιωσα ότι δε μου πάει και ότι μέσα από το τραγούδι μπορώ να εκφραστώ και εγώ, υπαρξιακά αλλά και να δώσω και κάτι στον κόσμο. Όταν κουβαλάς τέτοια παράδοση σπουδαίων ανθρώπων στην πλάτη σου, ένα φορτίο μεγάλων συνθετών πολύ πολύ σοβαρό, ένιωθα ότι είχα χρέος να το μεταφέρω, να το μεταδώσω.

Ε.Π.: Σήμερα, πόσο αισιόδοξο ή όχι βλέπετε το μέλλον της χώρας μας;
Μ.Φ.: Εγώ από τη φύση μου είμαι αισιόδοξη. Πιστεύω ότι εμείς οι Έλληνες το έχουμε μέσα μας, στο DNA μας να λέμε ότι τα πράγματα είναι χάλια, ότι θα χαθούμε αλλά δε χανόμαστε ποτέ. Έχουμε περάσει τόσες και τόσες δυσκολίες και αν και όλο το μυαλό μας είναι στο «μαύρο», τελικά βγαίνουμε πολύ φωτεινοί μέσα από αυτό. Όπως είναι φωτεινός ο ήλιος μας, έτσι έχουμε και εμείς αυτό το φως. Πάντα υπήρχαν δυσκολίες και προβλήματα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν … Θα πρέπει όμως πάντα να παλεύουμε για να δίνουμε ένα καλύτερο περιεχόμενο στη δημοκρατία μας. Το γνωρίζουμε ότι η δημοκρατία είναι πάντοτε με ελλείψεις και προβλήματα, ποτέ δεν είναι ένα τέλειο πολίτευμα αλλά πρέπει να παλεύουμε για να το καλυτερεύουμε.
Ε.Π.: Ποια είναι τα άμεσα μελλοντικά σας σχέδια;
Μ.Φ.: Μετά τη συναυλία στη Θεσσαλονίκη, θα κάνω μια συναυλία στο Ηρώδειο με τον Σταύρο Ξαρχάκου που μου εμπιστεύτηκε το καινούριο τραγούδι του Γιώργου Σεφέρη από το «Μυθιστόρημα» και του Γιάννη Ρίτσου που τραγουδάω και ένα τραγούδι του Γκάτσου. Είναι καινούρια τα τραγούδια που μου εμπιστεύτηκε ο Ξαρχάκος και είναι μεγάλη τιμή για μένα. Και ο Ξαρχάκος είναι από τους μεγάλους μας συνθέτες που αφοσιώθηκε στο καλό τραγούδι και στην καλή ποίηση και στίχο. Επίσης θα κάνω μια συναυλία με τη Λένας Πλάτωνος με θέμα τις «Αρχαίες ποιήτριες» αλλά και άλλα τραγούδια που μου είχε εμπιστευτεί στο παρελθόν θα τα ξανά φέρουμε στην επιφάνεια.Και με τον Zülfü Livaneli με τον μεγάλο Τούρκο τραγουδιστή θα κάνουμε μια συναυλία στο Ηρώδειο με τη Συμφωνική Ορχήστρα στις 7 Σεπτεμβρίου.
Μαζί είχαμε κάνει τραγούδια τη δεκαετία του ΄80, όπως το «Μοιρολόι», «Σαν τον μετανάστη» και διάφορα άλλα πολύ όμορφα τραγούδια. Μαζί μας θα είναι και μία σοπράνο από την Τουρκία και θα τραγουδήσουμε τραγούδια του Μίκη αλλά και τα δικά του, τα οποία είχε μεταφράσει τότε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Αυτό που κυρίως θέλουμε να προβάλουμε στη συναυλία στο Ηρώδειο είναι ότι εμείς συνδεόμαστε σε ότι μας ενώνει που είναι η τέχνη, η ποίηση, η καλή γειτνίαση, οι άνθρωποι… που δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε.. Οι πολιτικές και οι πολιτικοί είναι που μας κάνουν να χωρίζουμε, τα συμφέροντα.
Ευχαριστώ θερμά

