Κάποιος να προσέχει τον Αντίνοο Αλμπάνη | Interview

8225 Views
Κάποιος να προσέχει τον Αντίνοο Αλμπάνη | Interview Κάποιος να προσέχει τον Αντίνοο Αλμπάνη | Interview

 Οι συνεντεύξεις μας

 
 
 
Ο Αντίνοος Αλμπάνης πρωτομπήκε στα σπίτια μας ως “Σπάικ” της τηλεοπτικής σειράς “Άγρια παιδιά”. Από τότε η καλλιτεχνική του πορεία είναι ανοδική, σε συμμετοχές που όπως λέει και ο ίδιος έβρισκε ένα λόγο να υπάρχει.

Έχει συμμετάσχει σε πολλές τηλεοπτικές σειρές όπως: «Μου λείπεις», «Δυο μέρες μόνο», «Κινούμενη άμμος», «Λούφα και παραλλαγή», «Αληθινοί έρωτες», «Άγρια παιδιά», «Λίτσα.com», «Ο 3ος νόμος», «Το νησί», «10η εντολή», «Ο πρίγκιπας της φωτιάς», «Ου φονεύσεις», «Ήλιος» και «Η Γενιά του '30» και τώρα στην επιτυχημένη σειρά του Χριστόφορου Παπακαλιάτη “Maestro”. Στον κινηματογράφο έχει παίξει στις ταινίες: «Μηδέν θετικό», «Νήsos», «45μ²», «Κανένας», «Το τανγκό των Χριστουγέννων», «Εθελοντές».



Στο θέατρο τον έχουμε δει σε εξίσου πολλές παραστάσεις όπως: «Μια φορά κι ένα… λεπτό», «Ο ύμνος στους θεούς πάει», «Υπηρέτης Δύο Αφεντάδων», «Μια νύχτα με τον Σαίξπηρ», «Το βλέμμα του μελαμψού άνδρα», «Το τρίτο στεφάνι», «Αυτό το παιδί», «I will survive», «Γυάλινος Κόσμος», «Το κουρδιστό πορτοκάλι», «Τρωικός Πόλεμος», «Το Ημέρωμα της Στρίγγλας», «Με τα δόντια», «Πάπισσα Ιωάννα», «Αδερφοί Καραμάζοφ», «Αστροφεγγιά», «Η όπερα της πεντάρας», «Η αγριόπαπια», «Το Φινιστρίνι», «Ο κατά φαντασίαν ασθενής», «Αρχιμάστορας Σόλνες», «Νιζίνσκι, η προφητεία της φωτιάς», σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Λάλου και φέτος τον βλέπουμε στη Θεσσαλονίκη στην παράσταση «Κάποιος να με προσέχει» του Φρανκ Μακγκίνες στο Θέατρο Αυλαία. 
 
Συνέντευξη του ηθοποιού Αντίνοου Αλμπάνη για την Κουλτουρόσουπα στην  Ελπίδα Παπαδανιήλ 


 
Ε.Π.: Ποια ιστορία μας διηγείσαι στο Θέατρο Αυλαία;
Α.Α.: Είναι μια ιστορία βαθιάς αγάπης, βαθιάς αποδοχής και βαθιάς συνειδητοποίησης ότι έχουμε συγκλονιστικά ανάγκη ο ένας τον άλλο, ότι έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη από ένα φύλακα άγγελο, ότι έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη από κάποιον να μας προσέχει και να αποδεχτούμε τον διπλανό μας έτσι όπως είναι. Να αποδεχτούμε τον άνθρωπο που στέκεται στο πλάι μας χωρίς να έχουμε τη νευρωτικά ανάγκη να τον διαμορφώσουμε εμείς, να τον αλλάξουμε εμείς και να τον φέρουμε στα μέτρα μας, να τον καλουπώσουμε.
 
Ε.Π: Είναι τυχαία η επιλογή του έργου ή ακουμπάει και σε δικά σου προσωπικά σημεία;
Α.Α.: Σε πάρα πολλά. Το κείμενο σαν κείμενο είναι απλά ένα όχημα για να πούμε κάποια πράγματα. Σκεφτόμουνα τις παραστάσεις του αρχαίου δράματος, το μύθο των Λαβδακιδών, που στο σύγχρονο Έλληνα δεν έχει να πει κάτι ο μύθος αυτός καθ αυτός, αλλά οι σχέσεις που διαμορφώνονται, οι συνθήκες που αναβιώνουν μέσα από αυτό το μύθο, είναι αυτές που μιλάνε στον πυρήνα της ψυχής μας. Αυτό συμβαίνει και με το συγκεκριμένο κείμενο.
 


Ε.Π.: Δηλαδή;
Α.Α.: Φαινομενικά είναι μια συνθήκη εγκλεισμού, μια συνθήκη ομηρίας τριών δυτικών σε μια φυλακή στο Λίβανο. Και ναι, φαινομενικά μπορεί να πει κάποιος εμένα δω στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα τι με αφορά αυτό; Είναι οι σχέσεις που διαμορφώνονται ανάμεσα σε αυτούς τους τρεις φαινομενικά ίδιους ανθρώπους. Τρεις λευκοί, τρεις δυτικοί, τρεις αγγλοσάξονες, που στην πραγματικότητα είναι τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους. Και οι τρεις οφείλουν να ανακαλύψουν τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή που έχουν για να μπορέσουν να συνυπάρξουν και να συμβιώσουν. Μέσα από συνθήκες δύσκολες και άγριες όπως μια ομηρία, έχει πολύ μεγάλη αξία το να μπορείς να κάνεις πίσω το “εγώ” σου, να κάνεις πίσω τις προσωπικές σου ματαιώσεις και να αγκαλιάσεις το διπλανό σου.
 


Ε.Π: Ζούμε τέτοιες ομηρίες σήμερα;
Α.Α.: Φυσικά και ζούμε... Και μάλιστα αποδείχτηκε περίτρανα και τώρα με την πανδημία, γιατί ήταν μια μορφή ομηρίας. Αλλά και στην προσωπική μας ζωή ζούμε καταστάσεις ομηρίας, στις δουλειές μας, στις σχέσεις μας, στις οικογένειές μας. Οι ίδιοι χτίζουμε φυλακές, οι ίδιοι βάζουμε αναχώματα, οι ίδιοι υψώνουμε τείχη και οι ίδιοι τελικά είμαστε αυτοί που ανταποκρινόμαστε από τους ανθρώπους δίπλα μας, από το κοινωνικό σύνολο, από την κοινότητα. Αυτό που πρέπει όμως να συνειδητοποιήσουμε και να το καταλάβουμε με απόλυτη ειλικρίνεια ότι έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη τους διπλανούς μας.
 
Ε.Π.: Υπάρχει μια φράση μέσα στο κείμενο που λέει ότι στην Σπάρτη οι πιο γενναίοι πολεμιστές, συχνά συμπεριφέρονταν σαν γυναίκες...
Α.Α.: Είναι η αγάπη που τους αναγκάζει να επαναπροσδιορίσουν τον ανδρισμό τους. Μία φυλακή, ένα στρατόπεδο, μία κερκίδα ενός γηπέδου, είναι χώροι στους οποίους συγκεντρώνονται κυρίως άντρες. Αυτό που κυρίως θέλουν είναι να αποδείξουν πόσο δυνατοί και γενναίοι είναι, πόσο “άντρες” είναι, πόσο αλώβητοι είναι, πόσο Α-males, πόσο ικανοί να ηγηθούν μιας αγέλης.. Όλα αυτά όμως είναι τόσο περιττά σήμερα, το 2022, και δεν έχουμε καμία απολύτως ανάγκη να τα προβάλουμε, να τα βγάζουμε μπροστά. Είμαστε όλοι άνθρωποι και αυτό που διαχωρίσει τους άντρες από τις γυναίκες είναι ότι οι δεύτερες έχουν μια μεγάλη αποδοχή της ύπαρξής τους. Οι γυναίκες αγκαλιάζουν πολύ εύκολα τα τρωτά τους σημεία, τις αδυναμίες τους, δεν έχουν την αγωνία να αποδείξουν, δεν έχουν την αγωνία να ηγηθούν, απλώς υπάρχουνε.
 
Ε.Π.: Είναι και τα στερεότυπα με τα οποία έχουμε μεγαλώσει που παίζουν κάποιο ρόλο..
Α.Α.: Ναι είναι αυτά τα στερεότυπα. Το να μπορέσουν αυτοί οι άνδρες να πουν “σ αγαπώ”, “έχω ανάγκη μια αγκαλιά”, “έχω ανάγκη μια φροντίδα”, “έχω ανάγκη από ένα χάδι”, δεν είναι εύκολο. Μας έχουνε μάθει ότι αυτά δεν είναι χαρακτηριστικά των αντρών..Ότι ένα άντρας δεν περιμένει να ακούσει το “σ αγαπώ”, απαγορεύεται να ζητήσει μια αγκαλιά, δεν κλαίει... Όλα αυτά τα στερεότυπα δυστυχώς τα κουβαλάμε μέχρι και σήμερα. Και επειδή ζούμε και αυτή την περίοδο που συζητάμε πάρα πολύ έντονα το ζήτημα της πατριαρχίας, έχει μεγάλη αξία το να μπορέσουμε να αγκαλιάσουμε οι άντρες τη θηλυκή μας πλευρά και να μην ντρεπόμαστε για αυτήν.


“Στη δουλειά μας, εάν πούμε ότι τα ξέρουμε όλα ή
τα μάθαμε όλα σημαίνει ότι έχουμε τελειώσει,
ότι έχουμε φτάσει σε ένα τέρμα
και είναι ένα εφιαλτικό τέρμα...”
 
Ε.Π.: Μιλήσέ μας για το δικό σου ρόλο...
Α.Α.: Ο ρόλος μου έχει πλάκα, γιατί είναι από τις περιπτώσεις αυτές που δεν δέχεται την απαισιοδοξία, δεν αντέχει την κατρακύλα. Με το που θα αισθανθεί ότι ο διπλανός του θα πάει να καταπέσει ψυχολογικά, θα ορμήσει αμέσως και με τη χαζομάρα, με την πλάκα, με το χαβαλέ, με το χιούμορ θα προσπαθήσει να τον ανεβάσει, να τον εμψυχώσει. Είναι ένας ανιματέρ ο ρόλος μου. Εγώ είμαι ένας Ιρλανδός. Και ξέρετε έχει ένα ενδιαφέρον αυτό, γιατί συνειδητοποίησα μέσα από τη μελέτη και τη διαδρομή των προβών πόσο πολύ μοιάζουμε οι Έλληνες με τους Ιρλανδούς, κάτι που δε θα το φανταζόταν κανένας! Έχουμε πάρα πολλά κοινά στοιχεία, στο ταπεραμέντο, στο mentality, σε όλα αυτά..
 
Ε.Π.: Αυτά είναι τα βασικά του χαρακτηριστικά, αισιοδοξία και ευχάριστη διάθεση;
Α.Α.: Βέβαια, ισχύει αυτό που πάντα βλέπουμε στους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν αυτή τη νευρωτική διάθεση να είναι όλη την ώρα up και αισιόδοξοι, ότι πόσο πίσω από το βλέμμα τους κρύβουν μια προσωπική, δική τους δυστυχία και πόσο πολλές φορές έχουν καλύψει μέσα από αυτήν την υπερ- ενέργεια τις ψυχικές τους αδυναμίες, τις ψυχικές τους μαυρίλες. Έτσι και ο Ιρλανδός, καταλήγει κάποια στιγμή να κοιτάξει και τον εαυτό του στα μάτια, να επιτρέψει τον εαυτό του να σπάσει, να διαλυθεί, να συγκινηθεί.. Να επιτρέψει τον εαυτό του να κλάψει...
 

 
Ε.Π.: Την αγαπάς τη Θεσσαλονίκη..
Α.Α.: Θα ήθελα πάρα πολύ να μπορώ να μένω μόνιμα και να εργάζομαι στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι τυχαίο ότι το κοινό της Θεσσαλονίκης πάντα λέμε ότι είναι διαφορετικό κοινό, αυτό ισχύει αν και δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε με λόγια, αλλά μπορούμε να το παρατηρούμε και να το επισημαίνουμε..
 
Ε.Π.: Πώς βλέπεις δηλαδή το κοινό της Θεσσαλονίκης;
Α.Α.: Το κοινό της Θεσσαλονίκης έρχεται πολύ πιο ανοιχτό στις παραστάσεις, δεν έρχεται με τις νευρώσεις του μέσου Αθηναίου με τα προβλήματα, με τους καταιγιστικούς αυτούς ρυθμούς καθημερινότητας. Έρχεται πολύ πιο ανοιχτό, πολύ πιο δεκτικό, πολύ πιο έτοιμο να εισπράξει “το προϊόν”, να ακούσει την ιστορία, να δει το θέαμα που έχεις να του προτείνεις. Επίσης, είχα πολύ μεγάλη ανάγκη να φύγω από την Αθήνα, πάντα βρίσκω αφορμές για να φύγω... Έτσι, μόλις βρεθήκαμε ξανά με την Αθανασία Καραγιανοπούλου, αυτή τη μεγάλη σκηνοθέτιδα, που ήταν και δασκάλα μου στο Θέατρο Τέχνης, είχα αυτή την ιδέα. Το είχα ξανακάνει πριν 10 περίπου χρόνια και ήταν τόσο όμορφα να δουλεύω στη Θεσσαλονίκη σεζόν.
 
Ε.Π.: Και έτσι, βρέθηκες σεζόν στη Θεσσαλονίκη...
Α.Α.: Με μεγάλη μου χαρά!! Ξεκινήσαμε στο Θέατρο Αυλαία, ένα από τα ωραιότερα θέατρα της πόλης και οι παραγωγοί μας είναι οι καλύτεροι που θα μπορούσαμε να έχουμε.. Άνθρωποι που αγαπάνε και πονάνε το θέατρο, το σέβονται και δεν κάνουν “αρπαχτές”, δεν θέλουν να ξεγελάσουν τον κόσμο.
 


Ε.Π.: Υπήρξε κάποιος ρόλος καταλυτικός στην καριέρα σου;
Α.Α.: Ο ρόλος που νιώθω ότι με “μετακίνησε” σε πολύ μεγάλο βαθμό ήταν του Ιβάν Καραμάζωφ, όταν κάναμε τους αδερφούς Καραμάζωφ του Ντοστογιέφσκι στο Θέατρο Τέχνης. Ένα εμβληματικό έργο, ένα σπουδαίο κείμενο της ρωσικής λογοτεχνίας και ένας ήρωας ο οποίος καταδύεται σε βάθη ψυχής τέτοια, που φτάνει σε σημείο να χάσει το μυαλό του, τη λογική του, την επαφή με την πραγματικότητα.
 
Ε.Π.: Τι σε άγγιζε σε αυτό το ρόλο;
Α.Α.: Πάντα με γοητεύουν αυτοί οι ήρωες, οι ήρωες που έχουν τόσο μεγάλη ευαισθησία, που δεν έχουν το σθένος να πατήσουν στη γη. Έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη να βρούνε ένα άλλο στάδιο μιας δικής τους πραγματικότητας μέσα στην οποία θα νιώσουν ασφάλεια, θα νιώσουν λειτουργικοί, αλλά πια εγκλωβίζονται εκεί πέρα. Για μένα οι άνθρωποι των οποίων το μυαλό “γυρίζει αλλιώς” είναι πάντα γοητευτικοί, είναι πάντα ευαίσθητες, βασανισμένες ψυχές, που έχουν πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη από φροντίδα...
 
Ε.Π.: ”Κάποιον να τους προσέχει...”
Α.Α.: Ναι, ακριβώς... “Κάποιον να τους προσέχει...”
 
Ε.Π.: Και εσύ είσαι ευαίσθητος άνθρωπος...
Α.Α.: Ναι είμαι πολύ ευαίσθητος. Πολλές φορές δέχομαι κολακευτικά σχόλια για την εικόνα μου, εγώ όμως βλέπω στα μάτια τους ανθρώπους, δεν κοιτάζω το σχήμα τους, δεν κοιτάζω τη μορφή τους, κοιτάζω στο βλέμμα, γιατί το βλέμμα είναι αυτό που έχει να μου πει κάτι... Περισσότερη ανάγκη έχω από όμορφα, καλοπροαίρετα σχόλια παρά από το να μου πει κάποιος εάν είμαι εύμορφος.
 


Ε.Π.: “Δεν αφήνω τη ζωή να με προσπεράσει...”, το καταφέρνεις;
Α.Α.: Παλεύω για αυτό.. και κυρίως με το να έχω ο ίδιος παρουσία στη ζωή, με το να κινώ ο ίδιος τη ζωή μου, να μην περιμένω νωχελικά να έρθουν τα πράγματα αλλά να πηγαίνω εγώ προς τα πράγματα, να βάζω εγώ τους στόχους μου και να προσπαθώ να τους πραγματοποιήσω. 
 
Είναι εύκολο και καμιά φορά ξεκούραστο
να βλέπεις τα βαγόνια να περνούν,
αλλά είναι απείρως πιο θελκτικό
το να είσαι στο βαγόνι..
 
Ε.Π.: Απολαμβάνουμε τη ζωή μας σήμερα; Τη ζούμε;
Α.Α.: Δυστυχώς δεν τη ζούμε.. Και το στενάχωρο είναι όταν βλέπεις νέα παιδιά να μην ζούνε τη ζωή τους, να μην έχουν φιλοδοξίες και όνειρα, να μην έχουν προσδοκίες. Στην διάρκεια της εφηβείας μου ζούσα στη Χαλκίδα, μια επαρχιακή πόλη, εκείνη την εποχή παρατηρούσα τους συνομήλικους μου να έχουν μικρές φιλοδοξίες. Δεν μπορώ να σκεφτώ πιο παιδί στα αλήθεια στην εφηβεία του, που έχει όλη τη ζωή μπροστά του, που έχει την πολυτέλεια να ονειρευτεί τα πάντα, δεν υπάρχει κανένα “ταβάνι”, ούτε καν ουρανός, να βάζουν οι ίδιοι τα ταβάνια στους εαυτούς τους. Και όπου υπάρχει βόλεμα είναι επικίνδυνο. Το βόλεμα είναι σαθρό.
 
Ε.Π.: Τι σε εμπνέει στους ανθρώπους δηλαδή;
Α.Α.: Θαυμάζω τους ανθρώπους που μου προτείνουν κάτι διαφορετικό, που μου ανοίγουν ένα καινούριο παράθυρο στη σκέψη και στην αισθητική μου. Και δεν είναι απαραίτητο να είναι πάντα ηθοποιοί, συνάδελφοι. Μπορεί να είναι ένας παρουσιαστής που έχει να προτείνει κάτι καινούριο σε μια τηλεόραση που ήταν η ίδια σε όλα... Μπορεί να ήταν ένας ραδιοφωνικός παραγωγός που μου ανοίγει δρόμους μουσικούς, που η προσέγγισή του πάνω στη ραδιοφωνική εκπομπή να ήταν διαφορετική των υπολοίπων. Όταν πήγα στην Αθήνα και φοίτησα στη σχολή, οι θεατρικές ομάδες που με τραβούσαν δεν ήταν οι κλασικές και οι αναμενόμενες. Δηλαδή τότε ήταν το θέατρο Αμόρε, που ανέβαζε πιο αβανγκάρντ παραστάσεις, ένα πιο σύγχρονο ρεπερτόριο,.... το καινούριο ήταν αυτό που με τραβούσε, το διαφορετικό για να μπορέσω και εγώ να διαμορφώσω την καλλιτεχνική μου ταυτότητα.
 



 Ε.Π.: Την αγαπάς τη δουλειά σου, φαίνεται από τον τρόπο που μιλάς για αυτή..
Α.Α.: Μου έχει δώσει μαγικές στιγμές αυτή η δουλειά και στιγμές που δε θα φανταζόμουν ποτέ ότι θα ζούσα. Το γεγονός ότι βρέθηκα μπροστά από την κάμερα με τον Κώστα Βουτσά, την Μάρθα Καραγιάννη, με ηθοποιούς που έβλεπα από παιδάκι στις παλιές, καλές ελληνικές ταινίες, το γεγονός ότι ήμουν στο πλευρό του Γιάννη Φέρτη υποδυόμενος το γιο του και τόσες άλλες συνεργασίες, τόσοι αξιόλογοι και μοναδικοί άνθρωποι κυρίως. Όλοι τους μου μετέφεραν πράγματα, γνώσεις μοναδικές, με τον τρόπο τους, με την παρουσίασή τους, με το ταλέντο τους, με την προσωπική τους εμπειρία και διαδρομή. Το θέμα δεν είναι τι θα σου δώσουν οι άλλοι, αλλά εσύ πώς θα σταθείς απέναντί τους και πόσο ανοιχτός θα είσαι να τους παρατηρήσεις και να ”κλέψεις“ όσα περισσότερα μπορείς από αυτούς. Πως να ξεχάσω την τελετή των Ολυμπιακών Αγώνων και να γνωρίζω ότι όλος ο πλανήτης βλέπει εμάς, το γεγονός ότι πριν από μερικά χρόνια με κάλεσαν να παρουσιάσω το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης .... Είναι μεγάλες στιγμές και δεν θα τις άλλαζα με τίποτα. Για μένα όλα αυτά είναι μαγικά.
 
Ε.Π.: Πώς βλέπεις το θέατρο σήμερα, ύστερα από όσα αποκαλύφθηκαν με το metoo;
Α.Α.: Αυτά τα ζητήματα για να ξεκαθαρίσουν θα πρέπει να περάσουν αρκετά χρόνια. Πιστεύω ότι μπήκαν οι βάσεις, δημιουργήθηκε η πλατφόρμα στην οποία πατάμε όλοι πάνω και εκεί μπορούμε να συζητάμε, μπορούμε να επικοινωνούμε όλα αυτά που γίνονται. Το ότι δημιουργήθηκε προηγούμενο, σημαίνει ότι το επόμενο που θα ακολουθήσει θα είναι πιο προσεκτικό. Χρειάζεται ψυχραιμία, χρειάζεται να ακούμε περισσότερο τους ανθρώπους που είναι σε θέσεις, που παίρνουν αποφάσεις και βγάζουν τις ετυμηγορίες και δεν είναι απαραίτητο να μιλάμε όλοι πάντα, ειδικά εάν δεν έχουμε προσωπική εμπειρία. Για μένα το μόνο στενάχωρο σε όλη αυτή την ιστορία είναι ότι έχουμε εξαντλήσει το ενδιαφέρον μας γύρω από πολύ συγκεκριμένες συντεχνίες, και στα αλήθεια αυτοί οι κλάδοι - της δημοσιογραφίας, της υποκριτικής, της μουσικής είναι ένα πάρα πολύ μικρό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Υπάρχουν άπειρα επαγγέλματα τα οποία σιωπούν και σιωπούν προκλητικά.
 
Ε.Π: Γιατί όμως ασχοληθήκαμε τόσο πολύ με όσα συμβαίνουν στο χώρο του θεάτρου και όχι με άλλους κλάδους;
Α.Α.: Γιατί είναι επαγγέλματα τα οποία παίρνουν πολύ φως και ενδιαφέρουν πολύ τον κόσμο στο επίπεδο του κουτσομπολιού. Προσωπικά, απαγορεύω στον εαυτό μου να κρίνω ανθρώπους που έχουν υπάρξει θύματα γιατί αυτοί γνωρίζουν πότε είναι ο χρόνος και η στιγμή, πότε είναι ο τόπος που θα μπορέσουν να νιώσουν ασφαλείς για να μιλήσουν. Το μόνο που ελπίζω είναι να έρθει αυτή η στιγμή, να βρουν τη δύναμη και το κουράγιο, να ορθώσουν το ανάστημά τους και να αρθρώσουν φωνή.
 
Ε.Π.: Η κακοποίηση βέβαια, δεν έχει μόνο μία μορφή..
Α.Α.: Η λεκτική κακοποίηση, εάν γίνεται και σε καθημερινή βάση, μπορεί να είναι πολύ πιο οδυνηρή. Ειδικά στους χώρους εργασίας, όσο οι εργαζόμενοι είμαστε αναλώσιμα τόσο πιο εύκολο είναι για τον εργοδότη να συμπεριφέρεται απαξιωτικά.
 


Ε.Π.: Έδωσες και μια πολύ προσωπική μάχη... Πώς αντιμετώπισες τις δυσκολίες που εμφανίστηκαν;
Α.Α.: Προσωπικά, για να βρω τη δύναμη να περάσω τις δυσκολίες της δικής μου ζωής έπρεπε να ανοίξω τελείως, να δεχτώ το χάδι, να δεχτώ τη φροντίδα, την υποστήριξη και να μην κλειστώ στο καβούκι μου και να παρασυρθώ από μία μαυρίλα που επιφέρει μια δύσκολη, πολύ ζόρικη κατάσταση. Αλλά ήταν στο χέρι μου. Ήταν δική μου επιλογή. Έπρεπε εγώ να το συνειδητοποιήσω και εγώ να το αποφασίσω αυτό.
Προσωπική η μάχη, πολύ προσωπική. Αλλά δεν είναι μια μάχη μόνο απέναντι στην πάθηση, είναι μία μάχη που αφορά το σύνολό σου.
 
Ε.Π.: Τι σε βοήθησε εκείνη την περίοδο;
Α.Α.: Το πιο καλό μάθημα από εκείνο το χειμώνα ήταν ότι κατάλαβα ότι η δουλειά με κάνει χαρούμενο και με βοηθάει και λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά. Και όσο και αν πονούσα και όσο και αν δυσκολευόμουνα, ξέρω βαθιά μέσα μου ότι εάν δεν είχα τη δουλειά και ήμουν απλώς στο σπίτι μου σε ένα καναπέ, όλα θα ήταν ακόμη πιο δύσκολα στην ψυχολογία μου.
 
Το Maestro του Χριστόφορου Παπακαλιάτη είναι η πρώτη ελληνική σειρά, από δημιουργούς Έλληνες εξ ολοκλήρου, η οποία θα πάει σε μια παγκόσμια πλατφόρμα, το Netflix.
Ε.Π.: Πως αισθάνεσαι που το Maestro ταξιδεύει πλέον στο Netflix;
Α.Α.: “Είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος που η δουλειά μας κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην παγκόσμια αγορά και εύχομαι η ιστορία μας να μπορέσει να μιλήσει στις καρδιές των θεατών του κόσμου!”
 
Ε.Π.: Ποια είναι η σχέση σας με το Χριστόφορο Παπακαλιάτη;
Α.Α.: Πάρα πολύ καλή! Γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, από το 2004, εαν θυμάμαι καλά. Έχουμε κάνει πολλές δουλειές μαζί, έχουμε κάνει πολύ παρέα, έχουμε κάνει διακοπές μαζί. Γνωριζόμαστε πάρα πολύ, πάρα πολύ καλά.
 .
-k-
.
ΑΥΛΑΙΑ
«Κάποιος να με προσέχει» του Φρανκ Μακγκίνες 
Κοινωνικό.
«Ήταν ένας Άγγλος, ένας Ιρλανδός και ένας Αμερικανός σ’ ένα κελί στο Λίβανο. Τι; Το ξέρετε; Όχι ε;... Λοιπόν. Όλοι μπορούν να φανταστούν γιατί είχαν βρεθεί σ’ αυτό το κελί αλλά κανένας, εκτός από αυτούς τους τρεις, δεν μπορεί να φανταστεί γιατί είχαν βρεθεί στο Λίβανο…».
.
Σκηνοθεσία: Αθανασία Καραγιαννοπούλου. 
Ερμηνεύουν: Αντίνοος Αλμπάνης, Δημήτρης Μάριζας, Πήτερ Ραντλ.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 19:00.
.
-Κ-

Φωτογραφικό υλικό






Αρθρογραφος

Παπαδανιήλ Ελπίδα
Παπαδανιήλ Ελπίδα
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Ροδολίβος Σερρών. Είμαι Λογοθεραπεύτρια - Ειδική Παιδαγωγός και ασκώ το επάγγελμα εδώ και 25 χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Την τελευταία 10ετία ασχολούμαι με τη συγγραφή και την αρθρογραφία καθώς και τη δημοσιογραφία. Μεγάλη μου αγάπη το ραδιόφωνο. Οι εκπομπές μου είναι καλλιτεχνικού και κοινωνικού περιεχομένου. Θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλιά σας στο email : elpidalog@gmail.com

Γραψε το σχολιο σου

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί. Υπογραμμίζονται τα υποχρεωτικά πεδία *

Γραψε το σχολιο σου στο Facebook

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

τελευταιες αναρτησεις

ΘΕΑΤΡΟΜΑΝΙΑ

Περισσότερη θεατρομανία
ΣΙΝΕΜΑΝΙΑ

Περισσότερη Σινεμανία
ΜΟΥΣΙΚΟΜΑΝΙΑ

Περισσότερη Μουσικόμανία
ΤΕΧΝΗ - ΒΙΒΛΙΟ

Περισσότερα Τέχνη Βιβλίο
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Περισσότερη Θεσσαλονίκη

Περισσότερα Της «K» το κάγκελο