Η συγγραφέας Ευρυδίκη Αμανατίδου συνομιλεί με τον Τάσο Αγγελίδη Γκέντζο αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή και τα σκυλιά λυμένα…
Ο Τάσος Αγγελίδης Γκέντζος μισεί τις κλειδαρότρυπες και συνομιλεί με εκείνους τους εργάτες της τέχνης που του δανείζουν τα κλειδιά και τα αντικλείδια για τις πόρτες του νου και της ψυχής!
1. Ένας από τους βασικούς στόχους μιας συνέντευξης είναι να φιλοξενήσει μέσα στις γραμμές της τις αλήθειες κι ένας δεύτερος να διαβαστεί από όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Φυσικά μέσω αυτής “διαφημίζεται” και αυτός που την παραχωρεί στο μέσο. Έχετε την ευκαιρία να διαφημίσετε ανοιχτά και ξεκάθαρα αυτό που θα θέλατε και να πείσετε τους αναγνώστες μας για την αλήθεια σας.
Έμμεση διαφήμιση μπορεί να είναι μια συνέντευξη, δεν θα επιχειρήσω όμως να πείσω τον αναγνώστη για τις αλήθειες μου. Ούτως ή άλλως ακόμη και ως προς την προσωπική αλήθεια εισχωρεί πάντα το στοιχείο της υποκειμενικότητας. Αφήνω τον αναγνώστη ελεύθερο να βρει τις δικές του αλήθειες. Και λίγος πλουραλισμός δεν βλάπτει.
2. Θα σας προκαλούσα να σκεφτείτε την μέχρι τώρα ζωή σας και να επιλέξετε στην συνέχεια να μας παρουσιάσετε τα ελαττώματα ή τα προτερήματά σας. Ξέρω πως όλοι οι άνθρωποι έχουν και ελαττώματα και προτερήματα. Στην παρούσα στιγμή θα με ενδιέφερε να επιλέξετε μόνο την αυτοσύσταση των προτερημάτων σας ή μόνο την αυτοσύσταση των ελαττωμάτων σας.
Επειδή κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, νομίζω ότι κάθε προτέρημα μπορεί να θεωρηθεί και ως ελάττωμα. Θα περιγράψω λοιπόν τον εαυτό μου ως άνθρωπο χαμηλών τόνων, επίμονο, δογματικό όπου θεωρώ ότι έχω επαρκή και τεκμηριωμένη γνώση, ρεαλιστή σε τέτοιο βαθμό που πολλές φορές να αντιμετωπίζομαι ως άτομο απαισιόδοξο και από την άλλη πάντα ονειροπόλο (δεν αναιρεί τον προηγούμενο χαρακτηρισμό), γκρινιάρη γιατί απαιτώ το άθροισμα του 1+1 να είναι πάντα 2 και τέλος πολλές φορές άτομο αναβλητικό (όταν προσπαθώ να διατηρήσω μια κατάσταση επίπλαστης ηρεμίας).
3. Δώστε μόνος σας έναν τίτλο από την ψυχή και το μυαλό σας για αυτή την συνέντευξη. Θα ήθελα αυτός ο τίτλος αρχικά να προβληματίσει τον αναγνώστη μας και στην συνέχεια να του δημιουργήσει την επιθυμία να διαβάσει τις απόψεις σας. Εφόσον καταφέρει να την διαβάσει μέχρι το τέλος... να του αφήσει και κάποιον προβληματισμό.
Πίστευε και μη, ερεύνα. Καλό είναι να προσέχουμε πού βάζουμε τα σημεία στίξης, οπότε αυτό είναι το πιστεύω μου για το καθετί και γιατί όχι, και για αυτή τη συνέντευξη. Το να διαβάζουμε πίσω από την οποιαδήποτε λέξη είναι το ζητούμενο, δεν λέω να ψειρίζουμε τα πάντα, αλλά καλό είναι να επεξεργαζόμαστε, γιατί μόνο έτσι διαμορφώνουμε εαυτόν.
4. Αν δεν απαντήσετε σε κάποια από τις ερωτήσεις, κάτω από την ερώτησή μου θα βάλω μία παύλα. Θεωρώντας αυτονόητο πως όλες οι ερωτήσεις μου θα κινούνται στα πλαίσια της κοσμιότητας και θα έχουν να κάνουν με το μυαλό, την ψυχή και την ιδεολογία σας θεωρώ την αποφυγή μιας απάντησης ως αδυναμία έκφρασης και επικοινωνίας. Ποια είναι η δική σας άποψη περί του θέματος αυτού, αλλά και γενικότερα για την “ελευθερία” αυτού που παραχωρεί την συνέντευξη;
Ορκίζομαι να πω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια χωρίς φόβο και πάθος. Δεν είμαι και το πλέον επικοινωνιακό άτομο, δεν μου αρέσουν όμως οι υπεκφυγές. Εκεί καταφεύγω μόνο όταν το τακτ το απαιτεί. Αποδεχόμενη τον ρόλο του συνεντευξιαζόμενου εννοείται ότι η πρόθεσή μου είναι να είμαι αληθινή και όχι αρεστή. Όσο για το θέμα της ελευθερίας, εφόσον τόσο ο ερωτών όσο και ο ερωτώμενος όπως το θέσατε κινούνται μέσα στα πλαίσια της κοσμιότητας δεν υπάρχει κανένας λόγος «χρυσώματος του χαπιού».
5. Όταν ρωτάς έναν συγγραφέα να σου αναφέρει κάποιο βιβλίο που του άρεσε μετρημένες είναι οι φορές που δεν απαντά αναμενόμενα. Αναφέρει κάποιο ξένο βιβλίο, αποφεύγει επιμελώς τους έλληνες συγγραφείς και τα βιβλία τους για να μην κακοκαρδίσει κανέναν και σχεδόν πάντα δεν σου λέει γιατί του άρεσε το συγκεκριμένο βιβλίο. Υπάρχει και η άποψη πως οι συγγραφείς μας δε διαβάζουν... Είμαι περίεργος τι θα σκεφτώ όταν θα διαβάζω την δική σας απάντηση.
Κοιτάξτε, αυτή η ερώτηση μου θυμίζει λίγο τα κινέζικα μπισκοτάκια της τύχης. Mε κάθε ειλικρίνεια θα σας πω τα εξής: προσωπικά, η πρώτη μου απάντηση θα ήταν «είναι πολλά, αφήστε με λίγο να το σκεφτώ». Γιατί είναι σαν να με ρωτάει κανείς πού θα ήθελα να ζω ή σε ποιον τόπο θα πήγαινα διακοπές. Πολλά τα θέλγητρα, αλλά πρέπει να ζυγίσεις το τι θα επιλέξεις. Η προσωπική μου αλήθεια επίσης είναι ότι διαβάζω σπάνια ελληνική λογοτεχνία. Από τα μαθητικά μου χρόνια έχω επικεντρωθεί στην ξένη και κυρίως στην ισπανόφωνη και την αγγλική. Θα αναφερθώ στο «περί τυφλότητας» του Ζοζέ Σαραμάγκου γιατί ήταν ένα μυθιστόρημα που με ταρακούνησε, το «η νύχτα δεν είναι αρκετά μεγάλη» της Ρουθ Ρέντελ γιατί παντρεύει αριστουργηματικά το ψυχογράφημα με το θρίλερ και το «έθιμα ταφής» της Χάνα Κεντ, γιατί θαυμάζω αυτούς του συγγραφείς που διαβάζουν και ερευνούν επίμονα προκειμένου να γράψουν.
.
Από ελληνικά, μην περιμένετε να σας απαντήσω με κάτι κλασσικό ή βαρύγδουπο. «Η δεξιά τσέπη του ράσου» του Γιάννη Μακριδάκη, γιατί με οικονομία λέξεων αποδίδει πλήρως την ευαισθησία και μοναξιά του ήρωά του. Δηλώνω ότι δεν έχω διαβάσει σύγχρονους έλληνες λογοτέχνες πολυβραβευμένους, αλλά ποσώς με ενδιαφέρει όταν κάποιος με ρωτήσει αν διάβασα τον τάδε ή την τάδε κι εγώ του απαντήσω αρνητικά. Δεν αισθάνομαι καμία αμηχανία. Το γιατί συνήθως, όπως το θέσατε, οι συγγραφείς υπεκφεύγουν όταν ερωτώνται έχει να κάνει και με αυτό που αναφέρατε. Να μη χαλάσουμε και τις καρδιές μας τώρα, ας τηρήσουμε τις ιερές συμμαχίες, ας μιλήσουμε γενικά και αόριστα, οπότε προφανώς αυτό που θα έχουν μελετήσει θα είναι το γλαφυρότατο βιβλίο του Pierre Bayard «Πώς να μιλάμε για βιβλία που δεν έχουμε διαβάσει».. Η άποψή μου είναι πάντως ότι ο άνθρωπος που βλέπει τη γραφή ως ευθύνη σίγουρα διαβάζει, και πολλά και διαφορετικά είδη.
6. Η τέχνη ξεκινάει από το εξώφυλλο ενός βιβλίου ή από το εσωτερικό του; Το εσωτερικό του βιβλίου στην δική σας περίπτωση συμβαδίζει με το εξωτερικό ή βαδίζουν σε εντελώς αντίθετους δρόμους; Ανάμεσα στις απαντήσεις που θα μου δώσετε για αυτή την συνέντευξη θα βάλω και μερικά από τα εξώφυλλα των βιβλίων σας. Ποια έχετε να μου προτείνετε;
Τώρα πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στο «φαίνεσθαι» και το «είναι». Κακά τα ψέματα, όταν έχεις να κάνεις με το βιβλίο ως εμπόρευμα, ο συγγραφέας είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Σπανίως θα ερωτηθεί, ίσως απλά να κληθεί να επιλέξει ανάμεσα σε κάποια εξώφυλλα που συνήθως κατατάσσουν αυτόματα στα μάτια του αναγνώστη το βιβλίο σε μια πιο εμπορική κατηγορία. Τέχνη για εμένα είναι το εσωτερικό του βιβλίου και εδώ αναφέρομαι και στη σελιδοποίησή του αλλά και στον τρόπο που ο συγγραφέας κεντά τον μύθο του.
.
Όσο για τα εξώφυλλα των δικών μου βιβλίων που έχω να σας προτείνω είναι παιδικές ιστορίες που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Σαΐτα, γιατί έγιναν με μεράκι και πολλή αγάπη από εθελοντές εικονογράφους που πρώτα τα διάβασαν και μετά απεικόνισαν αυτό ακριβώς που είχα κι εγώ στο μυαλό μου. Θα σας αναφέρω τα: «το αεράκι και η καμινάδα», «Ο δράκος και οι σκορδοφάγοι ιππότες» και τα δύο σε εικονογράφηση της Απολλώνιας Παραμυθιώτη, «ο ήλιος που έχασε τον δρόμο του» και «το συναχωμένο ηφαίστειο» και τα δύο σε εικονογράφηση Ευγενίας Παπαϊωάννου καθώς και το μυθιστόρημα «Αραμπέλα/τα όρια της πίστης» όπου διάλεξα ως εξώφυλλο να μπει ένας πίνακας του Dante Gabriel Rossetti που μου θύμισε έντονα την κεντρική ηρωίδα μου αλλά και το ύφος του ταίριαξε με αυτό που θέλησα να δώσω μέσα από τη γραφή μου.
7. Η φιλοσοφία κάνει λόγο για την αυτοαναφορικότητα στην τέχνη. Στοιχεία από την προσωπική ζωή, την ιδεολογία, την προσωπική φιλοσοφία του συγγραφέα που περνούν με μιαν άλλη μορφή μέσω της τέχνης του στο ευρύ κοινό. Μπορείτε να μου υποδείξετε κάποια στοιχεία αυτοαναφορικότητας στο έργο σας.
Η πρώτη συμβουλή που δίνουν οι διδάσκοντες θέματα γραφής είναι «γράψε για αυτά που ξέρεις». Φυσικά και στα μυθιστορήματά μου, στα γραπτά μου γενικότερα, υπάρχουν στοιχεία του δικού μου χαρακτήρα στους ήρωες ή τα θέματα κινούνται γύρω από δικές μου ανησυχίες και προτιμήσεις, όπως πτυχές της ιστορίας λιγότερο γνωστές στον περισσότερο κόσμο, μύθοι και δοξασίες, στοιχεία της ελληνικής λαϊκής παράδοσης ή θέματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Κάποιοι από τους ήρωές μου έχουν κάνει τις δικές μου σπουδές, μέρη στα οποία αναφέρομαι τα έχω επισκεφθεί οπότε οι δικές μου εμπειρίες των ταξιδιών αυτών είναι που περιγράφονται.
8. Οι ερωτήσεις οφείλουν να ψάχνουν το γιατί και το πώς. Δε θεωρώ έξυπνες τις απαντήσεις που ξεφεύγουν με νηπιακά τεχνάσματα από την ουσία και δεν απαντούν στο ερώτημα. Έχοντας στον νου μου την ειδοποιό διαφορά... θα ήθελα λοιπόν να μου πείτε γιατί να επιλέξω να διαβάσω και τα δικά σας βιβλία ανάμεσα στα τόσα άλλα βιβλία που κυκλοφορούν σε βιβλιοπωλεία και διαδίκτυο.
Γιατί προσπαθώ να συνδυάσω μια σωστά δομημένη μυθιστορία με το κίνητρο για πολλαπλές αναγνώσεις. Τι θέλω να πω με αυτό: ότι ο κάθε αναγνώστης έχει την επιλογή να αποκομίσει κάτι διαφορετικό. Πιστεύω ότι του δίνω με λιτό αφηγηματικό τρόπο την ώθηση να πλάσει τα δικά του όνειρα. Τώρα αν κάποιος δει όλο αυτό το εγχείρημα ως ένα όμορφο ταξίδι και τέλος ή ως αφετηρία για άλλα δικά του ταξίδια είναι θέμα προσωπικών απαιτήσεων του καθενός.
9. Κανένας άνθρωπος της τέχνης δεν πιστεύει πως έχει καβαλήσει το καλάμι. Το καλάμι το καβαλάς είτε επειδή πιστεύεις πως γράφεις καλά, είτε επειδή πουλάς πολύ, είτε επειδή ακούς καλά λόγια από τους άλλους. Θα μπορούσα να προσθέσω κι άλλα πολλά. Αν διαθέτετε αυτογνωσία, μέτρο και σεμνότητα τότε μιλήστε μου για αυτά. Αν πάλι τυχαίνει να διαθέτετε και τα αντίθετά τους... με το ίδιο ενδιαφέρον θα ακούσω την απάντησή σας.
Ανέφερα ως απάντηση προηγούμενης ερώτησης ότι είμαι άνθρωπος χαμηλών τόνων. Καβαλημένη δεν είμαι ούτε ήμουν ποτέ ούτε θα γίνω. Έχω κάνει ενσυνείδητα τις επιλογές μου ακριβώς επειδή διαθέτω αυτογνωσία. Δεν επιθυμώ τα καλά λόγια των άλλων, μου αρέσει η ουσιαστική κριτική είτε θετική είτε αρνητική, η οποιαδήποτε γνώμη του αναγνώστη με ενδιαφέρει, δεν θα επιδιώξω όμως να την εκμαιεύσω. Εξάλλου, ας μη γελιόμαστε. Άλλο η τέχνη και άλλο το πλασάρισμα. Γνωρίζετε ότι υπάρχουν ταλαντούχοι άνθρωποι και διαμάντια σε όλες τις κατηγορίες της τέχνης για τους οποίους και τα οποία κανείς δεν έχει μιλήσει ή δεν έχει ανακαλύψει ή δεν έχει συμφέρον να ασχοληθεί.
10. Ο συγγραφέας είναι ένας πνευματικός άνθρωπος της εποχής του. Ποιος λοιπόν θα έπρεπε να είναι ο ρόλος ενός συγγραφέα στα σημερινά δίσεκτα χρόνια που ταλανίζουν την πατρίδα μας; Εσείς τι ακριβώς κάνετε για να δικαιολογήσετε στον εαυτό σας και στους γύρω τον “τίτλο” σας;
Ποτέ δεν χρησιμοποίησα για να περιγράψω αυτό που κάνω τον τίτλο «συγγραφέας». Προτιμώ να λέω ότι είμαι γραφιάς. Κι αυτό όχι από σεμνότητα αλλά γιατί το αν είναι κάποιος συγγραφέας που φέρει επάξια αυτόν τον τίτλο τιμής φαίνεται εφόσον το έργο του έχει διάρκεια στον χρόνο. Ο ρόλος του συγγραφέα στο επαχθές σήμερα είναι να μην αποκοιμίζει συνειδήσεις αλλά να στηλιτεύει με τον τρόπο του, ίσως και να προσφέρει τις δικές του λύσεις. Τι κάνω εγώ για να δικαιολογήσω τον «τίτλο» παρότι δήλωσα ότι δεν μου είναι αρεστός όσον αφορά τη δημιουργική διεργασία; Προσπαθώ να μην κοροϊδέψω τον αναγνώστη μου. Παραθέτω αυτό που επιθυμώ με λιτότητα και σαφήνεια και είναι αρκετές οι φορές όπου σε μυθιστορήματα ή διηγήματά μου δείχνω και έναν διαφορετικό δρόμο κάθαρσης.
11. Κατά την εκτίμησή μου λογοτεχνία δίχως “έρωτα” και “θάνατο” δεν μπορεί να υπάρξει. Ανεξάρτητα με το αν ενστερνίζεστε ή βρίσκεστε απέναντι στην παραπάνω άποψη θα ήθελα να μάθω πώς διαχειρίζεστε εσείς στην γραφή αλλά και στην ζωή σας τις έννοιες του έρωτα και του θανάτου;
Ο έρωτας και ο θάνατος φυσικά και απασχολούν την ανθρώπινη ύπαρξη. Ζητήματα που σηκώνουν πολλή συζήτηση και τα δύο. Δεν σας κάνει εντύπωση το ότι στη φύση όλα αυτά δεν είναι παρά θέμα απλής εξέλιξης ενώ ο άνθρωπος έχει αναπτύξει δεκάδες ρεύματα στη φιλοσοφία και την τέχνη για να απεικονίσει αυτές τις ανησυχίες του; Στα πνευματικά μου παιδιά όπως αποκαλώ όλα τα δημιουργήματά μου φυσικά και ο έρωτας και ο θάνατος έχουν βασική θέση, αν και πολλές φορές οι έννοιες χρησιμοποιούνται αλληγορικά. Θα σας παραθέσω αυτές τις λίγες λέξεις που περιλαμβάνονται στην εξομολόγηση ενός βασανισμένου ανθρώπου στο μυθιστόρημά μου «Αραμπέλα/τα όρια της πίστης»: «και συλλογίστηκα πως η αγάπη νικάει τη φθορά και τον θάνατο». Όσες φορές και να διαβάσω τη συγκεκριμένη φράση, πάντα με αναστατώνει.
12. Μέσα από αυτή την συνέντευξη θα ήθελα να δώσω στους αναγνώστες μας την ευκαιρία να γνωρίσουν καλύτερα την συγγραφική σας τέχνη. Δώστε μας ένα δείγμα πέντε έως δέκα σειρών από κάποιο έργο σας.
Θα αναφερθώ και πάλι στο τελευταίο μου μυθιστόρημα «Αραμπέλα/τα όρια της πίστης»: «Μπορεί τελικά να μην έχει σημασία τι θέλει να πιστέψει κάποιος αλλά γιατί θέλει να το πιστέψει. Πιστεύεις οτιδήποτε αν αυτό θέλεις. Πείθεις οποιονδήποτε για κάτι αν αυτός είναι ο σκοπός σου. Να πάλι τα όρια. Η τυφλή πίστη γίνεται ευπιστία. Η λατρευτική πίστη μονομανία. Η πίστη του έρωτα γίνεται αχαλίνωτο πάθος και εμμονή. Κι ο καθένας ζητάει τον δικό του Θεό για να κρατηθεί και να συνεχίσει. Ο Θεός μιας γυναίκας που έβλεπε οράματα. Ο Θεός του χρήματος και της εξουσίας. Ο Θεός των ψευδαισθήσεων. Ο Θεός του έρωτα και της αγάπης. Ακλόνητη πίστη, πίστη εύλογη και πίστη άνευ ουσίας».
13. Τι σας έκανε να διαλέξετε το παραπάνω;
Το επέλεξα γιατί πραγματεύεται τη ρευστότητα των ορίων της πίστης. Γιατί πιστεύει κανείς σε κάτι και κάτω από ποιες συνθήκες; Πόσο επιρρεπής είναι κάποιος στο να υιοθετήσει μια συγκεκριμένη στάση ζωής, μια ιδεολογία, μια συμπεριφορά; Άγεται και φέρεται ο άνθρωπος έστω και έμμεσα έστω και ασυνείδητα ή όλα είναι προσωπικές του επιλογές στα πλαίσια της έλλογης ύπαρξης και ελευθερίας;
14. Θα ήθελα να μας μιλήσετε για τα όνειρα και τα οράματά σας που δεν είδαν ακόμα το φως του ήλιου, δηλαδή για εκείνα τα κομμάτια της ψυχής σας που έμειναν μέχρι σήμερα κλεισμένα στα συρτάρια της εσωτερικότητας παρόλο που θα ήθελαν πολύ να περπατήσουν την ύπαρξή τους στον παρόντα χρόνο.
Να ζήσω σε ένα αγρόκτημα με τον σύντροφό μου μια ζωή απλή και ήρεμη. Να μπορώ να καλημερίζω τους αγνώστους χωρίς να με περνούν για γραφικό τύπο. Να γίνει πιο απλή η γλώσσα επικοινωνίας μου με τον κόσμο. Να πάψουν να με απασχολούν τα μικρά και ασήμαντα. Ε, μην το συνεχίσω άλλο, γιατί ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
15. Στην ερώτησή μου για το τι είναι τέχνη οι περισσότεροι μου λένε πως είναι ένα μεγάλο θέμα και πως θέλει χρόνο μια τέτοια συζήτηση. Έχετε όλο τον χρόνο να σκεφτείτε και να μου δώσετε τον δικό σας “ορισμό” για την τέχνη.
Τέχνη είναι η μετουσίωση της ψυχής του ανθρώπου και όχι κάθε δημιούργημα που υποτίθεται ότι εκφράζει την ανθρώπινη ελευθερία.
16. Υπήρξατε “αιρετικός” στην τέχνη και στη ζωή ή για να μπορέσετε να προχωρήσετε συμβιβαστήκατε με το σύστημα αξιών, τις σκληρές απαιτήσεις και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής σας;
Δεν επέφερα κάποια καινοτομία στην τέχνη, η ζωή μου είναι πολύ απλή. Συμβιβάστηκα με τα εκδοτικά δεδομένα έως σημείου πνευματικής ασφυξίας μέχρι που αποφάσισα ότι για να συνεχίσω να εκφράζομαι μέσω της γραφής θα διαθέτω τα έργα μου ελεύθερα σε ψηφιακή μορφή. Μπορώ να σας πω ότι πλέον αισθάνομαι ευτυχής, γιατί κάνω αυτό που θέλω και ας προσεγγίσει το αναγνωστικό κοινό χωρίς καμία δέσμευση ό,τι αυτό επιθυμεί.
17. Σήμερα δεν υπάρχουν μόνο πολλοί εκδοτικοί οίκοι και συγγραφείς, αλλά και πολλοί κριτικοί. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι συγγραφείς που γράφουν σε περιοδικά – ηλεκτρονικά και μη – κριτικές για το έργο των ομοτέχνων τους. Κατά πόσο ο μέσος αναγνώστης είναι σε θέση να διαχωρίσει την βιβλιοκριτική του ανθρώπου που κουβαλά σπουδές, γνώση και εμπειρία στις πλάτες του από εκείνη την γνώμη που προβάλλει την θετική ή αρνητική ενός έργου με μοναδικό ίσως σκοπό να εξυπηρετήσει τα προσωπικά του συμφέροντα και να διατηρήσει τις δημόσιες σχέσεις του στο βάθρο του προσκηνίου;
Εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε τον βαθμό δυσκολίας του κάθε αναγνώστη. Ο απαιτητικός αναγνώστης δεν πιστεύω ότι έχει ανάγκη από κριτικές, διαφημίσεις, μαρκίζες. Και κάποτε πρέπει επιτέλους να διαχωρίσουμε το πώς ο αναγνώστης γίνεται κοινωνός ενός έργου. Δυστυχώς ζούμε σε μια εποχή που τα εκδοτικά δεδομένα έχουν αλλάξει. Το βιβλίο είναι άλλο ένα εμπόρευμα και αντιμετωπίζεται όπως μια νέα μάρκα απορρυπαντικού ή σοκολάτας. Θα βάλω κάποιον γνωστό να το διαφημίσει, να του κάνει κριτική, θα γίνει ο συγγραφέας performer και όλα καλά. Κι έτσι ο όποιος αναγνώστης θέλει να διαβάσει ασχέτως του είδους ανατρέχει στα γνωστά κανάλια. Όσο μεγαλύτερος ντόρος γίνεται για κάτι, τόσο το καλύτερο. Εφόσον ασχολείται ο τάδε με αυτό, σημαίνει ότι αξίζει, άρα ας το διαβάσω.
.
Θέλω όμως να πω και αυτό προς τιμήν όσων κάνουν κριτική σε κάποιο βιβλίο. Υπάρχουν άνθρωποι χωρίς τίτλους σπουδών (ένα πτυχίο δεν σημαίνει παίδευση, σημαίνει απλά εκπαίδευση) οι οποίοι κάνουν εις βάθος κριτική, μοιάζουν σαν να ήταν μέσα στο μυαλό του συγγραφέα και πιάνουν ακόμη και λεπτές αποχρώσεις των θέλω του. Ως φανατική αναγνώστρια και η ίδια, δεν είμαι υπέρ της βαθυστόχαστης και βαρύγδουπης θετικής ή αρνητικής κριτικής, είμαι υπέρ της αληθινής. Υπάρχουν λοιπόν άνθρωποι στα διαδικτυακά κανάλια που αφορούν το βιβλίο τους οποίους χαίρομαι να διαβάζω και πάντα έχω την περιέργεια σε ποιο σημείο θα συμφωνήσουν ή πού θα διαφωνήσουν οι απόψεις μας.
18. Ευτυχισμένες και δυστυχισμένες ώρες του παρελθόντος έρχονται στην σκέψη σας σε μια στιγμή προσωπικού απολογισμού. Η ευτυχία και η δυστυχία κουμπώνουν την ύπαρξή τους με την επιτυχία και την αποτυχία; Πως διαχειρίζεστε στον παρόντα χρόνο την χαρά και την λύπη του χθες;
Και οι στιγμές ευτυχίας και αυτές της δυστυχίας είναι αποσκευές που με τιμή κουβαλάω στη βαλίτσα μου. Όλα ανθρώπινα είναι εξάλλου. Δεν πιστεύω όμως ότι η ευτυχία και η δυστυχία μεταφράζονται ως επιτυχία ή αποτυχία. Ίσως μόνο συνειρμικά. Η χαρά του χθες είναι πολύτιμη ανάμνηση, όσο για τη χθεσινή λύπη είναι μάθημα ζωής.
19. Λένε πως η γραφή είναι μια εσωτερική ανάγκη του συγγραφέα. Τα τμήματα δημιουργικής γραφής βοηθούν αυτή την ανάγκη να βγει προς τα έξω με τρόπο που να διαμορφώσει σταδιακά την μοναδικότητά της ή της δίνουν μια μορφή – φόρμα πάνω στην οποία το υποκείμενο θα στηρίξει την ασαφή ύπαρξή της καινούργιας γνώσης και θα προχωρήσει;
Λυπάμαι που θα απογοητεύσω κάποιους αλλά δεν πιστεύω στο ότι μπορεί να διδαχθεί η γραφή. Βέβαια εξαρτάται γιατί θέλει ή νομίζει πως θέλει να γράψει κάποιος. Είναι μια βαθύτερη εσωτερική ανάγκη, είναι ανάσα και ζωή ή είναι μέσο για να αποκτήσει αίγλη ή να εντυπωσιάσει; Επίσης πρέπει να διαχωρίσουμε αυτόν που έχει να πει μια καλή ιστορία και αυτόν που ξέρει πώς να πει μια ιστορία. Το ένα δεν συνεπάγεται το άλλο. Οπότε τα τμήματα δημιουργικής γραφής μπορούν να δώσουν κατευθύνσεις, αλλά δεν μπορούν να δώσουν ψυχή, αυτό που χρειάζεται κανείς για να γράψει. Φυσικά το να μάθεις τεχνική αφήγησης είναι ωφέλεια, και αυτό ναι, μπορούν να το διδάξουν. Καλό είναι να ξέρει κανείς το βασικό, δηλαδή ποια είναι η οπτική αφήγησης που θα αναδείξει τον λόγο του ή πώς θα κλιμακωθεί η πλοκή, τα τρυκ που θα χρησιμοποιήσει για να κάνει τον αναγνώστη του να τον ακολουθήσει μέχρι τέλους. Φυσικά εξαρτάται από τον κάθε επίδοξο μαθητή αυτών των τμημάτων κατά πόσον θα μείνει στη στείρα και ομιχλώδη γνώση ή θα αλέσει στον δικό του μύλο τις νεοαποκτηθείσες γνώσεις. Το να γράφεις είναι ταλέντο, είναι όμως και επιμονή, υπομονή, ξόδεμα ψυχικών δυνάμεων, μη αποδοχή ενός επίπεδου κόσμου, απογύμνωση και έκθεση αυτής της γύμνιας σε κοινή θέα.
20. Το “είναι” και το “φαίνεσθαι” ενός πετυχημένου συγγραφέα μπορεί να μπει στα καλούπια του κονφορμισμού και να δημιουργήσει; Στην λέξη πετυχημένος θα ήθελα να δώσω την έννοια του πετυχημένου δημιουργού που είναι αποδεκτός από το συνάφι και τους αναγνώστες του.
Ο συγγραφέας οφείλει να είναι αντικομφορμιστής. Τη στιγμή που θα μπει σε κανάλια και καλούπια, μπορεί να αποκτήσει ένα μεγαλύτερο αναγνωστικό κοινό, τον αναγνώστη ουσίας όμως θα τον χάσει. Είναι καλό επίσης ο συγγραφέας να δοκιμάζεται σε διαφορετικά είδη του γραπτού λόγου αλλά και σε διαφορετικό ύφος και θεματική, αλλιώς θα καταντήσει κλισέ. Ο επιτυχημένος συγγραφέας, όπως τον ορίζετε, φυσικά και θα έχει πάντα το κοινό του και την αυλή του. Και θα δημιουργεί νέα έργα. Αυτό όμως δεν είναι το ζητούμενο ενός συγγραφέα με συνείδηση. Ο συγγραφέας που αφήνει το στίγμα του, κακά τα ψέματα, σπανίως γνωρίζει τέτοιου τύπου επιτυχία.
21. Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και να κλείσουμε την κουβέντα μας με κάτι δικό σας. Κάτι που θα βγαίνει από τη ψυχή σας και θα θέλατε να το μοιραστείτε με τους νέους ανθρώπους αυτής της χώρας... αλλά κι με εμάς τους λιγότερο νέους.
Την αλήθεια της ψυχής κανείς μη μας τη στερήσει.
.
Φωτογραφικό υλικό